Δευτέρα 6 Μαΐου 2019

Ο αιώνας - Javier Marías





Είναι ένα βιβλίο που το έψαχνα με μανία, είχα ρωτήσει παντού γι' αυτό, και όσο δεν το έβρισκα τόσο η μανία θέριευε και με καταλάμβανε ολοκληρωτικά, έτσι που, όταν η Α. μού έστειλε μήνυμα, έχω κάτι για σένα, έγραφε, κι εγώ κατέβηκα μέχρι το κέντρο με το ποδήλατο, και το έπιασα στα χέρια μου, δεν το πίστευα, το ξεφύλλιζα ξανά και ξανά, όμως, ίδιον της μανίας κι αυτό, μόλις γύρισα σπίτι, και ενώ στη διαδρομή, πάνω στη σέλα και κόντρα στην ανηφόρα, άλλο δεν σκεφτόμουν παρά πότε θα τελείωνα το βιβλίο που διάβαζα εκείνη τη στιγμή, έβγαλα τον Αιώνα από την τσάντα και τον άφησα κάτω από εκείνο το άλλο βιβλίο που διάβαζα τότε, στο κομοδίνο στη δεξιά πλευρά του κρεβατιού, και μπήκα να κάνω ένα ντουζ για να ξεπλύνω τον ιδρώτα και το καυσαέριο που η ποδηλασία στην Αθήνα συνεπάγεται, τον Αιώνα δεν τον ξανάπιασα. Ο αιώνας έκανε εκατοντάδες χιλιόμετρα, μπήκε σε τρεις κούτες μεταφορικής και σε πάμπολες τσάντες, πλάτης αλλά και υφασμάτινες, όμως στο τέλος συνέχεια βρισκόταν στο ράφι με τα υπόλοιπα αδιάβαστα, αν και πάντα σε περίοπτη θέση. Μέχρι τις προάλλες.

Τις προάλλες. Δεν περιγράφω παρά μια κοινή κατάσταση, που κάθε αναγνώστης έχει βιώσει, την έντονη επιθυμία να διαβάσει ένα βιβλίο ενός συγκεκριμένου συγγραφέα. Αυτό ένιωσα. Η επιθυμία αυτή συγγενεύει με την επιθυμία της αναγνωστικής επιστροφής σε ένα βιβλίο, όμως διαφέρει στο εξής: στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχει η συνύπαρξη της ανάγκης για κάτι οικείο, ένας αγαπημένος συγγραφέας, αλλά και για κάτι νέο, ένα βιβλίο αδιάβαστο. Μια καινούρια ιστορία από έναν αγαπημένο φίλο.

Η πρώτη σελίδα. Δεν είναι Μαρίας αυτό που διαβάζω σκέφτηκα μόλις διάβασα την πρώτη σελίδα του μυθιστορήματος. Δεν είναι Μαρίας αυτό που διαβάζω σκέφτηκα μόλις διάβασα δεύτερη αλλά και τρίτη φορά την πρώτη σελίδα του μυθιστορήματος. Δεν έμοιαζε να είναι πρόβλημα της μετάφρασης. Στιγμιαία σκέφτηκα να το παρατήσω.

Υπόθεση. Στο μυθιστόρημα τα κεφάλαια εναλλάσσονται μεταξύ πρωτοπρόσωπης και τριτοπρόσωπης αφήγησης. Στα μονά κεφάλαια αφηγητής είναι ο Κασαλντάλιγα, γέρος και ετοιμοθάνατος, διηγείται την τωρινή του κατάσταση, κάνοντας σκέψεις περί θανάτου, καχύποπτος απέναντι σε όσους τον περιτριγυρίζουν με φαινομενικό ενδιαφέρον. Στα ζυγά κεφάλαια ο παντογνώστης αφηγητής παίρνει τον λόγο και μας εξιστορεί κάποια επεισόδια της ζωής τού γεννημένου στις αρχές του περασμένου πια αιώνα Κασαλντάλιγα.

Μετά την ανάγνωση. Δεν είναι το αγαπημένο μου μυθιστόρημα και δεν θα γίνει ποτέ. Υπήρχαν σημεία που κουράστηκα, ίσως εδώ να φταίει λίγο παραπάνω η μάλλον ελλιπής επιμέλεια της μετάφρασης. Ίσως όμως και ο πομπώδης λόγος του Μαρίας, του Μαρίας του τέταρτου μυθιστορήματος και των τριάντα δύο χρόνων, ειδικά στα πρωτοπρόσωπα κεφάλαια, μια διάθεση επίδειξης άνεσης στον χειρισμό της γλώσσας, οι όχι και τόσο καλά χωνεμένες κεντροευρωπαϊκές επιρροές, αυτές οι ίδιες που αργότερα θα απογείωναν τα μυθιστορήματά του, θύμιζε κάποιες στιγμές μικρό παιδί που μιλάει με τη γλώσσα των μεγάλων, και ίσως εδώ να φταίει η απειρία του Μαρίας του τέταρτου μυθιστορήματος και των τριάντα δύο χρόνων, που ηττήθηκε στην αναμέτρηση με τον ήρωά του, του παραδόθηκε ολοκληρωτικά. Ο αιώνας είναι ένα μυθιστόρημα το οποίο ξεκάθαρα περιστρέφεται γύρω από τον κεντρικό χαρακτήρα τον Κασαλντάλιγα, έναν αντιπαθή αντιήρωα, που για χρόνια έζησε στην ασφάλεια του περιθωρίου και μόνο όταν ένιωσε έτοιμος αναζήτησε τον ρόλο του στην πρώτη γραμμή. Αν και σύμφωνα με τον Μαρίας το πρότυπο για τον Κασαλντάλιγα το άντλησε από το οικογενειακό του περιβάλλον, ο μυθιστορηματικός χαρακτήρας δεν είναι αρκετά σφαιρικός, αλλά προσιδιάζει περισσότερο σε καρικατούρα, και ίσως αυτό να συμβαίνει όταν ο συγγραφέας δεν αγαπάει τον ήρωά του, δεν τον θαυμάζει για τις αρετές του, αλλά περισσότερο επιθυμεί να αναδείξει μέσα από εκείνον μια εποχή, την ιδιαιτερότητα μιας εποχής περασμένης η οποία επιζεί κρυμμένη καλά πίσω από τη λήθη και την παραποίηση.      
Υπήρχαν βέβαια αρκετά σημεία εντυπωσιακά, μικρά μα ευκρινή δείγματα όσων θα πύκνωναν εκθετικά στα επόμενα μυθιστορήματα, αρχής γενομένης ήδη από το επόμενο, τον Αισθηματικό άντρα, με τις υπέροχες πρώτες σελίδες, εκεί όπου ο Λέοντας της Νάπολης, βαφτιστήρι του Κασαλντάλιγα εδώ, ως επιβάτης τρένου με τελικό προορισμό την Μαδρίτη, διαβάζει Μπέρνχαρντ και νιώθει ενόχληση, την γνώριμη ενόχληση που νιώθει ο αναγνώστης του Μπέρνχαρντ καθώς ξεβολεύεται ακολουθώντας τις σπείρες της σκέψης αυτού του σπουδαίου συγγραφέα, ενός εκ των σπουδαιότερων για να είμαστε ακριβείς. 

Το κλισέ. Είναι άδικο να συγκρίνουμε μεταξύ τους τα έργα ενός δημιουργού. Συμφωνώ εν πολλοίς με αυτό. Είναι άδικο και ίσως δεν έχει και νόημα αν δεν γίνεται υπό ένα πρίσμα πιο φιλολογικό, με κριτήρια θεματολογίας, εξέλιξης, μοτίβων, όταν δηλαδή ο στόχος δεν είναι η αποτύπωση του σύμπαντος ενός συγγραφέα αλλά η απλή δήλωση προτίμησης για το ένα ή το άλλο βιβλίο.

Το παράπονο. Έχει περάσει πάρα πολύς καιρός από την τελευταία κυκλοφορία κάποιου βιβλίου του Μαρίας στα ελληνικά, είμαστε ήδη δύο βιβλία πίσω.

Η πρόβλεψη. Το 2019 ο Μαρίας θα κερδίσει το Νόμπελ λογοτεχνίας.


Μετάφραση Αγγελική Βασιλάκου
Εκδόσεις Λιβάνη


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου