Ι
Μέχρι να ελευθερωθεί από τα
χείλη σου η φράση και ο ορίζοντας να
φανερωθεί ξανά, σκεφτόμουν τον Καμύ,
την αγωνία που κρύβουν οι στροφές μιας
βραχώδους ακτογραμμής λίγο πριν το
σούρουπο, τώρα που μεγάλωσα και σχεδόν
νοστάλγησα τη ναυτία που με κυρίευε
παιδί, στα ταξίδια με το αμάξι ξαπλωμένο
στο πίσω κάθισμα. Η στροφή αυτή κρύβει
ένα ποίημα, είπες, και εγώ γύρισα να σε
κοιτάξω, αφού πρώτη φορά άκουγα μια
φράση όπως αυτή. Είπες ακόμα πως ο χρόνος
κρατάει τις απαντήσεις και είχε μια
ανέμελη σιγουριά η φωνή σου, αν θυμάμαι
καλά, συνέχισα να οδηγώ σιωπηλός. Στο
τέλος της διαδρομής ο απάνεμος κόλπος,
γεμάτος προσδοκίες, μας περίμενε.
ΙΙ
Αναρωτιέμαι πώς θα ήταν ένα
ποίημα για το πλοίο που διασχίζει τον
ορίζοντα του μικρού αυτού κόλπου των
βράχων, των δέντρων και των θερινών
ενοίκων, κάθε μέρα στις τέσσερις και
δύο, με μια ακρίβεια ανησυχαστική πλέον,
και σηκώνει κύμα, που φτάνει στην άμαθη
ακτή, όταν εκείνο έχει πια χαθεί, έχοντας
σκορπίσει πίσω του υποσχέσεις για κάποιο
επόμενο λιμάνι. Ησυχία τότε επικρατεί,
μέχρι που κάποιος τολμηρός τραβάει την
πετσέτα πιο χαμηλά. Ίσως αρκούσε να πω
πως το πλοίο αυτό, που διασχίζει τον
ορίζοντα του μικρού αυτού κόλπου, σου
μοιάζει, το κύμα και οι υποσχέσεις
επίσης.
εξαιρετικό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή αντάμωση! (έστω και μέσα από το ιστολόγιο)
ΑπάντησηΔιαγραφήΒασίληςΝ