Κάποτε, σ' ένα, δυστυχώς βραχύβιο, ηλεκτρονικό περιοδικό με το όνομα Bookstand, διατηρούσα μια στήλη με τον ακριβή, αν και διόλου ευφάνταστο, τίτλο "Πριν την ανάγνωση". Στα πλαίσια της στήλης αυτής έγραφα κείμενα για βιβλία πριν τα διαβάσω, επιχειρώντας να χαρτογραφήσω μια περιοχή αποτελούμενη από κίνητρα και προσδοκίες, να ρίξω φως σε μια πλευρά της αναγνωστικής διαδικασίας στην οποία φαινομενικά και μόνο επικρατούν η τυχαιότητα και το μάρκετινγκ. Εκείνα τα επτά ή οκτώ πριν την ανάγνωση κείμενα δημιούργησαν μια προαναγνωστική ρουτίνα, καθώς ακόμα και τώρα σημειώνω τους λόγους για τους οποίους επέλεξα ένα βιβλίο, που τις περισσότερες φορές στην πραγματικότητα αποτελούν τους λόγους που με επέλεξε ένα βιβλίο. Τις προσδοκίες, όσο κάτι τέτοιο είναι εφικτό, επιχειρώ να τις αφήνω απέξω.
Ένα τέτοιο κείμενο για το βιβλίο Στους δικούς μας κύκλους, θα ξεκινούσε με αναφορά στον τίτλο, που μου τράβηξε την προσοχή, σε μια εποχή που αναρωτιόμουν έντονα για το αν στην ψηφιακή κοινωνική πραγματικότητα που βιώνουμε εξακολουθεί να ισχύει η έννοια του κύκλου, η παράλληλη μικροπραγματικότητα, μέσα στην οποία νιώθουμε μια ασφάλεια, και την οποία σε κάθε έξοδο στον μεγάλο κόσμο αναπολούμε και επιζητούμε ή αν αυτός ο κόσμος έχει πια μολυνθεί εποικισμένος από τοξικούς εισβολείς. Στους δικούς μας κύκλους οι άνθρωποι διαθέτουν κάποιες συγκεκριμένες προδιαγραφές βάσει των οποίων αντιμετωπίζουν τα μικρότερα ή μεγαλύτερα ζητήματα της καθημερινότητας, ξέρουμε τι να περιμένουμε από αυτούς, έχουμε απαιτήσεις, απογοητευόμαστε συχνά αλλά όχι αδίκως, γοητευόμαστε, αγκαλιαζόμαστε και προχωράμε. Κάπως έτσι γύρισα να διαβάσω το οπισθόφυλλο της έκδοσης. Η υπόθεση του βιβλίου διαδραματίζεται στο μεταπολεμικό Σίντνεϊ. Ακόμα ένας λόγος για να διαβάσω το βιβλίο αυτό, σκέφτηκα. Αναζητώντας κάποια στοιχεία για τη συγγραφέα Ελίζαμπεθ Χάρογουερ, ξεκίνησα να διαβάζω το προλογικό σημείωμα της έκδοσης, εκεί κατέστη οριστικό πως αυτό θα ήταν το επόμενο βιβλίο που θα διάβαζα:
Το 1971 η Χάρογουερ είχε έτοιμο για έκδοση το έργο της In Certain Circles, το οποίο όμως απέσυρε ανεξήγητα αμέσως μετά τον θάνατο της μητέρας της την ίδια χρονιά. Κατέθεσε το χειρόγραφο του έργου στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστραλίας και σταμάτησε εντελώς να ασχολείται με τη συγγραφή. Αρκετά χρόνια αργότερα, κι ενώ όλα τα έργα της είχαν εξαντληθεί και η ίδια θεωρούσε πως κανείς δεν την ήξερε ως συγγραφέα, της προτάθηκε ξαφνικά από τον εκδοτικό οίκο Text Publishing η έκδοση των μυθιστορημάτων της. [...] Το In Certain Circles εκδόθηκε τελικά για πρώτη φορά το 2014, και το 2015 κέρδισε το βραβείο Voss Literary Prize για το καλύτερο μυθιστόρημα της προηγούμενης χρονιάς στην Αυστραλία.
Ένας συγγραφέας -ένας καλλιτέχνης εν γένει- που σταματά να γράφει κάποια δεδομένη στιγμή της ζωής του είναι κάτι που στα μάτια μου μοιάζει συγκλονιστικό, άσχετα με τους λόγους και τις όποιες λογικοφανείς εξηγήσεις μπορεί κάποιος τρίτος να επικαλεστεί. Ο Σάλιντζερ αποτελεί ένα πιο γνωστό παράδειγμα. Δεν σταματά όμως εκεί η ιστορία αυτή. Όταν ανασύρθηκε από τη λήθη των χρόνων η Χάρογουερ και το επί τριάντα και πλέον χρόνια ανέκδοτο μυθιστόρημά της βρέθηκε στα ράφια των βιβλιοπωλείων, όχι απλώς γνώρισε μια κάποια εμπορική επιτυχία αλλά βραβεύτηκε ως το βιβλίο της χρονιάς. Ένα βιβλίο γραμμένο το 1971 βρήκε το κοινό του το 2014. Και μπορεί τις περισσότερες φορές τα βραβεία να μην αποτελούν κάποιον ασφαλή οδηγό ποιοτικής πλοήγησης, στην περίπτωσή μας όμως υπάρχει ένας ξεκάθαρος συμβολισμός. Διαβάζοντας το Στους δικούς μας κύκλους είχα διαρκώς αυτή τη μεταχρονολογημένη συνάντηση βιβλίου-αναγνωστών στο μυαλό μου, αναζητώντας τα λογοτεχνικά στοιχεία που άντεξαν στο πέρασμα των χρόνων, με τις έννοιες κλασικό και ρετρό να αναβοσβήνουν εναλλάξ.
Μοντερνισμός και γυναικεία γραφή, επιρροές από Βιρτζίνια Γουλφ, ροή συνείδησης αλλά και μεγάλα διαλογικά μέρη, χαρακτηρίζουν το βιβλίο αυτό, που αφηγείται την ιστορία δύο αδερφιών, της Ζόι και του Ράσελ, γόνων αστικής οικογένειας, που κάνουν στενή παρέα με δύο ορφανά αδέρφια, την Άννα και τον Στίβεν, μια ιστορία ενηλικίωσης που εκτείνεται σε μεγάλο χρονικό διάστημα και φέρνει στην επιφάνεια καταπιεσμένα συναισθήματα, αλλαγές στη δυναμική των σχέσεων, τη δύναμη της μοίρας, τους δρόμους που ενώ μοιάζουν να απομακρύνονται, ξαφνικά διασταυρώνονται. Το μυθιστόρημα αυτό αποτελεί ένα καλό παράδειγμα για τη σημασία που έχει ο τρόπος αφήγησης μιας ιστορίας έναντι στο περιεχόμενό της. Η ιστορία ως ιστορία είναι κάπως παρωχημένη, κάπως απλοϊκή θα μπορούσε κάποιος να πει. Όμως, ο τρόπος με τον οποίο διηγείται η Χάρογουερ είναι τέτοιος, που μετατρέπει την ανάγνωση σε απολαυστική εμπειρία.
Η ιστορία των τεσσάρων ηρώων αποτελεί απλώς αφορμή για την Χάρογουερ, γι' αυτό αναφέρει επιγραμματικά κάποια κομβικά γεγονότα από τη ζωή τους, όπως γάμους ή θανάτους κοντινών τους προσώπων για παράδειγμα, για να επικεντρωθεί στα απόνερα των γεγονότων αυτών. Αυτό το εύρημα λειτουργεί έξοχα, αποτελεί δείγμα συγγραφικής ωριμότητας, το οποίο επιπλέον, μαζί με τις σελίδες ημερολογίων αλλά και την αλληλογραφία των ηρώων, προωθεί αβίαστα την πλοκή, δημιουργώντας σχέσεις αιτιότητας και συνοχής. Έτσι, παρά τις λίγες σελίδες του μυθιστορήματος σε σχέση με τον δραματικό χρόνο της ιστορίας, ο αναγνώστης δεν νιώθει πως διάβασε κάτι αποσπασματικό, τη συρραφή κάποιων στιγμιοτύπων, αλλά πως παρακολούθησε από κοντά τους ήρωες στην πορεία της ζωής τους.
Χαμηλών τόνων αλλά υψηλής απόλαυσης βιβλίο.
Μετάφραση Κερασία Σαμαρά
Εκδόσεις Gutenberg
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου