Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2011

Η Φάρσα - Έρση Σωτηροπούλου

" Πώς μπορεί να προσδιοριστεί η επιτυχία μιας τηλέφωνικής φάρσας; Η Ρένα σούφρωσε τα χείλη της με δυσαρέσκεια. Μια φάρσα πετυχαίνει μόνο όταν μπάζει τον άλλο σ'ένα διαφορετικό κόσμο παράλληλο με τον δικό του αλλά διαμετρικά αντίθετο. Όταν τον παρασύρει στην προβληματική και στην εσωτερική δράση αυτού του κόσμου. Εδώ όλο το παιχνίδι κρέμεται από την στρατηγική του φαρσέρ. Η Ρένα ακούμπησε το φλιτζάνι του καφέ στο πιατάκι του και κοίταξε γύρω της βαριεστημένη. Άντε να βρεις τους κατάλληλους δέκτες αναστέναξε."


Χρόνια έχω να πέσω θύμα φάρσας, πρόκειται άραγε για σύμπτωση ή μήπως η αναγνώριση σε σταθερά και κινητά περιόρισε το φαινόμενο;

Το 1982 πρωτοκυκλοφόρησε η Φάρσα της Έρσης Σωτηροπούλου από τις εκδόσεις Κέδρος, το 2010 επανακυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη. Εδώ και αρκετό καιρό το είχα στα υπόψη, μια φίλη διάβασε το Εορταστικό τριήμερο στα Γιάννενα, της άρεσε και αποτέλεσε έτσι την αφορμή.

Ιδιαίτερος τρόπος γραφής και δομής. Με άφησε να πιστεύω πως ίσως δεν είναι τόσο προφανές αυτό που θέλει πραγματικά να πει, ίσως επιστρέψω στις σελίδες σε μερικά χρόνια για να δω μήπως μπορέσω να τραβήξω την αραχνούφαντη κουρτίνα που σα να ένιωσα πως υπάρχει.

Η Ρένα και η Τίτι είναι φίλες. Κυρίαρχο μέρος της καθημερινότητάς τους είναι οι τηλεφωνικές φάρσες. Υπέροχο το εύρημα της Σωτηροπούλου να μην μας αποκαλύπτει τα λόγια αυτού που δέχεται την κλήση, σε αφήνει έτσι να υποθέτεις εσύ τον διάλογο, να γεμίζεις τα κενά. Εκτός από τις δύο νεαρές πρωταγωνιστεί επίσης και ένα πουκάμισο αλλά δεν σας αποκαλύπτω περισσότερα επ'αυτού.

Φάρσα είναι σίγουρα ένας πετυχημένος τίτλος, ακριβής, αναφέρεται σε αυτό στο οποίο σε πρώτο επίπεδο στηρίζεται η ιστορία, διαβάζοντας όμως το βιβλίο θα έλεγα πως και το Όνειρο θα ήταν ένας ακόμα τίτλος που θα ταίριαζε στο βιβλίο αυτό, ίσως τελικά για μένα να είναι και πιο αντιπροσωπευτικός, γνώμη σαφέστατα υποκειμενική.

Υπέροχο το εξώφυλλο της έκδοσης.

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2011

Amador (2010)







Παίρνοντας στα χέρια μου το πρόγραμμα από τις Νύχτες πρεμιέρας ήξερα πως και φέτος δεν θα κατάφερνα να δω όσες ταινίες θα ήθελα, είναι παράξενος μήνας ο Σεπτέμβρης για μένα συνήθως. Καθώς το ξεφύλλιζα λοιπόν το μάτι μου έπεσε σε ένα γνωστό όνομα, Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα, σκηνοθέτη του εξαιρετικού "Δευτέρες με λιακάδα" (Lunes al sol, 2002), με τον Χαβιέ Μπαρδέμ σχεδόν άγνωστο τότε.

Για μένα ο Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα είναι ο Ισπανός Κεν Λόουτς, πολιτικό σινεμά, όχι όμως έντονα στρατευμένο. Ταινίες που στηρίζονται στο σενάριο και στις ανθρώπινες ερμηνείες, η σκηνοθεσία δεν καλύπτει αλλά αναδεικνύει την ιστορία. Γλυκόπικρες όπως η ίδια η ζωή, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί πως πρόκειται για ντοκιμαντέρ.

Η Γιολάντα είναι μετανάστρια στην Ισπανία, η χώρα της δεν βρέχεται από την θάλασσα. Διέσχισε τον Ατλαντικό με όνειρα και υποσχέσεις για μια καλύτερη ζωή, ο άντρας της ασχολείται με το εμπόριο λουλουδιών, εικόνα οικεία και στα μέρη μας, φανάρια,μπαρ, γιορτές. Τα λουλούδια είναι αναπόσπαστο μέρος της ανθρώπινης ζωής, στα βαφτίσια πάνε λουλούδια, στις κηδείες επίσης και στο ενδιάμεσο ο κόσμος δεν σταματά να κάνει έρωτα... Προσπάθησε να ξεφύγει, δεν τα κατάφερε, η ζωή δεν τα φέρνει πάντα όπως τα σχεδιάζουμε. Για να ενισχύσει το οικογενειακό εισόδημα αναλαμβάνει την φύλαξη ενός ηλικιωμένου του Αμαδόρ, με τον οποίο θα αναπτύξουν μια ιδιαίτερη σχέση.

Το βλέμμα της και μόνο σε κάνει να θες να κλάψεις. Η Γιολάντα και ο Αμαδόρ πλαισιώνονται από εξαιρετικά καλοδουλεμένους δεύτερους ρόλους. Το σενάριο σφιχτό και ρεαλιστικό. Δεν επιδιώκει να προκαλέσει την λύπηση του θεατή, είναι πολύ σημαντικό αυτό.

Μπορεί η κρίση να έγινε της μόδας τα τελευταία χρόνια, όμως υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι πάντα ζούσαν σε κρίση, σε αυτούς αφιέρωσε την ταινία ο σκηνοθέτης προλογίζοντας την ταινία.

Μου θύμησε το σχεδόν σύγχρονο Biutiful του Ινιάριτου, το οποίο όμως ήταν πολύ πιο σκληρό, δράμα 100% χωρίς καμία αχτίδα φωτός, αντίθετα με το Αμαδόρ το οποίο ήταν πιο ρεαλιστικό και περιείχε και στιγμές γέλιου.

Το ευχάριστο είναι πως, όπως ανακοινώθηκε κατά την παρουσίαση του σκηνοθέτη, βρήκε διανομή στις ελληνικές αίθουσες αλλά δυστυχώς δεν θυμάμαι τον τίτλο που θα έχει στα ελληνικά. Να έχετε το νου σας για να μην χάσετε αυτή την ταινία παρακαλώ.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Το τέλος των βιβλίων και ο Τομ Ρόμπινς




Είχα μια φοβία. Ξεκίνησε από την απλή σκέψη " Φαντάσου να μπεις μια μέρα σε αυτό το τεράστιο βιβλιοπωλείο και να μην υπάρχει τίποτα που να θες να διαβάσεις, τι θα έκανες;"
Στο "άκουσμα" της ίδιας μου της σκέψης πάγωσα, ήμουν τότε σε μια αναγνωστική ηλικία που πίστευα πως δεν μου έφταναν δύο ζωές για να διαβάσω τα βιβλία που ήθελα να διαβάσω, τώρα μάλλον τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Συνηθίζουν όμως οι φοβίες να μην έχουν βάση στην λογική, ρίχνουν ρίζες βαθιά μέσα μας και όταν φανερώνονται είναι πια δύσκολο να τις ξεριζώσεις.

Μην με ρωτήσετε πως η σκέψη μου έφτασε ως το Σιάτλ και τον Τομ Ρόμπινς, δεν ξέρω. Και όμως ήταν η απόλυτη απάντηση στο ερώτημα, η λύση του προβλήματος. Ο χορός των εφτά πέπλων θα είναι το βιβλίο που θα με περιμένει στο τέλος των βιβλίων, το μόνο βιβλίο του Ρόμπινς που δεν έχω διαβάσει, δεν τολμώ καν να το αγοράσω ως επένδυση για το μέλλον γιατί φοβάμαι πως δεν θα μπορέσω να αντισταθώ στην παρουσία του. Θα είναι το βιβλίο εκείνο που λόγω του όγκου του και της εμπιστοσύνης μου στο πρόσωπο του συγγραφέα με κάνει να αισθάνομαι σίγουρος πως θα μου δώσει την απαραίτητη παράταση μέχρι να βρεθεί το επόμενο βιβλίο, γιατί δεν μπορεί, θα υπάρξει ένα επόμενο βιβλίο, το τέλος δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο παρά μια προσωρινή κατάσταση.

Τώρα πια δεν είναι φοβία λέω, είναι μάλλον ένα χαριτωμένο σχόλιο που κάνω σε όποιον τύχει να συζητήσω μαζί του σχετικά με τον Ρόμπινς, είναι μια σκέψη που με κάνει να χαμογελώ στην θέα του βιβλίου εκεί στο γράμμα Ρ του βιβλιοπωλείου.

Δεν φοβάμαι το τέλος των βιβλίων ισχυρίζομαι, αλλά ταυτόχρονα αποφεύγω να χορέψω ανάμεσα στα εφτά πέπλα που μου κρύβουν την θέα του τέλους...

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2011

Παραφωνία - Δημήτρης Σωτάκης

Πέρυσι τέτοια εποχή είχα επιλέξει να διαβάζω μόνο ελληνική λογοτεχνία, σαν εμμονή έμοιαζε αυτή η προσπάθεια να πετάξω τον μεταφραστή έξω από την αναγνωστική εξίσωση, από την άλλη όμως είχα την τύχη να γνωρίσω αξιόλογους συγγραφείς και όμορφα βιβλία για τα περισσότερα εκ των οποίων υπάρχουν σχετικές αναρτήσεις εκείνης της περιόδου στο ιστολόγιο αυτό.
Το θαύμα της αναπνοής, είναι ένα από εκείνα τα όμορφα βιβλία. Εδώ και καιρό ήθελα να επιστρέψω στον ιδιαίτερο κόσμο του Δημήτρη Σωτάκη, και έπραξα σοφά.

Το σκηνικό που χτίζει και σε αυτό το βιβλίο είναι καφκικό, οι καταστάσεις αναβλύζουν παράλογο. Η γλώσσα του είναι (μάλλον επί τούτου) απλή, χαρακτηριστικό το οποίο οξύνει τόσο το καφκικό όσο και το παράλογο.

Ο ήρωας είναι ένας απλός, καθημερινός άνθρωπος που εργάζεται σε ένα γραφείο. Για να σπάσει την εργασιακή ρουτίνα και να γεμίσει τον ελεύθερο χρόνο του συμμετέχει στην ερασιτεχνική χορωδία του πολιτιστικού κέντρου της περιοχής του. Όταν μια μέρα ο πρόεδρος του κέντρου του κάνει δριμύτατες παρατηρήσεις σχετικά με ένα φάλτσο του κατά την τελευταία πρόβα δεν μπορεί (και πώς θα μπορούσε άλλωστε;) να αντιληφθεί πως αυτό του το "λάθος" θα του επηρεάσει σε τόσο μεγάλο βαθμό την ζωή...


Είναι παράξενο το συναίσθημα που σου προκαλούν τα βιβλία σαν και αυτό, θα μπορούσες να το αποκαλέσεις απόλαυση άραγε; Σου βάζει δύσκολα επειδή ακριβώς σε θέτει αντιμέτωπο με κάτι απλό και παράλογο. Μια παραφωνία ενός ερασιτέχνη του καταστρέφει την ζωή, τρόμος χωρίς την ανάγκη της σχετικής μουσικής.

Ο Δημήτρης Σωτάκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1973. Μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στο γράψιμο και στη μουσική.

Εκδόσεις Κέδρος.

υ.γ. Θυμήθηκα ακόμα ένα όμορφο βιβλίο με αντίστοιχο κλίμα, το "100 μέτρα κάτω από το γέλιο" του Αστέρη Αστεριάδη από τις εκδόσεις Χαραμάδα που είχα διαβάσει παλιότερα.

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Melancholia (2011)



Ίσως η τελευταία ταινία σε θερινό κινηματογράφο για φέτος. Πηγαίνοντας προς το σινεμά σκεφτόμουν πως ίσως ήταν πολύ καλός ο καιρός για μια ταινία σαν και αυτή, ίσως θα έπρεπε να κάνει λίγο κρύο, ίσως να βρέχει, να είναι καθημερινή και το κλειστό σινεμά να είναι σχεδόν άδειο, τελευταία προβολή, όταν όλοι θα το είχαν δει. Συνηθίζω να στήνω στο μυαλό μου το ιδεατό κατ'εμέ σκηνικό. Φεύγοντας από το σινεμά όλα τα παραπάνω μετατράπηκαν σε μικρές και ανούσιες λεπτομέρειες, οι εικόνες και το συναίσθημα κατοικούσαν εκεί παρέα με μια έντονη επιθυμία για ποτό.

Οι εικόνες της αρχής, πίνακες ζωγραφικής σε αργή κίνηση, εκτός από εισαγωγή με έκαναν να αναλογιστώ το πόσο έχει πια απομακρυνθεί ο Δανός δημιουργός από το Δόγμα 95. Μόνο η κάμερα στο χέρι έμεινε θαρρείς. Στην ουσία βέβαια ποτέ δεν το υπηρέτησε παρά μόνο στην ταινία "Ηλίθιοι", απλά τώρα έκανε ένα ακόμη βήμα πιο πέρα.

Δύο αδερφές πρωταγωνιστούν, η κάθε μια δίνει το όνομά της σε καθένα από τα αντίστοιχα μέρη της ταινίας. Η Τζαστίν, επιτυχημένη κειμενογράφος σε διαφημιστική, παντρεύεται, η δεξίωση λαμβάνει χώρα στο σπίτι του άντρα της Κλερ. Λίγο πριν την ευτυχία βρισκόμαστε ενώ ο πλανήτης Μελαγχολία βρίσκεται σε πορεία σύγκρουσης με την γη.

Το σενάριο κατανοητό αλλά μάλλον σε δευτερεύοντα ρόλο, υπέρβαση σεναριακή, το σενάριο μία κόλλα χαρτί στα χέρια των συντελεστών, η κάμερα στις διαταγές του δημιουργού, ας μιλήσουν οι εικόνες.

Το πρώτο μέρος θυμίζει την "Οικογενειακή γιορτή" του Βίντεμπεργκ έτερου δημιουργού του Δόγματος, κοινωνικό δράμα σκανδιναβικής προέλευσης. Το δεύτερο μέρος τελολογικό, ο Τρίερ αντικαθιστά τον Θεό των δασκάλων του Ντράγιερ και Μπέργκμαν με την Φύση.

Έχω ένα θέμα με τα ειδικά εφφέ στον κινηματογράφο ως προς την αναγκαιότητά τους, ο δημιουργός επιλέγει την χρήση τους, σε μικρό σχετικά βαθμό, ως μέρος του στυλιζαρίσματος και με βρίσκει σύμφωνο ίσως εκτός από την τελυταία σκηνή για την οποία θα προτιμούσα μάλλον κάτι πιο αφαιρετικό.

Για έναν σκηνοθέτη που έχει υπογράψει ταινίες όπως το Δαμάζοντας τα κύματα, Χορεύοντας στο σκοτάδι και Dogville ο πήχης έχει τοποθετηθεί πολύ ψηλά και καλώς ή κακώς σε κάθε νέα του δημιουργία θα έρχεται αντιμέτωπος με την αναπόφευκτη σύγκριση. Εγώ από τον Τρίερ γνώρισα και αγάπησα το σκανδιναβικό σινεμά οπότε μάλλον δεν είμαι αντικειμενικός στην κρίση μου.

Δοκιμάστε να έρθετε σε επαφή με τον σκανδιναβικό κινηματογράφο, κάντε βήματα παράλληλα αλλά μην διστάσετε να πάτε και λίγο παλιότερα για να γνωρίσετε αυτούς που έθεσαν τις βάσεις παίρνοντας τα σκήπτρα από τους μεγάλους θεατρικούς συγγραφείς και σκηνοθέτες.

Καλό χειμώνα!

Κυριακή 18 Σεπτεμβρίου 2011

Φοβάμαι - Σιμό

"Είμαι όπως ήμουνα. Σχεδόν όπως ήμουνα, κι ένα χρόνο πιο μεγάλος. Με την όρεξη να γράφω που μου 'μεινε κολλημένη. Να γράφω πολλά και ωραία, πολύ το κάνω κέφι. Είναι κάτι τύποι που τους βλέπεις παντού στην τηλεόραση, τη νύχτα προπάντων, μιλάνε σαν να τους έχει πιάσει ευκοιλιότητα και μηδέν ζουμί στα βιβλία τους, μονάχα αέρας κοπανιστός. Εγώ είμαι το αντίθετο. Δεν μ' έχουν δει και ούτε θα με δουν ποτέ. Δεν είμ' εγώ για να δείχνομαι και να μιλάω, δεν έχω μάθει καλούς τρόπους εξάλλου τους φοβάμαι τους δημοσιογράφους, έχουν ένα ύφος ότι τα ξέρουν όλα κι ότι πολύ τους τσαντίζει που σε καλέσανε. Εγώ γουστάρω να βάζω τις λέξεις μαζί και οι άλλοι να τις διαβάζουνε. Λέξεις από παντού, λέξεις από πάνω από το τραπέζι, από κάτω από το κρεβάτι, λέξεις σπασμένες, για να βλέπεις μαύρα αστράκια. Αν μερικοί σκέφτονται με το καυλί τους, εγώ είμαι αλλιώς."



Ο συγγραφέας του μυθιστορήματος "Φοβάμαι" είναι άγνωστος. Το χειρόγραφο, όπως και αυτό του πρώτου του βιβλίου, " Τι λέει η Λίλα", έφτασε στα χέρια του Γάλλου εκδότη μέσω ενός δικηγόρου.
Ο συγγραφέας είναι ο ήρωας της ιστορίας αυτής. Μετά την επιτυχία του πρώτου του βιβλίου βρίσκεται με ένα σωρό λεφτά να τριγυρνάει στην σκοτεινή πλευρά του Παρισιού ανάμεσα σε μικροαπατεώνες, πόρνες και τρελλούς.
Δίνει την αίσθηση του αυτοβιογραφικού το κείμενο, δεν ξέρω αν στα αλήθεια είναι.

Στην αρχή η γλώσσα του με ενόχλησε, ο τρόπος γραφής, δεν είναι το στυλ μου μάλλον, σκέφτηκα, καθώς προόδευα στην ανάγνωση όμως, με συνέλαβα να ρέπω στην συγκίνηση και τελικώς να παραδίδομαι σε αυτή την αφέλεια του συγγραφέα - ήρωα με την συναισθηματική δυσκοιλιότητα.

Ο ήρωας ένας πλούσιος Όλιβερ Τουίστ ή ο ενήλικας πρωταγωνιστής του βιβλίου "Ο φύλακας στη σικάλη" και ο συγγραφέας που έχει διαβάσει στα νιάτα του Μπουκόφσκι και Βιάν. Κάπως έτσι σχηματοποίησε το λογοτεχνικό μέρος του μυαλού μου (λέτε όντως να υπάρχει τέτοιο μέρος;) το βιβλίο αυτό του απρόσωπου συγγραφέα με το ψευδώνυμο Σιμό, ένα έργο που σίγουρα εγείρει πολεμική και δημιουργεί στρατόπεδα φανατικών.

Εκδόσεις Ωκεανίδα.
Μετάφραση Έφη Κορομηλά.

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011

Τα ουγγρικά ψάρια - Γιάννης Πλιώτας

Καθώς περνούν τα χρόνια, και συνεχίζω σε σταθερούς ρυθμούς να ταξιδεύω με αεροπλάνο, συνειδητοποιώ το ψέμα που κρύβεται πίσω από την διάρκεια του ταξιδιού. Παλιότερα συμμεριζόμουν και εγώ την άποψη ότι για παράδειγμα η Ρώμη απέχει από την Αθήνα δύο ώρες, σίγουρα θα έπαιζε ρόλο η χαρά και η προσμονή για το ταξίδι με αποτέλεσμα ο χρόνος να φαντάζει σχετικός. Και μπορεί η χαρά και η προσμονή ακόμα να υπάρχουν όμως ο χρόνος σαν να διαστέλεται. Ναι, η Ρώμη απέχει από την Αθήνα δύο ώρες αλλά από την στιγμή που θα ακούσεις τα σχετικά με τα μέτρα ασφάλειας και διάσωσης έως την στιγμή που θα σου ζητήσουν ευγενικά να παραμείνεις καθιστός μέχρι να ανοίξουν οι πόρτες (άσχετα που κανείς δεν το τηρεί και συνήθως βάζω στοίχημα για τον πρωταθλητή). Όντως το παραπάνω διάστημα είναι συνήθως δύο ώρες αν όλα πάνε καλά. Ο ταξιδιώτης όμως δεν απέχει δύο ώρες από την Ρώμη, απέχει περισσότερο, η διαδρομή μέχρι το αεροδρόμιο, ο χρόνος που απαιτείται για check in κλπ. Είναι περισσότερο μια διαπίστωση το παραπάνω παρά ένα παράπονο καθώς έχω (ακόμα) την επίγνωση πως το αεροπλάνο μπορεί να σε πάει σε μέρη που μάλλον δύσκολα θα πήγαινες αλλιώς, απλώς από τον ρεαλισμό ως την αποθέωση υπάρχει δρόμος.

Όλες αυτές οι ώρες αποτελούν μια θαυμάσια ευκαιρία για διάβασμα.

Πριν λίγες εβδομάδες μια ευχάριστη έκπληξη με περίμενε στα εισερχόμενα του ηλεκτρονικού μου ταχυδρομείου. Ο Γιάννης Πλιώτας, ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από τις Βορειοδυτικές εκδόσεις, μου έστειλε mail μέσω του οποίου μου εξέφραζε την επιθυμία του να μου στείλει δύο βιβλία των εκδόσεων του! Μετά τις απαραίτητες συνεννοήσεις και το πέρας κάποιων ημερών το δέμα έφτασε στην πόρτα μου. Τότε οι μέρες μου ήταν γεμάτες από την παρουσία του Δόκτωρ Ζιβάγκο, την στιγμή όμως που έφτιαχνα την βαλίτσα ήξερα ποιό θα ήταν ένα από τα βιβλία που θα κουβάλαγα μαζί μου.

Πολύ καλή επιλογή για ταξίδι τα "Ουγγρικά ψάρια". Η πρόζα για μένα έχει δύο χαρακτηριστικά, πρώτο είναι ότι στην μητρική σου γλώσσα έχει μεγαλύτερη επίδραση, δύσκολο το έργο του μεταφραστή, καθώς τα λογοπαίγνια και η επικαιρότητα παραμονεύουν, δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η λεπτή γραμμή που χωρίζει τον έξυπνο συγγραφέα από τον εξυπνάκια, με αρκετούς έχω διαφωνήσει γύρω από το έργο του Λένου Χρηστίδη για παράδειγμα ενώ με περισσότερους έχω συμφωνήσει, εμένα πάντως ούτε ο Γιάννης ούτε ο Λένος δε μου φαίνονται εξυπνάκηδες.

" Μετανοείτε. Το τέλος ακίνητης περιουσίας πλησιάζει."

Η ανάγνωση διήρκεσε όσο και το ταξίδι σχεδόν, αν και δυστυχώς ανά τακτά χρονικά διαστήματα αναγκαζόμουν να αφήσω την ανάγνωση λόγω θορύβου, μετακίνησης, ελέγχου, επιβίβασης και αποβίβασης.

Η παραπάνω χρήση του όρου πρόζα για κανέναν λόγο δεν σημαίνει την απουσία πλοκής. Πρωταγωνιστής της ιστορίας ο συγγραφέας που ξαφνικά βρίσκεται μπλεγμένος σε μια παράξενη υπόθεση. Ένας φίλος από τα παλιά ανακάλυψε κάτι που δεν έπρεπε και τώρα κάποιοι τον κυνηγούν...

Το ξέρω πως θα μπορούσα να γράψω περισσότερα σχετικά με την υπόθεση, αλλά νιώθω πως δεν πρέπει.

Απλά θα ήθελα να δώσω μια συμβουλή: μην διαβάσετε το βιβλίο αυτό αν δεν έχετε δει την ταινία "Η 6η αίσθηση" και σκοπεύετε να το κάνετε κάποια στιγμή στο μέλλον.

Τα περασμένα Χριστούγεννα διάβασα το 1.οοο.οοο στιγμές του Μιχάλη Φουντουκλή. Σε εκείνη την ανάρτηση είχα αναφερθεί στο πως αντιλαμβάνονται οι Βορειοδυτικές εκδόσεις τα πνευματικά δικαιώματα. Μια σειρά από ελευθερίες στην θέση των απαγορεύσεων. Δεν ξέρω αν κάπου εκεί κρύβεται κάποιο μάρκετινγκ τρικ και δεν με νοιάζει.


υ.γ. Τώρα που έχω το βιβλίο δίπλα μου συνειδητοποιώ πως πέρασα από τόσους ελέγχους αεροδρομίων έχοντας στην κατοχή μου ένα βιβλίο που έχει στο εξώφυλλό του ένα καλάσνικοφ...

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

Greenberg (2010)

Μου αρέσει να εμπιστεύομαι τις προτάσεις ανθρώπων που νιώθω πως μοιράζομαι μαζί τους μια παρόμοια αισθητική για τα πράγματα. Προφανώς δεν το κάνω πάντα, ενίοτε μουλαρώνω είναι η αλήθεια και μένω σταθερός στην, χωρίς επιχειρήματα, αρνητική μου θέση.
Το Greenberg ίσως να ανήκε στην ίδια κατηγορία αν ο Α. δεν μου είχε προτείνει αμέσως πριν δύο ταινίες για τις οποίες τίποτα δεν είχα υπόψην μου και αποδείχτηκαν κάτι παραπάνω από συμπαθητικές.

Ο Ben Stiller είναι μάλλον ένας ηθοποιός που αντιπαθούσα, φταίνε προφανώς οι ταινίες στις οποίες πρωταγωνιστεί, δεν έχω κάτι προσωπικό μαζί του άλλωστε. Η κωμωδία δεν είναι το αγαπημένο μου είδος, σπάνια καταφέρνω έστω και να χαμογελάσω, ειδικά με τις αμερικανιές. Σαφώς και γνωρίζω πως είναι πιο εύκολο για κάποιον να σε κάνει να κλάψεις παρά να γελάσεις, αυτός είναι και ο λόγος που ενιότε δίνω την ευκαιρία σε αυτό το είδος, είτε όταν το ένστικτό μου με συμβουλεύει αναλόγως είτε όταν είναι κοινή απόφαση της παρέας.

Το greenberg δεν είναι κωμωδία, ούτε δράμα, μάλλον θα χωρούσε στην τεράστια κατηγορία "κοινωνικά" αλλά δεν είναι τόσο σημαντικό αυτό.

Η Florence (Greta Gerwig) δουλεύει ως οικονόμος στο σπίτι του αδερφού του Roger (Ben Stiller). Ο Roger έρχεται να μείνει στο σπίτι του αδερφού του ενώ εκείνος με την οικογένειά του λείπουν σε ταξίδι στο Βιετνάμ. Ο Roger είχε περάσει ένα διάστημα σε ψυχιατρική κλινική λόγω ενός νευρικού κλονισμού.

Τώρα που το σκέφτομαι πάλι θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω love story, ίσως επειδή μου έφερε στο μυαλό την ταινία "Αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού". Ο σχετισμός στο μυαλό μου έγινε μάλλον λόγω του Jim Carrey ο οποίος συνηθίζει να πρωταγωνιστεί σε παρόμοιους ρόλους με τον Stiller, βέβαια ο Carrey έχει υποδυθεί και άλλους "σοβαρούς" ρόλους σε σημαντικές ταινίες (Άνθρωπος στο φεγγάρι, Τρούμαν σόου) με μεγάλη επιτυχία. Λέτε ο Stiller να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο; Μακάρι, γιατί στο greenberg έδειξε πως δεν πρόκειται για κάποιον τυχαίο ηθοποιό που απλά προσπαθεί να κάνει τον κόσμο να γελάσει μέσα από ταινίες αμφιβόλου ποιότητος. Είναι κρίμα για μερικούς ηθοποιούς να κρίνονται από τις δουλειές τους και να μην καταφέρνουν να δείξουν τις πραγματικές τους ικανότητες, αλλά ο καθένας όπως στρώνει κοιμάται.

Μπορεί αυτή η ανάρτηση να έχει ως κεντρικό θέμα το Greenberg αλλά θα ήταν κρίμα να μην σας αναφέρω τις δύο προηγούμενες προτάσεις του Α. που με έκαναν να ξεπεράσω αυτό το Stiller thing.

Submarine (2010)

Με έκπληξη είδα ότι συμπεριλαμβάνεται στο πρόγραμμα του φεστιβάλ "Νύχτες Πρεμιέρας", αυτό το διαμαντάκι από την Μεγάλη Βρετανία. Είχα γράψει και παλιότερα σε μια ανάρτηση πως το βρετανικό σινεμά είναι γεμάτο από μικρά και συνήθως όχι γνωστά στο ευρύ κοινό τέτοια διαμάντια.
Ο δεκαπεντάχρονος Όλιβερ έχει δυο στόχους : α) να χάσει την παρθενιά του πριν τα γενέθλιά του και β) να σώσει τον γάμο των γονιών του.

Και εγώ διάβασα την υπόθεση πριν δω την ταινία και προβληματίστηκα, κακώς όμως. Είναι η σκηνοθετική ματιά που σε συνδυασμό με την τεράστια ερμηνεία του πιτσιρικά απογειώνουν το "χαζό" φαινομενικά σενάριο και δηιμιουργούν μια ταινία την οποία θες να μοιραστείς και με άλλους.



Wristcutters : A love story (2006)


Που πηγαίνουν οι άνθρωποι όταν αυτοκτονούν;
Είναι από τις ταινίες εκείνες που στηρίζονται στην ιδέα, του συγγραφέα στην προκειμένη περίπτωση, αλλά δεν βαλτώνουν σε αυτή. Όπως λέει και ο τίτλος πρόκειται για μια ιστορία αγάπης όχι όμως για να κόψεις φλέβες αλλά αυτών που το έκαναν ήδη.
Απίστευτο πέρασμα του τεράστιου Tom Waits η παρουσία του οποίου σε μια ταινία την ανεβάζει όπως και να το κάνεις ένα επίπεδο (Στην παγίδα του νόμου, Καφές και τσιγάρα).
Το Dead and lovely είναι μάλλον το αγαπημένο μου κομμάτι του με αποτέλεσμα η εισαγωγή της ταινίας να μείνει για πάντα σφηνωμένη καλά στο ασθενούς μνήμης κεφάλι μου.



Υ.γ. Η ανάρτηση είναι αφιερωμένη σε σένα Α., ελπίζοντας στο μέλλον να με αναγκάσεις να επαναληφθώ!

Δόκτωρ Ζιβάγκο - Μπορίς Παστερνάκ

Τι είναι αυτό που με κράτησε μακριά σου τόσο καιρό; Σχεδόν τέσσερα χρόνια από τότε που πήρες την θέση σου στην βιβλιοθήκη, με το μέγεθος και αυτό το ξεβαμμένο κίτρινο χρώμα σου, ήσουν εκεί κάθε φορά που κοιτούσα, αλλά και όταν δεν κοιτούσα, είχες μια αύρα που με αναστάτωνε, μια γλυκιά υποχρέωση, το κάλεσμα της σειρήνας. Αναφέρθηκα σε σένα πολλές φορές κατά το παρελθόν, μίλησα σε φίλους και γνωστούς, οι περισσότεροι το αντιμετώπισαν ως ακόμη μία ψυχαναγκστική μου εμμονή. Είσαι η αιτία για μια ανάρτηση που έχω στα σκαριά με τίτλο το "επόμενο βιβλίο".
Ήταν άραγε φόβος; Βαρεμάρα; Έλλειψη αυτοπεποίθεσης; Ή απλώς δεν ήταν η στιγμή;

Και να που το βήμα έγινε χωρίς εμφανή αιτία που θα ήταν η πιθανή απάντηση στο ερώτημα. Το τέλος του καλοκαιριού με οδήγησε σε σένα, σαν μια επιθυμία για χειμώνα, τώρα. Δεν ξέρω πως θα ένιωθα αν είχα επιχειρήσει νωρίτερα το βήμα, ξέρω όμως πως νιώθω τώρα.

Δεν μου αρέσει η λέξη αριστούργημα, μου φαίνεται κενή περιεχομένου. Παραδέχομαι όμως ότι αν ήμουν υποχρεωμένος να την αποδώσω ο Δόκτωρ Ζιβάγκο του Μπορίς Παστερνάκ θα ήταν σίγουρα ένα από τα βιβλία αποδέκτες. Η μεγάλη πλειοψηφία των βιβλίων που έχω διαβάσει κινείται ανάμεσα στην ψυχαγωγία και στην διασκέδαση, κάποια ελάχιστα όμως ξεχωρίζουν, στέκονται πιο ψηλά από την ψυχαγωγία, σαν να έχουν την δική τους ψυχή θαρρείς.

Σκεφτόμουν ότι θα ήθελα να συμπεριλάβω ένα απόσπασμα στην ανάρτηση αυτή, αδύνατο, θα έμοιαζε με χαλικάκι από το πιο όμορφο ψηφιδωτό.

Ο Μπορίς Παστερνάκ κατάφερε να δώσει ψυχή σε ένα ιστορικό κείμενο, γιατί ιστορικό είναι το κείμενο του Δόκτωρ Ζιβάγκο, ξεκινώντας το 1904 και φθάνοντας στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ο συγγραφέας μας διηγείται την ιστορία της Ρωσίας. Αυτό φαντάζομαι φόβισε τις επιτροπές λογοκρισίας της Σοβιετικής Ένωσης. Μέσα από την προσωπική ιστορία του Δόκτωρ Ζιβάγκο ο συγγραφέας αναφέρεται στην ιστορία ενός ολόκληρου έθνους, αλλά είναι ακριβώς το προσωπικό που σε κάνει να ταυτιστείς, πιθανότατα με τον ίδιο τον ήρωα χωρίς αυτό να αποκλείει την ταύτιση και με τους δεκάδες δευτερεύοντες ή τριτεύοντες ήρωες του βιβλίου. Η ζωή προχωρά παράλληλα με την Ιστορία, τα πάθη, οι φόβοι, οι ελπίδες, τα όνειρα των ανθρώπων στέκονται μπροστά, σε πρώτο επίπεδο, ενώ η ιστορία αποτελεί το σκηνικό. Δεν θα ήταν πιο εύκολος ο έρωτας σε άλλο ιστορικό πλαίσιο νομίζω. Αυτό δεν σημαίνει πως το κείμενο δεν έχει ιστορική αξία, το αντίθετο μάλλον, η προσωπική ιστορία των ηρώων δίνει παραπάνω αξία, κάνει την διαφορά, σε φέρνει πιο κοντά σε μια μακρινή εποχή, σε μια χώρα διαφορετική από την δική μας, και σε φέρνει κοντά ακριβώς γιατί ταυτίζεσαι με τους ήρωες, γιατί βρίσκεις κοινά στοιχεία, και είναι αυτό που σε κάνει να νιώσεις οικεία, σαν να πρόκειται για μια ιστορία που σε αφορά με κάποιον τρόπο και όχι σαν μια ακόμα βαρετή ώρα στο πίσω θρανίο ενός σχολείου.

Δεν νιώθω ικανός να αποδώσω με λέξεις τεχνικές τα συναισθήματά μου μετά την ανάγνωση, δεν θα μιλήσω για την μορφή, την γλώσσα, τους χαρακτήρες, την φόρμα. Δεν έχει σημασία για μένα, υπάρχουν ακαδημαϊκοί για αυτήν την δουλειά.

Το 1957 και παρά τις απαγορεύσεις του Ρωσικού Κομμουνιστικού Κόμματος εκδίδεται στα ιταλικά ο Δόκτωρ Ζιβάγκο από τον εκδοτικό οίκο Φελτρινέλλι. Το καλοκαίρι του 1958 το μυθιστόρημα κυκλοφόρησε στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες μαζί και μια έκδοση στα ρωσικά που κυκλοφόρησε στην Χάγη της Ολλανδίας. Τον Οκτώβριο του 1958 αποδίδεται στον Παστερνάκ το νόμπελ λογοτεχνίας, μετά όμως από πιέσεις αναγκάζεται να αρνηθεί το βραβείο.
Χτυπημένος από καρκίνο, πεθαίνει στο Περεντελκίνο, στις 30 Μαϊου του 1960, σε ηλικί 70 ετών. Χιλιάδες νέοι συρρέουν από όλες τις γωνιές για να παραυρεθούν στην κηδεία του.


Κλείνοντας πρέπει να γίνει ειδική αναφορά τόσο στις εκδόσεις Ποταμός όσο και στην Μαρία Τσαντσάνογλου την μεταφράστρια. Αξιολογότατο και το επίμετρο "Υπόθεση Παστερνάκ" σε μετάφραση Ευγενίας Παπαδημητρίου και Γιώργου Πετρουνιά.


Ο χειμώνας πάντα φέρνει στο τέλος την άνοιξη, μην το ξεχνάτε αυτό.

Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2011

The Boy @ Τώρα K44

Φανατικοί φίλοι και φανατικοί εχθροί, έλλειψη αδιαφορίας, θετικό σημάδι. Τι χειρότερο άραγε από κάτι που σε αφήνει αδιάφορο, χίλιες φορές να μην μου αρέσει, σκέφτομαι, παρά να με αφήσει αδιάφορο, σίγουρα ακόμα καλύτερα είναι να μου αρέσει, να με ενθουσιάσει, να με παθιάσει.
Παράγονται ωραίες μουσικές στην γωνιά ετούτη, δεν ξέρω αν είμαστε Λονδίνο και δεν με νοιάζει, ξέρω όμως ότι υπάρχει ομορφιά η οποία δεν μπορεί να κρυφτεί.

Ο The Boy (aka Αλέξανδρος Βούλγαρης) συστήθηκε πριν κάποια χρόνια ως ντουέτο με την Mary, Mary and the Boy, το demo πριν την επίσημη πρώτη κυκλοφορία ήταν τόσο βρώμικα γαμάτο που δίχασε, εμένα με κέρδισε. Τα τελευταία χρόνια διάγει σόλο βίο.

Μόνος του εμφανίστηκε και το βράδυ της Τρίτης στα καθιερωμένα πλέον δωρεάν live του Κ44. Πλήκτρα, κρουστά, ηλεκτρονικά μέρη και φωνή, one man show. Καταιγιστικός. Τρομακτικό να βλέπεις κάποιον να βγάζει ένα δίωρο πρόγραμμα χωρίς ούτε μια γουλιά νερό. Ο κόσμος γέμισε τον χώρο, κάποιοι επέμεναν να θορυβούν, άλλοτε η μουσική τους κάλυπτε, άλλοτε όχι. Η ανάγκη για επικοινωνία, εκείνου και των άλλων, δύο κόσμοι διαφορετικοί, τι να πεις;
Στους τελευταίους δύο δίσκους (Κουστουμάκι, Ηλιοθεραπεία) τραγουδάει στα ελληνικά. Έτσι και στο σετ, πότε αγγλικά, πότε ελληνικά αλλά το πάθος ίδιο.

Και η αποχώρηση από την σκηνή, χωρίς φανφάρες, τελευταία νότα, ένα μισό ευχαριστώ, καληνύχτα. Ιδανική τελεία, καθαρτική.
Η βόλτα μετά ως το κέντρο της πόλης γρήγορη αλλά γεμάτη μουσικές και ας μην έπαιξε τα αγαπημένα μου δυό, Σ'αγαπώ να της λες και My dance is getting better.

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2011

Το Κουρδιστό Πορτοκάλι



"Οι περιπέτειες ενός νεαρού,
του οποίου τα βασικά ενδιαφέροντα είναι ο βιασμός,
η βία και ο Μπετόβεν"





Το 1962 εκδίδεται στην Αγγλία το Κουρδιστό πορτοκάλι του Άντονι Μπέρτζες και κάπου εκεί ξεκινάει η ιστορία που θα σας διηγηθώ στην σημερινή ανάρτηση, την πρώτη μιας σειράς με θέμα βιβλία που πέρασαν στον κινηματογράφο.


Ήρωες του βιβλίου μια ομάδα νεαρών που διάγουν άσωτο βίο. Κλοπές, βανδαλισμοί, βιασμοί, δολοφονίες. Η αστυνομία συλλαμβάνει τον αρχηγό της συμμορίας Άλεξ, ο οποίος αφού περνά δύο χρόνια στην στενή δέχεται να συμμετάσχει σε ένα καινοτόμο πρόγραμμα εξπρές του υπουργείου δικαιοσύνης με σκοπό τον σωφρονισμό μέσω μιας μεθόδου που στηρίζεται σε ψυχοτρόπα φάρμακα και συνεχή προβολή βίαιων εικόνων.

Το βιβλίο αποτελείται από 21 κεφάλαια. Το 21ο κεφάλαιο αποτέλεσε την αφορμή μιας "παρεξήγησης", αφού ο Αμερικανός εκδότης δεν δέχτηκε να το συμπεριλάβει στην αμερικανική έκδοση του βιβλίου θεωρώντας το εύκολη λύση και γελοία βρετανικό.
Ο Μπέρτζες σε ένα ύστερο επίμετρο αναφέρεται στην σπουδαιότητα του τελευταίου κεφαλαίου. Το νούμερο 21 για τον συγγραφέα έχει μια δυναμική, συνήθιζε να είναι το έτος της ενηλικιώσης για πολλά χρόνια, το έτος της ωριμότητας, το έτος κατά το οποίο ένα παιδί γίνεται άντρας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό, ο συγγραφέας υπερασπίζεται της αρχικής του επιλογής να χωρίσει το πόνημά του σε 21 κεφάλαια, δηλώνοντας αριθμολόγος, πιστεύοντας δηλαδή πως ένας αριθμός πρέπει να σημαίνει κάτι σε ανθρώπινους όρους όταν χρησιμοποιείται.

Δεν αντέδρασε στη απόφαση του εκδότη, παραδέχεται πως χρειαζόταν τα λίγα χρήματα της προκαταβολής σε εκείνη την περίοδο της ζωής του.

Το 1971 ο Στάνλει Κιούμπρικ μεταφέρει το βιβλίο στην μεγάλη οθόνη. Αν και τα γυρίσματα έγιναν εξ ολοκλήορυ στην Αγγλία εντούτοις εκείνος έλαβε υπόψην του την αμερικανική έκδοση των είκοσι κεφαλαίων. Οι περισσότερες μεταφράσεις όμως είχαν γίνει με βάση την αυθεντική έκδοση με αποτέλεσμα οι θεατές που προηγουμένως είχαν διαβάσει το βιβλίο να μένουν με ένα αίσθημα ανολοκλήρωτου.
Φυσικά ο συγγραφέας δεν είχε κανένα δικαίωμα επί της μεταφοράς του έργου και η απόφαση λήφθηκε από τον εκδότη. Το ενδεχόμενο ο Κιούμπρικ να μην είχε γνώση της αυθεντικής έκδοσης δεν μου φαίνεται πιθανόν. Επίσης πρέπει να τονιστεί ότι η ελληνική μετάφραση είχε επίσης στηριχθεί στην αμερικανική έκδοση, την χρονιά που μας πέρασε κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα ελληνικά, και από τις εκδόσεις Anubis ( μετάφραση: Βασίλης Αθανασιάδης), η μετάφραση του έργου που περιλαμβάνει μετά 40 χρόνια το 21ο κεφάλαιο.

Όμως η ζωή δεν είναι άδικη μόνο με τους αδύναμους όταν έχουμε να κάνουμε με την τέχνη, έτσι και η ταινία του Κιούμπρικ χαρακτηρίστηκε βίαιη και λογοκρίθηκε σε πολλές χώρες. Ο σκηνοθέτης, ενοχλημένος από την απαγόρευση ζήτησε και πέτυχε την μη προβολή της ταινίας στην Αγγλία μέχρι τον θάνατό του (1999).

Ας αφήσουμε όμως την ιστορία στις δάφνες της.

Αν εξαιρέσει κάποιος το όλο θέμα με το 21ο κεφάλαιο στο οποίο ήδη αναφέρθηκα, νομίζω ότι η μεταφορά του Κιούμπρικ είναι τουλάχιστον εμπνευσμένη. Αποτελεί μία από τις σκληρότερες ταινίες όλων των εποχών. Η επιλογή του Μάλκολμ Μακντάουελ για τον ρόλο του Άλεξ ήταν κάτι παραπάνω από επιτυχημένη, με το μακιγιαρισμένο βλέμμα του να με στοιχειώνει ακόμα.
Το βιβλίο είναι προφανώς και αυτό πολύ δυνατό, αλλά είναι κατά κάποιον τρόπο η πρώτη ύλη, του λείπει ίσως το κινηματογραφικό φινάρισμα που του προσέδωσε αργότερα ο Κιούμπρικ. Η γλώσσα του είναι κάπως δύσκολη και αρχικά κουραστική λόγω της χρήσης πολλών λέξεων νάντσατ, γλώσσας με έντονη επιρροή από την ρωσική. Ο συγγραφέας θεωρεί το έργο του διδακτικό και όχι καλλιτεχνικό και πετάει την σπόντα του λέγοντας πως το κοινό προτιμά την ταινία γιατί φοβάται, δικαίως, την γλώσσα.

Η έκφραση κουρδιστό πορτοκάλι έρχεται από την διάλεκτο των παλιών Λονδρέζων. "Είναι ιδιόρρυθμος σαν κουρδιστό πορτοκάλι" σήμαινε πως ήταν το άκρον άωτο της ιδιορρυθμίας. Άρα δεν πρόκειται για έναν εκρηκτικό μηχανισμό όπως από άγνοια πολλοί από εμάς πίστευαν, αλλά (κατά τον συγγραφέα) πρόκειται για την εφαρμογή μιας μηχανοκρατικής ηθικής σε ένα ζωντανό οργανισμό γεμάτο χυμό και γεύση.


Ο Κιούμπρικ για μένα ανέδειξε το κείμενο αν και υπέπεσε σε λάθος με την απόφασή (;) του να μην συμπεριλάβει το τελευταίο κεφάλαιο στην ταινία. Η ανάγνωση του βιβλίου ήταν κάτι παραπάνω από ενδιαφέρουσα, αν και ξεκίνησε από περιέργεια, η ταινία με την οποία πρώτα ήρθα σε επαφή απέκτησε για μένα μια ακόμα διάσταση. Η μεταφορά του βιβλίου στην μεγάλη οθόνη δεν κατέστρεψε, όπως συνηθίζεται, το κείμενο.

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011

Paco Ignacio Taibo II - Όταν οι νεκροί χορεύουν

Όταν η αστυνομική λογοτεχνία αποτελεί την αφορμή, τοτέ ναι, με ενδιαφέρει. Ομολογώ ότι η κλασική αστυνομική λογοτεχνία στην οποία ο συγγραφέας λύνει τα προβλήματα που ο ίδιος θέτει με αφήνει αδιάφορο, δεν με συγκινεί. Από την άλλη η παρουσία ενός ντετέκτιβ ως ήρωα σε ένα μυθιστόρημα με ιντριγκάρει, πρόσφατα αναγνωστικά παραδείγματα το Έμφυτο ελάττωμα του Τόμας Πίντσον και η Τριλογία της Νέας Υόρκης του Πολ Οστέρ.

Σύμφωνα με τους ειδικούς στις ταμπέλες το είδος που πιο πάνω περιγράφω και που είναι αυτό που τελικά μου αρέσει ονομάζεται μεταμοντέρνα αστυνομική λογοτεχνία, έστω.

Ο Μεξικανός Πάκο Ιγνάθιο Τάιμπο ΙΙ χρησιμοποιεί ως κάλυμμα την αστυνομική πλοκή για να μας μιλήσει για το Μεξικό, τόσο πολιτικά όσο και κοινωνικά. Ισορροπεί μαεστρικά στην αναλογία ανάμεσα στον ρεαλισμό και τον μύθο.

Οι δάσκαλοι του νότου βρίσκονται σε απεργίες διαρκείας. Η αστυνομία έχει συλλάβει τον Μεδάρδο Ριβέρα με την κατηγορία της δολοφονίας ενός τοπικού παράγοντα. Όμως σύμφωνα με μαρτυρίες ο νεκρός χορεύει ολοζώντανος στα μπαρ. Ο ντετέκτιβ Έκτορ Καλντερόν Σαύν προσλαμβάνεται για να συλλάβει και να παραδώσει στον δικαστή τον φερόμενο ως ζωντανό νεκρό.

Διαβάζεται σε μιαν ανάσα, μικρό και με σασπένς, θα το χαρακτήριζα μάλλον μεγάλη νουβέλα παρά μυθιστόρημα αλλά μικρή σημασία έχει αυτό.

Σκεφτόμουνα ότι αντί για ένα "χαζό" ποτό στο μέλλον ίσως καλύτερα να επενδύσω τα ίδια πάνω κάτω χρήματα σε κάποιο άλλο έργο του συγγραφέα, μάλλον θα περάσω καλύτερα και σίγουρα θα αποφύγω τον πονοκέφαλο της επομένης!

Εκδόσεις Άγρα
Μετάφραση Κρίτων Ηλιόπουλος