Καιρό είχα να γράψω ανάρτηση για κάποια ταινία. Δεν είναι τόσο πως δεν είδα αξιόλογες ταινίες, είδα, όσο πως δεν ένιωθα τίποτα στην άκρη των δακτύλων γυρίζοντας με τα πόδια σπίτι μετά το τέλος της προβολής. Χτες, ένιωθα τα δάκτυλα μου ζεστά, παρά το κρύο. Το Πίσω από τις θημωνιές ήταν μια ταινία για να πεις: πήγαινε να τη δεις· και εμένα ο τρόπος μου είναι να το γράφω εδώ.
Εν μέσω γλεντιού, τρία πιτσιρίκια παίζουν στη λίμνη ώσπου αντικρίζουν δύο πτώματα να επιπλέουν πίσω από τις θημωνιές. Θα τρέξουν πίσω στους μεγάλους να πουν τι είδαν, εκείνοι θα τα καθησυχάσουν αμφισβητώντας αυτό που είδαν, θα τους πουν ιστορίες με φαντάσματα. Ο χρόνος γυρίζει πίσω στην ημέρα των γενεθλίων της Αναστασίας, που είναι εκπαιδευόμενη νοσηλεύτρια στο τοπικό νοσοκομείο. Ο πατέρας της θα της πάρει δώρο σκουλαρίκια. Ο θείος της, αδερφός της μάνας της, θα της αφήσει διακόσια ευρώ. Η Αναστασία θέλει να βγει με τις φίλες της στα μπουζούκια, ο πατέρας αρνείται πεισματικά. Μια μέση λύση θα βρεθεί, ένας νεαρός, οικογενειακός φίλος, να συνοδέψει τις κοπέλες, να 'χει και ο πατέρας ήσυχο το κεφάλι του.
Τίποτα δεν προϊδεάζει για όσα πρόκειται να συμβούν, και όμως, ο έχων εμπειρία ελληνικής πραγματικότητας θεατής, ξέρεις πως όλα θα πάνε στον διάολο, λιγότερο ή περισσότερο μπορεί, στον διάολο ωστόσο· η ασφυξία μυρίζει ανυπόφορα. Η Ασημίνα Προέδρου, σκηνοθέτις και σεναριογράφος, γυρίζει τον χρόνο πίσω στο 2015. Στα σύνορα Ελλάδος και Βόρειας Μακεδονίας χιλιάδες ψυχές στριμώχνονται. Από τη μια μέρα στην άλλη τα σύνορα κλείνουν, φράκτες υψώνονται, απελπισμένοι άνθρωποι ψάχνουν άλλες οδούς για να συνεχίσουν τον δρόμο τους. Η χρυσή αυγή είναι εκτός φυλακής, εντός βουλής, ο εθνικισμός και η πατριδοκαπηλεία χρησιμεύουν ακόμα μια φορά ως καταφύγιο. Ο τόπος, γύρω από τη λίμνη Δοϊράνη, παραδεισένιος, όπως κάθε τόπος. Η τοπική κοινωνία, ελληνική, όπως σε όλη την επικράτεια. Η κακοδιαχείριση στον συνεταιρισμό δεν εκπλήσσει κανέναν, πόσο μάλλον η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Η θέση της γυναίκας, επίσης· παρομοίως και του ξένου. Η επιρροή της εκκλησίας και η διαφθορά των αρχών μια από τα ίδια. Όλοι αυτοί θα τρομοκρατηθούν μήπως οι πρόσφυγες τους αλλοιώσουν το dna, αργότερα τη θέση τους θα πάρουν τα εμβόλια. Εκτός και αν πρόκειται να κονομήσουν απ' όλο αυτό, τότε όλα αλλάζουν.
Η Προέδρου γεμίζει το φιλμ της με λεβεντιά, μεράκι και φιλότιμο, όλα όσα παράγουμε ως χώρα. Αξιοποιεί όσα ο τόπος είχε να της δώσει με ρεπεράζ ζηλευτό, η φωτογραφία είναι αντάξια εκείνου που είχε οραματιστεί. Ρεαλισμός στεγνός, ερμηνείες δυνατές και κυρίως πειστικές. Ανθρωπότυποι γνώριμοι, στερεοτυπικοί, καταστάσεις οικείες ακόμα και για εκείνους που ο τόπος τούς είναι ανοίκειος, ξένος. Ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το προσφυγικό είναι ιδιοφυής. Δεν παρασύρεται από τον ανθρώπινο πόνο, δεν φωνάζει την αντίθεση ανάμεσα στον τρομακτικό πόνο και την εκκωφαντική αναλγησία. Το προσφυγικό, πάντοτε σε ουδέτερο σαν να πρόκειται για μια κατάσταση, για κάτι που απλώς συμβαίνει, το προσφυγικό για εκείνα τα χωριά είναι ένα ακόμα περιστατικό που ανέδειξε τη δυσωδία, πριν από το επόμενο· η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Η ταινία δεν μεροληπτεί υπέρ των χοντρόπετσων, αλλά επιχειρεί να ρίξει λίγο φως και σε εκείνη τη μειοψηφία που αψηφά τον κυρίαρχο λόγο και πέφτει στις λάσπες να βοηθήσει, εκείνη τη μειοψηφία που ξέρει πως εκτός της αλληλεγγύης σε τίποτα άλλο δεν μπορεί να ελπίζει σε τούτη τη ζωή.
Η επιλογή της Προέδρου να χωρίσει σε τρεις οπτικές γωνίες την αφήγηση, μία για κάθε ένα μέλος της αγίας οικογένειας, είναι άκρως
λειτουργική, κυρίως γιατί κάθε φορά ο θεατής ελπίζει πως κάπως αλλιώς
θα εξελιχθούν τα πράγματα, με αποτέλεσμα ο κόμπος στο στομάχι να μη λύνεται, αλλά και γιατί η σκηνοθέτις του παραχωρεί/επιβάλει το
προνόμιο της πλήρους γνώσης, προνόμιο που μόνο ο ισχυροί της ταινίας έχουν, τον
πετάει εκεί, ανάμεσα στους σημαίνοντες άντρες του χωριού, του δίνει καρέκλα δίπλα
τους στο γλέντι, στον χορό. Κάλοι άνθρωποι, νοικοκυραίοι, χριστιανοί και Έλληνες. Το Πίσω από τις θημωνιές ακολουθεί μια κάποια εγχώρια κινηματογραφική παράδοση, που μας έχει δώσει αξιόλογες ταινίες, ωστόσο, υπάρχει μια ταινία ευθείας αναφοράς. Είναι Ο φόβος του Κώστα Μανουσάκη, ταινία που βγήκε στις αίθουσες το 1966, μια από τις σπουδαιότερες στιγμές του ελληνικού κινηματογράφου. Η συνομιλία των δύο ταινιών, που ενσωματώνουν όλη την ομορφιά και όλη τη σαπίλα της ελληνικής υπαίθρου, εκείνο που κυρίως διαπραγματεύεται είναι η ασφυξία του μικρού τόπου, το αίσθημα επιβίωσης της οικογένειας, που όλα τα δικαιολογεί, που όλα τα φέρνει στα μέτρα της ακόμα και τον λόγο του Θεού της· τα πράγματα μόνο εξωτερικά αλλάζουν, στον πυρήνα υπάρχει μια εφιαλτική σταθερότητα. Ο μισανθρωπισμός ολοένα και βροντά την πόρτα.
Το Πίσω από τις θημωνιές είναι μια σπουδαία ταινία που δεν εξαντλείται στο μήνυμα που φέρει.
υγ. Για τον υπέροχο Φόβο περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου