Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

Η ανάρτηση πριν την ανάγνωση



Η ανάρτηση πριν την ανάγνωση μοιάζει να λείπει συχνά ώστε να αποδοθεί η εμπειρία στο σύνολό της. Είναι ίσως το πιο παρεξηγημένο κομμάτι της διαδικασίας της ανάγνωσης. Όλοι μιλάνε για το βιβλίο που διάβασαν, αναφέρονται στην πλοκή, στα βιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα, εκφράζουν την τελική ετυμηγορία για το αν τους άρεσε ή όχι. Σχεδόν κανείς όμως δε θυμάται να μιλήσει για την προαναγνωστική εμπειρία, για το λόγο για τον οποίο επέλεξε το συγκεκριμένο βιβλίο, για το πως ένιωσε όταν το κράτησε στα χέρια του για πρώτη φορά, για τη βόλτα στο βιβλιοπωλείο, για την ίδια του τη φαντασία η οποία αχαλίνωτη έτρεξε να δημιουργήσει προσδοκίες.

Μικρά και μεγάλα κομμάτια του παζλ τα οποία κινδυνεύουν να μείνουν στο σκοτάδι της λήθης κάτω από τη βαριά σκια μετά το πέρας της ανάγνωσης.

Υπάρχουν βιβλία τα οποία ποτέ δεν κατάφεραν (ως τώρα) να ξεπεράσουν αυτόν το σκόπελο. Δεν είναι μόνο ο όγκος ενός βιβλίου που μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά. Ξέρω ανθρώπους που το εξώφυλλο ενός βιβλίου θα αποτελούσε την αιτία να μην κάνουν το βήμα προς τα εμπρός. Μη γελάτε, είναι αλήθεια. Η ανάγνωση, ως πηγή ευχαρίστησης και ψυχαγωγίας, διέπεται από κανόνες πλήρους ελευθερίας, ευτυχώς δεν υπάρχουν υποχρεωτικά αναγνώσματα.

Και μπορεί το παράδειγμα με το εξώφυλλο να είναι κάπως τραβηγμένο αλλά δεν πιστεύετε ότι θα είχε τεράστιο ενδιαφέρον να κατατεθεί η άποψη του καθενός μας τόσο σχετικά με τα βιβλία που επιλέγει να διαβάσει όσο και με εκείνα που συστηματικά αποφεύγει;

Αφού κανείς δεν έχει αναγνωστικό χρόνο για χάσιμο δε μπορεί παρά μια ισχυρή πεποίθηση να κρύβεται πίσω από την επιλογή ή όχι ενός βιβλίου.

Δεν ξέρω αν τέτοιου είδους αναρτήσεις χωράνε στο ιστολόγιο αυτό, το επεξεργάζομαι ακόμα. Αυτό που όμως θα ξεκινήσω να κάνω είναι να κρατάω προσωπικές σημειώσεις πριν την ανάγνωση ενός βιβλίου. Θα έχει ενδιαφέρον, πιστεύω, μετά την ολοκλήρωση της ανάγνωσης να επιστρέψω πίσω, στο σημείο μηδέν, και να συγκρίνω την εμπειρία με τις προσδοκίες, που αυθαίρετα δημιούργησα στο μυαλό μου εν τη απουσία του συγγραφέα.

Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Εμείς - Γιεβγκιένι Ζαμιάτιν




"Σήμερα, η ποίηση δεν είναι πια το αναιδέστατο τραγούδι ενός αηδονιού αλλά μια κρατική υπηρεσία. Σήμερα, η ποίηση είναι χρήσιμη."

Η λέξη ουτοπία έχει αποκτήσει μια θετική χροιά στο πέρασμα των χρόνων που όμως δεν θα έπρεπε. Από μόνη της η ουτοπία φέρει μια ουδετερότητα αφού αναφέρεται απλώς σε έναν τόπο που ποτέ δεν υπήρξε (ου τόπος). Γι' αυτό το λόγο υπάρχει η διάκριση ανάμεσα στην ευτοπία και στη δυστοπία.

Μια δυστοπία είναι αυτή στην οποία αναφέρεται ο Ρώσος συγγραφέας σε αυτό το βιβλίο. Μια κοινωνία του μακρινού μέλλοντος που όμως κρύβει χαρακτηριστικά της κοινωνίας του 1927. Είναι αυτό το χαρακτηριστικό άλλωστε το οποίο παραμερίζει τα τυχόν συναισθήματα θαυμασμού σχετικά με την πλούσια φαντασία του δημιουργού και ανοίγει διάπλατα το δρόμο στον τρόμο να διαβεί. Το σπέρμα του σύγχρονου είναι αυτό που γονιμοποιεί το φανταστικό, τίποτα δε γεννάται από το μηδέν. Είναι ξεκάθαρη η πολιτική διάσταση του έργου, ο μυθιστορηματικός και μελλοντικός μανδύας είναι ίσως απαραίτητος για το συγγραφέα που επιθυμεί να μιλήσει πολιτικά και να εκφράσει ενστάσεις και φόβους για όσα βιώνει.

Το βιβλίο αποτελείται από σαράντα καταχωρήσεις, συντάκτης των οποίων είναι ο D-503, ο οποίος είναι ο κατασκευαστής του Ολοκληρωτή, του διαστημικού οχήματος που θα εκτοξευθεί σε άλλους πλανήτες με σκοπό να τους μεταφέρει το μήνυμα πως η ευτυχία υπάρχει υπό το ζυγό της λογικής και όχι της ελευθερίας όπως λαθεμένα μπορεί ακόμα να πιστεύουν.
Η ζωή στο γυάλινο κόσμο ορίζεται με ακρίβεια από το χρόνο, όλα είναι υπό τον πλήρη έλεγχο της λογικής, της οποίας ο Ευεργέτης είναι η απόλυτη έκφανση. Όμως υπάρχει μια ασθένεια με κίνδυνο να εξελιχθεί σε πανδημία, η ψυχή.

Είναι αυτό το μήνυμα που θέλει να στείλει ο συγγραφέας, όχι από το μέλλον αλλά από το παρόν, όχι στο διάστημα αλλά σε αυτήν τη γη. Είναι άραγε ο τρόπος του για να ξεφύγει από τα πλοκάμια της λογοκρισίας; Προσωπικά δεν το νομίζω. Ο Ζαμιάτιν (δυστυχώς για πολλούς) δεν αναφέρεται μόνο στη σοβιετική πολιτική πραγματικότητα αλλά στην παγκόσμια. Έζησε και εργάστηκε μεγάλο μέρος της ζωής του στη Δύση κάτι το οποίο του έδωσε τη δυνατότητα να έρθει σε επαφή και με εκείνη την πλευρά του πλανήτη. Κατά την παραμονή του στην Αγγλία άλλωστε έγραψε το 1916 το "The islanders" στο οποίο σατύριζε τη ζωή των Άγγλων. Στη δύση, και πιο συγκεκριμένα στη Γαλλία, έζησε πάμφτωχος τα τελευταία χρόνια της ζωής του μέχρι το 1937 οπότε και πέθανε.

Το Εμείς έχει ένα νόημα οικουμενικό, η απουσία της ελευθερίας είναι το πρόβλημα ανεξάρτητα με την ονομασία που θα δοθεί στο πολίτευμα.

Βιβλίο το οποίο αποτέλεσε τον πρόδρομο για άλλα έργα που ακολούθησαν και που τα τελευταία χρόνια υπάγονται στην κατηγορία της κοινωνικής φαντασίας. Τέτοια βιβλία είναι: το 1984 του Όργουελ, ο Θαυμαστός καινούριος κόσμος του Χάξλευ, ο Αναρχικός των δύο κόσμων της Λε Γκεν, το Φαρενάιτ 451 του Μπράντμπερυ κ.α.

Κλείνοντας, η παντελής έλλειψη αναφοράς σε υπολογιστές στο βιβλίο, φαντάζει ως κάτι το εντυπωσιακό για μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας αλλά απόλυτα λογικό για την εποχή κατά την οποία γράφτηκε.


Μετάφραση Ειρήνη Κουσκουμβεκάκη.
Επίμετρο Δημήτρης Κωνσταντίνου.
Εκδόσεις Εξάρχεια.

Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Συχνά ένα έργο είναι αρκετό





Το Ρολόι Φάντασμα - Μάλκολμ Λόουρυ

Έκανε το πέρασμά του θαρρείς, μόνο και μόνο για να αφήσει πίσω του ένα και μόνο ολοκληρωμένο έργο, ικανό όμως για να του χαρίσει για πάντα μια περίλαμπρη θέση στο πάνθεον των μεγάλων έστω και στη φράξια των καταραμένων. Αυτός ήταν ο Μάλκολμ Λόουρυ, συγγραφέας του ανεπανάληπτου Κάτω από το ηφαίστειο.

Μια ζωή σύντομη, στοιχειωμένη από το αλκοόλ και τις εμμονές, μικρά διαστήματα απανεμιάς στη μεγάλη θάλασσα. Η ψυχιατρική περίθαλψη μάλλον επιβάρυνε τα πράγματα παρά έτεινε χείρα βοηθείας. Οι απόπειρες για να ξεφύγει από τη μέγγενη του αλκοόλ άκαρπες. Ίσως αυτή να είναι η εξήγηση για την τρομαχτική σε πυκνότητα ημέρα του Κάτω από το ηφαίστειο. Ο Τζέφρυ δεν είναι άλλος από τον ίδιο το δημιουργό του. Πώς αλλιώς να χωρέσει μια ζωή σε μια μέρα άραγε;

Άφησε πίσω του και διάφορα προσχέδια, Το ρολόι φάντασμα είναι ένα απ' αυτά. Το ενδιαφέρον σε αυτά τα κείμενα συχνά δεν έγκειται στο ίδιο το κείμενο αλλά στην αγωνία που κρύβεται πίσω απ' αυτό. Η αγωνία του συγγραφέα να νιώσει ζωντανός, ικανός να μπορέσει να γράψει προσπαθώντας να καταπνίξει τις φοβίες και τις εμμονές, το μοναδικό ίσως βέλος στη φαρέτρα του χαμένου. Σχέδια συχνά μεγαλόπνοα σε στιγμές έκλαμψης, νηνεμίας, στιγμές κατά τις οποίες ίσως να ένιωσε για λίγο δυνατός, να πατά στέρεα στα πόδια του και να μην τρεκλίζει, στιγμές κατά τις οποίες μια αχτίδα φωτός διαδέχτηκε το σκοτάδι της ύπαρξης.


Μετάφραση Γιάννης Τζώρτζης.
Εκδόσεις Ερατώ.



.

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

Περί δανεισμού




Υπάρχουν φορές που θέλεις να επιστρέψεις σε κάποιο βιβλίο, θυμάσαι, νομίζεις, το ακριβές σημείο της βιβλιοθήκης, ανοίγεις την πόρτα, μπαίνεις στο δωμάτιο, στέκεσαι, κάνεις τη μηχανική κίνηση για να τραβήξεις προς τα έξω τον ποθητό τόμο και απομένεις αμήχανος.

Το πρώτο συναίσθημα είναι ο θυμός (ή ξενέρωμα). Πείθεις γρήγορα τον εαυτό σου πως απλώς δε θυμάσαι τις συντεταγμένες, διατρέχεις τότε όλο το σύνολο, και όχι μια φορά. Πισωπατάς ένα βήμα και κάθεσαι στην άκρη του κρεβατιού, πού να είναι, σκέφτεσαι. Συχνά δε θυμάσαι πια. Κάνεις υποθέσεις, μάλλον αυθαίρετες. Κρατάς την κρυφή ελπίδα της πατρικής στέγης κάποια χιλιόμετρα μακρύτερα.

Αυτές είναι οι στιγμές κατά τις οποίες αναρωτιέσαι αν όντως είσαι υπέρ του δανεισμού. Και όμως την επόμενη φορά που κάποιος θα σου ζητήσει κάποιο βιβλίο είναι σχεδόν σίγουρο πως θα δηλώσεις ξανά το παρόν. Διόλου απίθανο να είσαι εσύ ο ίδιος αυτός που θα επιμείνει για το ντηλ.

Και η ιστορία επαναλαμβάνεται. Ίσως ο κόμπος να μην έχει φτάσει ακόμα στο χτένι. Γνωρίζω κόσμο που συνειδητά δε δανείζει τα βιβλία του, όποιος και αν είναι ο αιτών. Άνθρωποι που συνήθως νιώθουν άβολα στην ιδέα της επιτακτικής διεκδίκησης μετά το πέρας ενός χρονικού διαστήματος, δανειστές που το κούρεμα του χρέους δεν βρίσκεται στην ατζέντα τους.

Κάθε φορά πείθω τον εαυτό μου πως πρόκειται για μια ιδιαίτερη και ξεχωριστή περίπτωση, πάντα χαμηλού ρίσκου και υψηλής απόδοσης. Με τον όρο απόδοση προφανώς και δεν αναφέρομαι σε κάποιου είδους χρηματικό κέρδος αλλά στη χαρά του να μοιράζεσαι βιβλία που έχεις αγαπήσει. Σχεδόν ποτέ δεν δανείζω ένα βιβλίο που δε μου άρεσε. Δε ξέρω αν πρόκειται για αλτρουισμό ή εγωπάθεια αλλά αυτό το χαρακτηριστικό φέρει η θέση μου για το δανεισμό.

Αποφεύγω να συντάξω λίστα με τα βιβλία που ως τώρα δεν έχουν επιστρέψει στο ράφι τους, το μεταθέτω πάντα για αργότερα, για κάποια άλλη στιγμή. Το μόνο το οποίο εύχομαι πια, έχοντας επίγνωση πως η πλειοψηφία δύσκολα θα βρει το δρόμο του γυρισμού, είναι οι αποδέκτες να συμπεριφέρονται στα βιβλία όπως τους αξίζει, κάτι το οποίο ορίζεται μονάχα από τον τρόπο με τον οποίο εγώ συμπεριφέρομαι σε αυτά.

Εσείς αλήθεια, δανείζετε βιβλία;

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

Όταν όλα καταρρέουν - Nicole Krauss




(Πρωτοδημοσιεύθηκε στο mixtape.gr)



Τα σπονδυλωτά μυθιστορήματα είναι συχνά αποτυχημένες ή, για να είμαι πιο επιεικής, ανολοκλήρωτες απόπειρες μετατροπής, από τη μεριά του δημιουργού, μιας συλλογής διηγημάτων σε μυθιστόρημα. Η Αμερικανή συγγραφέας Νικόλ Κράους υπερπηδά με άνεση το εμπόδιο αυτό.

Ένα γραφείο είναι ο συνδετικός κρίκος των τεσσάρων ιστοριών. Ένα γραφείο βαρύ, με τη σταθερότητα τεσσάρων σημείων στήριξης, με μια άναρχη φαινομενικά διαρρύθμιση συρταριών που όμως για τον εκάστοτε χρήστη αποκτά μια χρησιμότητα μοναδική.

Όλα αρχίζουν με την εισβολή των Ναζί στη Βουδαπέστη και τη λεηλασία που ακολούθησε. Μετά από τόσα χρόνια, ένας αντικέρ, ο Βάιζ, προσπαθεί να ανακτήσει όλα τα έπιπλα με σκοπό να μπορέσει να στήσει ξανά το γραφείο του πατέρα του. Μέσα από την ιδιαίτερη και μαεστρικά δοσμένη αναζήτησή του η συγγραφέας θα μας διηγηθεί τέσσερις ιστορίες γύρω από την απώλεια, τον πόνο, τη σχέση της πνευματικής εργασίας και της κατοχής υλικών αγαθών, τις εμμονές, την άρνηση του παρελθόντος και την ανθρώπινη ανάγκη για κατανόηση.

Είναι αυτό το κουτσό, στο οποίο με χάρη επιδίδεται η συγγραφέας, που τοποθετεί το έργο πέρα από την απλή εξιστόρηση. Όχι μόνο δε μπερδεύει τον αναγνώστη αυτό το μπρος πίσω, αλλά η σταδιακή αποκάλυψη υπνωτίζει και μαγεύει. Επίσης η αβίαστη σύνδεση των τεσσάρων ιστοριών δίνει τη δυνατότητα στο έργο να αναπνεύσει. Όταν στην αρχή αναφερόμουν στα σπονδυλωτά μυθιστορήματα και τις αδυναμίες τους είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου και αντίστοιχες κινηματογραφικές απόπειρες και πιο συγκεκριμένα την περίπτωση του Μεξικανού Ινιάριτου (21 γραμμάρια, Βαβέλ, Amores perros, Biutiful) ο οποίος στη Βαβέλ δεν αποφεύγει την εκβιαστική σύνδεση των τριών ιστοριών με αποτέλεσμα η συγκεκριμένη ταινία να υστερεί έναντι των υπολοίπων.

Το μυθιστόρημα της Κράους συγγενεύει με ένα άλλο υπέροχο μυθιστόρημα παρόμοιας τεχνικής, το Όλα έρχονται στο φως του Τζόναθαν Σάφραρ Φόερ. Επίσης ο Χιλιανός ποιητής Ντάνιελ Βάρσκι, πρόσωπο του έργου, δε μπορεί παρά να μας φέρει στο μυαλό το μεγάλο και πρόωρα χαμένο Χιλιανό συγγραφέα Ρομπέρτο Μπολάνιο (2666). Και τέλος η ιστορία των αδερφών Βάιζ έχει φανερές επιρροές από Τα τρομερά παιδιά του Ζαν Κοκτώ.

Το Όταν όλα καταρρέουν της Κράους είναι ένα έργο που απαιτεί από τον αναγνώστη, όπως κάθε αντίστοιχης ποιότητος έργο, υπομονή ώσπου να αφεθεί ολοκληρωτικά στο ρυθμό ώστε να μπορέσει να δρέψει τους γλυκόπικρους καρπούς της ανάγνωσης.


Μετάφραση Ιωάννα Ηλιάδη.

Εκδόσεις Μεταίχμιο.

Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

Μέρες και νύχτες αγάπης και πολέμου - Eduardo Galeano




Ένα αίνιγμα είναι η Λατινική Αμερική, ένας τόπος γεμάτος μυστήρια. Ίσως η πιο κοντινή, στην Ευρώπη, ήπειρος αλλά ταυτόχρονα με κάτι το εξωτικό. Κακά τα ψέματα για τους περισσότερους είναι ένας από τους πιο επιθυμητούς ταξιδιωτικούς προορισμούς. Ποιος δεν θα ήθελε άραγε να βρεθεί σε κείνη τη πλευρά του πλανήτη;

Δεν είναι όμως όλα διασκέδαση. Στις ημέρες που διαρκεί ένα οργανωμένο ταξίδι δύσκολα κάποιος θα μπορέσει να έρθει σε επαφή με τον πραγματικό πυρήνα της Νοτίου Αμερικής, θα καταλύσει σε κάποια ξενοδοχειακή μονάδα, θα επισκεφθεί κάποια βασικά τουριστικά αξιοθέατα και θα γυρίσει πίσω με την κάρτα μνήμης γεμάτη φωτογραφίες από ειδυλιακά σκηνικά και φτώχεια. Σαν τους τουρίστες που επισκέπτονται, λένε, την Κρήτη για παράδειγμα ενώ απλώς έχουν περάσει δέκα μέρες στη Χερσόνησο έχοντας εκδράμει στην καλύτερη των περιπτώσεων στη Φαιστό.

Από την ανακάλυψη της ηπείρου από τον Χριστόφορο Κολόμβο και μετά, η ιστορία της ηπείρου είναι γεμάτη από περιόδους ταραγμένες, με σκληρές δικτατορίες και κυρίαρχη την παρουσία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Για τον Γκαλεάνο μου είχαν μιλήσει με τα καλύτερα λόγια διάφοροι ισπανόφωνοι φίλοι πολύ πριν το κίνημα των αγανακτισμένων στην Ισπανία κατά το οποίο στο διαδίκτυο κυκλοφόρησαν δεκάδες κείμενα και βίντεο του Ουρουγουανού συγγραφέα.

"Θα μας επιτρέψει η μνήμη να γίνουμε ποτέ ευτυχισμένοι;"

Η μνήμη γεμάτη από καταστάσεις δύσκολες, από ασχήμια, καταπίεση, δολοφονίες, φτώχεια και εκμετάλευση. Ο αγώνας είναι ένας δρόμος συχνά τραχύς, η ελπίδα διαδέχεται την απαισιοδοξία, η κούραση συχνά καταβάλλει όσους αγωνίζονται, η ματαιότητα καιροφυλαχτεί. Όμως δεν είναι μόνο άσχημα όσα η μνήμη φέρει και δε θα μπορούσε άλλωστε.

Το βιβλίο αποτελείται από μικρά κεφάλαια, πότε αυτοβιογραφικά και πότε καθαρώς ιστορικά. Όπως προλέγει και ο ίδιος ο συγγραφέας, όλα τα γεγονότα είναι πραγματικά και ο ίδιος τα καταγράφει όπως τα διαφύλαξε η μνήμη του. Το στυλ του συγγραφέα είναι αρκετά ιδιαίτερο, περιεκτικό. Σκοπό δεν έχει τη στείρα ανάλυση αλλά την αναφορά, τη διαφύλαξη της μνήμης. Είναι η υποχρέωση που νιώθει απέναντι σε όσους και όσα χάθηκαν ενώ ο ίδιος είναι ακόμα ζωντανός έστω και αν έζησε πολλά χρόνια στην εξορία.

Ούτε αντικειμενικός προσπαθεί να δείξει, αυτή είναι και η διαφορά του συγκεκριμένου βιβλίου από ένα βιβλίο ιστορίας αν και προσωπικά έχω ενστάσεις για την "αντικειμενικότητα" της Ιστορίας. Ο Γκαλεάνο ήταν παρών στα γεγονότα που καταγράφει, είναι σύγχρονα πριν ο χρόνος σκεπάσει ή αναδείξει. Και δεν ήταν απλώς παρατηρητής, ο Γκαλεάνο είναι ένας πολιτικοποιημένος στοχαστής, ούτε αυτό το κρύβει.

Ιδιαίτερη φωνή ο Γκαλεάνο με αποτέλεσμα το βιβλίο να έχει και λογοτεχνική αξία. Προσωπικά δεν το αντιλήφθηκα ως κάποιου είδους μανιφέστο αλλά ως μια ματιά σε ένα τοπίο μακρινό για το οποίο ο μύθος συχνά ξεπερνά την ίδια την πραγματικότητα.

Μετάφραση Ισμήνη Κανσή.
Εκδόσεις Εξάντας.

υγ Εδώ μπορείτε να βρείτε το λήμμα της wikipedia για τον Εντουάρντο Γκαλεάνο.
υγ Εδώ ένα βίντεο με ελληνικούς υπότιτλους στο οποίο ο Γκαλεάνο μιλάει για το φόβο.

Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Το τέλος - Anna Seghers







"Ο Φόλπερτ σηκώθηκε, βγήκε. Ένιωθε μια θλίψη πάνω στην καρδιά του, ψυχρή και ακατανόητη, όπως η πάχνη. Κάποτε είχε πιστέψει πως αρκούσε μόνο να ελευθερωθεί για να νιώσει χαρούμενος, ανέμελα χαρούμενος σαν παιδί. Τώρα καταλάβαινε, η χαρά είχε φύγει όπως τα παιδικά χρόνια, οριστικά και αμετάκλητα. Δεν είχε σκεπαστεί μόνο η καρδιά του με πάχνη, αλλά καθεμιά από τις σκέψεις του, κάθε φιλία, κάθε ερωτική περιπέτεια : το χώμα του τόπου πάνω στο οποίο πατούσε ήταν παγωμένο, η ζεστή φθινοπωρινή γη, τα εργαλεία που θα έπιανε μελλοντικά στο χέρι του, το ψωμί που θα έτρωγε, κάθε μόριο στη χώρα ήταν σκεπασμένο με πάχνη. Το αίμα στεγνώνει, αλλά η πάχνη, που καίει τα νεαρά βλαστάρια σαν παγετός, είχε πειράξει ακόμα και το ζωντανό μεδούλι. Οι Αμερικανοί πίσω από το γραφείο έβλεπαν τον Φλόπερτ σαν έναν άνθρωπο μανιασμένο από τη δίψα της εκδίκησης, που έπρεπε τελικά να του τη σβήσουν με τα δικά τους μέσα, όπως κάθε είδος δίψας. Ακόμα και αν έβρισκαν αύριο τον Τσίλλιχ, πάλι δεν θα είχαν συλλάβει το κακό, του οποίου βλαστός ήταν και ό Τσίλλιχ, η πάχνη δεν θα έφευγε, πολύ λίγο ανθίζει το χορτάρι που το έχει βλάψει ο παγετός, και η θλίψη στην καρδιά του δεν θα έσβηνε, δεν θα ένιωθε έτσι πιο χαρούμενος."


Κάθε κρατούμενος φαντασιώνεται τη στιγμή εκείνη, που ελεύθερος πια, θα μπορέσει να πάρει εκδίκηση από το βασανιστή του.

Περισσότερο σαν παραβολή μοιάζει η ιστορία με πρωταγωνιστές τον πρώην κρατούμενο, σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, Φλόπερτ και το σκληροτράχηλο Τσίλλιχ, φύλακα και βασανιστή, που ένιωθε δυνατός μέσα στο σύστημα που με ζήλο υπηρετούσε. Μετά την πτώση του ναζισμού οι ρόλοι αντιστράφηκαν και στη θέση των καταζητούμενων πέρασαν οι πάλαι ποτέ κυνηγοί.

Είναι ικανή η εκδίκηση από μόνη της όμως, άραγε, να φέρει πίσω τη χαρά και να κατευνάσει τον πόνο της φυλακής και των βασανιστηρίων; Και ακόμα παραπέρα να στεριώσει ξανά την, από καιρό, χαμένη πίστη στο έθνος;

Η Άννα Ζέγκερς υπέφερε και η ίδια τα δεινά του ναζισμού, βίωσε την απώλεια συγγενών και φίλων. Η ίδια ξέφυγε και έζησε πολλά χρόνια στο εξωτερικό ως πρόσφυγας αλλά αυτό μάλλον μικρή σημασία έχει. Πώς να πιστέψει πάλι στη Γερμανία μετά από όλα όσα συνέβησαν;

Η συγγραφέας προχωρά ένα βήμα παραπέρα από τη στιγνή εκδίκηση και χωρίς να κρύβει την ύπαρξη της επιθυμίας για απόδοση δικαιοσύνης, εκφράζει έναν πιο ανθρώπινο προβληματισμό σχετικά με το αύριο της χώρας της. Κείμενο που περνά τα γερμανικά σύνορα για να καταδείξει πως το ζήτημα της καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι απλώς ατομικό αλλά κοινωνικό.

Με πόνο καρδιάς η συγγραφέας προσπαθεί να δώσει και την αγωνία του Τσίλλιχ, ανθρώπου δειλού που πήρε δύναμη από τη στολή και τώρα σα φοβισμένο πουλάκι αγωνίζεται να ξεφύγει από τη δικαιοσύνη.

Υπέροχο και δυνατό.

Μετάφραση Γιώργος Δεπάστας.
Εκδόσεις Άγρα.

υ.γ Αφορμή για να διαβάσω το συγκεκριμένο βιβλίο αποτέλεσε το σχόλιο του Ναυτίλου, ο οποίος διατηρεί ένα υπέροχο ιστολόγιο το οποίο μπορείτε να βρείτε εδώ.

υ.γ 2 Τη ανάρτηση για το βιβλίο της Ζέγκερς Η εκδρομή των κοριτσιών που χάθηκαν μπορείτε να βρείτε εδώ.