Τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότεροι εκδοτικοί οίκοι, νεοσύστατοι ή παλαιότεροι, στρέφονται και επενδύουν στην καλή λογοτεχνία, σύγχρονη και κλασική. Οι εκδόσεις Αλεξάνδρεια αποφάσισαν να εμπλουτίσουν τον κατάλογό τους με ένα πολλά υποσχόμενο εκδοτικό πρόγραμμα μεταφρασμένης λογοτεχνίας, κυκλοφορώντας πρόσφατα τέσσερις τίτλους και ανακοινώνοντας κάμποσους ακόμα για το εγγύς μέλλον. Μεταξύ των βιβλίων που κυκλοφόρησαν, το τελευταίο μυθιστόρημα του Μάικλ Κάνινγκαμ (γνωστού από το μυθιστόρημα Οι ώρες), Μέρα, σε μετάφραση Παναγιώτη Κεχαγιά.
Το μυθιστόρημα αποτελείται από τρία μέρη, διαδραματίζεται το πρωί, το μεσημέρι και το βράδυ της πέμπτης Απριλίου σε διάστημα τριών ετών, αρχής γενομένης το 2019. Τέσσερις ενήλικες, τρεις ανήλικοι και μια φανταστική ψηφιακή περσόνα πρωταγωνιστούν. Το κυρίως σκηνικό είναι η Νέα Υόρκη, η επαρχία της πολιτείας και η εξωτικά αποκομμένη Ισλανδία. Τα πρόσωπα του μυθιστορήματος χαρακτηρίζονται από μια αληθοφανή ανθρωπινότητα, τίποτα το ιδιαίτερο ή το εξωφρενικό δεν σημαδεύει τη ζωή τους, μόνο όνειρα, διαψεύσεις, απομάγευση, απωθημένα και φόβος, μια συνθήκη οικεία στον αναγνώστη.
Σε μια εποχή κατά την οποία ολοένα και περισσότεροι δημιουργοί εναποθέτουν την πρόζα τους σε μια συνθήκη εξαίρεσης, γυρεύοντας καταφύγιο στην πρωτοτυπία, ο Κάνινγκαμ δεν δελεάζεται από το ρεύμα αυτό, αλλά κινείται αντίθετα, καταφεύγει σε μια συνταγή κλασική. Εκκινά από τα πρόσωπα, τις ιδιαιτερότητες και τον χαρακτήρα τους, έτσι, όσα συμβαίνουν και αντιμετωπίζουν πηγάζουν και ρέουν αβίαστα.
Η γονεϊκότητα, η ενηλικίωση, η κόπωση, η επαγγελματική φιλοδοξία, η ανάγκη για συντροφικότητα παράλληλα με τη διασφάλιση της ατομικότητας, ο έρωτας, το πένθος, οι υποσχέσεις και η δέσμευση σε αυτές, οι άλλοι, η ενοχή, η αμφιβολία, το βάρος της ύπαρξης, η ματαιότητα, ο φόβος της απώλειας, αλλά και, το κέντρο της πόλης, τα ενοίκια, η ψηφιακή εγγύτητα, οι συνθήκες εξαίρεσης που αποκτούν χαρακτηριστικά κανόνα, η ιλιγγιώδης ταχύτητα με την οποία ο κόσμος μεταβάλλεται, η ολοένα και μεγαλύτερη ανάγκη για καταφυγή στα μπούνκερ του παρελθόντος της παιδικής ή της νεανικής ηλικίας, το χάσμα των γενεών, ο ολοένα και αυξανόμενος θόρυβος, η πλημμύρα από πληροφορίες και γεγονότα, η διαρκής συνθήκη προσαρμογής, ένα καρότο μπροστά στα μάτια μας, με λίγα λόγια: ο κόσμος μας.
Σκιαγραφώντας με λεπτομέρεια, που υπάρχει ακόμα και αν δεν επισημαίνεται, τα πρόσωπα της πλοκής, ο Κάνινγκαμ πετυχαίνει να συμπεριλάβει ένα μεγάλο μέρος του δυτικού κόσμου, ικανοποιώντας την πρωταρχική συνθήκη της τέχνης της μεγάλης φόρμας, παρότι το μυθιστόρημά του δεν πάσχει από αχρείαστο βερμπαλισμό και δεν υποκύπτει στη συνήθη νόσο της απόπειρας συγγραφής ενός μεγάλου αμερικανικού μυθιστορήματος, όπως τόσοι και τόσοι ομότεχνοί του.
Αν θα μπορούσε κανείς να ξεχωρίσει μία και μόνη αρετή σ' αυτό το καλό μυθιστόρημα, τότε εκείνη μάλλον θα ήταν η ωριμότητα του συγγραφέα, ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται το υλικό του κατά την προώθηση της πλοκής. Η απλότητα είναι επίσης μια αρετή, συχνά παρεξηγημένη, θύμα σύγχυσης με την απλοϊκότητα, απόρροια εδώ της διαύγειας με την οποία ο Κάνινγκαμ αντιμετωπίζει μέσα από τα πρόσωπα τις δυσκολίες της ζωής, γεγονός που προσδίδει την απαραίτητη συγχρονία στη Μέρα.
Παρά τη συναισθηματική απόσταση που ορθώς διατηρεί ο παντογνώστης αφηγητής από τα πρόσωπα, μια γλυκύτητα με τη μορφή της κατανόησης υπάρχει διάχυτη στο μυθιστόρημα, γιατί δεν αρκεί να διακρίνονται τα πρόσωπα για την ανθρωπινότητά τους, το ίδιο οφείλει να χαρακτηρίζει και τον αφηγητή, κατ' επέκταση και τον συγγραφέα, όταν επιχειρεί να καταγράψει την απόπειρα ύπαρξης εντός ενός πλαισίου φρικώδους, κυρίως γιατί δεν προσφέρει απαντήσεις παρά θέτει διαρκώς νέες προκλήσεις και ερωτήματα, κόσμου.
Η Μέρα είναι ένα γλυκό, αλλά όχι γλυκερό, απλό, αλλά όχι απλοϊκό, μυθιστόρημα, χωρίς την ανάγκη για στείρο εντυπωσιασμό, για άχρηστα ευρήματα και επίφοβης στατικότητας υπερβολές. Είναι αυτό που είναι και δεν έχει ανάγκη να εκβιάσει, να καμωθεί κάτι άλλο. Η καλή λογοτεχνία, ακόμα, διαθέτει μια όμορφη αυτάρκεια, ανακουφιστική.
(το παρόν κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών)

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου