Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2019

Το τρίτο βιβλίο για τον Άχιμ - Uwe Johnson




Αυτό δεν θα ήταν το πρώτο βιβλίο που θα γραφόταν για τον Άχιμ, τον ποδηλάτη σύμβολο της χώρας, άλλα δύο είχαν κιόλας γραφτεί, ενώ πιθανότατα και άλλα θα ακολουθούσαν. Ο Καρς, βέβαια, ούτε που θα μπορούσε να φανταστεί πως θα ενδιαφερόταν να γράψει μια βιογραφία για τον Άχιμ, πόσο μάλλον πως θα έπαιρνε άδεια και από το κράτος στην απέναντι πλευρά της πόλης για κάτι τέτοιο. Εκείνος απλά δέχτηκε την πρόσκληση της Κάριν, της παλιάς του ερωμένης, να την επισκεφτεί. Είχαν διατηρήσει πολύ καλές σχέσεις οι δυο τους, συχνά μιλούσαν και στο τηλέφωνο, τώρα εκείνη είχε σχέση με τον Άχιμ, όλοι το ήξεραν αυτό, ήταν ένα από τα πλέον λαμπερά ζευγάρια της δημόσιας ζωής, με το οποίο ασχολούνταν οι κοσμικές στήλες επισταμένα.

Ο Καρς δεν είχε κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό του διασχίζοντας τα σύνορα, ήθελε να συναντήσει ξανά την παλιά του αγαπημένη, να περάσει κάποιον καιρό στην από κει πλευρά της πατρίδας του και να γυρίσει πίσω στο διαμέρισμά του, εκεί που φρόντιζε όλα να 'ναι έτοιμα να τον υποδεχτούν ξανά. Τον Άχιμ τον γνώρισε μέσω της Κάριν, σιγά σιγά άρχισε να ενδιαφέρεται για εκείνον, σκέφτηκε πως θα ήθελε να γράψει το τρίτο βιβλίο για εκείνον. Για να γραφτεί όμως μια βιογραφία πρέπει να προηγηθούν ερωτήσεις και έρευνα, έτσι και ο Καρς γυρεύει να μάθει διάφορα πράγματα για τον Άχιμ, για την παιδική του ηλικία, για το πρώτο του ποδήλατο, τους αγώνες, για την εποχή του ναζισμού, για τον πόλεμο, για τα χρόνια του σοσιαλισμού, για την επανάσταση. Μια από τις αρετές ενός εθνικού ήρωα είναι η άσπιλη φήμη του, η απουσία της οποιασδήποτε μελανής κηλίδας επ' αυτής. Όσο ανασκαλεύει κανείς στο παρελθόν εμφανίζονται κενά και σκοτεινές γωνιές, μένουν αναπάντητα ερωτήματα. 
σκέφτηκα λοιπόν ν' αρχίσω λιτά και αυστηρά ως εξής: του τηλεφώνησε, να παρεμβάλω ένα σημείο στίξης και έπειτα να συνεχίσω σαν να ήταν αυτονόητο: απ' την απέναντι μεριά των συνόρων, για να αιφνιδιαστείς και να νομίσεις ότι καταλαβαίνεις. Κι ύστερα δειλά (δεν μου αρέσει να δείχνω αβεβαιότητα από την αρχή κιόλας) να προσθέσω ότι μέσα στη Γερμανία της δεκαετίας του πενήντα υπήρχαν κρατικά σύνορα· βλέπεις πόσο άβολη είναι η θέση αυτής της δεύτερης πρότασης δίπλα στην πρώτη.   
Είναι ο χρόνος που πια βαραίνει την επιλογή των Boehlich και Enzensberger να αλλάξουν τον τίτλο που αρχικά ο Johnson είχε επιλέξει για το μυθιστόρημα αυτό, και δεν μας αφήνει ανεπηρέαστους να επιλέξουμε ανάμεσα στους δύο, αλλά καλό θα ήταν να αναφερθεί και ο τίτλος που ο συγγραφέας οραματίστηκε, Περιγραφή μιας περιγραφής, γιατί δείχνει τον τρόπο με τον οποίο δούλεψε ο συγγραφέας αυτό το βιβλίο. Γιατί η βιογραφία κάποιου τι άλλο από μια περιγραφή του είναι άραγε; Και εδώ έχουμε την περιγραφή μιας βιογραφίας, την περιγραφή μιας περιγραφής, την περιγραφή ενός φαινομένου που ήταν συνηθισμένο στις σοσιαλιστικές χώρες του ανατολικού μπλοκ, εκείνο της αθλητικής βιογραφίας, της εν γένει  προώθησης του αθλητισμού ως δείγματος υπεροχής και προόδου. Άλλωστε και ο Άχιμ σε υπαρκτό πρόσωπο στηρίζεται εν πολλοίς.

Τα τετράδια του Στίλερ, στο σπουδαίο μυθιστόρημα του Φρις, δίνουν εδώ τη θέση τους σε μια σειρά ερωταποκρίσεων, που μοιάζουν πότε με συνέντευξη και πότε με ανάκριση. Ή, για να αναφερθούμε στην καθ' ημάς λογοτεχνία, τις κόλλες αναφοράς προς τον σύντροφο ανακριτή στο Κιβώτιο του Αλεξάνδρου. Αυτή η έκκεντρη φόρμα, που επιλέγει ο Johnson, ξετυλίγει την πλοκή του μυθιστορήματος, ενώ προσδίδει μια υποβόσκουσα αίσθηση αγωνίας, κυρίως στην απόπειρα του αναγνώστη να υποθέσει ποιος μπορεί να θέτει τις ερωτήσεις, υπό ποιες συνθήκες δόθηκαν οι απαντήσεις και αν ο Καρς ταυτίζεται εν τέλει με τον αφηγητή της ιστορίας αυτής. Παράλληλα με τη βιογραφία του Άχιμ, τη διαδικασία βιογράφησής του για την ακρίβεια, υπάρχει και αυτό το χαλαρό ερωτικό τρίγωνο να αιωρείται και να υπονοείται, τρίγωνο που ίσως κάπως να αποτελεί και έναν συμβολισμό.

Το τρίτο βιβλίο για τον Άχιμ είναι ένα βιβλίο στενού χώρου, καθώς, ενώ η πλοκή του διαδραματίζεται σε πλήθος εξωτερικών σημείων, η αφήγησή της μοιάζει να γίνεται σε ένα μικρό δωμάτιο. Ένα αίσθημα ασφυξίας διακατέχει τον αναγνώστη, καθώς ο πυρετός της αφήγησης, εντέχνως και υπογείως, διαρκώς ανεβαίνει. Και παρότι διάσπαρτα στο κείμενο υπάρχουν διάφορα κωμικά συμβάντα, στιγμές αφέλειας και φαινομενικής χαλάρωσης, είναι διάχυτο το αίσθημα πως κάποιος καταγράφει, κάποιος παρακολουθεί και σημειώνει, κάποιος περιμένει να ακούσει κάτι συγκεκριμένο. Η μη ονομασία των πραγμάτων, τα οποία ακόμα και ο πλέον αμύητος στη γερμανική ιστορία αναγνώστης γνωρίζει, επεκτείνει και εκτός βιβλίου την αίσθηση πως κάποιος παρακολουθεί, ενώ ταυτόχρονα δίνει έναν οικουμενικό χαρακτήρα στο μυθιστόρημα αυτό, καθώς ο εκτός Γερμανίας αναγνώστης μπορεί να κάνει τις δικές του αντιστοιχίες. Και είναι σημαντικό κάτι τέτοιο για ένα βιβλίο που θεωρείται χαρακτηριστικό παράδειγμα γερμανογερμανικής λογοτεχνίας. Αξίζει να διαβάσει κανείς τον Jonhson παρέα με τον Böll, για τον τρόπο με τον οποίο και οι δύο εντάσσουν οργανικά το ζητούμενο της μη λήθης, καθένας με τον δικό του τρόπο, καθένας από τη δική του σκοπιά. Ο λοξός τρόπος με τον οποίο ο Jonhson χρησιμοποιεί την πραγματικότητα για να τη μεταποιήσει σε λογοτεχνία μου θύμισε -κυρίως- την Ιστορία του γερασμένου παιδιού, αλλά και γενικότερα τα πρώτα βιβλία της Έρπενμπεκ.       

Το παράδοξο είναι πως αυτό πρόκειται για το μοναδικό βιβλίο του Johnson που κυκλοφορεί στα ελληνικά, κάτι το οποίο δυσκολεύομαι να εξηγήσω πού μπορεί να οφείλεται.


Μετάφραση: Τούλα Σιετή
Επίμετρο: Κώστας Καλφόπουλος
Εκδόσεις Ίνδικτος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου