Μια ματιά στο βιογραφικό και την εργογραφία του Πέδρο Αντόνιο δε Αλαρκόν προσφέρει δύο ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. Πρώτη έρχεται η ακραία μεταστροφή των πεποιθήσεων του κατά τη διάρκεια της ζωής του. Ο Αλαρκόν, γεννημένος το 1833 στο χωριό Γουάδιξ της Γρανάδας, σε νεαρή ηλικία θα παρατήσει τις νομικές και ιερατικές σπουδές, και θα στραφεί στη δημοσιογραφία, ιδρύοντας και διευθύνοντας εφημερίδες αντιμοναρχικού και ριζοσπαστικού, εν γένει, προσανατολισμού. Σύντομα όμως πραγματοποίησε μια πλήρη ιδεολογική μεταστροφή περνώντας στην απέναντι ιδεολογική πλευρά, αποκηρύσσοντας τις πρότερες ιδέες του. Αργότερα θα εκλεγεί βουλευτής, ενώ το 1877 θα ανακηρυχθεί μέλος της Ισπανικής Βασιλικής Ακαδημίας. Η δεύτερη παρατήρηση έχει να κάνει με την πρόσληψη του έργου του. Ο Αλαρκόν, συγγραφέας πολυγραφότατος και πολυσχιδής, γνώρισε εν ζωή την αναγνώριση για τα μυθιστορήματα και τα ταξιδιωτικά του σημειώματα, τα οποία σήμερα θεωρούνται παρωχημένα, αντίθετα με τα διηγήματα και τις νουβέλες του, που παρότι αρχικά θεωρήθηκαν ήσσονος αξίας, σήμερα διαβάζονται και μελετώνται ευρέως, γεγονός στο οποίο οφείλεται η ένταξή του στον ισπανικό λογοτεχνικό κανόνα.
Πριν λίγα χρόνια διάβασα και απόλαυσα Το καρφί (μτφρ. Κρίτων Ηλιόπουλος, Εκδόσεις των συναδέλφων), το οποίο θεωρείται το πρώτο ισπανόφωνο αστυνομικό αφήγημα, και η παρούσα κυκλοφορία των τεσσάρων αυτών διηγημάτων από τις εκδόσεις Μάγμα, σε μετάφραση και -ιδιαιτέρως κατατοπιστικό και ενδιαφέρον- επίμετρο της Δήμητρας Παπαβασιλείου, αποτέλεσε την ιδανική αφορμή για αναγνωστική επιστροφή στον Αλαρκόν, το έργο του οποίου μοιράζεται ανάμεσα στον Ρεαλισμό και τον Ρομαντισμό. Τα τέσσερα διηγήματα της ελληνικής έκδοσης (Η ψηλή γυναίκα, Ένας χρόνος στη Σπιτσβέργη, Τα μαύρα μάτια, Είμαι, έχω και επιθυμώ) προέρχονται από τον συγκεντρωτικό τόμο διηγημάτων με τίτλο Narraciones inverosímiles, που κυκλοφόρησε το 1882, και που στην παρούσα έκδοση αποδόθηκε εύστοχα ως Αναληθοφανείς ιστορίες και χρησιμοποιήθηκε ως συμπληρωματικός τίτλος (Η ψηλή γυναίκα και άλλες αναληθοφανείς ιστορίες). Η επιλογή των διηγημάτων αυτών, αν και δεν έχω πλήρη άποψη για το σύνολο των διηγημάτων της ισπανικής συλλογής, μοιάζει ικανοποιητική, αφού διαθέτουν τόσο ειδολογική όσο και χρονολογική ποικιλία, προσφέροντας στον αναγνώστη ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του συγγραφικού εύρους εντός του οποίου κινήθηκε ο Αλαρκόν.
Η ψηλή γυναίκα αποτελεί την πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενός φίλου του ήρωα, νεκρού πια, ο οποίος διεπόταν από τη φοβία της συνάντησης στον έρημο δρόμο, κατά τις βραδινές ώρες, με μια γυναίκα διαβάτη. Στο Ένας χρόνος στη Σπιτσβέργη, ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής σκότωσε σε μονομαχία τον ερωτικό του αντίζηλο με αποτέλεσμα η ρωσική κυβέρνηση να τον καταδικάσει σε έναν χρόνο εξορίας στη Σπιτσβέργη, μέρος το οποίο κατά το χειμερινό εξάμηνο το εγκατέλειπαν οι ελάχιστοι κάτοικοί του λόγω των ακραίων καιρικών συνθηκών. Σε αυτό το ιδιότυπο ημερολόγιο ο αφηγητής εξιστορεί τους φόβους και τις περιπέτειές του, σε ένα περιβάλλον εξωτικό -ακόμα ένα γνώρισμα της γραφής του Αλαρκόν, επιρροή και συγγένεια με τον Πόε, για τον οποίο έτρεφε τεράστιο σεβασμό. Διήγημα στο οποίο ο αναγνώστης εντοπίζει αντιστοιχίες με διάφορα μεταποκαλυπτικού περιεχομένου μεταγενέστερα έργα. Τα μαύρα μάτια είναι η ιστορία ενός ζεύγους Σκανδιναβών ευγενών. Ο Μάγνος του Κίμι υποψιάζεται πως η έγκυος γυναίκα του τον απατά με έναν Ισπανό, επιβεβαίωση αυτού αποτελεί το γεγονός πως το παιδί γεννιέται με μαύρα μάτια. Τότε, την αφήνει κλειδωμένη στο κάστρο και φεύγει σε αναζήτηση του εραστή της. Στο Είμαι, έχω και επιθυμώ είναι η Μούσα αυτή που πρωταγωνιστεί, επισκεπτόμενη και συνομιλώντας με δύο συγγραφείς. Έχοντας διαβάσει κανείς το βιογραφικό του Αλαρκόν θα μπορούσε να συμπεράνει πως πρόκειται για τον ίδιο τον συγγραφέα, εκείνον που ήταν κάποτε -και έχει πλέον αποκηρύξει, στόχος πια αυτοσαρκασμού- και αυτόν που είναι κατά τη συγγραφή του διηγήματος -σίγουρο και βέβαιο για τον εαυτό του.
Η επιστροφή στις λογοτεχνικές πηγές, παρά την όποια -ας μου επιτραπεί- αφέλεια τις χαρακτηρίζει στο πέρασμα του χρόνου, προσφέρει στον αναγνώστη μια ιδιαίτερη απόλαυση. Η σύνδεση του λογοτεχνικού σήμερα με το παρελθόν, η ευδιάκριτη αυτή, αν και συχνά παραμελημένη, γραμμή που τα ενώνει, επαναπροσδιορίζει τις πρωτοπορίες και τις καινοτομίες, καθώς αποκαλύπτει την πορεία εξέλιξης της λογοτεχνικής γραφής. Άλλωστε -και ας μην κουραζόμαστε να το επαναλαμβάνουμε- η αξιόλογη λογοτεχνία υπερβαίνει τις εποχές και επιζεί του χρόνου, και τα διηγήματα του Αλαρκόν ανήκουν σαφέστατα σε αυτή τη λογοτεχνία.
υγ. Για το Καρφί περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου