Πέμπτη 15 Μαΐου 2025

Φαινότυποι - Paulo Scott

Η Βραζιλία, αναλογικά με το μέγεθός της, ίσως να είναι η πλέον «αδικημένη» λογοτεχνικά χώρα στα διαβάσματά μου. Για να επιβεβαιώσω την υποψία μου αυτή, ανέτρεξα στο αρχείο του μπλογκ, επτά συγγραφείς όλοι και όλοι, μόνο μία γυναίκα, εννέα κείμενα συνολικά, κάθε άλλο παρά πλούσια συγκομιδή, δηλαδή, η διαίσθησή μου αποδείχτηκε σωστή. Αντίθετα με άλλες γωνιές του πλανήτη, στη λογοτεχνία των οποίων με φοβίζει και με κρατάει μακριά η εξωτικότητα, η Βραζιλία, πάντα λογοτεχνικά μιλώντας, μοιάζει να είναι «θύμα» της συγκυρίας, απλά έτυχε, σκέφτομαι, όσο κάτι μπορεί να τύχει. Όταν έπιασα στα χέρια μου το μυθιστόρημα του Πάουλο Σκοτ, Φαινότυποι, που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gutenberg σε μετάφραση Αθηνάς Ψυλλιά, δεν σκεφτόμουν καθόλου κάποιας μορφής επανόρθωση, η επιθυμία μου να διαβάσω άμεσα το βιβλίο αυτό είχε κυρίως να κάνει με τη μεταφραστική υπογραφή και το ένστικτο.

Τα τελευταία χρόνια, καλοδεχούμενα, η λογοτεχνική παραγωγή εμπλουτίζεται με ολοένα και περισσότερα δείγματα μεταποικιακής γραφής, τα θύματα παίρνουν, έστω και ετεροχρονισμένα, τον λόγο από τους λευκούς άντρες που διατηρούσαν για πολύ καιρό το μονοπώλιο, γράφοντας την ιστορία ως είθισται να κάνουν οι νικητές. Ένα από τα οφέλη της λογοτεχνίας είναι η επαφή με πράγματα προφανή που ωστόσο ποτέ δεν είχαν πάρει συγκεκριμένη μορφή στο μυαλό του αναγνώστη. Στην προκειμένη περίπτωση ο ρατσισμός με βάση το χρώμα του δέρματος στη Βραζιλία, προφανές αλλά δεν το είχα ποτέ κάνει λέξεις. Αντλώ συνοπτικά από το επίμετρο της μεταφράστριας: «Η κατασκευή ταυτότητας του μαύρου ατόμου στη Βραζιλία είναι μια κατασκευή της λευκοκρατίας, που θέλησε να πειθαρχήσει και να ιεραρχήσει τις μαύρες και τους μαύρους σύμφωνα με τη χρώση του δέρματός τους, δηλαδή σύμφωνα με τον ευκολότερο τρόπο να διακρίνει οπτικά τον άλλον, και να κατανοεί όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που μπορούν να τον συνδέσουν με την αφρικανικότητα» (Devulsky, 2021, σ. 26). Ρατσισμός γνωστός και ως κολορίσμο.

Ο Φεντερίκο και ο Λορένσο είναι αδέρφια, από τους ίδιους γονείς, ο Φεντερίκο περνά για λευκός, ο Λορένσο είναι μαύρος, ο πρώτος απολαμβάνει τα προνόμια, αλλά και την ενοχή αυτών, ο άλλος υπόκειται στην αγριότητα του ρατσισμού. Ο Φεντερίκο, σε πρώτο πρόσωπο, αφηγείται μια ιστορία σε τρία μέρη, που διαδέχονται το ένα το άλλο, ώσπου να έρθουν να συναντηθούν και να δώσουν το πλήρες ανάπτυγμα. Οι αναλήψεις από το κοντινό και μακρινό παρελθόν, η συμμετοχή του σε μια επιτροπή με θέμα τις ποσοστώσεις των φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και τα μπλεξίματα της ανιψιάς του η οποία συλλαμβάνεται σε μια διαμαρτυρία με όπλο στην κατοχή της. Ο Σκοτ με μια πρόζα σαγηνευτική, δείγμα λογοτεχνίας υψηλής στάθμης, οργανώνει μαεστρικά το ετερόκλητο αυτό υλικό, πετυχαίνοντας να απαλλαγεί από θεματική μονομέρεια και να αποδώσει με ρεαλιστικό τρόπο τη ζωή του Φεντερικό και της οικογένειάς του. Παρότι, θέλω να πω, το κυρίως θέμα μοιάζει να είναι η πολεμική που η ποσόστωση των φοιτητών εγείρει στη βραζιλιάνικη κοινή γνώμη, ο Σκοτ δεν εγκλωβίζεται σε αυτό, δεν επιθυμεί άλλωστε να καταθέσει με τρόπο δοκιμιακό την άποψή του, σκοπός του είναι η παραγωγή λογοτεχνίας, να γράψει ένα μυθιστόρημα, ένα πολύ καλό μυθιστόρημα για την ακρίβεια.

Δεν μπορώ να μιλήσω με βεβαιότητα για το μακρινό παρελθόν, θεωρώ ωστόσο πως η απόλυτη προσήλωση ενός ατόμου σε έναν σκοπό, χωρίς η λογοτεχνική αποτύπωση της προσήλωσης αυτής να διανθίζεται και με το υπόλοιπο εύρος της καθημερινότητάς του, πράγματα μικρά και ασήμαντα, όπως μια ερωτική απογοήτευση ή οι αναμνήσεις από τα παιδικά χρόνια ή, ακόμα ακόμα, η επιθυμία για μια μπύρα ένα ζεστό απόγευμα, αλλά και πράγματα πιο σημαντικά όπως τα μπλεξίματα της ανιψιάς του με τον νόμο ή η ενοχή που το τυχαίο προνόμιο γεννά, κάτι το χαλκευμένο και διόλου πειστικό θα είχε ως αποτέλεσμα, ιδιαίτερα στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση του Φεντερίκο. Όχι γιατί απαραίτητα η σύγχρονη ζωή δεν διέπεται από υψηλά ιδανικά, αλλά γιατί είναι πολύ πιο σύνθετη και διασπασμένη, και η λογοτεχνία, σκιαγραφώντας την οφείλει να αποδεχτεί το χαρακτηριστικό της αυτό, αν επιθυμεί να μπορεί να σταθεί αντιπροσωπευτική αυτής, να μην ξενίζει.

Ισχυρίζομαι συχνά πως στη λογοτεχνία το πώς έχει μεγαλύτερη σημασία από το τι, καθώς όλες οι ιστορίες μοιάζει να έχουν ειπωθεί, ωστόσο, βιβλία όπως αυτό, έρχονται να λειτουργήσουν ως εξαιρέσεις ενός κανόνα φαινομενικά παντοδύναμου μες την απλοϊκότητα της διατύπωσής του. Οι Φαινότυποι πέρα από την τεχνική τους αρτιότητα, ή ίσως και ως αποτέλεσμα αυτής, αφηγούνται μια τρομερά ενδιαφέρουσα ιστορία, απαλλαγμένη από την υπερβολή και την εξωτικότητα. Ο καλοδουλεμένος μακροπερίοδος λόγος, η απαλοιφή των περιττών σημείων στίξης, η ενσωμάτωση του πλάγιου λόγου στην πρόζα, το γαϊτανάκι αλληλοδιαδοχής των ιστοριών, τα δευτερεύοντα πρόσωπα της πλοκής που έχουν διαστάσεις, το ταπεινό με το υψηλό στη σκέψη, η ανθρωπινότητα, η αποφυγή διδακτισμού και κατήχησης, η μη διάκριση σε ζεύγη λευκού μαύρου, η έλλειψη εκβιασμού στο συναίσθημα, συναίσθημα που κατακλύζει το μυθιστόρημα από άκρη σε άκρη, όσα δεν λέγονται αλλά συμβαίνουν, είναι μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά εκείνα της γραφής του Σκοτ που καθιστούν το μυθιστόρημα αυτό σπουδαίο, πράγματι σπουδαίο χωρίς να το φωνάζουν, χωρίς να το απαιτούν, χωρίς να περιαυτολογούν, χωρίς να λένε διαρκώς και επισταμένως: δείτε με, δείτε με τι σπουδαία που γράφω.

Χαρακτήρισα παραπάνω την πρόζα του Σκοτ σαγηνευτική. Δεν είμαι σίγουρος αν αυτό είναι το κύριο γνώρισμά της ή αν αυτή η αίσθηση έχει να κάνει με την αβίαστη ροή της, σίγουρα δουλεμένης ξανά και ξανά, πρόταση την πρόταση, λέξη τη λέξη, μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, το ίδιο, πώς αλλιώς, ισχύει και για τη μετάφραση της Ψυλλιά, και ας πρόκειται για αίσθηση και όχι για κάτι που μπορώ τεχνικά να αποδείξω.

Οι Φαινότυποι, σήμερα έχουμε δεκαπέντε Μαΐου, είναι σίγουρα ένα από τα βιβλία της χρονιάς μου.

υγ. Για τα υπόλοιπα βιβλία προερχόμενα από τη Βραζιλία περισσότερα μπορείτε να βρείτε εδώ.

Μετάφραση Αθηνά Ψυλλιά
Εκδόσεις Gutenberg

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου