Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2025

I love Dick - Chris Kraus

Τι τρελό βιβλίο που ήταν αυτό! Με αφορμή την επικείμενη έκδοσή του, στο πλαίσιο του πολλά υποσχόμενου ανοίγματος των εκδόσεων Αλεξάνδρεια στη σύγχρονη μεταφρασμένη λογοτεχνία, αρκετοί μου μίλησαν για το I love Dick της Κρις Κράους, που έκανε αρκετή αίσθηση, διχάζοντας κοινό και κριτική, όχι τόσο όταν πρωτοκυκλοφόρησε το 1997, αλλά στην επανέκδοσή του το 2010, όταν οι συνθήκες ήταν πιο σύγχρονες, τη στιγμή που ο φεμινισμός επανερχόταν δυναμικά στο προσκήνιο και ο μεταμοντερνισμός είχε πια καταλάβει μεγάλο μέρος της λογοτεχνικής επικράτειας.

Αν έπρεπε κανείς να δώσει σε δυο τρεις γραμμές την περίληψη αυτού του δύσκολα ειδολογικά κατατάξιμου βιβλίου, τότε σίγουρα θα αναφερόταν σε ένα υπό κατασκευή ερωτικό τρίγωνο στο οποίο πρωταγωνιστούν η Κρις Κράους, μια αποτυχημένη ανεξάρτητη κινηματογραφίστρια λίγο πριν τα σαράντα, ο σύντροφός της, Σιλβέρ Λοτρινζέ, πενήντα έξι ετών καθηγητής πανεπιστημίου, και, το αντικείμενο του πόθου, ο Ντικ, Άγγλος κριτικός πολιτισμού που πρόσφατα μετακόμισε στο Λος Άντζελες. Ένα δείπνο των τριών, που συνεχίστηκε στο σπίτι του Ντικ μέχρι αργά, η αίσθηση της Κράους πως, παρότι έμοιαζε εκτός της συζήτησης των δύο αντρών, ο Ντικ δεν έπαψε στιγμή να την κοιτάζει ερωτικά, η συζήτηση του ζευγαριού περί αυτού την επόμενη μέρα στον δρόμο του γυρισμού, απόρροια της ανοιχτότητας της σχέσης τους, εν συνεχεία, ο Σιλβέρ είναι εκείνος που θα γράψει την πρώτη επιστολή στον Ντικ, μιλώντας του για τα αισθήματα της συζύγου του για εκείνον, η Κρις θα συνεχίσει, σελίδες επί σελίδων, τηλεφωνήματα αναπάντητα, ένα σώμα αφήγησης υπό διαμόρφωση, επιστολικής/ημερολογιακής φύσης, χωρίς ανταπόκριση καλέσματα σε συνάντηση.

Το υπό διαμόρφωση ερωτικό τρίο και η επιστολική/ημερολογιακή φύση του μυθιστορήματος περισσότερο πατούν στην κλασική λογοτεχνική παράδοση παρά προοικονομούν μια σύνθετη, αρκούντως θεωρητική, μεταμοντέρνα κατασκευή και όμως, ευφυώς τοποθετημένα ως γέφυρα με τις απαρχές του ανθρώπινου πόθου τον οποίο η λογοτεχνία υπηρετεί μέσα στα χρόνια, πετυχαίνουν ακριβώς αυτή τη σύνδεση, του αρχέγονου πόθου με τη σύγχρονη φόρμα, την χάραξη της συνέχειας του λογοτεχνικού ποταμού. Επίσης, μπορεί τα τελευταία χρόνια να υπάρχει εξοικείωση με την αυτομυθοπλασία, και έτσι η παρουσία της συγγραφέως Κράους και των λοιπών προσώπων να μην εντυπωσιάζει, αλλά βρισκόμαστε στα τέλη του περασμένου αιώνα όταν το μυθιστόρημα πρωτοκυκλοφορεί, στοιχείο επίσης σημαντικό, τότε και προκλητικό.

Έχοντας κατασκευάσει μια προβλήτα ικανή να δέσει ο αναγνώστης το πλοιάριο του, η Κράους, άπαξ και εκείνος πατήσει το πόδι του στην ακτή, τον παρασέρνει στην ενδοχώρα, βυθίζοντάς τον ολοένα και περισσότερο σε αχαρτογράφητα εδάφη, καθώς οι επιστολές αθροίζονται σε ένα αφηγηματικό σώμα απεύθυνσης στον Ντικ, που ακολουθεί όλες τις διακυμάνσεις του πάθους του ζεύγους, κυρίως βέβαια της Κρις, και όσο βαθύτερα κατευθύνονται στην ενδοχώρα του ανεκπλήρωτου πόθου, τόσο η καταφυγή στη θεωρία εντείνεται, τόσο η εγκεφαλικότητα επικρατεί, τόσο το συναίσθημα τοποθετείται σε πλάκες εξέτασης στο εργαστήριο, τόσο η διακειμενικότητα απλώνει ρίζες και νήματα, τόσο το μετά επικρατεί του όποιου αρχικά παραδοσιακού ρυθμού, τόσο το I love Dick μετατρέπεται, εδώ και η πόλωση, σε μια γοητευτική, για μένα, χάλκευμα, για άλλους, κατασκευή, διανοητικής φύσης και τεχνικής κατασκευής.

Είναι τέτοια η φύση του βιβλίου, της κατασκευής μάλλον καλύτερα, που διόλου αντιφατικό δεν είναι το γεγονός πως παρότι προσωπικά το απόλαυσα ιδιαιτέρως, κατανοώ πλήρως τις όποιες ενστάσεις μπορεί κάποιος να εκφράσει, επιθυμώντας μόνο να προσθέσω πως το θεωρώ ένα παράγωγο της εποχής, παρότι σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, ίσως τότε προπομπός της ψηφιακότητας του συναισθήματος και της υπεραναλυτικής και υπερεξειδικευμένης σκέψης και θεωρίας, και η συγχρονία, πόσο μάλλον η προοικονομία της, είναι αναπόφευκτο να διχάσουν.

Η συνδετική ουσία της κατασκευής είναι το πάθος της Κρις, ένα πάθος όχι μονοσήμαντο, ένα πάθος πληθωρικό, σωματικό, συναισθηματικό και εκλογικευμένο, ανεξέλεγκτο και ταυτόχρονα υπό απόπειρα πλήρους ελέγχου, το πάθος της Κρις για τον Ντικ είναι ακόμα πιο δύσκολα περιγράψιμο και ορίσιμο από το ίδιο το λογοτεχνικό κατασκεύασμα, ή μάλλον καλύτερα διατυπωμένο: το κατασκεύασμα αποδεικνύεται κατάλληλο ώστε να φιλοξενήσει το πάθος της Κρις. Και αυτό το πάθος, όπως και αν δίνεται, δεν παύει στιγμή να λειτουργεί ως μια γεννήτρια διαρκούς αντίφασης της εγκεφαλικότητας, το συναίσθημα υπό εξωφρενική διύλιση, η καύλα υπό ακραία θεωρητική διερεύνηση και απόπειρα έκφρασης, δεν παύουν στιγμή να επιτείνουν την αντίστιξη, το πάθος που διαισθητικά και δίχως επαρκή επιστημονική γνώση θα το κατατάσσαμε ως ανυπότακτο και αυτή θα ήταν η όποια ποιοτική του στάθμη, η Κράους καταφέρνει, έστω και εντός μιας τέτοιας εξωφρενικής κατασκευής να το περιορίσει, να το καθυποτάξει, να το εξημερώσει, ακόμα χειρότερα, να το εργαλειοποιήσει, και αυτό είναι κάτι που (άλλους) ξενίζει και (άλλους) μας γοητεύει, στην αυγή της τεχνητής νοημοσύνης ακόμα περισσότερο, θα πρόσθετα, ένα καυλωμένο cyborg που γράφει γράμματα απεγνωσμένης αγάπης, βάλτε ερωτηματικό σε παρένθεση μετά από όποια λέξη θέλετε, μετά το καυλωμένο, μετά το cyborg, μετά το γράμματα, μετά το απεγνωσμένης, μετά το αγάπης, όπου εσείς θέλετε.

Ο πρόλογος, του Αϊλίν Μάιλς, και το επίμετρο, της Τζόαν Χόκινς, αναδεικνύουν περαιτέρω γωνιές του μυθιστορήματος, αποτυπώνοντας την οριακή του φύση, διερευνώντας τις επικράτειες της αποδοχής αλλά και της κριτικής που δέχτηκε πριν επανεκδοθεί, αφού έκανε έναν πρώτο κύκλο. Σκέφτομαι, διαβάζοντας σχεδόν τριάντα χρόνια μετά το I love Dick, στην ελληνική έκδοση, στην πολυποίκιλα απαιτητική μετάφραση της Μαρίας Φακίνου, πώς θα ένιωθα διαβάζοντας αυτό το βιβλίο τότε, χωρίς την όποια τριβή, λογοτεχνική αλλά και ευρύτερα βιωματική, των χρόνων που μεσολάβησαν, χρόνων τόσο ισχυρά διαμορφωτικών, συμπυκνωμένων ως αίσθηση, μυλόπετρες που αλέθουν τα πάντα, άρα και το συναίσθημα αλλά και την επαφή μας μαζί του, τον τρόπο που διασχίζουμε και κατανοούμε το σύγχρονο αντιμέτωποι με αρχέγονα συναισθήματα, όπως το πάθος για παράδειγμα, χαραγμένο βαθιά στις πλάκες του υλικού από το οποίο είμαστε φτιαγμένοι, αν θα το δεχόμουν ως προφητεία των όσων επρόκειτο να έρθουν, ή αν θα το απέρριπτα ως μιας κακής πάστας πρόκληση για την πρόκληση, γιατί τώρα, μέσα από εκείνα που επρόκειτο να έρθουν, διαμορφωμένοι και περιχαρακωμένοι από τις απαραίτητες βεβαιότητες δεν είναι το ίδιο σοκαριστικό, θέλω να πω πως η ανάγνωση ενός βιβλίου, όπως αυτό, τόσα καθοριστικά χρόνια μετά, είναι μια συνθήκη οριακά αρχαιολογική, όχι μόνο για τα μέσα επικοινωνίας, αλλά και για την ίδια τη θεώρηση των πραγμάτων εν γένει.

Αλλά, τι τρελό βιβλίο που ήταν αυτό!

υγ. Ευτυχής συγκυρία, διάβασα το I love Dick σχεδόν ταυτόχρονα με αυτό το βιβλίο εδώ

Μετάφραση Μαρία Φακίνου
Εκδόσεις Αλεξάδνρεια

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου