Πέμπτη 28 Μαΐου 2015

Η Αλμπέρτα βρίσκει καινούριο εραστή - Birgit Vanderbeke




Η πρώτη γνωριμία με την Βάντερμπέκε τυχαία, απόρροια μιας κοπιαστικής μετακόμισης, που περιελάμβανε κυρίως βιβλία και την απαραίτητη διάθεση για ξεκαθάρισμα, το Δείπνο με μύδια δεν θα έβρισκε καταφύγιο στα ανοιχτά χαρτόκουτα, διαφόρων μεγεθών και χρωμάτων, μαζί με τα υπόλοιπα, που τη στιγμή της κρίσης τοποθετούνταν στα δεξιά του διαλογέα, αλλά στα αριστερά, εκεί που βρισκόταν μια επιφάνεια γραφείου σκονισμένη και μάλλον ετοιμόρροπη, μαζεύτηκαν αρκετά ακόμα "ανεπιθύμητα"· στο τέλος εκείνος είπε: διαλέξτε όποια θέλετε. Έτσι διάβασα το Δείπνο με μύδια. Είναι σημαντικό ενίοτε να παραθέτει κανείς στοιχεία βιογραφικά, συνήθως αδιάφορα και μόνο ποσοτικά χρήσιμα όταν οι λέξεις γίνονται αυτοσκοπός, εδώ όμως χρήσιμα για τον αφορισμό που σκοπεύω να παραθέσω: είναι πολύ του γούστου μου τελικά οι γερμανόφωνες συγγραφείς, οι προερχόμενες από την ανατολική πραγματικότητα, ενσωματωμένες στη δυτική -ή ενιαία αν προτιμάτε-, κάθε μία με τα δικά της βιώματα και δυσκολίες. Η Βάντερμπέκε γεννήθηκε το 1956 στην Aνατολικογερμανική πόλη Dahme. Η πρώτη γνωριμία μού έσφιξε το στομάχι, με πόνεσε. Ύστερα ο πόνος υποχώρησε και διέκρινα την παραβολή, με ένα σμπάρο δύο τρυγόνια, η οικογένεια και η ιστορία. Αντίστοιχα είχα νιώσει όταν γνώρισα την Έρπενμπεκ και μου διηγήθηκε την Ιστορία του γερασμένου παιδιού. Η Τζέννυ Έρπενμπεκ γεννήθηκε το 1967 στο Ανατολικό Βερολίνο. Υπάρχουν ακόμα μερικές κυρίες που συνθέτουν αυτή την ειδική κατηγορία λογοτεχνικού ενδιαφέροντος, ας αναφέρω ακόμα τη Χέρτα Μύλερ και ας σταματήσω εδώ.

Η δεύτερη συνάντηση τυχαία επίσης, απόρροια του ενεργοποιημένου φίλτρου αναζήτησης σε υπαίθριες αγορές και παλαιοβιβλιοπωλεία. Δεν ξέρω αν θα ονόμαζα μυθιστορήματα, όπως ο εκδοτικός οίκος της, ή νουβέλες τα ολιγοσέλιδα έργα της, δεν έχει και σημασία μάλλον, απλώς το σκέφτηκα τώρα, κρατώντας το Αρκετά Καλά στα χέρια μου, λίγο πριν το ξεφυλλίσω ξανά, διαβάζοντας τυχαία αποσπάσματα, η επιρροή του Μπέρνχαρντ πιο εμφανής από ποτέ, όχι μόνο στυλιστικά αλλά και ως προς την πικρή χολή απέναντι στην ανθρώπινη αναπαραγωγή, για την οποία άπαντες είναι πλασμένοι και προορισμένοι, νιώθοντας άνετα στον καινούριο τους ρόλο, συζητώντας ολημερίς για τις θυσίες και τα χαμένα όνειρα, προβάλλοντας τον εαυτό τους, τα κόμπλεξ και τα απωθημένα τους δηλαδή, αν και εκείνοι τα ονομάζουν όνειρα και φιλοδοξίες, στα τέκνα τους. Αρκετά καλά. Όχι.

Λίγο προ της Αναλήψεως το σκάσαμε.
Στα τέλη Μαρτίου είχαμε ανακαλύψει πως αγαπιόμαστε, πως αγαπιόμασταν ήδη μια ζωή, από την αρχή μέχρι και τη Δευτέρα Παρουσία.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που κάναμε αυτή την ανακάλυψη, βασικά την κάνουμε κάθε τρία ή τέσσερα χρόνια, αυτό όμως που κάνουμε στη συνέχεια είναι πολύ κουραστικό και οι ζημιές που προκαλεί είναι τεράστιες, και μετά από λίγο δεν είμαστε πάλι καθόλου σίγουροι πως αγαπιόμασταν από πάντα και θεωρούσαμε πως ήταν το πιο μοιραίο λάθος της ζωής μας να πιστέψουμε πως θα ήταν δυνατόν να βρισκόμαστε έστω και για πέντε λεπτά και οι δυο στον ίδιο χώρο ταυτόχρονα, χωρίς να κινδυνεύει ο ένας από τον άλλο, χωρίς να συμβεί κάποια συμφορά.
Κάθε τρία ή τέσσερα χρόνια κάνουμε αυτή την ανακάλυψη, λέμε: αυτός/αυτή είναι· ανακάλυψη που διαρκεί ελάχιστα, σε σύγκριση τουλάχιστον με το διάστημα μίσους που ακολουθεί. Κάποια στιγμή προχωρά κανείς σε συμβιβασμό, με τον εαυτό του, όχι ιδιαίτερα έντιμο αλλά συνθήκη ικανή να προσδώσει μια κανονικότητα, μιμητική και σύμφωνη με τα κοινά βιώματα: συμβιβασμός, δεσμός, απόγονοι κ.τ.λ. κ.τ.λ. Και είναι πάλι αυτό, η οικογένεια, που στον πυρήνα της ιστορίας απασχολεί την Βάντερμπέκε, αυτή είναι η εμμονή της, αν και σε αυτό το βιβλίο φαίνεται να βάζει περισσότερο μέσα τον ίδιο της τον εαυτό, μέσα από την αφηγήτρια-συγγραφέα, που γράφει την ιστορία της Αλμπέρτα, αρχικώς ένα απλό διήγημα στο διάλειμμα των μητρικών καθηκόντων και του μεταφραστικού έργου της, στη συνέχεια η ιστορία αρχίζει να μεγαλώνει, γεγονός στο οποίο συμβάλλει και εκείνος, ο άντρας της, που σε ανύποπτες στιγμές, έτσι ξαφνικά, ρωτάει: τι κάνει η Αλμπέρτα; Ο άντρας της δουλεύει στην πόλη και έρχεται τα σαββατοκύριακα στο χωριό, εκεί που ζουν η γυναίκα του με το παιδί του, στο σπίτι των γονιών του, εργένης όλη την εβδομάδα και οικογενειάρχης το σαββατοκύριακο, αν δεν προκύψει κάποια υποχρέωση.

Και είναι η σκιά της Μπάχμαν παρούσα, μια επιρροή γόνιμη, εδώ πιο ευδιάκριτη από ό,τι στα υπόλοιπα έργα της, αυτή η συναισθηματική εγκεφαλική γραφή, η αδιαπραγμάτευτη επιμονή στη δομή και το ύφος, ένα αποτέλεσμα τεχνικά άρτιο, δίχως καμία έκπτωση στο συναίσθημα, επίτευγμα φοβερό. Είναι, η Βάντερμπέκε, μια συγγραφέας τόσο εύστοχη, ναι, εύστοχη, αυτό είναι το επίθετο που αναζητούσα, είναι και ενδιαφέρουσα, και σημαντική, και σπουδαία, αλλά είναι, πρώτα και κύρια, εύστοχη, κατορθώνοντας να πει αυτό που θέλει, όπως το θέλει, δίχως να χρειαστεί να φωνάζει άναρθρα ή να κουνάει τα χέρια για να τραβήξει την προσοχή, έχει μια ιστορία να διηγηθεί και την διηγείται.       


Μετάφραση Λένα Σακαλή
Εκδόσεις Μελάνι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου