Ταξιδιωτική λογοτεχνία δεν είναι μόνο εκείνη που περιγράφει ταξίδια, αλλά και εκείνη που επιλέγεται να τα συνοδεύσει. Θα επέστρεφα, κάποια χρόνια μετά, ξανά στη Μαδρίτη, ήθελα/χρειαζόμουν/προσδοκούσα κάτι μαδριλένικο. Η Κακή συνήθεια της Αλάνα Πορτέρο είχε μόλις κυκλοφορήσει· Μαδρίτη, δεκαετία του '80· έμοιαζε να είναι το βιβλίο που γύρευα.
Ένα κορίτσι σ' ένα σώμα που μοιάζει αγοριού, ένα κορίτσι σε σύγχυση, προσπαθεί να καταλάβει χωρίς αστρολάβο προς τα πού θέλει να χαράξει πορεία, βαδίζοντας στις γειτονιές του κέντρου, επιστρέφοντας τα βράδια στο εργατικό προάστιο, αλλάζει ρούχα για να περάσει τα σύνορα από το εν κρυπτώ στο φανερό, αλλάζει συμπεριφορά σε μια προσπάθεια να περάσει απαρατήρητη, κλείνεται με τις ώρες στο δωμάτιό της. Είναι μια ιστορία ενηλικίωσης αυτή. Μια Μαδρίτη σε movida, με σκοτεινές γωνιές, με φωτεινές γωνιές, με καλούς και κακούς ανθρώπους.Ήδη ο θάνατος του ενός έχει απελευθερώσει ένα κύμα πολύχρωμο, ιδιαίτερα στην πρωτεύουσα- προπύργιο, τα φίδια έχουν φωλιάσει στις τρύπες τους, τα φίδια ξέρουν να κάνουν υπομονή στα σκοτεινά και υγρά λαγούμια, επωάζουν τα αβγά τους, περιμένουν και εκείνα τον ιστορικό κύκλο. Όμως, οι εποχές δεν αλλάζουν με μια ταφή, μακάρι να ήταν τόσο απλό, η συνέχεια του κακού κρύβεται πίσω από την υποκρισία, κανείς δεν ήξερε, κανείς δεν έφταιγε, όλοι πάλευαν για την αλλαγή, για τη δημοκρατία, για την ελευθερία, το ίδιο πάντα αφήγημα ή για την ακρίβεια το μη αφήγημα, η ακαριαία λήθη.
Έχω αρκετές φορές δηλώσει/παραδεχτεί την αδυναμία μου μπροστά στη λογοτεχνία των μη προνομιούχων (κυρίως) λευκών αντρών, αδυναμία διάκρισης μεταξύ της τεράστιας σημασίας της ύπαρξης μιας τέτοιας λογοτεχνίας και της ποιοτικής στάθμης της, τα προνόμια μου με βαραίνουν, δεν μου επιτρέπουν να δω καθαρά, δεν αφήνουν μεγάλο περιθώριο για μια καθαρή, προφανώς υποκειμενική, αξιολόγηση. Είμαι ένας άνθρωπος που για χρόνια ταλαιπωρήθηκε, και ακόμα προφανώς ταλαιπωρείται, από τα απόλυτα ζεύγη αντιθέτων, άσπρο μαύρο και πουθενά το όμορφο πολυποίκιλο γκρι. Η ανάγνωση, ανάμεσα σε τόσα άλλα, μας συστήνει τον εαυτό μας, ελπίζω δηλαδή να το κάνει, η ανάγνωση είναι ένα, ίσως παράδοξο και μη προφανές, εν εξελίξει μυθιστόρημα ενηλικίωσης, άσχετο με τον αριθμό των κεριών στη ζαχαρόπαστα της τούρτας. Η αμφιβολία και η αμφισβήτηση είναι οι πιο θρεπτικοί της καρποί.
Τον τελευταίο καιρό μόνο, τι και αν έχω ήδη κλείσει τα σαράντα, φανερώνεται δειλά ο ενδιάμεσος χώρος, αυτή η ταυτόχρονη παρουσία της σημασίας και της αδυναμίας, υπάρχει όμως και άλλος χώρος να διερευνηθεί και άλλες γωνιές να φωτιστούν και να πατηθούν, ίσως και να χρησιμεύσουν ως ένα σύντομο ή όχι διάστημα ανάπαυσης. Είναι ξεκάθαρο απ' όσα προηγούνται πως οι ενοχές ακόμα δεν έχουν υποχωρήσει εντελώς από το προσκήνιο, νιώθω πως πρέπει να απολογηθώ, πρώτα και κύρια στον ίδιο μου τον εαυτό, στη γαματοσύνη μου. Δυσκολεύομαι να πω: το Κακή συνήθεια είναι για πολλούς λόγους ένα σημαντικό συμβάν παρότι λογοτεχνικά δεν με κάλυψε.
Αλίμονο, όμως, αν η ανάγνωση υπαγόταν σε ένα απόλυτο ζεύγος αντιθέτων, στην έγκριση και την απόρριψη. Δεν είναι η πρόκληση εκείνη που χαρακτήρισε την ανάγνωσή μου. Η πρόκληση για την πρόκληση μου γεννά εδώ και χρόνια δυσανεξία. Ούτε κάποια προφανής και μονοσήμαντη απάντηση στο γιατί η Πορτέρο έγραψε αυτό το βιβλίο, πέρα της μόνης αποδεχτής: γιατί έτσι ήθελε. Και αυτή η αυτοπεποίθηση, η ανορεξία της να αποδείξει γιατί η ιστορία της πρέπει να ειπωθεί, η απουσία διάθεσης να απολογηθεί, να δικαιολογηθεί ή να πείσει, είναι που προσφέρει επιπρόσθετη αξία στην ιστορία αυτή. Όμως, σε ένα επίπεδο παραδόξως δοκιμιακό, όχι και τόσο λογοτεχνικό.
Σε καμία περίπτωση η Κακιά συνήθεια δεν είναι ένα κακογραμμένο βιβλίο, ίσως μάλιστα ένα μέρος του προβληματισμού επί της λογοτεχνικής του αξίας να κρύβεται στο καλοσχηματισμένο και καλογραμμένο περιεχόμενο.
Η Πορτέρο διαφεύγει του κινδύνου μιας διάχυτης εγωπάθειας, νόσος συχνή της αυτομυθοπλασίας ή της αυτοβιογραφικής γραφής. Είναι ένα από τα κύρια βέλη απέναντι σε αυτού του είδους τη λογοτεχνία, η αυτοαναφορικότητα, η παράδοξη αναχωρητικότητα εντός ενός άκρως ρεαλιστικού πλαισίου. Η Πορτέρο γράφει για να πει πως τα κατάφερε, χωρίς τόνο το πως συνειδητά, αλλά δεν εξαντλείται εκεί, αυτό το ξέρει, έχει συμβεί πριν από το βιβλίο, δεν είναι ένα success story αυτό, αλλά η μαρτυρία μιας επιβίωσης, το οφειλόμενο ευχαριστώ σε εκείνα τα πλάσματα που τη βοήθησαν να σταθεί απέναντι στον καθρέφτη και να αντικρίσει αυτό που είναι, να νιώσει όμορφα με αυτό. Είναι ταυτόχρονα και ένα εγχειρίδιο, αλλά δεν σου λέει το πώς θα τα καταφέρεις, αλλά πως θα τα καταφέρεις, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, με τον δικό σου τρόπο. Γι' αυτό δεν ωραιοποιεί, γι' αυτό δεν δυστοπεί, όλα υπάρχουν μέσα σε όλα, άλλωστε. Δεν εκβιάζει το συναίσθημα, πόσο σημαντικό και αυτό, ε;
Σ' ένα βιβλιοπωλείο άκουσα μια πελάτισσα να λέει, αφού της περιέγραψαν την πλοκή μέσες άκρες: α, τέτοιο είναι; Δεν χρειάζεται να προσθέσω κάτι για τη σημασία βιβλίων όπως αυτό, τόσα και άλλα τόσα, και άπειρα ακόμα τόσα.
Διαβάζω όσα ως τώρα έχω γράψει, κάποιες αλλαγές ίσως χρειάζονται, κάποια σημεία ίσως καλύτερο φωτισμό, διαβάζω ωστόσο και διακρίνω τη σημασία που και αυτό το βιβλίο είχε για μένα, όλα όσα προήλθαν ως σκέψη, ως ξύσιμο μιας επιφάνειας. Τι άλλο να πω, πέρα από αυτό;
Κλείνοντας θα ήθελα, ωστόσο, κάτι ακόμα να πω, κάτι που αφορά μια μεταφραστική επιλογή. Ο κόσμος γύρω μας αλλάζει, συνέβαινε και θα συμβαίνει, η γλώσσα ως μια κατασκευή γνωρίζει κάποιες μετατροπές απαραίτητες. Η Πορτέρο μιλάει για εκείνη σε γένος θηλυκό ακόμα και για την περίοδο εκείνη που όλοι την αντιμετώπιζαν ως αυτό που φαινόταν να είναι, ως αγόρι. Νιώθω, ίσως διαισθητικά, πως εκείνη δεν θα επέλεγε το «ο εαυτός μου» αλλά το «η εαυτή μου» και πριν πείτε πως κάτι τέτοιο δεν είναι δόκιμο, σκεφτείτε το καλά, ίσως από την απάντησή σας να φανεί μια ακόμα μεγαλύτερη ανάγκη για βιβλία όπως αυτό.
υγ. Προφανώς και σε κάθε (ψευτο)δίλημμα Μαδρίτη ή Βαρκελώνη, η απάντηση θα είναι προφανής.
υγ2. Δύο χρόνια πριν, διάβασα ένα βιβλίο εξίσου σημαντικό, που λογοτεχνικά με κάλυψε περισσότερο, έργο εγχώριας προέλευσης, περισσότερα εδώ.