Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2018

Φεύγω για διακοπές




Στις φλέβες μου κυλάει τροφή κουνουπιών, έτσι έλεγε. Τα σκυλιά τον γάβγιζαν, τα άλογα σηκώνονταν στα πίσω τους πόδια, τα βατράχια όμως τον πλησίαζαν. Περνούσε ώρες στον ίσκιο της μουριάς, της μουριάς που ποτέ του δεν κλάδευε. Μια μέρα έβγαλε το σημειωματάριό του απ' την τσάντα· έγραψε: Ο φασισμός θεραπεύεται με το διάβασμα και ο ρατσισμός με το ταξίδι, και από κάτω σε μια παρένθεση (Μιγκέλ ντε Ουναμούνο). Έκλεισε το σημειωματάριο και έβαλε τα γέλια.

Το κείμενο που μου έστειλε, ζητώντας τη γνώμη μου, ξεκινούσε ως εξής: Δεν είναι έτσι Μιγκέλ, δεν είναι έτσι πια. Άλλο ο ταξιδιώτης και άλλο ο τουρίστας. Συνέχιζε με αναφορές στον Θορώ και τη λίμνη του, επιχειρηματολογούσε για την ανάγκη διακοπής ακόμα και από την πλέον αγαπημένη συνήθεια, κατηγορώντας εκείνους που αναμένουν την παύση του άλλου, ώστε να κερδίσουν χώρο -ατομικό καπιταλισμό, τον αποκαλούσε εκείνος. Και συνέχιζε σε ανάλογο ύφος, δεικτικό, απαξιωτικό, εσωστρεφές. Ήταν ένα, ας πω, παράξενο κείμενο, για να μην πω ακατάληπτο. Εγώ, ανάμεσα σε τόσα που είχα σημειώσει, αρκέστηκα να του γράψω: Δεν είναι πολύ όμορφο να ξεκινάει ένα κείμενο με ένα δεν, έτσι πιστεύω δηλαδή, αν όντως θες τη γνώμη μου. Πίστευα πως ένα τέτοιο σχόλιο θα ήταν αρκετό για να τον αναγκάσει να πιάσει το κείμενο πάλι από την αρχή, και πως αν διόρθωνε την αρχή τότε και το υπόλοιπό θα παραδινόταν σε μία σωτήρια ανασύνταξη. Σε καμία περίπτωση δεν περίμενα την απάντηση που αντίκρισα λίγα λεπτά αργότερα: Δεν περίμενα κάτι τέτοιο από κάποιον που δηλώνει, όπου βρεθεί και όπου σταθεί, πόσο του αρέσει ο Μπολάνιο. Τράβα καμία φωτογραφία καλύτερα και παράτα με.

Τ' απογεύματα ήταν όπως έπρεπε να είναι. Μακριά και αργόσυρτα. Ο ίσκιος μεγάλωνε αργά αλλά σταθερά, ο ήχος των διερχόμενων αυτοκινήτων μειωνόταν στον ίδιο ρυθμό. Η πόλη ήταν χιλιόμετρα πέρα.

Άφησα δύο μέρες να περάσουν, δύο μέρες κατά τις οποίες εκείνος δεν βγήκε στον κήπο. Συνηθισμένος από τα κατά καιρούς και δια ασήμαντη αφορμή ξεσπάσματά του δεν έδωσα σημασία. Για να είμαι ειλικρινής πίστευα, ο αφελής, πως άλλο δεν έκανε από το να γράφει ξανά και ξανά το κείμενο, σκυλιάζοντας να διατηρήσει την αρνητική αρχή, ώστε να μου αποδείξει, μα τι εγωπαθής, πως είχα άδικο.

Την τρίτη μέρα αποφάσισα να του χτυπήσω την πόρτα. Με το πρώτο χτύπημα η πόρτα υποχώρησε. Η πόρτα, την οποία εκείνος κλείδωνε με μανία υποχώρησε με το πρώτο χτύπημα. Το δωμάτιο ήταν άδειο. Επάνω στο γραφείο του, ακατάστατο ως συνήθως, υπήρχε ένα σημείωμα: Δεν σου ζήτησα να με παρατήσεις; Όπως και να 'χει, φεύγω για διακοπές.

1 σχόλιο:

  1. Καλή και δημιουργική νέα χρονιά με πολλές και όμορφες αναρτήσεις .

    ΑπάντησηΔιαγραφή