Ημέρες καραντίνας. Πολλές απόψεις έχουν εκφραστεί για το ποια βιβλία είναι καταλληλότερα για μια οριακή περίοδο όπως αυτή. Δεν έχω σταθερή άποψη, έχω δοκιμάσει να υπάρξω στην ακτή κάθε μιας απ' αυτές. Κοίταζα τη βιβλιοθήκη με τα αδιάβαστα, αναζητούσα το επόμενο βιβλίο. Σε αυτή την περίοδο μια τέτοια επιλογή έχει άλλη βαρύτητα, κανένα περιθώριο για λάθος δεν υπάρχει. Γιατί την Υπεραιχμή; Ήθελα κάτι ακραία ρεαλιστικό, κάτι που να διαδραματίζεται στο απόλυτο τώρα, όσο και αν το τώρα τρομάζει εδώ και καιρό, όσο και αν το κάθε χτες με το κάθε σήμερα μοιάζουν τόσο μακρινά. Κάτι που να διαλέγεται με το χάος των οικονομικών όρων και των τεχνολογικών επιτευγμάτων χωρίς όμως να στερείται του χιούμορ και των αναφορών στην ποπ κουλτούρα. Και να μη ζέχνει σοβαροφάνεια και δηθενιά, αλλά να έχει στο κέντρο του τον άνθρωπο. Ήθελα να κλείσω και έναν παλιό λογαριασμό. Γι' αυτό την Υπεραιχμή.
Είναι η πρώτη μέρα της άνοιξης του 2001, και η Μαξίν Τάρνοου, αν και κάποιοι την έχουν ακόμα περασμένη στο σύστημά τους ως Λέφλερ, πηγαίνει τα αγόρια της στο σχολείο με τα πόδια. Εντάξει, μπορεί να έχουν περάσει πια την ηλικία όπου χρειάζονται συνοδεία, μπορεί η Μαξίν να μη θέλει να τα αφήσει ακόμα να είναι ανεξάρτητα, αλλά είναι μόλις δύο τετράγωνα, είναι στον δρόμο για τη δουλειά της, το απολαμβάνει, πού είναι λοιπόν το πρόβλημα;
Η Μαξίν Τάρνοου, πρώην Λέφλερ, είναι ερευνήτρια υποθέσεων απάτης, μια χωρισμένη μητέρα, που ζει με τα δυο της αγόρια στο Άνω Δυτικό Μανχάταν. Συνήθως αναλαμβάνει μικρές υποθέσεις, χωρίς ιδιαίτερο ενδιαφέρον, που όμως της επιτρέπουν να τα βγάζει πέρα. Την πρώτη εκείνη μέρα της άνοιξης του 2001, πηγαίνοντας προς το γραφείο της, δεν μπορεί να φανταστεί σε τι σκοτεινά και επικίνδυνα μονοπάτια θα την οδηγήσει η περιέργειά της να σκαλίσει τους λογαριασμούς μιας εταιρείας ασφάλειας υπολογιστών που, και ενώ έχει προηγηθεί το μεγάλο κραχ του χρηματιστηρίου των εταιριών πληροφορικής, αγοράζει μετά μανίας δίκτυα. Τα λογιστικά βιβλία όμως πάντα λένε την αλήθεια σε όσους ξέρουν να τα μελετούν, και αυτό είναι κάτι που η Μαξίν ξέρει να κάνει καλά. Όπως μπορεί να εύκολα να υποθέσει κανείς στην ιστορία δεν θα αργήσουν να παρεμβληθούν τα γεγονότα της 11ης Σεπτέμβρη. Στην έρευνά της θα συναντήσει, πότε ως συμμάχους και πότε ως εχθρούς, ένα πλήθος από χάκερ, προγραμματιστές, λογιστές, μπλόγκερ και επιχειρηματίες. Δεν θα καταφέρουν όλοι να βγουν ζωντανοί από αυτή την υπόθεση.
Έχουμε λοιπόν ένα μυθιστόρημα δράσης, με μια ιδιωτική ντετέκτιβ -ακόμα μία γυναίκα πρωταγωνίστρια σε ένα μυθιστόρημα του Πίντσον- που δεν μπορεί να αντισταθεί στην παρόρμησή της να σκαλίσει τα πράγματα. Ο Πίντσον χτίζει το μυθιστόρημά του γύρω από τους δύο βασικούς πυλώνες του σύγχρονου κόσμου, την οικονομία και την τεχνολογία, καθένας από τους δύο, για τους δικούς του λόγους, δυσπρόσιτος και ακατανόητος για την πλειοψηφία του πληθυσμού, με συνεχώς μεταβαλλόμενες παραμέτρους, κενά συστήματος και παραθυράκια νόμων. Εδώ εντοπίζεται το ρεαλιστικά ενημερωμένο στο σήμερα πιντσονικό σύμπαν. Οποιαδήποτε απόπειρα αποτύπωσης του κόσμου γύρω μας χωρίς την παρουσία της οικονομίας και της τεχνολογίας, και μάλιστα στον υψηλότερο βαθμό, στην υπεραιχμή τους δηλαδή, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Για να καταφέρει κανείς να εντάξει στην ιστορία του όμως υψηλής δυσκολίας ζητήματα, όπως αυτά, πρέπει πρωτίστως να τα έχει μελετήσει και κατανοήσει σε βάθος, αλλιώς το αποτέλεσμα θα είναι μια δύσμορφη καρικατούρα. Ο γεννημένος το 1936 Τόμας Πίντσον τα καταφέρνει περίφημα, κάνοντας επίδειξη της σύγχρονης εκδοχής ενός Homo Universalis. Ψηφιακοί κόσμοι, άβαταρ, εμβάσματα, δίκτυα, φοροαπαλλαγές, ξέπλυμα, ανοιχτοί κώδικες και τόσα άλλα συστατικά που χρησιμοποιεί για ένα -ας μην ξεχνάμε- ψυχαγωγικό κατά βάση μυθιστόρημα δράσης.
Φαντάζομαι πως αν κάποιος δεν έχει διαβάσει Πίντσον θα δυσκολεύεται να πιστέψει πως ένα από τα βασικά κριτήρια επιλογής ενός βιβλίου του είναι η ανάγκη για χιούμορ. Βλέπετε, δεν είναι λίγες οι θεωρίες φοβίας που κυκλοφορούν σχετικά με τον Πίντσον, και αυτές, σε συνδυασμό με μια παρερμηνευμένη συσχέτιση κωμικού και ελαφρού αναγνώσματος, είναι αρκετές για να θεριέψει ο σκεπτικισμός. Κι όμως, ο Πίντσον είναι ένας χαρισματικός και οξυδερκής σχολιαστής της πραγματικότητας, που -για να είμαστε ειλικρινείς- ολοένα και εμπλουτίζεται με νέες λαβές για να πιαστεί κανείς. Η σάτιρα απαιτεί μια πανοπτική αντίληψη των πραγμάτων, και ο Πίντσον τη διαθέτει. Και δεν θα ήταν ένα σύγχρονο και ρεαλιστικό βιβλίο αν δεν υπήρχαν οι
θεωρίες συνωμοσίας, αναβαθμισμένος όρος μετά της ενδεκάτη Σεπτεμβρίου,
που από τότε συνεχώς επεκτείνονται σε κάθε τομέα της καθημερινότητας, και
τελικά το μόνο που καταφέρνουν είναι να κάνουν να μοιάζουν πιο ικανοί
και έξυπνοι άνθρωποι που τυχαία και μέσα από συγκυρίες βρέθηκαν σε
συγκεκριμένες θέσεις. Το βιβλίο αυτό, όπως και κάθε βιβλίο του Πίντσον, είναι στη βάση του πολιτικό, και όχι μόνο σε ένα επίπεδο κριτικής, αλλά και σκεπτικισμού, και παραδοχής της ανθρώπινης αδυναμίας. Ο τότε δήμαρχος της Νέας Υόρκης Τζουλιάνι βρίσκεται συχνά πυκνά στο
στόχαστρο, παρέα με τη λοιπή πολιτική ηγεσία προεξέχοντος του υιού Μπους.
Το εύρημα με τον ιδιωτικό ερευνητή που χρησιμοποιεί την όσφρηση για να διαλευκάνει τις υποθέσεις του, μαζί με την παρομοίωση για τις φούστες των κοριτσιών που ήταν πιο κοντές και από τη μνήμη ενός χασικλή, θα μου μείνουν αξέχαστα, σε συνδυασμό πάντα με την ψυχεδελική εμπειρία της ανάγνωσης ενός ακόμα μυθιστορήματος του Πίντσον. Τα μυθιστορήματά του -ειδικά τα παλαιότερα- είναι απαιτητικά αναγνώσματα, κανείς δεν αμφισβητεί κάτι τέτοιο. Η Υπεραιχμή στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι ένα συμβατικό μυθιστόρημα δράσης, καθώς η μεταμοντέρνα αφήγηση, η παρουσία αρκετών χαρακτήρων και το εξειδικευμένο θέμα απαιτούν μια αυξημένη αναγνωστική προσήλωση. Πιστεύω πως το ζήτημα με τον Πίντσον είναι πως οι περισσότεροι υποψήφιοι αναγνώστες δεν περιμένουν να συναντήσουν πίσω από αυτές τις δυσκολίες ένα διασκεδαστικό μυθιστόρημα, ένα πραγματικά διασκεδαστικό μυθιστόρημα δράσης, με όλα τα απαραίτητα συστατικά, το οποίο αποζημιώνει τον αναγνώστη.
Ό,τι και να πει κανείς για τις μεταφράσεις του Γιώργου Κυριαζή θα είναι λίγο.
Μετάφραση Γιώργος Κυριαζής
Εκδόσεις Ψυχογιός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου