Μία στο τόσο επισκέπτομαι κάποιο βιβλιοπωλείο δίχως συγκεκριμένο στόχο, έτσι, για τη βόλτα. Τότε, και καθώς χαζεύω ανάμεσα στα ράφια, επανέρχονται αναγνωστικές επιθυμίες του παρελθόντος, που ονόματα συγγραφέων και τίτλοι βιβλίων τις ενεργοποιούν. Έτσι συνέβη και εκείνη τη μέρα, λίγο πριν σε συναντήσω για δεύτερη φορά, χάζευα ήδη από ώρα, όταν έπεσα πάνω στον Μούλις· δεν έχω διαβάσει κάτι δικό του, σκέφτηκα, και άρχισα να κατεβάζω από το ράφι ένα ένα τα βιβλία, πρώτα τα πολυπαινεμένα του, ακολούθως όλα -πώς αλλιώς-, διάβαζα την πρώτη πρόταση -και όχι το οπισθόφυλλο-, έκλεινα το βιβλίο και άνοιγα το επόμενο, ώσπου διάβασα το ακόλουθο:
Ας φανταστούμε όσα θα ακολουθήσουν.Ας φανταστούμε όσα θα ακολουθήσουν, λοιπόν, έτσι και αλλιώς μάλλον θα είναι καλύτερα απ' όσα τελικά η ζωή θα φέρει, οπότε τι έχουμε να χάσουμε, εκτός από τις προσδοκίες βέβαια, με τις οποίες, όπως συμφωνήσαμε, άλλωστε, έχουμε μάθει πια να ζούμε, να τις θεωρούμε μέρος της εμπειρίας αυτής· ας κάτσουμε, λοιπόν, για λίγο και ας φανταστούμε, έτσι, με κλειστά τα μάτια και ανοιχτοί σε υποθέσεις· ας συμφωνήσουμε πως είμαι άντρας, που είμαι, και ότι είμαι Ολλανδός, που δεν είμαι, ας υποθέσουμε πως είμαι διακοπές στην Κρήτη, που θα ήθελα να είμαι, και πως είναι ένα από τα τελευταία καλοκαίρια του εικοστού αιώνα. Έστω. Αυτό το κάτι σαν μυθιστόρημα, που διαδραματίζεται σε έναν μη τόπο, τον εγκέφαλο του συγγραφέα, και ας ονομάζεται η Κρήτη, και ας περιγράφονται οι παραλίες και τα χωριά της, οι διαδρομές με το αυτοκίνητο πραγματοποιούνται ανάμεσα σε νευρώνες, ένα κατασκεύασμα τεχνικό, τόσο αεροστεγές και τέλειο, στο οποίο η ελάχιστη ψυχή, που του εμφυσά ο Μούλις, διατηρείται αναλλοίωτη. Η πρόσκληση στο εργαστήρι του συγγραφέα, παρουσία εκείνου, με τον αναγνώστη να λαμβάνει μέρος στη δημιουργική διαδικασία, και ας είναι μόνο ψευδαίσθηση πως θα μπορούσε να έχει λόγο στην τελική απόφαση. Μια εμπειρία αναγνωστικής πρόκλησης, λόγω της αυστηρής τεχνικής και της ελάχιστης ψυχής, ένα σχέδιο με δεκάδες σημάδια από γομολάστιχα και γραμμές περασμένες δεύτερη και τρίτη φορά, και, βεβαίως, γεμάτο από εγκαταλελειμμένες ιδέες, όπως κάθε μεγαλόπνοο σχέδιο. Αναγνωστική πρόκληση όχι εξαιτίας κάποιας δυσκολίας ή απαίτησης, αλλά εξαιτίας της εμπλοκής του αναγνώστη που επιτυγχάνει να επιφέρει ο συγγραφέας, και όχι εξαιτίας του γεγονότος της εμπλοκής, αλλά, ναι αυτό είναι, του τρόπου με τον οποίο τα καταφέρνει, να σε εμπλέξει συναισθηματικά, ενώ σου απευθύνεται τόσο ψυχρά, τόσο εγκεφαλικά, τόσο μηχανικά, μοιάζοντας ναι, περισσότερο με ηλεκτρονικό υπολογιστή παρά με ανθρώπινο -ατελές- ον.
Λοιπόν: δούλεψες σκληρά όλο το χρόνο, και τώρα είσαι διακοπές στην Κρήτη. Οι πιθανότητες να βρίσκεσαι πράγματι εκεί, είναι ελάχιστες· όπως, άλλωστε, και οι πιθανότητες να είσαι από την Κρήτη. Το πιο πιθανό είναι να κάθεσαι τώρα στο σπιτάκι σου, κάπου στον Βορρά, και να διαβάζεις κάτω απ' το φως της λάμπας. Ας φανταστούμε, όμως, πως περνάς τις καλοκαιρινές σου διακοπές στην Κρήτη και πως είσαι άντρας· όχι γυναίκα - εντάξει. Θα μπορούσαμε, βέβαια, (τίποτα δεν μας εμποδίζει), να το συμφωνήσουμε πως είσαι γυναίκα -είτε είσαι στ' αλήθεια είτε όχι· μια γυναίκα, ας πούμε, που περνάει τις διακοπές της στη Λέσβο. Όμως, όχι· δεν είναι αυτή η επιλογή μας. Το γεγονός ότι εγώ προσωπικά δεν είμαι γυναίκα, μπορεί και να παίζει κάποιο ρόλο. Ο κόσμος, πάντως, είναι χωρισμένος στα δύο -αυτή είναι η αλήθεια· αυτή, εξ άλλου, είναι και η γοητεία του. Είσαι, λοιπόν, άντρας: ένας Ολλανδός, που περνάει τις καλοκαιρινές του διακοπές στην Κρήτη, κι αυτό το καλοκαίρι είναι ένα από τα τελευταία του εικοστού αιώνα. Τελεία και παύλα.
Και το ερώτημα είναι: αντέχεις να είσαι ο πρωταγωνιστής μιας ιστορίας φανταστικής;
Μετάφραση Μαρία Αγγελίδου
Εκδόσεις Καστανιώτη