Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θέατρο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Θέατρο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

Μόνος - August Strindberg




Ύστερα από δεκάχρονη παραμονή στην επαρχία, ξαναβρίσκομαι στη γενέθλια πόλη μου και κάθομαι τώρα σ' ένα μεσημεριανό τραπέζι μαζί με τους παλιούς φίλους.
Με όποιες προσδοκίες ή σκέψεις και αν επιστρέψει κανείς, κάποτε, στην παλιά του ζωή, στη γενέθλια πόλη του για παράδειγμα, αναπόφευκτα, ακόμα και ενάντια στις προσδοκίες ή τις σκέψεις που προηγήθηκαν της επιστροφής αυτής, θα βρεθεί να αναζητά την επανασύνδεση με το νήμα εκείνο, η συνέχεια του οποίου διακόπηκε με την αναχώρησή του. Τότε, κατά πάσα πιθανότητα, θα διαπιστώσει, με κάποια θλίψη -ή ίσως ανακούφιση-, πως η τομή δεν γίνεται να αποκατασταθεί, πως ένα χάσμα υπάρχει να χωρίζει εκείνον από εκείνους τους παλιούς φίλους, πως οι ζωές -και πώς όχι;- εξελίχθηκαν διαφορετικά, οι υποσχέσεις και τα κοινά όνειρα ματαιώθηκαν. Δύο δρόμοι θα ανοίξουν τότε μπροστά σε εκείνον που επιστρέφει, από τη μία η απόπειρα για δημιουργία νέων συνεκτικών ιστών, από την άλλη η μοναξιά.

Ο συγγραφέας, επιτυχημένος πια, επιστρέφει εκεί που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Συναντά στο καφενείο τους παλιούς του φίλους και διαπιστώνει πως δεν υπάρχει πια εκείνο το παλιό συναίσθημα οικειότητας. Νοικιάζει δύο δωμάτια επιπλωμένα, και σιγά σιγά προσαρμόζεται σ' αυτό το νέο περιβάλλον. Συνεχίζει να δουλεύει, αναζητώντας την έμπνευση λίγο στο παρελθόν και λίγο στο παρόν, ο ρόλος του παρατηρητή τού ταιριάζει, περιφέρεται στην πόλη, επιλέγοντας δρόμους κεντρικούς ή ερημικούς, ανάλογα με τη διάθεση της στιγμή και την εποχή του χρόνου. Στοχάζεται πάνω στη νέα αυτή κατάσταση, επιχειρεί να ορίσει τον εαυτό του απέναντι στο θηρίο της μοναξιάς, θηρίο, που με την κατάλληλη εσωτερική δύναμη και αντιμετώπιση, δεν αποκλείεται να εξημερωθεί και να μετατραπεί σε συνοδοιπόρο ζωής. Συνειδητοποιεί πως η ύπαρξη εναλλακτικής, κυρίως λόγω της οικονομικής του δυνατότητας, τον ανακουφίζει, του προσφέρει την αίσθηση πως η παρούσα κατάσταση δεν αποτελεί μονόδρομο μα επιλογή. Δεν αναφέρεται  ευθέως στα θεατρικά έργα που γράφει εκείνη την περίοδο, αν και παραθέτει διάφορα σκηνικά που του προσφέρουν έμπνευση, όπως η παρατήρηση από το χωρίς κουρτίνα παράθυρο μιας συντροφιάς συγκεντρωμένης γύρω από ένα τραπέζι ή η διασταύρωση με εκείνους τους άλλους περιπατητές των δρόμων.

Πέραν της δεδομένης αφηγηματικής ικανότητας του Στρίντμπεργκ, εκείνο που κάνει το αυτοβιογραφικό αυτό κείμενο ξεχωριστό είναι η αλήθεια που περιέχει. Η μάχη ενάντια στη μοναξιά και τη θλίψη, η διαχείριση του νεκρού χρόνου, το αίσθημα ανακούφισης κατά τη βραδινή κατάκλιση, η ανάγκη για ανθρώπινη επαφή μέσα από το άγγιγμα με αγνώστους στο τραμ, η -υποχρέωση για- δημιουργία και τα αισθήματα απέναντι στους κοντινούς του ανθρώπους συνθέτουν το πορτρέτο ενός ανθρώπου αληθινού, με οξεία παρατήρηση του εαυτού, με διάθεση (αυτο)κριτικής και στοχασμού. Η αντιμετώπιση του παρελθόντος, το οποίο ο χρόνος έχει ντύσει με έναν μανδύα νοσταλγίας, το παρόν που δυσκολεύει και ανακουφίζει την ίδια στιγμή, το μέλλον που πλησιάζει με απειλές και υποσχέσεις.

Το Μόνος, πέρα από ένα σπουδαίο λογοτεχνικά κείμενο, είναι σημαντικό γιατί αποκαλύπτει τον τρόπο σκέψης και τις οπτικές γωνίες ενός σημαντικού θεατρικού συγγραφέα. Η συγκεκριμένη έκδοση βασίστηκε στη μετάφραση του Ε. Χρυσάφη, που κυκλοφόρησε στις αρχές του εικοστού αιώνα, διορθωμένη και επιμελημένη από τις εκδόσεις Σκαρίφημα.

(πρωτοδημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)


Μετάφραση Ε.Ι. Χρυσάφης
Εκδόσεις Σκαρίφημα

Τετάρτη 18 Νοεμβρίου 2015

Η Μαζώχτρα του Αργύρη Εφταλιώτη στο θέατρο Μικρό Γκλόρια




Μπορεί ένα διήγημα του 1900 να μετατραπεί σε θεατρική παράσταση, που να αφορά τον σημερινό θεατή; Αυτή ήταν η τελευταία μου σκέψη λίγο πριν μπω στην κατάμεστη αίθουσα του θεάτρου Μικρό Γκλόρια.

Είναι η ιστορία ενός χωριού της Κρήτης, ας το ονομάσουμε Παραμυθία, κατά τη διάρκεια της τουρκικής κατοχής, λίγα χρόνια μετά την αποτυχημένη επανάσταση, η οποία και καταπνίγηκε, αφήνοντας πίσω της ανοιχτές πληγές και καμένη γη. Σε εκείνο το μικρό χωριό έχει επέλθει μια κατάσταση φαινομενικής ισορροπίας· ο τουρκικός μαχαλάς στη μια άκρη και ο κρητικός στην άλλη, τα λιόδεντρα δίνουν πάλι καρπό, ο κατακτητής χαλαρώνει τα δεσμά, ώσπου μια ερωτική ιστορία έρχεται να ανατρέψει τα δεδομένα. Η Ασήμω, μια ορφανή μαζώχτρα που ζει με τη γιαγιά της, και ο Πανάγος, γόνος πλούσιας οικογένειας, μετά από χρόνια κρυφών ματιών και ανομολόγητων πόθων, θα βρεθούν μόνοι τους σε ένα ειδυλλιακό βουκολικό τοπίο, έξω από το χωριό, κάτω από τον ίσκιο ενός δέντρου, εκείνος θα της προσφέρει ένα γλυκό τσαμπί σταφύλι και θα της ζητήσει να τον παντρευτεί, εκείνη θα γυρίσει στο σπίτι, θα πει τα ευχάριστα νέα στη γριά και τη γειτονιά και θα αρχίσει να φρεσκάρει τα προικιά της. Όμως, μετά και από πίεση του οικογενειακού περιβάλλοντος, ο Πανάγος θα πάρει τον λόγο του πίσω. Τότε η Ασήμω θα αποφασίσει να τον εκδικηθεί.

Είναι η ιστορία για το πώς μια κοινωνία αντιδρά σπασμωδικά, χωρίς να σκεφτεί τις αιτίες και τους υπαίτιους, τυφλά και κατά πάντων, μέχρι τελικής πτώσης, πώς ένα μικρό χαλίκι μπορεί να διαρρήξει τον κοινωνικό ιστό. "Πού καιρός και πού κεφάλι να στοχαστούνε." Είναι αυτό ακριβώς το στοιχείο που κάνει την παράσταση -και το διήγημα βέβαια- επίκαιρο στη σημερινή -και όχι μόνο- εποχή, είναι αυτό που διακρίνει και αναδεικνύει ο Εφταλιώτης. Ο σκηνοθέτης, Κώστας Παπακωνσταντίνου, επιτυγχάνει να αναδείξει αυτό το στοιχείο δίχως να καταφύγει σε αχρείαστες και εξυπνακίστικες σύγχρονες αναφορές στην κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα, αποφεύγοντας να μετατρέψει σε επιθεώρηση την παράσταση, όπως δυστυχώς συμβαίνει συχνά σε αντίστοιχες περιπτώσεις, χωρίς να εκβιάζει το γέλιο ή τον παραβολικό χαρακτήρα της ιστορίας, διατηρώντας την ισορροπία ανάμεσα στο δράμα και την κωμωδία.

Με την αμέριστη υποστήριξη των τριών ηθοποιών, η θεατρική μεταφορά του διηγήματος γίνεται με έναν τρόπο φυσικό, με την εναλλαγή αφήγησης και διαλόγου να είναι επιτυχώς χωνεμένη, χωρίς να πετάει εκτός τον θεατή. Και η γλώσσα, πρωτοποριακή και ρηξικέλευθη για την εποχή της, δεν ξενίζει, αλλά υπηρετεί την παράσταση, αποτελώντας ταυτόχρονα και απόδειξη για τη δουλειά που έχει προηγηθεί στις πρόβες, στις οποίες οφείλεται και η χημεία μεταξύ των ηθοποιών επί σκηνής, με τον αυτοσχεδιασμό να μη λείπει. Οι ηθοποιοί εναλλάσσονται σε διάφορους δευτερεύοντες ρόλους, πέραν των βασικών, χωρίς να καταφεύγουν στην υπερβολή της καρικατούρας. Τέλος, η χρήση των μέσων είναι λειτουργική, το αφαιρετικό σκηνικό μεταμορφώνεται διαρκώς, η πρωτότυπη μουσική και τα φώτα συνεπικουρούν, ενώ και τα ευρήματα είναι έξυπνα και χρηστικά. Και η τελευταία σκηνή, ο κύκλος που κλείνει, προσδίδει άλλη μια διάσταση στην παράσταση, ανακόπτοντας την πορεία της σκέψης του θεατή προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση, βλέπετε, η διήγηση μιας ιστορίας, της όποιας ιστορίας, δεν παύει να είναι ακριβώς αυτό: μια διήγηση, και όχι η ακριβής ιστορία.

Ένα διήγημα, όπως αυτό του Εφταλιώτη, ως βάση για μια θεατρική παράσταση αποτελεί ευχή και κατάρα. Ευχή γιατί πρόκειται για ένα σπουδαίο κείμενο, όχι μόνο γλωσσικά, αλλά και τεχνικά. Και κατάρα για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Όμως, και εξαιτίας της σκληρής δουλειάς και του ταλέντου, της πίστης και της αγάπης των συντελεστών στην πρώτη ύλη, το αποτέλεσμα ικανοποιεί τον θεατή και απαντά στο βασικό -μου- ερώτημα: ναι, η θεατρική μεταφορά ενός διηγήματος του 1900 δύναται να αφορά τον σημερινό θεατή.


info: Μικρό Γκλόρια (Ιπποκράτους 7, Αθήνα), κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:15, τηλέφωνο κρατήσεων: 210 3600832.

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Ο πιο πρακτικός άνθρωπος στο δωμάτιο




                                                                                                                                  
Γράφει η anadysi

        


Κάποιος παρατήρησε πρόσφατα πως, ακόμα κι όταν βρίσκομαι με παρέα, ουσιαστικά νιώθω, συμπεριφέρομαι και ενεργώ σαν να είμαι μόνη μου. Σωστή παρατήρηση, ίσως όχι από ακριβή οπτική γωνία, ωστόσο σωστή. Το είχα σκεφτεί κι εγώ πριν λίγο καιρό, όταν συνειδητοποίησα πως, ενώ ποτέ δεν απολαμβάνω τον άρτο μόνη μου, στα θεάματα προτιμώ συστηματικά να μην έχω παρέα, κι όταν έχω, τείνω να την απομονώνω και να την αγνοώ.  Αυτή τη φορά όμως ήταν λίγο διαφορετικά. Γιατί μας κάλεσαν σε ρεβεγιόν. Και όταν μας καλούν σε ρεβεγιόν βάζουμε τα καλά μας, φτιάχνουμε τα μαλλιά μας, κομψευόμαστε, και αγωνιούμε όλη τη μέρα για το βράδυ. Ο θίασος μας κάλεσε. Οι ηθοποιοί, ο σκηνοθέτης, αυτοί που κάνανε την τεχνική υποστήριξη. Σε ρεβεγιόν πρωτοχρονιάτικο, με άξονα κεντρικό το φαγητό. Που μαγειρεύουμε και τρώμε. Ο ένας τον άλλο.

Ωστόσο, προκειμένου να λειτουργήσει ευεργετικά αυτό το ανθρωποφαγικό στοιχείο, χρειάζεται να ενεργοποιηθούν ορισμένοι μηχανισμοί. Και σε ποιον πέφτει ο κλήρος σε παρόμοιες περιπτώσεις, αν όχι στον πιο πρακτικό άνθρωπο στο δωμάτιο που είναι πάντα ο καλλιτέχνης; Σε κάθε δωμάτιο. Όχι γιατί θα δώσει τη λύση στο  εκάστοτε πρόβλημα, αλλά γιατί θα δώσει εκείνη την εξήγηση στα πράγματα που όλους θα τους βολεύει, αλλά κανέναν πραγματικά, έτσι που όλοι θα καθίσουν στις καρέκλες τους να φάνε, αλλά με μια υποψία καρφιού στο κάθε κάθισμα.  Αυτό που οι περισσότεροι ωστόσο αγνοούν είναι πως τα καρφιά αυτά συνιστούν κάτι σαν ανάποδο βουντού, που ο καλλιτέχνης τα έχει κάνει στο δικό του σώμα πρώτα, στο δικό του πνεύμα κύρια, πριν να έχουν οποιοδήποτε αντίκτυπο σε όλους μας. Επειδή στην τέχνη όλα επιτρέπονται, γιατί είναι χώρος ασφαλής για προσομοίωση, αλλά διεξάγεται σε χρόνο επικίνδυνο πολύ για αφομοίωση.



Η αφομοίωση γίνεται αντιληπτή στον εξωτερικό παρατηρητή απ’ το φαινόμενο της μπάμπουσκας, όπου αλληλοδιαδοχικά κατασπαράζονται οι άνθρωποι και μπαίνουν και ταχτοποιούνται άψογα ο ένας μες στον άλλο. Εντούτοις, χρόνια τώρα υποστηρίζω πως το  πιο ωραίο ποίημα στο Ελληνικά είναι η Οκτάνα: επειδή έχει αυτό το ρυθμό που σε κάνει να πιστεύεις ότι κάπου υπάρχει, έστω εντός δύο ανθρώπων ταυτόχρονα, ένας τόπος όπου όλα επιτρέπονται, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που επιτρέπονται στην τέχνη. Αυτό είναι και το θιμ του ρεβεγιόν, που είναι θεματικό και θεαματικό μαζί. Νιώθαμε σαν να μας κρατούσε ο σκηνοθέτης από δυο σκοινάκια και να κουνούσε την καρδιά μας όπως του άρεσε. Συνέβη δε και κάτι ακόμα πιο απίστευτο. Ενώ δεν έτυχε να  ακούσουμε ούτε ένα τραγούδι που δεν ξέραμε, όλα τους βρήκαν ένα καινούργιο νόημα στ’ αυτιά μας.

Ναι πέρασα τέλεια εκείνη τη μέρα. Αισθανόμουν αλλιώς, υγιής και καλώς. Έτσι κι αλλιώς
    Οκτάνα θα πη παντού και πάντα εν ηδονή ζωή.
    Οκτάνα θα πη δικαιοσύνη.
    Οκτάνα θα πη αγάπη.
    Οκτάνα θα πη παντού και πάντα καλωσύνη.

Και κάτι ακόμα σπουδαιότερο, για εσάς που δεν θα πάτε μόνοι σας: Οκτάνα θα πη στα Ελληνικά μετά από την παράσταση αυτή που εγγράφει ένα ακόμα στρώμα σημασίας στο Ποίημα μεταφράζοντας, Οκτάνα θα πη πως συγχωρείται το εγώ και το εμείς. Χωράνε δηλαδή μαζί στο ίδιο μέρος, χωρίς να καταπίνει το ένα το άλλο.


Σημ. No14Me: Όταν τελείωσε η παράσταση*, ρώτησα την anadysi πώς της φάνηκε. Τα μάτια της έλαμπαν καθώς μου έλεγε: μου άρεσε πολύ. Της ζήτησα να γράψει ένα κείμενο, καλά έκανα.

*Με αφορμή την Οκτάνα του Ανδρέα Εμπειρίκου, το Θέατρο του Πανικού και η Fabrica Athens  παρουσιάζουν στο Θέατρο Βυρσοδεψείο (Ορφέως 174, Βοτανικός) κάθε Κυριακή, από 14 Δεκεμβρίου 2014 έως και 1η Φεβρουαρίου 2015, στις 19:00, τη θεατρική παράσταση «Villa Utopia» σε σκηνοθεσία-εγκατάσταση του Λύσανδρου Σπετσιέρη και κείμενο της Βιβής Πινιώτη.

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

Το Ρωμαϊκό Λουτρό @ Θέατρο Σημείο





Ο ήρωας της ιστορίας μας για χρόνια λάμβανε την άδειά του καταμεσής του χειμώνα, μήνα Γενάρη συνήθως, τότε που οι θερμοκρασίες στη Βουλγαρία φλερτάρουν με επίπεδα ιδιαιτέρως χαμηλά και οι παραθαλάσσιες πόλεις απομένουν έρημες να ονειρεύονται το επόμενο καλοκαίρι. Εσωτερικώς σιχτίριζε, εξωτερικώς όμως  το αποδεχόταν με στωικότητα και συγκατάβαση, τι άλλο θα μπορούσε να κάνει άραγε; Καλοκαίρι 1974, επιτέλους και εξαιτίας μιας σειράς συμπτώσεων, όχι μόνο γραφειοκρατικών μα και ανθρώπινων, το θαύμα συντελείται, άδεια καλοκαιρινή! Φεύγοντας για τη θάλασσα, αφήνει τα κλειδιά του σπιτιού σε ένα ζευγάρι εργατών, επιθυμώντας να συνδυάσει την απουσία του με την επισκευή του πατώματος. 

Όμως τα πράγματα δε θα εξελιχθούν κατά τρόπο φυσιολογικό και αναμενόμενο. Γυρίζοντας, ύστερα από τρεις εβδομάδες, έκπληκτος θα αντικρίσει ένα ρωμαϊκό λουτρό εκεί που κάποτε βρισκόταν το σαλόνι του πατρικού του, βλέπετε, η συντήρηση του πατώματος έφερε στην επιφάνεια ένα εύρημα μοναδικής αξίας. Και ο εφιάλτης ξεκινά. Διατηρεί βεβαίως το δικαίωμα να παραμείνει στο σπίτι του, όμως πλέον οφείλει να το μοιράζεται με έναν καριερίστα αρχαιολόγο, τον διορισμένο από το κράτος ναυαγοσώστη, τον εκπρόσωπο της τοπικής σοσιαλιστικής οργάνωσης, τους διάφορους τυχοδιώκτες με τις δυτικές άκρες και τα δολάρια στην τσέπη. Ένα απλό, και με ελάχιστα έπιπλα, σαλόνι μετατρέπεται σε αρένα ετερόκλητων διεκδικήσεων και συμφερόντων.

Εκεί που το παράλογο συναντά τη ζωή ενός απλού ανθρώπου, το κωμικό και το τραγικό πλησιάζουν τόσο, που τις περισσότερες φορές με δυσκολία διακρίνονται. Είναι αυτή η αντίθεση ένα σημείο πρόσφορο, όχι μόνο για τη σκέψη και την έμπνευση του συγγραφέα, αλλά και για τον σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς, να εντοπίσουν τις ισορροπίες για να τις διαφυλάξουν ή να τις διαρρήξουν.

Ο χαρακτηρισμός κωμωδία, για μένα λειτουργεί μάλλον αποτρεπτικά, ιδιαίτερα εξαιτίας του φόβου περί καταφυγής στη βωμολοχία και (προσφάτως) τη δήθεν σατιρική διάθεση απέναντι στην οικονομική κρίση. Ευτυχώς, το Ρωμαϊκό Λουτρό, αποδείχτηκε μια παράσταση απαλλαγμένη από τις παραπάνω ιδιοπάθειες. Στιγμές έντονου γέλιου, όχι κοινές για όλους τους θεατές και μάλλον ερωτηματικό και για τους ίδιους τους συντελεστές, γέλιο όμως που στιγμή δεν έπαψε να λειτουργεί ως αντίστιξη του τραγικού και του παράλογου, της ολικής ανατροπής μιας ανθρώπινης ζωής.

Το σκηνικό, παντελώς άδειο στην αρχή, συναρμολογούμενο σταδιακώς, χρησιμοποιείται με τρόπο έξυπνο από τον σκηνοθέτη, ως μία μη λεκτική υπογράμμιση της περιπλοκής μιας παράλογης κατάστασης, της δημιουργίας διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στους ήρωες, την απώλεια του κοινού τόπου των ανθρώπινων διεκδικήσεων.   

Εντυπωσιάστηκα ανακαλύπτοντας πως το έργο του Στάνισλαβ Στρατίεβ πρωτοπαρουσιάστηκε το 1974 στο Κρατικό Σατιρικό Θέατρο της Σόφιας, όπου και παρέμεινε για δέκα έτη, αναρωτιέμαι πώς κατάφερε να διαφύγει από τις δαγκάνες των περιβόητων επιτροπών λογοκρισίας...
  
Μια παράσταση που απόλαυσα πραγματικά, διάλειμμα σε μια ακραία μέρα.



υ.γ Η επίγνωση των ορίων και των δυνατοτήτων είναι συχνά σωτήρια.


info: Το Ρωμαϊκό Λουτρό σε σκηνοθεσία Κώστα Παπακωνσταντίνου, στο Θέατρο Σημείο από 14/3 έως 13/4.

Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Hamlet Νεκροθάφτες @Beton7


 (Πήγαμε παρέα  με τη Χ. στην παράσταση, της ζήτησα να γράψει κάτι, δέχτηκε. Την ευχαριστώ)






 (γράφει η anadysi)



Ξέρεις πως έχω μια μανία με την αρχή των πραγμάτων τόσο μεγάλη που, όταν διηγούμαι μια ιστορία, αρχίζω σχεδόν πάντα από το τέλος:


Ρωτάει ο Άμλετ δηλαδή τον πρώτο νεκροθάφτη:
Μέσα σ’ αυτό τον τάφο ποιος πρόκειται να μπει;

Ξαναδιαβάζω την τραγωδία μετά από καιρό, μετά από την παράσταση ψάχνω να βρω τη σύνδεση: Υπήρξε μία σκηνή, συνθετική και απορρυθμιστική που εδώ θα παραθέσω αντί για όλες:

Πριν μπει λοιπόν ο Άμλετ στη σκηνή, τα δυο κοράκια συζητούν, με αφορμή το θάνατο, για την πολιτική∙ κι ο πρώτος νεκροθάφτης, καθισμένος ‘εν τόπω χλοερώ, εν τόπω αναψύξεως’, κάνει μια αναδρομή στις πιο τρανές και φοβερές επαναστάσεις, σαν να τανε το πρώτο ραντεβού με την κοπέλα του, το πρώτο τους φιλί, η πρώτη   εκδρομή, η πρώτη ερωτική συνομιλία και η πρώτη με το σώμα επαφή. Καθώς προχωράει αυτή τη διπλή εξιστόρηση, κυλιέται εκστασιασμένος στο γρασίδι, δίπλα σε τάφους ανοιχτούς∙  αχνίζει ακόμα αίμα , κι είναι το χώμα μούσκεμα απ’ τα  δάκρυα.

Σύνδεση καταρχήν εφηβική, και καταρχάς, σύνδεση τω παιδιών των λουλουδιών, και της δεκαετίας του εξήντα. Επαναστατική κραυγή και έρωτας. Έπειτα, στη δεκαετία του εβδομήντα, έρωτας και πολιτική. Σχεδόν μισός αιώνας έχει περάσει,  κι η σύνδεση δε λέει να ξεθωριάσει. Σ’ ένα πανί προβάλλονται πανσέδες και ανθρωπόμορφες σκιές . Θυμίζει η ατμόσφαιρα κάτι από Tim Burton, λουλούδια λειτουργούνε σαν νομίσματα κι ο έρωτας, η μόνη αυταπόδεικτη αξία. Ο θάνατος; Κατεξοχήν μονάδα μέτρησης του χρόνου ακριβείας.


 
THE DEATH CARD (FROM THE LOVER'S PATH TAROT)



Η σύνδεση ωστόσο καταξιώνεται αμέσως παρακάτω, και με την είσοδο του Άμλετ στη σκηνή. Γιατί καθώς επί σκηνής παίζεται γκολφ με τα κρανία των νεκρών, υπάρχει κι ένα λεκτικό πιγκ πογκ που από-συνδέει ό,τι μετράει στη ζωή κι ό,τι μετράει στο θάνατο: Το πένθος είναι τελικά ένα γερό μεθύσι που μ’ έφερε αντιμέτωπη με ένθεο  εκείνη τη στιγμή ηθοποιό, που καβαλούσε πόδια και καθίσματα και ώμους και με μια φράση κάρφωνε στα μάτια όλους τους κοινούς θνητούς - και για το λόγο τούτο εκλεκτούς-  (θεατές;): ‘ΜΗ ΜΕ ΞΕΧΑΣΕΙΣ’. Όποιος ποτέ δε γλέντησε, δε μέθυσε, δε γιόρτασε μετά από του δικού του ανθρώπου το θανατικό ταξίδι, σ’ αυτή τη φράση αναρίγησε από δέος. Οι υπόλοιποι κοιταχτήκαμε συνωμοτικά. Εγώ ζάρωσα δίπλα σου, να μη με αγγίξει ο Χάρος, κι εκείνος πιάστηκε γερά απ’ τον ώμο μου και διάλεξε μιαν άλλη: ΠΟΙΑ;


-Ο Άμλετ παίρνει τώρα απάντηση, σαφή-:
‘Κάποια που ήτανε γυναίκα, άρχοντά μου,
που όμως τώρα -την ψυχή της ν’ αναπαύσει-  είναι νεκρή’.


Ο χορός του τέλους γίνεται πίσω απ’ το πανί, και μπροστά κείται η μορφή της Οφηλίας σχηματισμένη από χώμα. Πεθαμένη ή –απλά- θνητή.

Η επανάσταση είναι τελικά ένα γερό μεθύσι, σαν τον έρωτα, λέω καθώς παρατηρώ και πάλι την ταμπέλα όπως φεύγουμε απ’ το θέατρο. Πάμε για το μετρό Κεραμεικού, και το μάτι μου πέφτει στην Οδό Περσεφόνης. Έξι μήνες πάνω στη γη, έξι μήνες κάτω, στον Άδη. Να μοιράσεις το χρόνο ακριβοδίκαια, αυτή είναι η επανάσταση. Γιατί όσο πιστεύεις ότι η ζωή κρατάει λίγο και ο θάνατος αιώνια, θα θέλεις να ερωτεύεσαι για πάντα και θα επιμένεις να μη σκοτωθείς ποτέ.



info:  Η Ομάδα Θέατρο του Πανικού (theatrotoupanikou.gr) παρουσιάζει την παράσταση Άμλετ-Νεκροθάφτες στο Θέατρο Beton7 (Πύδνας 7, Κεραμεικός) για ακόμα δύο παραστάσεις, Τετάρτη 24/4 στις 22:00 και Πέμπτη 25/4 στις 20:00.  









Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Ρίττερ, Ντένε, Φος @ Θέατρο Σφενδόνη

Είναι ιδιαίτερος ο κόσμος του Μπέρνχαρντ, είτε θα τον λατρέψεις είτε θα τον μισήσεις, μέση οδός δεν υπάρχει και είναι αυτό χαρακτηριστικό των μεγάλων και ο Μπέρνχαρντ είναι τέτοιος. Στο φουαγιέ πριν την έναρξη κοιτούσα τους υπόλοιπους θεατές, αναρωτιόμουν πόσοι απ' αυτούς άραγε είχαν πρότερη επαφή με τον Αυστριακό συγγραφέα. Έγραφα σε μια παλιότερη ανάρτηση σχετικά με το μυθιστόρημα Ο ανιψιός τουΒιτγκενστάιν : "Διστάζω να προτείνω σε κάποιον να διαβάσει Μπέρνχαρντ, όχι γιατί είναι δύσκολος, μακριά από μένα τέτοιοι χαρακτηρισμοί, αλλά γιατί είναι πολύ ιδιαίτερος."

Ύστερα από το τέλος της παράστασης δεν ήμουνα σε θέση να κάνω ρεπορτάζ δια των σχολίων των εξερχομένων από την αίθουσα, η παρουσία μου για σχεδόν τρεις ώρες στην έπαυλη των τριών αδελφών με είχε αποκάμει παρότι η παράσταση μου άρεσε. Περπάτησα ως το σπίτι, ο πονοκέφαλος οξύνθηκε, κοιμήθηκα νωρίς.
Διάβαζα νωρίτερα σχόλια θεατών σχετικά με την παράσταση, οι περισσότεροι δήλωναν γοητευμένοι από την παράσταση και τις ερμηνείες, κάποιοι λίγοι σχολίαζαν αρνητικά. Αναφερόντουσαν κυρίως στη διάρκεια της παράστασης και ειδικότερα του πρώτου μέρους, κάποιοι άλλοι τα έβαλαν με το κείμενο και τις πολλές του επαναλήψεις, ίδιον του Αυστριακού συγγραφέα.
Η αλήθεια είναι πως περίμενα μεγαλύτερη διάσταση απόψεων, ίσως όμως να ισχύει αυτό που μου είπε ο Γ. , ότι δηλαδή δύσκολα κάποιος γράφει ένα σχόλιο αρνητικό.

Η αναμέτρηση με το κείμενο του Μπερνχαρντ είναι μάχη άνιση γι' αυτόν που θέλει να μείνει εντός των αυστηρών ορίων που θέτει ο συγγραφέας και δεν επιλέγει την αυθαίρετη προσωπική διασκευή. Η μεγαλύτερη δυσκολία, πιστεύω, έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας αναμιγνύει την πρωτοπορία σε καταστάσεις κλασικές. Οι ήρωες και τα σκηνικά είναι συγγενικά με το παρελθόν, δομές κλασικές στη λογοτεχνία και στο θέατρο, οικογενειακό δράμα που θα μπορούσε να είναι Ίψεν ή Στρίντμπεργκ και να μπορεί θαυμάσια να αποδοθεί μέσα από κλασικές θεατρικές φόρμες. Όμως η γραφή του Μπέρνχαρντ με τις επαναλήψεις, τις εμμονές, το αναγκαίο πίσω βήμα μετατρέπει σε πρόκληση τη μεταφορά του στη σκηνή. Οι τρεις πρωταγωνιστές οι οποίοι υπογράφουν και τη σκηνοθεσία φαίνεται πως πήραν την απόφαση να προσεγγίσουν το κείμενο με βάση την κλασική τους παιδεία. Πιστεύω πως ήταν έξυπνη και λειτουργική αυτή η επιλογή αφού με αυτό τον τρόπο το κείμενο έμεινε ανενόχλητο να υπηρετεί τους σκοπούς του συγγραφέα.

Ο Λούντβιχ ετοιμάζεται να επιστρέψει σπίτι από το ψυχιατρείο, εκεί βρίσκονται οι δυο του αδερφές. Η επιστροφή του θα δημιουργήσει εντάσεις ανάμεσα στα τρία αδέρφια που παρά το πέρας τριάντα χρόνων από το χαμό των γονέων, απέχουν ακόμα από τον πλήρη απογαλακτισμό.

Στο πρώτο μέρος παρούσες είναι οι δυο αδερφές, η μία ετοιμάζει το τραπέζι ενώ η άλλη, αδιάφορη, καπνίζει. Ήδη από την πρώτη αυτή σκηνή ο θεατής αναγκάζεται να έρθει σε επαφή με τον κόσμο του Μπέρνχαρντ, οι εμμονές και οι επαναλήψεις στο λόγο (κατά την προετοιμασία του δείπνου), είναι αναφαίρετο μέρος του σύμπαντος του δημιουργού. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο δεν με ενόχλησε η χρονική της διάρκεια καθώς πιστεύω πως ήταν απαραίτητη ως εισαγωγή, ακόμα και του πιο αμύητου θεατή, στο κλίμα του έργου.

Το σκηνικό με τη σκηνή στη μέση και τις θέσεις των θεατών αριστερά και δεξιά λειτούργησε. Οι ιστοί που κύκλωναν το δωμάτιο στο οποίο λαμβάνει χώρα η δράση ενισχύουν το μοτίβο της οικογενειακής απομόνωσης ενώ η βαρυφορτωμένη σκηνή αποτυπώνει σε ικανοποιητικό βαθμό το εσωτερικό του σπιτιού στο οποίο επιλέγει ο συγγραφέας να τοποθετήσει τους ήρωές του. Οι φωτισμοί καλοδουλεμένοι.

Γενικά πρόκειται για μια παράσταση βασισμένη σε ένα κείμενο πρωτοπορίας δοσμένη με ένα κλασικό τρόπο κάτι το οποίο όπως προείπα λειτουργεί. Οι ερμηνείες υψηλού επιπέδου αν και έχω κάποιες ενστάσεις. Η μεγάλη διάρκεια δεν με ενόχλησε καθόλου.

Η επαφή, έστω και με μεσάζοντες, με το έργο του Μπέρνχαρντ ήταν ιδιαίτερη για μια ακόμη φορά. Στοιχεία κοινά στο έργο του επαναλαμβάνονται και σε αυτό. Τα οικογενειακά δεσμά, το μίσος για την Αυστρία, ο προβληματισμός για τις τέχνες, η γεωμετρία, η φιλοσοφία, τα πανεπιστήμια του εξωτερικού, η κατασκευή μιας οικίας όπως η νορβηγική καλύβα και κυρίως η έχθρα προς τη στασιμότητα " τριάντα χρόνια και τίποτα δεν έχει αλλάξει σε αυτό το σπίτι".

Θα είχα την περιέργεια να δω κάποια στιγμή μια πιο πειραματική προσέγγιση στο έργο του Αυστριακού συγγραφέα.

Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου 2012

Ο Ιβάν και τα σκυλιά @ Θέατρο Αμιράλ

«Και έτσι λοιπόν τα χρήματα τέλειωσαν και δεν υπήρχε τρόπος να αγοράσει κανείς φαγητό... Οι μανάδες και οι πατεράδες προσπάθησαν να βρουν πράγματα που μπορούσαν να ξεφορτωθούν, πράγματα που έτρωγαν, που έπιναν ή πράγματα που χρειάζονταν ζεστασιά... Πρώτα έφυγαν τα σκυλιά».



Ο μικρός Ιβάν το σκάει από το σπίτι του, περιπλανιέται μόνος στους δρόμους της Μόσχας με μόνη του συντροφιά μια αγέλη σκύλων. Αυτή είναι η υπόθεση στο μονόλογο της Χάτι Νέιλορ. Το κείμενο είναι παιδικό, τόσο στην απλότητα όσο και στις αντιδράσεις. Παιδικό και όχι παιδιάστικο. Τόσο ο Οικονόμου στη σκηνοθετική προσέγγιση όσο και ο Σερβετάλης στο ρόλο του Ιβάν σέβονται αυτό το χαρακτηριστικό και το αποτέλεσμα τους δικαιώνει. Αποφεύγουν να καταφύγουν στην εύκολη λύση του συναισθηματικού εκβιασμού, κάτι το οποίο (άδικα τελικά) φοβόμουν έχοντας διαβάσει την υπόθεση του έργου. Επενδύουν στην παιδική ματιά, απλή μα δεικτική, που αποτέλεσε την πρώτη ύλη στην έμπνευση της συγγραφέως. Ένα παιδί βιώνει, δεν αναλύει.

Ο Σερβετάλης είναι ένας από τους ηθοποιούς εκείνους που αν και αναμετρήθηκαν με το τηλεοπτικό θηρίο, κατόρθωσαν να βγουν νικητές. Μετά την επιτυχία του ως μοϊκανός - Λάζαρος, αποτραβήχτηκε για να επιστρέψει υπό άλλες συνθήκες, πιθανώς λιγότερο κερδοφόρες, αλλά τέτοιες οι οποίες του επιτρέπουν να δείξει το ιδιαίτερο ταλέντο του ως ηθοποιός τόσο στο θέατρο όσο και στον κινηματογράφο.

Το κρεβάτι με τα ροδάκια ως σκηνικό αποδείχτηκε εξόχως λειτουργικό. Αυτή θα έπρεπε να είναι άλλωστε η βασική ιδιότητα των σκηνικών σε κάθε παράσταση και όχι ο στείρος εντυπωσιασμός. Σκεφτόμουν γυρίζοντας στο σπίτι μετά την παράσταση πως τελικά η ανάγκη για εντυπωσιασμό γεννάται, τις περισσότερες φορές, από την αδυναμία του κειμένου ή από τη λάθος "ανάγνωση" αυτού.

υ.γ Ο Ιβάν μας μίλησε για τη ζωή του στους δρόμους της Μόσχας. Και όμως δε χρειάζεται να πάμε μέχρι εκεί για να δούμε τη δυστυχία των ανέστιων, που κάθε μέρα όλο και πληθαίνουν στους δρόμους, περισσότεροι πια και από τα αδέσποτα.

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

Ο θάνατος του Αντονέλο @ Θέατρο BETON7




Και αν είναι ο χώρος μικρός, στιγμή μη διστάσεις.


Σκέφτομαι πόσο σημαντικό βοήθημα θα πρέπει να είναι στα χέρια μιας ομάδας, που δε φείδεται κόπου, ένα τόσο υπέροχο κείμενο όπως αυτό που υπογράφει η Βιβή Πηνιώτη. Το κείμενο είναι αυτό που σαν εικόνα στερεοσκοπική αποτελεί τη μαγιά για το τελικό αποτέλεσμα. Γιατί ο θεατρικός συγγραφέας αφού βάλει την τελευταία τελεία, με λαχτάρα περιμένει την πρεμιέρα, να δει τους χαρακτήρες που τόσες μέρες στοίχειωσαν τη φαντασία του, να παίρνουν πνοή. Καλά είναι και τα βραβεία, βοηθούν, αλλά πως να συγκριθούν με τη συγκίνηση της παράστασης;

Το Δεκέμβρη του 2010 το Θέατρο του Πανικού ανέβασε το Φάντο και Λις του Φερνάντο Αρραμπάλ. Το αποτέλεσμα υπέροχο. Μου έκανε εντύπωση η ιδιαίτερη σφραγίδα της ομάδας, το ολικό αποτέλεσμα, ο συνδυασμός των τεχνών, η μουσική, η ζωγραφική, το βίντεο, η φωτογραφία. Δουλειά προσεγμένη από την είσοδο στο φουαγιέ. Περίμενα με αγωνία την επόμενη δουλειά τους, ήθελα να δω αν επρόκειτο για πυροτέχνημα, φοβόμουν μήπως τα "είπαν" όλα με την πρώτη παράσταση, φαινόμενο αρκετά συχνό τόσο στο θέατρο όπως και στον κινηματογράφο και τη λογοτεχνία. Άξιζε η αναμονή. Είναι σημαντικό στοιχείο ο προσωπικός χαρακτήρας, αρκεί να μην σε εγκλωβίσει, αλλά, όπως συμβαίνει με την ομάδα Θέατρο του Πανικού, να αποτελέσει το έναυσμα για να κάνεις το επόμενο, σταθερό βήμα.

" Σκοπός μας δεν είναι ούτε η κουβέντα, ούτε η βόλτα, ούτε η παρέα. Βρισκόμαστε εδώ για να υπηρετούμε το δημιουργό και το έργο του, ετούτο τον εξαίσιο πίνακα, το μοναδικό έργο τέχνης, ετούτο το αριστούργημα. Πάψε πια να σκέφτεσαι και απόλαυσε ετούτο το προνόμιο! Εκπληρώνουμε στο απόλυτο το σκοπό της ύπαρξης μας. Χωρίς να χρειάζεται να κάνουμε τίποτα! Οποία ευδαιμονία! Όλα έχουν ήδη γίνει από εκείνον. Και πόσο περίτεχνα! Μη βασανίζεις το μυαλό σου με ανόητα ερωτήματα. Μην επιθυμείς πράγματα που μόνο να σου στερήσουν μπορούν αυτά που ήδη σου έχουν χαριστεί γενναιόδωρα από εκείνον. αιωνιότητα...σταθερότητα...τάξη...τελειότητα..."







Δημιουργός και δημιούργημα. Ο Αντονέλο και η Σεσίλια είναι δυο μορφές ενός πίνακα. Πέντε αιώνες τους λούζει το φως. Πέντε αιώνες εκείνη του προσφέρει το ίδιο τσαμπί σταφύλια και εκείνος δεν της χαρίζει ούτε ένα βλέμμα. Πέντε αιώνες μετά εκείνη λαχταρά όσο ποτέ να ζήσει, να τρέξει στο βάθος του κάδρου, στα απέραντα λειβάδια, να δει τη θάλασσα. Δύο κόσμοι, ο πάνω ευθύς και απόλυτος, ο κάτω καμπύλος. Το παραδείσιο φίδι έρπει αργά αλλά σταθερά.

Η είσοδος των ηθοποιών μέσα από το κοινό με κατεύθυνση την κρυφή από την αυλαία σκηνή, ο αυτοσχεδιασμός στο κάτω επίπεδο, τα πρώτα λόγια και το λάιτ μοτίφ, δίνουν το χρόνο στο θεατή να χαλαρώσει και να αποσυνδεθεί, να παραδοθεί σε ένα θέαμα όπως το οραματίστηκαν η συγγραφέας και οι λοιποί συντελεστές. Η σκηνοθεσία, οι ερμηνείες, ο φωτισμός, τα σκηνικά και η μουσική, υπηρετούν το σύνολο σιωπηλά δίχως να φωνάζουν και να επιδιώκουν την επίδειξη, αρμονική ισορροπία. Αποτέλεσμα που σε κάνει να φεύγεις πλήρης περπατώντας προς το πολύβουο Γκάζι σκεφτόμενος αν νιώθεις άνετα στο ρόλο του δημιουργήματος που υπηρετεί τυφλά το έργο του δημιουργού.

Η κρίση θα βοηθήσει να τονιστεί η ποιότητα, γιατί το σημαντικό δεν είναι ο αριθμός των θεατρικών σκηνών που αριθμεί η πρωτεύουσα αλλά το επίπεδο του αποτελέσματος. Άλλωστε οι θεατρικοί συντελεστές πάντα ζούσαν την κρίση, το μεράκι ήταν πάντα η κινητήριος δύναμη. Και για μια ομάδα, που όπως δηλώνεται στο μανιφέστο της, θέλει να λειτουργεί ως συλλογικότητα είναι σημαντικό να ακροάζεται την εποχή και να ορίζει το εισιτήριο σε τιμές χαμηλές παρά τη μικρή χωρητικότητα του χώρου.

Από τις 8 μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου στον ίδιο χώρο θα φιλοξενηθεί και έκθεση σπουδαστών της σχολής καλών τεχνών με τίτλο Ο θάνατος του δημιουργού.

Εδώ το λινκ για τη σελίδα της ομάδος, εδώ για το ιστολόγιο και εδώ το τρέιλερ της παράστασης.

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2011

Η Λήθη @ Θέατρο Πορεία

Εν αρχή ην ο λόγος, εν συνεχεία η ευθύνη του σκηνοθέτη και εν κατακλείδι η ερμηνεία.

Η Λήθη, θεατρικός μονόλογος του Δημήτρη Δημητριάδη, είναι ένα κείμενο συγκλονιστικό. Μια υπαρξιακή κραυγή. Διακατέχεται ταυτόχρονα από μια αγωνία μα και από μια σιγουριά.

" Εγώ δεν θυμάμαι, αλλά θυμάται το σώμα μου, δεν ξέρω εγώ, το σώμα μου ξέρει, γιατί το σώμα μου είναι."

Δεν έχω τις απαραίτητες λέξεις για να συνεχίσω την αναφορά μου στο κείμενο, θα μπορούσα να παραθέσω και άλλα αποσπάσματα, αλλά δεν θα μπορούσα ποτέ να μεταφέρω την αίσθηση, να κοινωνίσω την δυναμική.

Σκεφτόμουν αργά χτες το βράδυ, κάποιες ώρες μετά το τέλος της παράστασης, το πόσο τυχερός θα πρέπει να αισθάνεται ο Δημήτρης Τάρλοου που είχε την ευκαιρία να σκηνοθετήσει αυτόν τον μονόλογο, αλλά και το βάρος της ευθύνης που θα ένιωσε.
Το αποτέλεσμα τον δικαιώνει, καθώς υποστήριξε και ανέδειξε περεταίρω το κείμενο.
Ξεχωριστή μνεία στην σκηνοθετική προσέγγιση του τέλους της παράστασης, απλώς ευφυέστατη.

Φαντάζομαι ότι στον σκηνοθέτη χρεώνεται και η επιλογή του Δημοσθένη Παπαδόπουλου, ο οποίος ανταποκρίθηκε στην πρόκληση καταθέτοντας, όχι μόνο την ευδιάκριτη τεχνική αλλά και την απαραίτητη ψυχή που του απαίτησε το ίδιο το κείμενο. Νομίζω πως η λέξη εξαιρετικός χαρακτηρίζει την ερμηνεία του χωρίς όμως να αποτελεί και όριο.

Είναι από τις σπάνιες περιπτώσεις στις οποίες το κείμενο, η σκηνοθεσία και η ερμηνεία, συνυπάρχουν αρμονικά, δίνοντας ένα αποτέλεσμα άρτιο και ψυχαγωγικό. Είναι όμορφο το συναίσθημα που σε συντροφεύει μετά από μια τέτοια εμπειρία. Σας ευχαριστώ.



Σκηνικό - Κουστούμι: Ελένη Μανωλοπούλου
Φωτισμοί: Felice Ross
Μουσική - Σύνθεση ήχων : Blaine Reininger
Βοηθός σκηνοθέτη : Στέλλα Γιοβάνη

Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

Ψυχώ/σεις @ Beton7

Είναι σημαντικό ο χώρος που φιλοξενεί μια παράσταση να είναι ζεστός και όμορφος. Το Beton7, ένας σχετικά νέος πολυχώρος στην περιοχή του Βοτανικού, στεγασμένος σε ένα πρώην τυπογραφείο, είναι ένας τέτοιος χώρος κατά την άποψή μου.
Η παράσταση Ψυχώσεις είναι εικαστικά άρτια. Το σκηνικό, τα κουστούμια, τα φώτα, οι ήχοι και η μουσική συνθέτουν το σώμα, την βάση πάνω στην οποία εκτυλίσσεται η παράσταση. Βασισμένες στο κλασικό μυθιστόρημα του Ρ.Μπλοχ Ψυχώ, γνωστότερο μέσα από την κινηματογραφική του μεταφορά από τον μεγάλο Άλφρεντ Χίτσκοκ, οι Ψυχώσεις είναι μια παράσταση άξια αναφοράς. Ειδικά αν δεν έχεις δει την ταινία.
Και ενώ το σώμα ήταν παρόν, η ψυχή κρυβόταν θαρρείς, σαν να φοβόταν να επιβάλει τον χώρο της ή σαν να μην μπορούσε. Με εξαίρεση την Β.Λάρδη, της οποίας ο διπλός ρόλος είχε κάποιο ενδιαφέρον, στους υπόλοιπους ρόλους απουσίαζε η εσωτερικότητα. Δεν ξέρω αν πρόκειται για σκηνοθετική επιλογή ή όχι.
Περίμενα να δω μια παράσταση εμπνευσμένη από το Ψυχώ και όχι βασισμένη, αυτό τουλάχιστον είχα καταλάβει από ότι σχετικό με την παράσταση είχα διαβάσει, αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι ο τρόπος προώθησης θα έχει να κάνει και με πιθανά ζητήματα πνευματικών δικαιωμάτων.
Η παράσταση, κλείνοντας, μου άφησε περισσότερο την αίσθηση μιας performance παρά μιας θεατρικής παράστασης, μια αίσθηση πλαισιομένη από εικόνες δυνατές. Μου άφησε όμως και ένα παράπονο σχετικά με τις δυνατότητες που απέμειναν κρυμμένες.

Σκηνοθεσία: Γρ. Χατζάκης, κείμενο: Αντώνης Πέρης, σκηνικά - κοστούμια: Δ.Χατζάκη , μουσική: Χρ.Θεοδώρου.
Ηθοποιοί: Χ.Ασημακόπουλος, Β.Λάρδη, Αντ.Κρόμπας, Β. Αλεξανδρής, Γ. Κουμούνδρος, Κ. Χαρατσάρη, Σ. Ρουπάκα

Σάββατο 22 Ιανουαρίου 2011

Λα Πουπέ @ Θέατρο Σφενδόνη

Πρώτη φορά σε μονόλογο και νιώθω τυχερός, βέβαια δεν πήγα εντελώς στα τυφλά, είχα πυξίδα την υπoγραφή του αγαπημένου συγγραφέα Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη ( την ανάρτηση για τα βιβλία του, Φιλοξενούμενος και Τέσσερις τοίχοι, μπορείτε να την βρείτε εδώ ).

Το θέατρο Σφενδόνη είναι πολύ όμορφο , η επιλογή δε να τοποθετηθούν αντικριστά οι κερκίδες, για την συγκεκριμένη τουλάχιστον παράσταση, ήταν πολύ επιτυχημένη, έθετε κατά κάποιον τρόπον το κοινό απέναντι στο κοινό.
Ο χώρος ανάμεσα στις δύο κερκίδες ανήκε ολοκληρωτικά στην κυρία Κοκκίνου, η οποία στον ρόλο της μοδίστρας με καθήλωσε με την ερμηνεία της. Δική της επίσης και η σκηνοθεσία. Μου άρεσε αυτό το διπλό "παιχνίδι", από την μία ο λόγος και από την άλλη ένας διαρκής αυτοσχεδιασμός με τα χαρτόκουτα διαφόρων μεγεθών, τα οποία ,υπακούοντας σε ένα αυστηρότατο πλάνο, μετακινούσε κατά την διάρκεια της παράστασης για να τα φέρει εκεί που σκόπευε με το τέλος της. Πολύ λειτουργικό, όχι ακριβό και έξυπνα στημένο το σκηνικό, το οποίο και επιμελήθηκε η Ν. Αλεξίου.Υπέροχο το κουστούμι της Χρ. Μαθέα. Το κείμενο ήταν πολύ δυνατό, ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης είναι τουλάχιστον ταλαντούχος. Τον διακρίνει μια οξυδέρκεια στην γραφή. Όπως και τα βιβλία του έτσι και το θεατρικό του κείμενο ήταν ταυτόχρονα προσωπικό και κοινό.

Πώς μπορεί κάποιος να σκηνοθετήσει τον εαυτό του σε έναν μονόλογο άραγε; Πώς γίνεται να έχει άποψη για το αποτέλεσμα; Ρητορικά και τα δύο ερωτήματα, φανερώνουν μάλλον προσωπική άγνοια και μικρή θεατρική τριβή. Η Αν.Κοκκίνου μου απέδειξε ότι γίνεται, τώρα το πώς είναι ένα άλλο ζήτημα.

Ένα με ενόχλησε, μάλλον επειδή δεν μπόρεσα να καταλάβω την χρησιμότητά του.. Τα τραγούδια. Τέσσερα στον αριθμό, το μόνο που κατάφεραν ήταν να με αποσπούν και να με προσγειώνουν απότομα. Δεν ξέρω αν ήταν μέρος του κειμένου ή σκηνοθετική επιλογή αλλά προσωπικά δεν μου άρεσε και θα είχα την περιέργεια να ακούσω τον αντίλογο.

Μια πολύ καλή παράσταση, one woman show. Το γεγονός ότι συνεχίζει για τρίτη χρονιά, στην προκειμένη περίπτωση, είναι μια απόδειξη.

Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου 2010

Εξόριστοι - Τζέημς Τζόυς @ Από μηχανής θέατρο

-Μπορεί μια παράσταση 195 λεπτών να σου κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον και να μην σε κουράσει;
-Ναι.

Το μοναδικό θεατρικό έργο του ιρλανδού Τζέημς Τζόυς, σκηνοθετημένο από την Ρούλα Πατεράκη στο πολύ όμορφο θέατρο Από μηχανής. Οι ερμηνείες είναι κάτι παραπάνω, από το προσφιλές σε αυτές τις περιπτώσεις, επίθετο εξαιρετικές. Τα σκηνικά ήταν πολύ λειτουργικά (γιατί το όμορφα σαν επίθετο μου φαίνεται λίγο όταν αναφέρεσαι σε σκηνικά).


Γενικά ήταν μια παράσταση που απόλαυσα και την προτείνω. Η μεγάλη της διάρκεια δεν με ενόχλησε καθόλου και δεν νομίζω ότι θα έπρεπε να αποτελέσει ανασταλτικό παράγοντα για κάποιον που θέλει να δει το έργο του μεγάλου αυτόυ ιρλανδού λογοτέχνη στην Αθήνα.

Κάθε Πέμπτη είσοδος 2 ατόμων με ένα εισιτήριο

υγ Παίρνοντας τον δρόμο για μια θεατρική σκηνή μην ελπίζεις μόνο σε έναν εξαιρετικό θίασο, να ελπίζεις και σε ένα κοινό άξιο του έργου, σε ένα κοινό χώρις πρωταγωνιστικές τάσεις. Εγώ δεν είχα την τύχη με το μέρος μου, ήταν κάτι παραπάνω από ενοχλητικές οι συμπαθητικότατες κατά τα άλλα ηλικιωμένες κυρίες της πρώτης σειράς...

Τρίτη 23 Νοεμβρίου 2010

Cinemascope - Blitz @ BIOS

Ανάμεσα στο θέατρο και στο σινεμά, ανάμεσα στον πρωταγωνιστή, στον θεατή, στον κατά λάθος κομπάρσο και σε σένα, ανάμεσα σε ιστορίες καθημερινές κάπου στον βορρά, λίγο πριν από το τέλος του κόσμου, κάπου εκεί βρίσκεται η performance Cinemascope.

Η ιδέα είναι απίστευτη και η μεταφορά της στην πράξη εντυπωσιακή, θα δείτε τα πιο εντυπωσιακά σκηνικά που φανταστήκατε (αν συνηθίζετε να φαντάζεστε τέτοιου είδους πράγματα) ποτέ για θεατρική παράσταση, μια διαρκής αίσθηση κινηματογραφικού γυρίσματος. Αρκετά όμως φανέρωσα, να πάτε ,σας συμβουλεύω, στο Bios μέχρι τις 5 δεκεμβρίου.

Είναι η πρώτη μου επαφή με την ομάδα Blitz και ήδη δηλώνω φανατικός , το Bios είναι μακράν το πιο industrial σκηνικό μιας πρώην βιομηχανικής περιοχής και το λινκ είναι αυτό Cinemascope .

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

Ο Γλάρος ( pequod) Αντον Τσέχοφ @ KNOT Gallery

Οι θεατρικές μου παραστάσεις είναι ελάχιστες, το παραδέχομαι, όμως κανείς δεν μπορεί να μου στερήσει το δικαίωμα να εκφράσω τον θαυμασμό μου για αυτήν την παράσταση.

Με τους θεατές τοποθετημένους περιμετρικά του χώρου δράσης, με ελάχιστα σκηνικά( για να μην πω καθόλου), με κάποιες υπέροχες ερμηνείες και με μια σκηνοθετική ματιά που προσέδωσε λειτουργικότητα και αέρα στο έργο, η ομάδα pequod παρουσίασε ένα τόσο κλασικό έργο με ένα τόσο όμορφο τρόπο.

Από πέρυσι τον χειμώνα, από στόμα σε στόμα έφτασε φέτος και στο δικό μου αυτί και παραλίγο να μην μπορέσω να τους δω αλλά ας όψεται η χαριστική μεταμεσονύκτια παράσταση στην οποία είχα πραγματικά την τιμή να βρεθώ, δυστυχώς από ότι έμαθα δεν προβλέπεται παράταση οπότε όση δεν πάτε σήμερα Τρίτη θα χάσετε.

Ειδική αναφορά στην ερμηνεία του Μιχάλη Μαθιουδάκη η οποία ήταν συγκλονιστική.

Πολύ ενδιαφέροντα πράγματα συμβαίνουν στην ΚΝΟΤ gallery, ρίχτε μια ματιά στο blog τους knotarts.blogspot.com