Ο Τσάρλι Σιτρίν, ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής αυτού του μυθιστορήματος του Μπέλοου, που επιτέλους μεταφράστηκε στα ελληνικά, ήρθε να προστεθεί στο πάνθεον των, νεότερων ή γηραιότερων, μεσήλικων αντρικών αντιηρώων που με έναν τρόπο μάλλον παράδοξο η αποτυχία τους με συγκινεί ιδιαίτερα, αποτελώντας μάλιστα τον πρόγονο του πλέον αγαπημένου μου όλων, του Φρανκ Μπάσκομπ από την καθοριστική για μένα τριλογία του Ρίτσαρντ Φορντ που αποτελείται από τα μυθιστορήματα Ο αθλητικογράφος, Ημέρα ανεξαρτησίας και Η χώρα, όπως είναι. Επίσης, τα Άδραξε τη μέρα και Χέρτσογκ του Μπέλοου είναι στη λίστα με τα πλέον απολαυστικά μυθιστορήματα που έχω διαβάσει.
Ο νεαρός Τσάρλι ζούσε κάπου στα μεσοδυτικά. Όταν διάβασε την ποιητική συλλογή του Χάμπολντ, δανείστηκε λεφτά και πήγε στη Νέα Υόρκη για να τον συναντήσει. Οι δυο τους ανέπτυξαν μια ιδιόρρυθμη φιλία. Τώρα, χρόνια μετά, ζει στο Σικάγο. Δεν είναι μια καλή περίοδος για τον Τσάρλι που κάποια στιγμή απόλαυσε τη δόξα και το χρήμα ως συγγραφέας· ένα δύσκολο διαζύγιο, οικονομικά προβλήματα, ερωμένες, δικηγόροι, μαφιόζοι, η έλλειψη έμπνευσης και νοηματοδότησης συνθέτουν μια αρκετά περίπλοκη καμπή πριν από την τελική ευθεία της ζωής. Ο θάνατος του Χάμπολντ έρχεται να προστεθεί σε όλα αυτά. Ο διαχειριστής της διαθήκης του ποιητή θα επικοινωνήσει μαζί του για να τον ενημερώσει πως το όνομά του αναφέρεται ανάμεσα στους έχοντες να λάβουν. Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η υπόθεση του μυθιστορήματος αυτού που κυκλοφόρησε ένα χρόνο πριν απονεμηθεί στον Μπέλοου το βραβείο Νόμπελ.
Ας ξεκινήσω από τα δεδομένα και γνωστά. Η πρόζα του Μπέλοου είναι ανάμεσα στις κορυφαίες στην ιστορία της αμερικανικής, και όχι μόνο, λογοτεχνίας. Οι αντρικοί του χαρακτήρες διακρίνονται για την ευκρίνεια στην αποτύπωση, έτσι όπως κινούνται στο όριο της καρικατούρας και της στερεοτυπίας, ενώ και η συγχρονία με την εποχή αναδεικνύει την οξυδέρκεια στην παρατήρηση. Το συχνά μαύρο χιούμορ είναι ακόμα κάτι που πρέπει να προστεθεί στις αρετές της γραφής του Αμερικανού συγγραφέα, που όπως τόσοι και τόσοι, μέσα από τη γραφή, βρήκε τον απαραίτητο χώρο να μιλήσει με τον τρόπο του για το αμερικανικό όνειρο. Αναφορά πρέπει επίσης να γίνει στην αναγνωστική πρόσληψη του συγγραφέα σήμερα, καθώς ανήκει στις παραδοσιακές εκδοχές της λευκής αντρικής λογοτεχνίας, με αποτέλεσμα για μεγάλο μέρος του αναγνωστικού κοινού οι σελίδες του έργου του να προστίθενται στο κόκκινο πανί μιας λογοτεχνίας που εγείρει αντιδράσεις για τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει τα πράγματα, όπως η προβληματική θέση της γυναίκας στο έργο του. Δεν θα είχα πολλά επιχειρήματα προς υπεράσπισή του απέναντι στις ενστάσεις και την εχθρική στάση μέρους του αναγνωστικού κοινού σε μια ιδιότυπη περίοδο πρόσληψης της λογοτεχνίας και επαναφοράς μιας ύποπτα απλοϊκής ταύτισης της κοινωνικοπολιτικής ιδεολογίας του συγγραφέα με τους πρωταγωνιστές των ιστοριών του. Όλο αυτό αποτελεί μια μεγάλη συζήτηση, μάλλον αδιέξοδη, με τα δύο μέρη να διαθέτουν το δικό του οπλοστάσιο επιχειρημάτων.
Έκανα κιόλας αναφορά στην οξυδερκή παρατήρηση της γύρω πραγματικότητας. Ο ιδιότυπος αυτός ρεαλισμός κρατάει το κλειδί της διαχρονικής πρόσληψης βιβλίων όπως αυτό. Ο κόσμος που περιγράφει ο Μπέλοου είναι ένας κόσμος πραγματικός, που μάλλον επικρατεί και σε ποσοστό. Μπορεί αυτό να είναι απογοητευτικό για όσους ελπίζουμε σε έναν καλύτερο κόσμο, εκεί όπου προνόμια όπως το χρήμα, το φύλο, η φυλή και η σεξουαλικότητα δεν θα διαθέτουν ικανό βάρος, ωστόσο αυτό αποτελεί μια άποψη κάπως ρομαντικά φιλόδοξη. Σίγουρα καθένας διαβάζει με βάση τα δικά του κριτήρια, κριτήρια που τα χρησιμοποιεί και στη λογοτεχνική του κρίση, ωστόσο, δυστυχώς, η πραγματικότητα είναι λιγότερο ή περισσότερο ζοφερή. Συγγραφείς όπως ο Μπέλοου δεν υπηρετούν μια άμεσα στρατευμένη λογοτεχνία, έστω και αν αυτή σε κάποιο επίπεδο προστίθεται στο ένα ή το άλλο στρατόπεδο. Αν και η συμπάθεια είναι καθοριστική για την πρόσληψη, δεν είναι αρκετή σε επίπεδο αξιολογικό. Ένας συμπαθής (αντι-)ήρωας με σωστές απόψεις δεν αρκεί για να προσδώσει ουσιαστική λογοτεχνική αξία στο έργο.
Η διάδοση της αυτομυθοπλασίας άνοιξε ακόμα μια πόρτα για την αλήθεια ως βασικό συστατικό της λογοτεχνίας, επηρεάζοντας και διαμορφώνοντας τη γενικότερη πρόσληψη αυτής. Έτσι, ο αναγνώστης που επιθυμεί να εντοπίσει κακώς κείμενα, θα βρει και θα τα αναδείξει. Ωστόσο, το ενδιαφέρον και η ταύτιση που ένα λογοτεχνικό έργο γεννά δεν έχει απευθείας συσχέτιση με την αξία ενός έργου και αυτό είναι κάτι που πρέπει άπαντες να το έχουμε διαρκώς στο μυαλό μας. Για να το πω απλά: καθένας μπορεί να ισχυριστεί πως δεν του αρέσει ή δεν τον ενδιαφέρει το λογοτεχνικό σύμπαν ενός συγγραφέα, όπως ο Μπέλοου στην προκειμένη περίπτωση, αλλά αυτό, καλώς ή κακώς, σε καμία περίπτωση δεν επιδρά στη σημασία και την επιρροή του στο λογοτεχνικό νήμα.
Επιστρέφοντας στο μυθιστόρημα και τις αρετές του, οφείλει κανείς να σταθεί στη μαεστρία με την οποία ο Μπέλοου διαχειρίζεται τον χρόνο. Ο Τσάρλι, αδύναμος στη γοητεία του υπό διαμόρφωση new age, καταφεύγει συχνά πυκνά σε έναν προσωπικά δομημένο διαλογισμό που του επιτρέπει να πάρει απόσταση από την σκληρή όψη της πραγματικότητας. Και είναι αυτό το μικρό εύρημα που από τη μία αποτυπώνει μια γενικότερη νέα τάση καθώς η ανατολή πλησιάζει τον δυτικό, ορθολογικής σύνθεσης, τρόπο διαχείρισης και αντιμετώπισης της καθημερινότητας, ενώ ταυτόχρονα λειτουργεί θαυμάσια ως εύρημα, καθώς επιτρέπει τις διαρκείς αναλήψεις του αφηγητή από το παρελθόν του, οι οποίες έρχονται να συμπληρώσουν και να εξηγήσουν το αφηγηματικό παρόν. Έτσι, αυτό το χρονικό μπρος πίσω λειτουργεί θαυμάσια και διόλου δεν ξενίζει τον αναγνώστη. Το δώρο του Χάμπολντ αποτελεί επίσης και ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο φιλτράρεται και αξιοποιείται διαχρονικά η κεντροευρωπαϊκή κυρίως λογοτεχνία στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, πώς η αφηγηματική ικανότητα και η μαξιμαλιστική φιλοδοξία συναντούνται με μια λογοτεχνία πιο εσωστρεφή, πώς παραλαμβάνουν τη σκυτάλη οι Αμερικανοί συγγραφείς και πού την οδηγούν. Υπάρχουν μέρη του βιβλίου στα οποία ο Ευρωπαίος αναγνώστης δύναται να ξεχάσει προσωρινά την καταγωγή του συγγραφέα, πιστεύοντας πως διαβάζει κάτι πιο κοντινό στη δική του πραγματικότητα. Και αυτό είναι κάτι που καθιστά πιο οικουμενικό ένα μυθιστόρημα αρκετά αμερικανικό στον πυρήνα του.
Παρά το μέγεθός του, Το δώρο του Χάμπολντ δεν κάνει κοιλιά και αυτό από μόνο του είναι εντυπωσιακό. Ο Μπέλοου, δια φωνής Τσάρλι, πετυχαίνει να παραδώσει ένα μυθιστόρημα σταθμό, επιβεβαιώνοντας για ακόμα μια φορά τη σημασία της λογοτεχνίας του για την αμερικανική και όχι μόνο ιστορία της λογοτεχνίας, δικαιολογώντας στα καθ' ημάς την ένταξη του έργου στη σειρά Orbis Literæ των εκδόσεων Gutenberg, ως ένα μυθιστόρημα ήδη κλασικό. Η έκδοση περιλαμβάνει και μια ιδιαιτέρως διαφωτιστική εισαγωγή από τον Τζέφρυ Ευγενίδης, η οποία ωστόσο καλό θα ήταν να ακολουθήσει την ανάγνωση. Η μετάφραση έχει την πάντοτε αξιόπιστη υπογραφή της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου.
υγ. Σύνδεσμοι για παλιότερες αναρτήσεις σχετικές με άλλα μυθιστορήματα του Μπέλοου θα βρείτε: εδώ για το Χέρτσογκ, εδώ για το Ένας ανήσυχος Δεκέμβρης, εδώ για την Κλοπή και εδώ για το Οι αναμνήσεις του Μόσμπυ. Για την τριλογία του Φορντ, εδώ για τον Αθλητικογράφο, εδώ για το Η χώρα, όπως είναι και εδώ για την Ημέρα ανεξαρτησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου