Για τον Λε Τελιέ η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, ένα παιχνίδι μαγικό, μια παρτίδα πόκερ μεταξύ δύο ταχυδακτυλουργών, εκεί που τα κόλπα όχι μόνο επιτρέπονται αλλά επιβάλλονται. Όμως, όπως όλοι όσοι αγαπούν πραγματικά το παιχνίδι, έτσι και ο Γάλλος συγγραφέας προσεγγίζει τη λογοτεχνία με την απαραίτητη σοβαρότητα, με τα χαρτιά του ανοιχτά και τον άσσο στο χέρι, όχι για να ξεγελάσουν, αλλά για να προσδώσουν την απαραίτητη μαγεία, που τόσο λείπει.
Όταν βρέθηκε δίπλα στον Αντόνιο μέσα στο λαδί ταξί που θα τους οδηγούσε στο κέντρο της Λισαβόνας, ο Βενσάν αντίκρισε τον ήρωα ενός μυθιστορήματος, αργότερα εκείνο το βράδυ πήρε την απόφαση να το γράψει.
Μπορεί κανείς να υποπτευθεί ένα κόλπο, κάποιο φτηνό συγγραφικό τερτίπι, αλλά θα κάνει λάθος: ο Αντόνιο Φλόρες δεν ήταν σίγουρα κανένα εξαιρετικό άτομο, συναρπαστικό, με μια λέξη μυθιστορηματικό.Ο Βενσάν, αφηγητής και ήρωας της ιστορίας μας, εγκατέλειψε το Παρίσι ύστερα από μια παρατεταμένη ερωτική απογοήτευση, και κατέφυγε στη Λισαβόνα, αναζητώντας μια νέα αρχή, εκεί στην άκρη της ευρωπαϊκής ηπείρου, με την αύρα των θαλασσοπόρων παρούσα. Η δίκη ενός serial killer στρέφει το ενδιαφέρον του διεθνούς τύπου στην πορτογαλική πρωτεύουσα· ο Αντόνιο, φωτογράφος στην παριζιάνικη εφημερίδα για την οποία δουλεύει ως ανταποκριτής και ο Βενσάν επιστρέφει μετά από χρόνια στη Λισαβόνα, την οποία εγκατέλειψε αναζητώντας μια καινούρια αρχή, όταν η εφηβική σχέση του με την Πάτα διαλύθηκε εξαιτίας μιας πρόωρης εγκυμοσύνης. Ο Βενσάν θα αναζητήσει την Πάτα με μια επιμονή δύσκολα κατανοητή και εξηγήσιμη.
Η πραγματικότητα και ο μύθος περιπλέκονται και επικαλύπτονται, αφήνοντας όρια δυσδιάκριτα και συγκεχυμένα, σε έναν ρυθμό καταιγιστικό, μην αφήνοντας στιγμή στον αναγνώστη το περιθώριο να αναρωτηθεί: ψέμα ή αλήθεια; Η φαντασία του Λε Τελιέ αναζωπυρώνεται διαρκώς, μια απλή υποψία σπίθας αρκεί, και η ιστορία παίρνει άλλη κατεύθυνση, ένα ελάχιστο στοιχείο αποκτά ξαφνικά κομβική σημασία για την εξέλιξη της πλοκής. Ο συγγραφέας δεν αποκλείει τον εαυτό του από το παιχνίδι, επισημαίνοντας σε κάθε ευκαιρία τη σχέση του με τον αφηγητή Βενσάν, καθώς τα υπό μετάφραση αποσπάσματα από το έργο του Μοντεστρέλα, Υδατώδεις Ιστορίες, παρεμβάλλονται και η Λισαβόνα του Πεσσόα και του Ταμπούκι αποτελεί το πλέον κατάλληλο σκηνικό, για να στήσει κανείς μια ιστορία αναζήτησης ταυτότητας.
Είχα μεγαλύτερη περιέργεια για τη ζωή παρά για το γραφτά του Μοντεστρέλα, θαρρείς και η ζωή του αναψηλαφούσε τη δική μου. Αν πλάκωνε καμιά δικτατορία, άραγε θα εξοριζόμουν κι εγώ, όπως αυτός, όπως ο Τσβάιχ, παρά να σκύψω το κεφάλι μου στη βαρβαρότητα; Υπάρχει πολλή εντιμότητα στο να μην ντρέπεσαι που φοβάσαι, στο να γνωρίζεις τον εαυτό σου τόσο καλά ώστε να προτιμήσεις ν' αποφύγεις την προβλέψιμη υποταγή σου, εξίσου απεχθή με τη βία του τυράννου που την υπαγορεύει.Στιλίστας και παιχνιδιάρης, ο Λε Τελιέ υπογράφει ένα ακόμα κομψοτέχνημα, αντάξιο των προσδοκιών των θαυμαστών του, ταυτόχρονα όμως ικανό να προσελκύσει νέους αναγνώστες, που θα αναζητήσουν, όχι μόνο τα υπόλοιπά έργα του Γάλλου συγγραφέα -όλα σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη- αλλά και τη λογοτεχνία του OuLiPo (Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας).
Η Λισαβόνα απέκτησε ακόμα ένα λογοτεχνικό έργο, έναν φόρο τιμής από κάποιον μη Πορτογάλλο, που γοητεύτηκε από τη μυρωδιά του ωκεανού.
(Πρωτοδημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)
υ.γ. Εδώ μπορείτε να βρείτε παλιότερες αναρτήσεις σχετικά με τα (επίσης υπέροχα και παιχνιδιάρικα) μυθιστορήματα του Λε Τελιέ Ο κλέφτης της νοσταλγίας και Αρκετά μιλήσαμε για αγάπη.
Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις opera
Φαίνεται πολύ ενδιαφέρον.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτά τα παιχνίδια είναι της μόδας κι όταν δεν καταντάνε απλώς ..κολπάκια έχουν μια ιδιαίτερη γοητεία.
Είναι και γλωσσικά καλογραμμένο;
Π.Φ.
Αγαπητέ Πατριάρχη, εμένα ο Λε Τελιέ μου ταιριάζει σε πολλά επίπεδα, ένα από τα οποία είναι και το γλωσσικό, το οποίο η μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη αναδεικνύει στην ελληνική. Περιμένω τη γνώμη σου.
ΔιαγραφήΉταν πολύ ενδιαφέρον βιβλίο!
ΑπάντησηΔιαγραφή