Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2025

Φαπ - Jim Dodge

Μια ξεχωριστή θέση στην αναγνωστική μου καρδιά έχουν τα βιβλία εκείνα που λόγω μεγέθους μου κάνουν παρέα κάτι κυριακάτικα πρωινά, τότε συνήθως απλώνεται μπροστά μου ένα διάστημα κατάλληλο για απερίσπαστη ανάγνωση και το μέγεθος τους επιτρέπει μια ανάγνωση χωρίς αναβολές για το επόμενο χρονικό κενό, μια ενιαία εμπειρία, μια και έξω. Η ποσότητα είναι κάτι που εύκολα μπορεί με ασφάλεια να υπολογιστεί, η ποιότητα, ωστόσο, μένει να αποδειχτεί και να καθορίσει το σύνολο της εμπειρίας.

Μια από τις ισχυρότερες παρανοήσεις, πηγή διαξιφισμών και παρεξηγήσεων, είναι η διάκριση μεταξύ απλότητας και απλοϊκότητας. Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα, λόγω του βραβείου Νόμπελ, αποτελεί η περίπτωση της Ανί Ερνό. Γράφει πολύ απλά, λένε οι διαφωνούντες ως προς τη λογοτεχνική αξία του έργου της· λες και αυτό είναι κάτι απλό, απαντούν με διάθεση για παιχνίδι με τις λέξεις οι απέναντι. Αγαπάμε λυσσαλέα την απλότητα στη γραφή, όσο και αν η αδρεναλίνη που εκ της συγγραφικής φιλοδοξίας πηγάζει μας γοητεύει.

Το Φαπ, με το πανέμορφο εξώφυλλο, αυτόματα με την κυκλοφορία του πήρε θέση ανάμεσα στα υποψήφια για ανάγνωση κάποιου χειμερινού πια κυριακάτικου πρωινού. Λόγω μεγέθους. Συγκεκριμένες, πόσο μάλλον υψηλές, λογοτεχνικές προσδοκίες δεν είχα, αλλά κανείς δεν επιθυμεί να προσθέσει μια ακόμα απογοήτευση σε μια μέρα όπως η Κυριακή και μάλιστα στην έναρξή της. Ο χωροχρόνος σκιαγραφεί τον αναγνωστικό ορίζοντα. Τι και αν ήταν τελικά ένα βράδυ μιας κουρασμένης Παρασκευής; Καμία σημασία δεν έχει, η ανάγκη ήταν συγκεκριμένη και παρούσα.

Μετά από μια σύντομη αναδρομή στη βιογραφία παππού και εγγονού, ο Ντοτζ μας αφηγείται με απλότητα μια όμορφη, γλυκόπικρη παρότι φαινομενικά μόνο γλυκιά, ιστορία, με μια διάθεση αρκετά παιγνιώδη, που ωστόσο έχει ρίζες και κάτω από την ορατή επιφάνεια. Ο παππούς με τη ροπή στον τζόγο, που ένας Ινδιάνος του έδωσε κάποτε τη συνταγή για ένα ουίσκι με σχεδόν απόλυτη περιεκτικότητα σε αλκοόλ και εκείνος το μεταλαμβάνει καθημερινά σε ικανή ποσότητα, θα ανοίξει τις πόρτες για τον ορφανό εγγονό του, με τη μανία του να σχεδιάζει και να κατασκευάζει φράχτες. Μια πάπια, που έσωσαν από βέβαιο θάνατο, θα προστεθεί στα μέλη αυτού του σπιτικού.

Από τις πρώτες σελίδες κιόλας θυμήθηκα το τελευταίο μυθοπλαστικό έργο του Τομ Ρόμπινς, Μπι όπως μπίρα.

Σύντομη παρέκβαση που ωστόσο θα με φέρει πίσω στο βιβλίο του Ντοτζ. Για χρόνια πίστευα πως τα βιβλία του Ρόμπινς είναι αστεία, συναισθηματική αφέλεια και περιορισμένη γνώση του τριγύρω ζόφου, η ασφάλεια της παιδικής ηλικίας. Λίγο πριν την αναγνωστική μου ενηλικίωση, ξαφνικά και χωρίς πρότερη συνειδητή επεξεργασία, συνειδητοποίησα πως το κωμικό ήταν απλώς ένα πέπλο, ένας παραμορφωτικός φακός της πραγματικότητας, ένα απαραίτητο δεκανίκι για την περιδιάβαση του κόσμου, μια ζώνη προστασίας από την πτώση στο πηγάδι της απελπισίας. Θα έβαζα και τον Βόνεγκατ σε αυτή την κατηγορία, αλλά εκείνος είχε έγκαιρα κάνει δήλωση προθέσεων κυκλοφορώντας το Σφαγείο νούμερο πέντε. Τέλος παρέκβασης.

Η πεποίθηση πως σημασία έχει ο τρόπος που κανείς αφηγείται μια ιστορία είναι τόσο κλισέ που αποτελεί μια απόλυτη αλήθεια, ίσως τη μόνη χωρίς εξαιρέσεις, όχι μόνο γιατί οι ιστορίες έχουν στο σύνολό τους ειπωθεί ξανά και ξανά στη ροή του ποταμού, αλλά γιατί επιβεβαιώνεται ξανά και ξανά μέσα από βιβλία όπως το Φαπ. Πριν συνεχίσετε την ανάγνωση, αναλογιστείτε για μια στιγμή την παρουσία του The Straight story στη φιλμογραφία του Ντέιβιντ Λιντς.

Επιστροφή στο Φαπ και μετράμε κινδύνους: η αναχωρητική λογοτεχνία που δεν συνομιλεί με τον τριγύρω κόσμο, αλλά και η ρεαλιστική, το μάλλον αντίθετό της, που εγκλωβίζεται σε αυτόν και στερείται λογοτεχνικότητας. Ο Ντοτζ πατάει και στις δύο πλευρές, παρότι ίσως ο αναγνώστης διακρίνει, μπουχτισμένος από φρίκη, μόνο την πρώτη, ο ρεαλισμός παραμένει εν πολλοίς καμουφλαρισμένος πίσω από στρώσεις μιας φαινομενικής και σίγουρα εκτός κλίματος αφέλειας. Μετράμε ακόμα: τον διδακτισμό, το δάκτυλο που δείχνει, πρόσφορο έδαφος στη σχέση ενός ηλικιωμένου με ένα παιδί. Άμεση απόρροια: η σοβαροφάνεια, να πάρουν στα σοβαρά ο συγγραφέας, ο αφηγητής και οι χαρακτήρες τον εαυτό τους. Ακόμα έναν: τη διάθεση για παραβολικότητα με κρυμμένα μηνύματα. Αλλά και: τον εγκλωβισμό στο αστείο. Μετρήσαμε ήδη: την απλοϊκότητα.

Αλεξικέραυνο που συνήθως κρατά μακριά τους παραπάνω κινδύνους: το παιχνίδι, όπως το αντιλαμβάνονται τα παιδιά. Έτσι γράφει ο Ντοτζ, όπως τα παιδιά παίζουν.

Οι συγγραφικές προθέσεις, έστω και με την πιθανότητα υποκειμενικής και άστοχης διάκρισής τους, η ικανοποίηση ή όχι αυτών, αποτελούν ένα κριτήριο πρόσληψης και κρίσης του εκάστοτε βιβλίου. Ο Ντοτζ μοιάζει να θριαμβεύει σε αυτό, έχοντας, κατά την κρίση μου πάντα, γράψει το βιβλίο που ήθελε να γράψει, το βιβλίο που από τις πρώτες κιόλας σελίδες έδειξε πως θέλει να γράψει. Πάμε ένα κλισέ, δεύτερη φορά στο ίδιο κείμενο: δεν είναι απλό να γράψεις απλά, πόσο μάλλον να αποποιηθείς δύο ρόλους, εκείνον που με τη σειρά του επισημαίνει πόσο χάλια είναι ο κόσμος, αλλά και εκείνον που καθησυχάζει και προτρέπει: δείτε τη φωτεινή πλευρά, εστιάστε στο καλό, επενδύστε σε θετική ενέργεια, μην αγχώνεστε, φωνάξτε μπροστά στον καθρέφτη: είσαι υπέροχος.

Θέλει ο Ντοτζ να εκτρέψει τη ροή του λογοτεχνικού ποταμού προς νέες κορυφές; Όχι. Είναι κακό αυτό; Όχι. Το ασκί με τα κλισέ μοιάζει έτοιμο να εκραγεί σκορπίζοντας χιλιάδες θραύσματα ολούθε.

Γιατί πρέπει κανείς να αναρωτιέται διαρκώς και επανειλημμένως κάτι τέτοιο; Ίσως γιατί η ψυχαγωγία έχει από καιρό εξοβελιστεί από το μπουκέτο με τα λουλούδια που ο καθένας μας, στην εποχή της ατομικότητας, νιώθει την υποχρέωση να γυρέψει και με προσοχή να μαζέψει. Η λογοτεχνία δεν θα μπορούσε να γλιτώσει από αυτό το μηδέν ένα. Πάμε πάλι: η σοβαροφάνεια, που δεν είναι μάστιγα μόνο ανάμεσα στους δημιουργούς αλλά και στους δέκτες.

Το Φαπ παρότι δεν θα αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο διαβάζει κανείς ίσως καταφέρει να πετύχει ένα καίριο πλήγμα στη διχρωμία, είτε του ερέβους της πραγματικότητας, είτε της φωτεινότητας της αφέλειας και, ας μη γελιόμαστε, του προνομίου. Πάμε μια τελευταία φορά: το να είναι κάτι αστείο δεν του στερεί a priori την επαφή με την πραγματικότητα, ένα μπούνκερ είναι η λογοτεχνία και όσοι γυρεύουν καταφύγιο και κρυψώνα σε αυτό μια χαρά γνωρίζουν πως τριγύρω μαίνεται πολυποίκιλος πόλεμος, δεν κάνουν καν πως δεν ξέρουν, παίρνουν απλά τις απαραίτητες ανάσες για να συνεχίσουν.

Ήταν ένα όμορφο βράδυ Παρασκευής αυτό.

Μετάφραση Αντώνης Καλοκύρης
Εκδόσεις Κυψέλη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου