"Το φθινόπωρο του 1960, όταν ήμουν δεκάξι χρονών κι ο πατέρας μου είχε μείνει για κάμποσο χωρίς δουλειά, η μητέρα μου γνώρισε και ερωτεύτηκε κάποιον Γουόρεν Μίλερ. Αυτά έγιναν στην περιοχή Μεγάλοι Καταρράκτες, στη Μοντάνα, την εποχή της μεγάλης ανόδου των τιμών του πετρελαίου στο Τζίπσι Μπέιζιν κι ο πατέρας μου μας είχε πάει εκεί την άνοιξη της ίδιας χρονιάς από το Λιούστον του Αϊντάχο, με την πεποίθηση πως στη Μοντάνα ο κόσμος - δηλαδή ο κοσμάκης σαν κι αυτόν - έβγαζε ή θα έβγαζε σύντομα λεφτά κι ήθελε να επωφεληθεί, όσο μπορούσε, προτού όλ' αυτά καταρρεύσουν και χαθούν στο πρώτο φύσημα του ανέμου."
Ο Τζο, αφηγητής της ιστορίας, επιστρέφει στο παρελθόν, σε μια προσπάθεια να κατανοήσει, πιάνει το νήμα από την αρχή, από τη μέρα της απόλυσης του πατέρα του από τη λέσχη του γκολφ. Ανακαλεί στη μνήμη του, χρόνια μετά, εκείνη την περίοδο, προσδοκώντας να κλείσει επιτέλους τους λογαριασμούς με το χτες. Η υποκειμενική αφήγηση της ιστορίας, μέσα από τα μάτια του έφηβου ήρωα, έχει τη δική της αξία, καθώς αφήνει να διαφανεί ξεκάθαρα η προσωπική κρίση και τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε το "'θύμα" της γονεϊκής διαμάχης. Με συναίσθηση της άβολης θέσης στο μέσο του πεδίου μάχης, ο Τζο επιδεικνύει μια αξιοθαύμαστη ηρεμία, ένας συνδυασμός σεβασμού και αγάπης απέναντι στους γονείς του.
Η απόλυση του πατέρα αποτελεί την αρχή του κακού, ο Τζο είναι σίγουρος γι' αυτό αν και δυσκολεύεται - λόγω ηλικίας - να κατανοήσει πώς είναι δυνατόν να σχετίζεται η απώλεια του εισοδήματος με την αλλαγή των συναισθημάτων από τη μεριά της μητέρας του. Προσωπικά σοκαρίστηκα από το γεγονός πως μου φάνηκε κάπως φυσιολογικό όλο αυτό· εκείνος χάνει τη δουλειά του, απελπίζεται και παρουσιάζει σημάδια κατάθλιψης, εκείνη νιώθει να χάνει το στήριγμα, η ανασφάλεια για το μέλλον τη σπρώχνει σε μιαν άλλη αγκαλιά. Επιχειρώ να δώσω εξήγηση καθώς δε νιώθω οικεία με αυτό το συναίσθημα αποδοχής, με προβληματίζει που τίποτα μέσα μου δεν κλώτσησε· αναλογίζομαι σχέσεις στον περίγυρό μου που αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα κυρίως λόγω ανεργίας, αρκετά τα παραδείγματα, ζευγάρια χρόνων, ευτυχισμένα και πλασμένα για ζωή κοινή, χωρίζουν από τη μια μέρα στην άλλη, τα νεύρα κουρέλια, φωνές και θυμός εκτός σχέσης διαβρώνουν τα συναισθήματα. Όσο και αν μου χαλάει την εικόνα, οφείλω να παραδεχτώ - πρώτα και κύρια απέναντι σε μένα τον ίδιο - πως δε με ξεσηκώνει πια, δε μου προκαλεί μήτε καν απορία όλο αυτό, ίσως να συνέβαινε πάντα και παντού, τι να πω, δεν ξέρω. Χάρηκα όμως ταυτόχρονα γιατί συνειδητοποίησα πως γνωρίζω και ζευγάρια που ακόμα αντέχουν, κρατάνε γερά παρά τις όποιες δυσκολίες, με πείσμα διατηρούν το ιερό της σχέσης τους καθαρό και αμόλυντο.
Ο Φορντ, μετά την έκδοση του υπέροχου Αθλητικογράφου και πριν ολοκληρώσει την τριλογία με ήρωα τον Φρανκ Μπάσκομπ, γράφει το μικρό αυτό μυθιστόρημα, με διακριτικές αυτοβιογραφικές υπόνοιες, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας φόρος τιμής στη δεκαετία του πενήντα και του εξήντα, ένα συγγραφικό απωθημένο. Είναι αρκετές οι αναφορές, τόσο λογοτεχνικές όσο και κινηματογραφικές, που δείχνουν την επιθυμία για μια επιστροφή στις πηγές, για απόδοση της οφειλής στους "δασκάλους". Μυθιστόρημα ενηλικίωσης, σε στυλ αρκετά διαφορετικό από εκείνο της τριλογίας που καταξίωσε το Φορντ ανάμεσα στους μεγάλους σύγχρονους Αμερικανούς συγγραφείς, διαβάζεται ιδιαιτέρως ευχάριστα καθώς διαθέτει την αθωότητα μιας σκληρής εποχής, επαρκώς οπτικοποιημένης με αποτέλεσμα οι εικόνες που ξεπηδούν να είναι ασπρόμαυρες και κινηματογραφικές. Στοιχείο που το διαφοροποιεί από έργα αντίστοιχης θεματικής, είναι το γεγονός πως οι λευκοί πρωταγωνιστές έχουν τελειώσει το κολέγιο, ανήκουν δηλαδή σε μια τάξη αρκετά προνομιούχα για την εποχή εκείνη, όμως φαίνεται πως τα συναισθηματικά αδιέξοδα είναι συχνά κοινά ανάμεσα σε φυλές και τάξεις.
Αν και διαφορετικό από τις προσδοκίες μου, η Άγρια Ζωή μου πρόσφερε κάποιες ευχάριστες ώρες ανάγνωσης.
Ο Αθλητικογράφος και Η Χώρα,όπως είναι αποτελούν σπουδαία δείγματα σύγχρονης αμερικανικής λογοτεχνίας, αναζητείστε τα!
Μετάφραση Βαγγέλης Κατσάνης
Εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος
Σπουδαία δείγματα (όχι μόνο Αμερικανικής) σύγχρονης λογοτεχνίας, "Ο Αθλητικογράφος" και "Η Χώρα, όπως είναι", συμφωνώ (αν και με κάποιοες επιφυλάξεις για το δεύτερο το οποίο -κατά τη γνώμη μου- υπολείπεται του πρώτου λόγω, ίσως, της ανάγκης του συγγραφέα να προσφέρει ένα χορταστικό επίλογο της ζωής και της δράσης του κτηματομεσίτη Μπάσκομπ ο οποίος πλατειάζει και ξεχειλώνει προς το τέλος). Ανώτερο -κατά τη γνώμη μου-, όλων το δεύτερο μέρος της τριλογίας, το εκπληκτικό "Independence Day".
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ για τη φιλοξενία
catrame
Ήταν τέτοια η γοητεία που μου άσκησε ο Μπάσκομπ που δεν διέκρινα τις αδυναμίες στο τελευταίο μέρος τη τριλογίας. Το Independence Day φοβαμαι πως δε θα μεταφραστεί σύντομα, ελπίδα δική μου το Canada...
ΔιαγραφήΕυχαριστώ για το σχόλιο
Γεια χαρά,
ΑπάντησηΔιαγραφήο Αθλητικογράφος είναι πολύ σπουδαίο βιβλίο και η ανάρτησή σου μου θύμισε ότι πρέπει να ασχοληθώ περισσότερο με τον Ρίτσαρντ Φορντ. Ολο το λέω και όλο το ξεχνάω. Δεν έχω διαβάσει τίποτα άλλο δικό του.
Επίσης, νιώθω ότι δεν είναι καθόλου δημοφιλής στην Ελλάδα και απορώ γιατί.
Και εγώ έχω την ίδια απορία την ώρα που για παράδειγμα ο Φράνζεν αποθεώνεται... Να ασχοληθείς με την ολοκληρωση της τριλογίας!
ΔιαγραφήΝαι, για να πω την αλήθεια βέβαια μου φαίνεται λογικό ότι αποθεώνεται ο Φράνζεν. Είναι ενοχλητικό το hype του αλλά οι Διορθώσεις είναι μεγάλο μυθιστόρημα. Οχι;
ΑπάντησηΔιαγραφήΩς προς τις Διορθώσεις δε μπορώ παρά να συμφωνήσω, έχεις διαβάσει άλλο δικό του; Για την Ελευθερία δεν ακούστηκαν και τα καλύτερα πάντως...
ΔιαγραφήΗ "Ελευθερία" είναι άθλια και μην έχοντας διαβάσει άλλο δικό του-ούτε σκοπεύω μετά την νίλα απ΄αυτό,όπως καταλαβαίνετε-δεν κατανοώ τις συγκρίσεις με Φορντ,του οποίου η "Χώρα Όπως Είναι" μου άρεσε ,
ΑπάντησηΔιαγραφήκαμία σχέση με Φράνζεν ο άνθρωπος.....
Χολίτσα που εννοώ να εκστομίσω:δημοφιλής ο Φορντ στην Ελλάδα;
Ευσεβείς πόθοι!Να ήταν μόνο αυτός...
Μήπως άλλοι σπουδαίοι σύγχρονοι είναι δημοφιλείς,πόσοι τους ξέρουν καν,που να είναι βρε παιδιά δημοφιλείς,σε ένα κοινό πάνω κάτω 5000 στα 11.500.000 κατοίκων;
Χαχα Βιβή, σε σκεφτόμουν μόλις έγινε η αναφορά στον Φράνζεν! Οι Διορθώσεις πάντως εμένα μου άρεσαν αρκετά, για την Ελευθερία δεν έχω άποψη αλλά το ένστικτό μου με κρατάει μακριά.
ΔιαγραφήΑυτό το ίδιο κοινό πάντως των 5.000 ανθρώπων κάνει άλλους συγγραφείς δημοφιλείς. Αναλογικά προφανώς. Και μπορεί ελάχιστα πράγματα να λειτουργούν σωστά στον χώρο του βιβλίου στην Ελλάδα (σχεδόν τίποτα για την ακρίβεια) αλλά υπάρχει μια αρκετά μεγάλη μερίδα (από αυτούς τους 5.000) με σωστή κρίση. Σωστή, τουλάχιστον, στα δικά μου μάτια. Η περίπτωση Φορντ είναι περίεργη γιατί οι Ελληνες διαβάζουν άλλους Αμερικάνους αντίστοιχης (προσεγγιστικά) λογοτεχνικής αξίας. Εκδοτικό νομίζω είναι το θέμα, όχι αναγνωστικό. Επαναλαμβάνω πάντως ότι το μοναδικό μου κριτήριο για όσα λέω για τον Φορντ είναι ο Αθλητικογράφος, οπότε ενδέχεται να είμαι κάπως αυθαίρετος.
ΔιαγραφήΝαι, την έχω διαβάσει και την Ελευθερία. Δεν θα την έλεγα με τίποτα άθλια αλλά είναι σαφώς ένα επίπεδο κάτω απ’ τις Διορθώσεις. Είναι ουσιαστικά σαν να ξαναγράφει τις Διορθώσεις, ίδιο κλίμα, ίδια λογική, αλλά σαν να του λείπει ένα συστατικό (δεν ξέρω ποιο) και το βιβλίο καταλήγει να είναι κάπως άδειο. Καλό, αλλά όχι κάτι ιδιαίτερο.