Μετά την εκκωφαντική, αναγνωστική, αλλά και εμπορική, επιτυχία του Confiteor στη χώρα μας, κάθε νέο βιβλίο του Ζάουμε Καμπρέ αποτελεί σημαίνον εκδοτικό γεγονός, καταδικασμένο ωστόσο στη σύγκριση με το πρότερο έργο του, κυρίως με το Confiteor αλλά και τις Φωνές του ποταμού Παμάνο. Σύγκριση άδικη μα αναπόφευκτη. Παραδοχή: ξεκίνησα να διαβάζω το Μας καταβροχθίζει η φωτιά περισσότερο από περιέργεια παρά από
προσδοκία· περιέργεια να δω τον Καμπρέ να καταπιάνεται με το νουάρ. Οι όποιες προσδοκίες έμελλε να υψωθούν στην πορεία.
Ο Ισμαήλ γεννήθηκε την πιο κρύα μέρα του χρόνου. Ήταν Τετάρτη και ο λιγοστός κόσμος, που κυκλοφορούσε στις οκτώ η ώρα το πρωί, το μόνο που σκεφτόταν ήταν να μπει το γρηγορότερο δυνατόν κάπου ζεστά. Η πιο κρύα μέρα του χρόνου, ίσως και της δεκαετίας.
Έχασε τη μητέρα του μικρός και ο πατέρας του δεν έχανε ευκαιρία να τον κατηγορεί διαρκώς και για το οτιδήποτε. Εκείνος σύντομα κατέληξε σε μια ψυχιατρική κλινική και ο Ισμαήλ σε ένα διαμέρισμα ανηλίκων. Από τότε είχε να δει τη Λέο, τον παιδικό του έρωτα. Εν τω μεταξύ τα χρόνια πέρασαν, ο Ισμαήλ τελείωσε τη φιλολογία και ξεκίνησε να εργάζεται ως καθηγητής, μια ζωή μετρημένη, χωρίς εκπλήξεις, με τη λογοτεχνία να τον συντροφεύει και να του χαρίζει τα ύψη στα οποία η καθημερινότητα αποτυγχάνει με συνέπεια ξανά και ξανά. Όταν στάθηκε μπροστά της στο κατάστημα με τις κλωστές, δεν την αναγνώρισε. Δεν περίμενε τίποτα πια, δεν είχε λόγους να κοιτά με προσοχή, να γυρεύει θαύματα. Μη μου μιλάς στον πληθυντικό, θα του πει εκείνη, παίζαμε στο πλατύσκαλο, εσύ κι εγώ. Και να που το χαρτί της ζωής μοιάζει να γυρνά. Φευ.
Ο τίτλος του πλέον πρόσφατου μυθιστορήματος του Καταλανού συγγραφέα
είναι μέρος της παλίνδρομης λατινικής φράσης In girum imus nocte et
consumirum igni, Στριφογυρίζουμε μες στη νύχτα και μας καταβροχθίζει η φωτιά. Η φράση αυτή εν πολλοίς συμπυκνώνει την αίσθηση κατά την ανάγνωση, αφού η αφηγηματική φωνή, και η παρεπόμενη αυτής ατμόσφαιρα, φέρνει στο νου προφορική αφήγηση παραμυθιού γύρω από μεγάλη φωτιά που πυκνώνει το σκοτάδι τριγύρω. Αίσθηση που λειτουργεί καθηλωτικά, επιβάλλοντας μια αδιάκοπη, κατά το δυνατόν, ανάγνωση, ενεργοποιώντας παιδικές αναγνωστικές μνήμες. Σε τεχνικό επίπεδο, η σύμβαση αυτή επιτρέπει στις διάφορες παρεκβάσεις που φέρουν κάτι από μαγικό ρεαλισμό να λειτουργήσουν, αλλά και να δικαιολογηθεί η χρήση της ποιητικής και υπαινικτικής γλώσσας, αφηγηματικά συστατικά μη αναμενόμενα σε μια ιστορία με στοιχεία νουάρ, αλλά απαραίτητα σε ένα σκοτεινό παραμύθι. Η αποκάλυψη της ταυτότητας του παντογνώστη αφηγητή, στο τέλος της ιστορίας, επισφραγίζει τη σύμβαση.
Ο Καμπρέ πετυχαίνει μια όμορφη αντίστιξη ανάμεσα στην αφηγηματική φωνή και το περιεχόμενο, καθώς η ιστορία του Ισμαήλ ως αφήγηση μοιάζει αρχετυπική αλλά ως προς το περιεχόμενο σύγχρονη, και αυτή η αντίστιξη διαθέτει μια γοητεία, που αναδεικνύει τη συγγραφική μαστοριά, την ικανότητα να αφηγηθεί με τρόπο παλιακό μια ιστορία συγκαιρινή, την ιστορία του Ισμαήλ και της Λέο, που τόσο κοντά έφτασαν στην ευτυχία. Το Μας καταβροχθίζει η φωτιά είναι ένα ιδιότυπο νουάρ, με τον τρόπο που η Τοκάρτσουκ έφερε τα τελευταία χρόνια στο ευρωπαϊκό λογοτεχνικό προσκήνιο, με την επαναμάγευση του τριγύρω ζόφου, με την επιστροφή στις πηγές του μύθου, χωρίς ωστόσο καμία διάθεση αναχωρητισμού. Ο Καμπρέ μας υπενθυμίζει ότι σημασία σε μια ιστορία δεν έχει τόσο το τι αλλά το πώς.
Ένα πολυεπίπεδο, παρότι φαινομενικά απλό, μυθιστόρημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου