Πέμπτη 15 Ιανουαρίου 2015

Υπερ-Ατλαντικός - Βίτολντ Γκομπρόβιτς




Τόπος, που να μου ασκεί τέτοια μαγεία, όπως η Αργεντινή της δεκαετίας του '50, δεν υπάρχει. Εκεί, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, διαγώνια από το πεδίο έντασης, τα απόνερα φτάνουν στις ακτές της και φέρνουν παράξενους ταξιδιώτες, φυγάδες από τον εκάστοτε νόμο, ανθρώπους φοβισμένους από τη φρίκη, και φρίκες φοβισμένες από τους ανθρώπους.

Ο Γκομπρόβιτς, λίγο αφού εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο, που έτυχε μάλλον χλιαρής υποδοχής, επιβιβάζεται, μετά από διάφορα παιχνίδια της τύχης, στο πολωνικό υπερωκεάνιο Χρόμπρε με σκοπό να καλύψει δημοσιογραφικά το παρθενικό του ταξίδι. Η άφιξή τους στην Αργεντινή συμπίπτει με την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, εκείνος αποφασίζει να μην γυρίσει, έτσι και αλλιώς η επιστροφή στην Πολωνία θα ήταν μάλλον αδύνατη.

Τις εμπειρίες των πρώτων αυτών χρόνων στην Αργεντινή υποτίθεται πως περιγράφει ο Γκομπρόβιτς στον Υπερ-Ατλαντικό. Υποτίθεται, γιατί, όπως είναι γνωστό, στο έργο του Πολωνού δημιουργού, κάτι που είναι έτσι είναι ταυτόχρονα και αλλιώς, έτσι και ο Υπερ-Ατλαντικός, παρωδία της γκαβέντα, του παραδοσιακού πολωνικού επικού μυθιστορήματος, γραμμένη σε παρωχημένο και στερεότυπο ύφος, πηγάζει αρχικώς από την ανάγκη του Γκομπρόβιτς να αφηγηθεί τα πρώτα χρόνια του στην Αργεντινή.


Αισθάνομαι την ανάγκη να μεταβιβάσω στην Οικογένεια, στα ξαδέλφια και στους φίλους την αρχή ετούτων πλέον, των παλαιών κατά μια δεκαετία περιπετειών μου στην πρωτεύουσα της Αργεντινής.  Δεν προσκαλώ τον οιονδήποτε να μοιραστεί μαζί μου αυτές τις πολυκαιρισμένες Χυλόπιτές μου, αυτό το μάλλον ωμό γογγύλι μέσα σε τούτη τη Γανωμένη γαβάθα, Άνοστο και Κακό και επιπλέον Αισχρό μαυροζούμι, ούτε αυτό το πηχτό πλιγούρι, ούτε αυτό το Κουρκούτι μου από μαύρο σιτάρι, που είναι αρτυμένα με το λάδι των Αμαρτιών μου·αχ, και να μην τα έπαιρναν, να μην τα έπιαναν ποτέ στο Στόμα τους -αυτό θα ήταν για τον αιώνιο Χαμό και τον Εξευτελισμό μου, την ώρα που, χωρίς τέλος, ακολουθώντας την πορεία της Ζωής μου, ανεβαίνω εξουθενωμένος αυτό το δικό μου μολύβδινο Βουνό.
Η πλοκή δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω από ένα πρόσχημα· Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει πλοκή στα βιβλία του Γκομπρόβιτς. Εδώ, ο συγγραφέας φτάνει στο Μπουένος Άιρες και αποφασίζει να μείνει και να μην επιστρέψει στην εμπόλεμη Πολωνία. Με ελάχιστα χρήματα, καμία γνώση της γλώσσας και δίχως γνωριμίες το μέλλον διαγράφεται ζοφερό. Θα γνωρίσει έναν puto, μια αδερφή δηλαδή που είναι ερωτευμένος με έναν νεαρό Πολωνό, και αναλαμβάνει ένα ρόλο διαιτητή της κατάστασης, είναι εκείνος που θα αποφασίσει να ρίξει τον νεαρό στην αγκαλιά του ή να το αποτρέψει. Δίλημμα που συνοψίζεται ως εξής: πίστη στο παρελθόν ή ελευθερία να πλάθει ο καθένας τον εαυτό του όπως επιθυμεί. Δίλημμα που δεν οδηγεί σε ηθικολογία μα σε κωμωδία όπως μόνο ο Γκομπρόβιτς ξέρει να μετατρέπει. Το καθαρό παράλογο, το παράδοξο, κυριάρχο στοιχείο του λογοτεχνικού του σύμπαντος.

Αυτός ο άνθρωπος (ένας από τους πιο παράξενους ανθρώπινους τύπους που είδα ποτέ μου) ήταν άκρως εκλεπτυσμένος και κάθε στιγμή Εκλεπτυνόταν περισσότερο. Τυλιγμένος μέσα σε ένα μακρύ μανδύα, φορούσε τεράστια μαύρα ματογυάλια που τον χώριζαν σαν φράχτης από τον περιβάλλοντα Κόσμο, στο λαιμό ένα μεταξωτό φουλάρι διάστικτο με ημικυκλικά στίγματα, στα χέρια μαύρα γάντια από οργαντίνα που άφηναν τα μισά δάχτυλα έξω, στο κεφάλι ένα μαύρο ημιπλατύγυρο καπέλο. Έτσι περίεργα ντυμένος, απομονωμένος, σήκωνε κατά διαστήματα μέχρι το στόμα του ένα μπουκαλάκι απ' όπου έπινε μια γουλιά, σκούπιζε το πρόσωπό του με ένα Μαντίλι από μαύρη οργαντίνα, έκανε αέρα.
Μοναδική αναγνωστική εμπειρία η επαφή με το έργο αυτού του σπουδαίου δημιουργού. Είχε προηγηθεί η Πορνογραφία.



Μετάφραση Τασία Χατζή
Εκδόσεις Νεφέλη

  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου