Σάββατο 25 Απριλίου 2020

36 (2012)





Αναρωτιέμαι συχνά τι εικόνα θα έχει σχηματίσει για μένα κάποιος πιθανός "κατάσκοπος", επιφορτισμένος με το να ελέγχει και να διασταυρώνει τις αναζητήσεις μου στο ίντερνετ. Το σκέφτηκα αυτό ξανά τις προάλλες, όταν ο αλγόριθμος έκρινε πως ανήκα στο κοινό εκείνο που θα ενδιαφερόταν για μια εξ αποστάσεως εξομολόγηση, λόγω των μέτρων απαγόρευσης της κυκλοφορίας που έχουν επιβληθεί. Ίσως πάλι με τόσες παράλογες μεταξύ τους αναζητήσεις να υπάρχει κάποια λογική στην υποψία υποσυνείδητης ανάγκης για επικοινωνία με μια ανώτερη δύναμη. Το σκεφτόμουν ξανά αυτό τώρα που έψαχνα πληροφορίες για τον Ταϊλανδό σκηνοθέτη Nawapol Thamrongrattanarit και την ταινία του 36. Το αρχικό νήμα της αναζήτησης που με οδήγησε εδώ είναι ευδιάκριτο, και σχετίζεται με την ταινία Ο θείος Μπούνμι θυμάται τις προηγούμενες ζωές του, που είδα πρόσφατα και μου κίνησε το ενδιαφέρον -περισσότερα εδώ-, με αποτέλεσμα να αναζητήσω επιπλέον πληροφορίες σχετικά με τον ταϊλανδικό κινηματογράφο. 

Τριάντα έξι, για όσους έχουν αναμνήσεις της αναλογικής εποχής, ήταν οι πόζες των φωτογραφικών φιλμ. Πάνω σε αυτή την ιδέα ο Nawapol γυρίζει αυτή την ταινία, που αποτελείται από τριάντα έξι σταθερά κάδρα, μέσω των οποίων εξιστορείται η ιστορία μιας κοπέλας που δούλευε στο ρεπεράζ κινηματογραφικών ταινιών -αναζητούσε δηλαδή τις κατάλληλες τοποθεσίες γυρισμάτων, επιχειρώντας να ικανοποιήσει τα θέλω του σκηνοθέτη- και ενός νεαρού που έκανε την πρακτική του ως καλλιτεχνικός υπεύθυνος για το συγκεκριμένο πρότζεκτ, και έτσι βρέθηκαν μαζί να κάνουν βόλτα στα υποψήφια κτίρια. Εκείνη, με την ψηφιακή της μηχανή δεν σκεφτόταν το κάθε κάδρο, τραβούσε πολλές φωτογραφίες έτσι ώστε ο σκηνοθέτης να έχει αρκετά δείγματα για να εικονοποιήσει τον χώρο. Τις φωτογραφίες αυτές τις αποθήκευε ανά μήνα και ανά χρόνο σε σκληρούς δίσκους, δημιουργώντας έτσι ένα αρχείο εικόνων. Εκείνος τραβούσε λιγότερες φωτογραφίες.

Δεν ήταν τόσο το εύρημα το οποίο με δελέασε για να δω τη συγκεκριμένη ταινία, όσο το επάγγελμα της πρωταγωνίστριας. Μια σκέψη που είχα κάνει  παλιά, βλέποντας ταινίες του Αγγελόπουλου, και αναλογιζόμενος πόσο φοβερό επάγγελμα θα ήταν αυτό του ρεπεράζ· να σε πληρώνει κάποιος για να τριγυρνάς αναζητώντας τοποθεσίες γυρισμάτων. Χρόνια αργότερα είδα ένα ντοκιμαντέρ με τον Κιαροστάμι να τριγυρνά στο Ιράν με το τετρακίνητο τζιπ του σε μέρη απίστευτης ομορφιάς, συχνά υπό ακραίες καιρικές συνθήκες. Η ιδέα του Nawapol είναι έξυπνη και λειτουργική, χωρίς να αποτελεί απλώς ένα εύρημα για το εύρημα στον βωμό μιας πρωτοπορίας. Έχει μεγάλο ενδιαφέρον πώς αυτή η ακινησία του φακού λειτουργεί, όπως και το ελάχιστο κομμάτι του σταθερού κάθε φορά κάδρου, ενώ οι μεσότιτλοι ανάμεσα στα καρέ αποπνέουν κάτι το παλιομοδίτικα όμορφο. Το ηχητικό μοντάζ που δεν ακολουθεί το οπτικό, καθώς οι διάλογοι συνεχίζουν στη μαύρη οθόνη, πριν πέσει το επόμενο φωτογραφικό καρέ, επιτείνει την αισθητική της nouvelle vague. Αυτή η ταινία εκπέμπει ηρεμία και γαλήνη, μέσα από την απλότητά της.

Με αφορμή την ταινία αναπόλησα την αναλογική εποχή, τότε που ανάμεσα στο κλικ της μηχανής και στην εμφάνιση της φωτογραφίας μεσολαβούσε ένα σαφώς μεγαλύτερο διάστημα του σημερινού τίποτα, καθώς έπαιρνες στα χέρια σου στιγμές από το παρελθόν, εκείνο αναβίωνε, επανερχόταν στο παρόν, φωτογραφίες από ένα πάρτυ ή μια εκδρομή, όταν πια είχες επιστρέψει στην κανονική ζωή, στη ρουτίνα, και το ξεφύλλισμά τους ζωντάνευε τις αναμνήσεις αυτές μπροστά στα μάτια σου, λίγα μόλις μέτρα μακριά από την είσοδο του φωτογραφείου. Τα αποτυχημένα κάδρα και τα καμμένα από το φως καρέ, τα κομμένα κεφάλια και τα κόκκινα μάτια, τα τυχαία εφέ φωτός και σκιάς, τα λαμπερά χαμόγελα και οι άβολες πόζες, οι σέλφι πριν ονομαστούν σέλφι, η αίσθηση του χαρτιού στην άκρη των δακτύλων, οι καβγάδες ανάμεσα στο ματ και το γυαλιστερό τύπωμα. 

Και το διαχρονικό άγχος με τη διατήρηση της ανάμνησης, με την αποθήκευση των στιγμών αυτών, με τον κίνδυνο από μετακομίσεις και καταστροφές να υπάγεται πια στην κατηγορία κρασάρισμα δίσκου, ένα διαρκές κυνήγι δημιουργίας αντιγράφων, ολοένα και πιο ασφαλών, μέχρι να αποδειχτούν και αυτά με τη σειρά τους κατώτερα της επέλασης του χρόνου.     

    

1 σχόλιο:

  1. Σαν να μην πέρασε μια μέρα ...ταραραραταταραραταταραραταταραραρα

    ΑπάντησηΔιαγραφή