Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2025

Ημερολόγια καρκίνου - Audre Lorde

Είναι πιθανότατα η λέξη που οι περισσότεροι αρνούνται να εκστομίσουν, αν δεν την προφέρεις, δεν υπάρχει, ίσως να σκέφτονται, ίσως να ελπίζουν, ξόρκι, είναι πιθανότατα η λέξη που συχνότερα ακολουθεί τον μορφασμό πως μια δυσάρεστη εξέλιξη, για άτομο γνωστό στον ηλικιακό περίγυρο πια, επίκειται να ανακοινωθεί, είναι η λέξη καρκίνος.

Βολόδερνα για μέρες μεταξύ του να διαβάσω ή όχι το βιβλίο αυτό, η ανάγνωση έχει γυμνάσει το στομάχι μου επαρκώς νιώθω, το σίμωμα στο θανατικό, το τραύμα, τον πόνο, το μαρτύριο, αλλά ο καρκίνος είναι μια πίστα από μόνος του, είναι τόσο παρών που το λεπτό τσιγαρόχαρτο της μυθοπλασίας δεν το συγκρατεί, πόσο μάλλον εδώ που η μυθοπλασία δεν υπάρχει εξ αρχής, ημερολόγια καρκίνου, πόσο πιο ευκρινώς να δοθεί. Πριν δύο χρόνια, είχα διαβάσει το Sister Outsider, μια συλλογή από κείμενα της Λορντ, πρώτη επαφή μαζί της, μέσα από τα κείμενά της και όχι μέσα από την ποίηση της μαύρης, λεσβίας, μητέρας, μαχήτριας, ποιήτριας, με τα δικά της λόγια, η ανάγνωση εκείνη με είχε κάνει να νιώσω άβολα, η άγνοια που το προνόμιο μου μου χαρίζει, η επαφή με έναν κόσμο ανοίκειο, άγνωστο, ένας λόγος ευθύς, που δεν χαρίζει, που δεν καλοπιάνει, που δεν ελεημονεί τη συμπόνοια αλλά προτάσσει το στήθος, ήμουν, είμαι μέρος του κόσμου που καταπιέζει, που δεν επιτρέπει στο διαφορετικό να αναπνεύσει, όσο και αν δεν το θέλω, όσο και αν η γαματοσύνη μου αντιστέκεται, πως όχι, εγώ δεν είμαι σαν αυτούς τους άλλους, πως είμαι διαφορετικός, ένας από εκείνους είμαι.

Υπάρχει μια κρίσιμη στιγμή στην αναγνωστική μου διαδρομή, όταν μπόρεσε να ανθίσει διακριτός μέσα μου ο διπλός ανθός, να γίνει διαλογή ανάμεσα στο αυτή η ιστορία έπρεπε να ειπωθεί και στην αναγνωστική απόλαυση, ως τότε μπερδευόμουν, ένα μόνιμο και ηχηρό σκάσε και διάβαζε ακουγόταν από το βάθος, η όποια ένστασή μου επί της γραφής έπεφτε στο κενό εκείνο, σκάσε και διάβαζε, όμως, υπήρξε μια ανάγνωση, το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα Κακή συνήθεια της Αλάνα Πορτέρο, που ξεκαθάρισε την ομίχλη, ναι, ήταν σημαντικό πως αυτή η ιστορία ειπώθηκε, όμως, ταυτόχρονα, λογοτεχνικά μου φάνηκε αδύναμη, ήταν μια ανακούφιση εκείνη η στιγμή, είναι εξίσου ρατσιστικό, θεωρώ, με το να μην θες να ακούγονται τέτοια άτομα και οι ιστορίες τους, το να είναι αυτό το ποιοτικό κριτήριο της ανάγνωσης, ένα για τρανς άτομο καλά γράφει κρύβεται τότε πίσω από την πόρτα, μια διάκριση.

Έχοντας διαβάσει τα κείμενα της Λορντ, ήξερα ως ένα βαθμό τι να περιμένω, ένιωθα πως το ήξερα, τουλάχιστον, γεγονός το οποίο επέτεινε την αναποφασιστικότητά μου, να διαβάσω ή όχι αυτό το βιβλίο, φοβόμουν το στρίμωγμα, ας είμαι ειλικρινής, όποια δικαιολογία άλλη και αν ψιθύριζα από μέσα μου, αυτό ήταν που συνέβαινε, φοβόμουν το στρίμωγμα. Και δεν φοβόμουν τόσο το στρίμωγμα του καρκίνου αλλά της πρόζας τής Λορντ, ευθείας και εύστοχης. Όσο και αν ισχυριζόμαστε, και εγώ ανάμεσά μας, πως διαβάζουμε για να καταρρίπτουμε τα κακοχτισμένα φρούρια των βεβαιοτήτων μας, για να μας γνωρίζουμε καλύτερα, για να μοιραζόμαστε έναν ολοένα και λιγότερο μονοσήμαντο κόσμο, εντούτοις κάτι τέτοιο διόλου εύκολο δεν είναι, διόλου ανακουφιστικό, πειθαρχία χρειάζεται, διάθεση κυβίστησης απέναντι στο ως τότε άγνωστο, το προνόμιο μας πλήττεται, δεν το χάνουμε, δυστυχώς δεν είναι τόσο απλό, το διατηρούμε αναλλοίωτο, απλώς αλλάζει, αν αλλάζει, η στάση μας απέναντί του, απέναντι σε εκείνο το υπερβολές είναι όλα αυτά, μια κριτική ενοχή φωλιάζει δίπλα του, αν όντως θέλουμε ο κόσμος να αλλάξει, γιατί αν δεν θέλουμε τότε όλα είναι κιόλας καλώς καμωμένα, δεν αρκεί να θεωρητικολογεί εξ αποστάσεως κανείς απέναντι στην αλλαγή.

Η ανάγνωση, ανάμεσα σε τόσα άλλα, με μαθαίνει τον τριγύρω κόσμο, επαναληπτικά πλήγματα της μονοσημείας του, βολές απέναντι στο εγώ ξέρω, η επαφή με την ανθρώπινη εμπειρία, έτσι τα κρακ ακούγονται, έτσι ελπίζω ο ορίζοντας να πλαταίνει, το βάρος να επιμερίζεται, η ευθύνη να σχηματοποιείται, το εγώ να λαμβάνει ταυτόχρονα τη μοναδική αλλά όχι ξεχωριστή θέση του ανάμεσα στα υπόλοιπα των δισεκατομμυρίων, ενώ η μοναξιά πλήττεται, κοινότητες δημιουργούνται ακόμα και με άτομα που ποτέ δεν γνώρισα από κοντά, τα δίκτυα υποστήριξης και ελπίδας. Τώρα που νιώθω πιο επαρκής στη διάκριση ανάμεσα στο βίωμα και τη λογοτεχνία, ένα βήμα ακόμα έχει πραγματοποιηθεί, ένα ξεκαθάρισμα. Η Λορντ, με όλους τους προσδιορισμούς που εκείνη επέλεξε για την εαυτή της, και όχι μόνο εκείνον της ποιήτριας, σε μια εποχή μακρινή των κοινωνικών δικτύων, εκεί που ο Τρούμαν νιώθει αμήχανα, βλέποντας την πλειοψηφία του κόσμου να επιθυμεί τη φυλακή του, να βρίσκεται διαρκώς στο επίκεντρο της προσοχής και της κοινής θέας, τώρα έφαγα, τώρα ξάπλωσα, τώρα αυτό και τώρα εκείνο, η Λορντ, σε μια εποχή αναλογική, εκεί που το μοίρασμα ξεκινούσε από την άμεση ανθρώπινη επαφή και η έκδοση ενός βιβλίου, μιας μπροσούρας, ενός τυπωμένου κειμένου ήταν ο τρόπος του γράφοντος υποκειμένου να ανοίξει τον κύκλο, επιλέγει να δημοσιεύσει αυτά τα ημερολόγια, πιστεύοντας πως είναι κρίσιμα και σίγουρα βοηθητικά για άλλες γυναίκες που πέρασαν ή περνούν καρκίνο, και πιο συγκεκριμένα στο στήθος, εκεί που η μαστεκτομή είναι ακόμα μια από τις πλέον βασικές θεραπευτικές προσεγγίσεις.

Ξεκίνησα να διαβάζω τα ημερολόγια αυτά, μια σύνθεση από ημερολογιακές καταγραφές, εκεί που ο φόβος και ο πόνος, κυρίως αυτά τα δύο, επικρατούσαν, και το βλέμμα της ποιήτριας διαρρήγνυε την επιφάνεια, διαπραγματευόταν με εκπληκτική οξυδέρκεια, αποτέλεσμα χρόνων παρατήρησης και αναζήτησης της κατάλληλης λέξης, την εμπειρία της, την ανάγκη και την επιθυμία της να ζήσει, να δει ξανά αγαπημένα πρόσωπα, να εκφράσει σ' αυτά την ευγνωμοσύνη της, οι καταγραφέας διακόπτονταν (ή και το ανάποδο) από πιο δοκιμιακού χαρακτήρα αποσπάσματα, εκεί που πια ο καρκίνος, όπως κάθε καθημερινή μάχη της γυναίκας στον κόσμο αυτό, πέρασε στην αρένα της διεκδίκησης, με άξονα περιστροφής την άρνησή της να προχωρήσει σε προσθετική στήθους εκεί που πια ο λόφος είχε επιπεδοποιηθεί, απόφαση που σύντομα αποδείχτηκε πως δεν ήταν πλήρως δική της, όχι χωρίς οι άλλοι, με το καλό ή με το κακό, να βρίσκουν διαρκώς την ευκαιρία να την κατακρίνουν, και όταν είδαν πως σε προσωπικό επίπεδο η βούλησή της ήταν σταθερή, τότε, ως είθισται, πέρασαν στην επίθεση, καθιστώντας την υπεύθυνη για το πεσμένο ηθικό των άλλων γυναικών στην αναμονή του ιατρείου για παράδειγμα, επιμένοντας πως η προσθήκη στήθους θα ήταν η καλύτερη γέφυρα με το πριν του καρκίνου, το μνημείο που θα δήλωνε τη νίκη, το διαβατήριο που θα επιβεβαίωνε πως πια είναι μία σαν τις υπόλοιπες γυναίκες, με δύο στήθη, και κανείς δεν θα μπορούσε να διακρίνει τη διαφορά.

Αυτό, λέει η Λορντ, ήταν εκείνο που τη θύμωνε, αυτό το σαν να μη συνέβη, αυτή η λήθη που περισσότερο με ντροπή και ενοχή μοιάζει, αυτό το χαλάκι κάτω από το οποίο χώνονται τα συναισθήματα, ο φόβος και ο πόνος, η αγωνία, αυτό το μία από όλες, με όλο το βάρος στους ώμους της, χωρίς ένα κοινό έδαφος μοιράσματος της μάχης. Και όλες αυτές οι παραινέσεις για το καλό της, γιατί, πάντα όμως, οι άλλοι ξέρουν καλύτερα τα πάντα, ακόμα και εκείνα που δεν ξέρουν, εκείνα που μόνο θεωρητικά γνωρίζουν, η Λορντ μπορούσε να διακρίνει τις καλές προθέσεις, μπορούσε όμως να διακρίνει και την καταπίεση, την αντίθεση στη δική της απόφαση, την επιθυμία της να πορευτεί χωρίς το ένα στήθος της.

Και αυτό που ξεκίνησε ως μια ποιητική καταγραφή των ημερών εκείνων, από τη στιγμή που ψηλάφησε κάτι ύποπτο, μέχρι την αφαίρεση του στήθους, για να συνεχίσει ως ένα κατηγορώ απέναντι σε εκείνους που την έκριναν διαρκώς για την απροθυμία της να ακολουθήσει τον πλέον συνήθη δρόμο, εκείνο της προσθετικής, συνεχίζει με ένα εμείς, παραθέτοντας νούμερα που δείχνουν τη δυσχερή θέση κάποιων πολλών απέναντι στον καρκίνο, την απροθυμία να πληγούν οι αιτίες γέννησης του καρκίνου, καθώς ελάχιστο κέρδος παράγουν, αλλά αντίθετα να αναπτυχθεί η καρκινική αγορά, μια ακόμα αγορά με περιθώριο κέρδους υπό την πρόφαση της φροντίδας, φροντίδα η οποία προϋποθέτει πάσης φύσεως προνόμια.

Δεν ξέρω πώς θα στεκόταν η Λορντ σε μια ψηφιακή εποχή όπως η σημερινή, εκεί που σχεδόν σε ζωντανή μετάδοση γίνεται η αφήγηση κάθε μικρής ή μεγάλης εμπειρίας, σε μια εποχή που το πεδίο φροντίδας έχει θεωρητικοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό, δυσανάλογο του πόσο η δημόσια υγεία καταρρέει και χάνεται, δεν ξέρω. Ξέρω όμως πως δεν θα το έκανε με όρους νίκης αλλά με όρους μάχης.

Δύο, κυρίως, πράγματα κρατώ προς ώρας από την ανάγνωση αυτή. Το πρώτο έχει να κάνει με τον αναλογικό κόσμο εντός του οποίου η Λορντ επιλέγει να επικοινωνήσει την εμπειρία της, πια μοιάζει τόσο μακρινός και ανοίκειος, μια άλλη εποχή περασμένη. Το δεύτερο έχει να κάνει με την κατάρριψη μιας βεβαιότητας, πως κάθε γυναίκα επιθυμεί αυτό που της συνίσταται, την προσθετική στήθους, αγνοούσα βαθιά πως και εκεί, αν και δεν θα έπρεπε να μου κάνει εντύπωση, κρύβεται ακόμα μια κοινωνική επιβολή, η γυναίκα ως αντικείμενο παρατήρησης, με δύο στήθη, που η αφαίρεση του ενός μας χαλάει την εικόνα, μας στρεσάρει με έναν τρόπο προκλητικό, καθώς στεκόμαστε μακριά και ψηλά από τη θέση της ασθενούς, της μαχήτριας. Και αυτή η θέση της Λορντ, αυστηρή και ευθεία, που ωστόσο δεν πλήττει τις υπόλοιπες μαχήτριες που επέλεξαν έναν άλλο από τον δικό της δρόμο.

υγ. Για το Sister Outsider περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
υ.υγ. Αν θέλετε να «με κεράσετε έναν καφέ», μπορείτε εδώ!
 
Μετάφραση Ισμήνη Θεοδωροπούλου
Εκδόσεις Κείμενα  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου