Ας είμαι ξεκάθαρος από την αρχή: ευφυές. Έτσι θα το χαρακτήριζα με μία λέξη το βιβλίο αυτό.
Βρίσκομαι στη δύσκολη θέση να γράφω αυτό τον πρόλογο σε ένα βιβλίο που δεν θα ήθελα ποτέ να εκδοθεί. Αν ήταν στο χέρι μου, θα παρέδιδα τα χειρόγραφα σελίδα τη σελίδα στη φωτιά, θα εξαφάνιζα κάθε ίχνος από την ύπαρξή του, θα εξασφάλιζα ότι δεν θα υπήρχε καμιά αναφορά σε αυτό στα κατάλοιπα της συγγραφέως ή στις αναμνήσεις όλων όσων τη γνώρισαν. Καλύτερα, θα πω: μας γνώρισαν.Ένα λογοτεχνικό παιχνίδι, από την πρώτη κιόλας πρόταση, ο επιμελητής, Μάριος Αμπλάντης, που αναγκάζεται να επιμεληθεί και να σχολιάσει ένα βιβλίο, το οποίο θα ήθελε -έτσι τουλάχιστον ισχυρίζεται- να δει παραδομένο στις φλόγες.
Η Λουίζα Λαζάρου υπήρξε -ανάμεσα σε άλλα- θεατρική συγγραφέας, θεωρητικός, περφόρμερ, σκηνοθέτις ταινιών μικρού μήκους, και γνώρισε παγκόσμια αποδοχή, τόσο σε ακαδημαϊκό όσο και σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Η άγρια δολοφονία της προκάλεσε τεράστιο σοκ στην κοινή γνώμη.Το πτώμα της, με δεκαεπτά σημάδια μαχαιρώματος στο στήθος και την κοιλιακή χώρα, βρέθηκε από την καθαρίστρια δύο μέρες μετά, στο σπίτι της στο ενδέκατο διαμέρισμα του Παρισιού. Ο Μάριος Αμπλάντης θα βρεθεί εκεί για την κηδεία της πρώην συντρόφου του. Ο ατζέντης της θα τον ενημερώσει για τη δηλωθείσα, στη διαθήκη, επιθυμία της νεκρής: εκείνος -ο Μάριος Αμπλάντης- να αναλάβει την επιμέλεια και την έκδοση του χειρογράφου της Λουίζας Λαζάρου για τον άγιο Ευάγγελο καθώς και των κριτικών σχολίων της επ' αυτού. Το κληροδότημα στο πανεπιστήμιο που εργάζεται ο Μάριος Αμπλάντης είναι τόσο μεγάλο, γεγονός που καθιστά οποιαδήποτε σκέψη περί άρνησης εκ μέρους του άτοπη.
Η σημασία του χειρογράφου για τον άγιο Ευάγγελο τεράστια, αφενός λόγω της σπανιότητάς του και αφετέρου ως αποδεικτικού στοιχείου για την ύπαρξη του αγίου, που ο θρύλος τον θέλει να έζησε έκλυτο βίο στον Χάνδακα -σημερινό Ηράκλειο- της Ενετικής Κρήτης τον 15ο ή 16ο αιώνα. Γνωστός και ως καταληψίας, μέλος ή και ιδρυτής ακόμα της Ακαδημίας των καταληψιών, μιας ομάδας που έδρασε την εποχή του αγίου και συνήθιζε να καταλαμβάνει ακατοίκητα κτήρια και να τα μετατρέπει σε τόπους πολιτικής, πολιτιστικής και ερωτικής ελευθερίας και ισότητας.
Ο Αμπλάντης αμφισβητεί τη γνησιότητα του χειρογράφου και ενός μέρους των κριτικών σχολίων, όλα -ισχυρίζεται- είναι μια επινόηση της Λαζάρου, που απευθύνεται ευθέως και άμεσα σε εκείνον και στο κοινό τους παρελθόν. Πρέπει όμως να σεβαστεί τους όρους της έκδοσης και να συμπεριλάβει σε αυτήν τα κριτικά σχόλια της Λαζάρου επί του χειρογράφου και εν συνεχεία το ίδιο το χειρόγραφο. Μέσω της εισαγωγής θα επιχειρήσει να αποτρέψει τον αναγνώστη από την ανάγνωση, αν και γνωρίζει πως όσο πιο επίμονα το ζητά τόσο πιο πολύ θα γιγαντώνεται η επιθυμία του αναγνώστη.
Πού βρίσκεται το όριο ανάμεσα στην επινόηση και την επιστημονική, ιστορική και αυτοβιογραφική αλήθεια; Αυτό είναι ένα ερώτημα το οποίο ζητάει απάντηση. Ακόμα ένα, ίσως λίγο πιο προσωπικό, ίσως και όχι, έχει να κάνει με το όριο της προβολής της προσωπικής μας ζωής μέσα στο έργο των άλλων, είτε αυτό είναι ένα ποίημα είτε μια απλή δήλωση κατάστασης σε κάποιο κοινωνικό δίκτυο: πόσο εύκολα διακρίνουμε τον εαυτό μας ακόμα κι εκεί που δεν υπάρχει τίποτα δικό μας;
Ακόμα ένα χτύπημα στη μεμψιμοιρία πως εδώ -για κάποιο λόγο άγνωστο, ασαφή- δεν γράφονται σπουδαία λογοτεχνικά έργα. Ισοπέδωση πλήρης. Ούτε λιγότερα, ούτε περισσότερα σε σχέση με το παρελθόν, ούτε λιγότερα, ούτε περισσότερα, αναλογικά με τον πληθυσμό, σε σχέση με άλλες χώρες. Δεν είναι πάντα εύκολο να εντοπίσει κανείς αυτά τα έργα, δεν περιμένουν στις προθήκες, δεν θα γίνουν όλα τους ευπώλητα· άλλωστε o αναγνώστης έχει και κάποιες ριμάδες υποχρεώσεις.
Η ριμάδα του αγίου Ευαγγέλου (2015) δημιούργησε στο μυαλό μου μια άτυπη τριλογία συγγενών, προσωπικών μου, αναγνωσμάτων για το 2016. Εκείνα που προηγήθηκαν ήταν Το μηνολόγιο ενός απόντος (2005) του Σταύρου Κρητιώτη και μια φορά (και ίσως και άλλη μία) (2015) του Κωστή Μαλούτα. Η συνύπαρξη του ακαδημαϊκού, του μυθοπλαστικού και του προσωπικού μού θύμισε κάτι από την Άντζελα Δημητρακάκη.
Περισσότερα για τη Λουίζα Λαζάρου μπορείτε να βρείτε εδώ.
υγ. η αποκάλυψη που επιφέρει απομάγευση θα έπρεπε να διώκεται.
Εκδόσεις Ουαπίτι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου