Το ξυπνητήρι χτύπησε οχτώ. Εγώ όμως το χτύπησα πιο δυνατά. Εκείνο βρέθηκε τέσσερα κομμάτια στο πάτωμα κι εγώ στο ταμείο ανεργίας. Είναι ένα από τα πλέον πετυχημένα μου αστεία, άλλωστε οι Γερμανοί λένε πως χιούμορ είναι όταν δεν μπορείς να κάνεις κάτι άλλο κι εγώ κάπως πρέπει να ορθώσω ανάστημα απέναντι στην κοινωνική χλεύη της μη δεξιότητας. Δεν το κόβω εδώ το αστείο. Συνεχίζω ακάθεκτος ρωτώντας ρητορικά: φαντάζεσαι να χρησιμοποιούσα για ξυπνητήρι το κινητό μου τηλέφωνο. Εκτός από αστείο μού φαίνεται και έξυπνη ατάκα για καμάκι, αν και μέχρι σήμερα δεν έχω καταφέρει να τη φτάσω ως το τέλος συμπληρώνοντας: και τώρα να μην είχα πού να σημειώσω το νουμεράκι σου;
Η μάνα μου αποφάσισε πως εκείνο που μου χρειαζόταν για να ξεπεράσω το σοκ της ανεργίας ήταν ένας ψυχολόγος. Στο πρώτο κιόλας ραντεβού θέλησε να μάθει τους λόγους που τον επισκέφθηκα, ντράπηκα και δεν είπα πως ήταν ιδέα της μάνας μου, αν και ξέρω πως στον ψυχολόγο καλό είναι να μη λέμε ψέματα, αντίθετα του είπα πως ένιωθα χαμηλή αυτοπεποίθηση εξαιτίας της απώλειας της δουλειάς μου. Θέλησε τότε να μάθει περισσότερα σχετικά και εγώ σαν έτοιμος από καιρό του είπα την ατάκα μου. Έμεινε ανέκφραστος, όμως δεν το εξέλαβα ως απόρριψη αφού ξέρω επίσης πως γενικά οι ψυχολόγοι μένουν ανέκφραστοι ό,τι και αν ακούσουν, το χειρότερο ακροατήριο που λέει και ένας φίλος μου, επαγγελματίας κωμικός εκείνος, όχι μόνο γιατί δεν γελάνε με τα αστεία σου αλλά γιατί επιπλέον ξέρουν πως γουστάρεις τη μάνα σου.
Ο ψυχολόγος επέμενε να κάνει άβολες ερωτήσεις, πώς νιώθεις για το ένα και πώς νιώθεις για το άλλο, κι εγώ ένιωθα εκνευρισμό, κι όσο εκείνος μύριζε τον εκνευρισμό μου τόσο επέμενε. Και μια μέρα δεν άντεξα. Να σας ρωτήσω κάτι, του είπα με θάρρος. Με μία κίνηση του χεριού καλωσόρισε το αίτημά μου. Συμφωνείτε πως το μεγαλύτερο πρόβλημά μου είναι πως δεν δουλεύω; τον ρώτησα, εκείνος δεν απάντησε, δεν πτοήθηκα και συνέχισα, νομίζω πως έχω τη λύση, νομίζω πως ξέρω πώς μπορείτε να με βοηθήσετε, εκείνος αναθάρρησε αλλά δεν απάντησε, εγώ είπα: θα μπορούσατε να με προσλάβετε ως γραμματέα· το ανέκφραστο πέπλο έμοιαζε να έχει αποκτήσει κάποια ρήγματα, πώς νιώθετε μ' αυτό, τον ρώτησα και κάθισα αναπαυτικά στην καρέκλα μου.
Αρνήθηκε. Δεν πιστεύω πως αυτός είναι ο κατάλληλος τρόπος να προσεγγίζετε τα προβλήματά σας, δεν είναι όλα αστεία, είπε. Έμεινα να τον κοιτάζω ατάραχος, πλήρωσα την επίσκεψη, κλείσαμε το επόμενο ραντεβού, έφυγα. Στον δρόμο ένιωθα μια βαθιά ικανοποίηση, σφύριζα με πάθος τον ύμνο της τριφυλλάρας, εγώ την προσπάθειά μου την έκανα, σκεφτόμουν, ασχέτως αποτελέσματος, άλλωστε μόνο όσοι δεν προσπαθούν δεν αποτυγχάνουν ποτέ, αν δεν σπάσεις αυγά δεν κάνεις ομελέτα και ποδήλατο δεν μαθαίνεις αν δεν πέσεις. Και συνεχίζω να το πιστεύω αυτό παρότι η μάνα μου μου έβαλε τις φωνές όταν της διηγήθηκα το περιστατικό γυρίζοντας σπίτι, είσαι τρελός; με ρώτησε, τι του είπες του ανθρώπου! Με ρώτησε αν είμαι τρελός εγώ που ζήτησα δουλειά και όχι εκείνη που δεν με αφήνει ακόμα, Απρίλη μήνα, να φορέσω βερμούδα γιατί θα κρυώσω...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου