Στο τετράδιό μου είχα από καιρό σημειώσει να διαβάσω το Αγόρι του Μάνου Ραγιάδη, μυθιστόρημα το οποίο σε ορισμένους κύκλους συζητήθηκε αρκετά και με τον καιρό απέκτησε μια κάποια φήμη. Όταν πήρα την απόφαση να πάω στο βιβλιοπωλείο, είχε κυκλοφορήσει μόλις το τελευταίο του μυθιστόρημα με τίτλο Καταστασιακή Δίνη, διαθέσιμο μάλιστα σε δύο εξώφυλλα, ένα μαυροκόκκινο και ένα μαυροπράσινο. Το αγόρι, με τα ροζ αυτιά, έμεινε να καπνίζει, περιμένοντας καρτερικά τη σειρά του.
Δεν είχα ιδιαίτερες προσδοκίες και το οπισθόφυλλο δεν με έκανε σοφότερο. «Μια κασέτα, ένα ατύχημα, μία αγοραπωλησία, ένας Βαγγέλης. Οι λόγοι που αναγκάζουν τους ανθρώπους να συγκρουστούν στον αγώνα επικράτησης της δημιουργίας απέναντι στην ανυπαρξία. Η συμπόρευση ως έναυσμα για την εδραίωση μιας ανάμνησης ως σημείο αναφοράς. Ο ήχος, η παρουσία, η απεικόνιση του ιδιαίτερου, η αμφισβητήσιμη αξία του απερίγραπτου, η συνειδητοποίηση του καινούργιου, του διαφορετικού. Ο θόρυβος, η τοξική επιχειρηματικότητα, η αποτυχία, ο Βαγγέλης. Τα πάντα και τίποτα, αυτός ο Βαγγέλης». Βαγγέλη ωστόσο λένε τον αδερφό μου και αυτό θεωρώ πως έπαιξε τον ρόλο του.
Η Καταστασιακή Δίνη είναι ένα σπονδυλωτό, πολυφωνικό μυθιστόρημα, χωρισμένο σε τρία μέρη· Αρχή, Μέση και Τέλος. Ο Ραγιάδης ακολουθεί μια γραμμική, παράλληλη αφήγηση των ιστοριών των τεσσάρων χαρακτήρων σε πρώτο πρόσωπο, θέτοντας τον χρόνο ως μια σταθερά σ' ένα περιβάλλον με αρκετά στοιχεία σουρεαλισμού και συμβολισμού, μια κίνηση έξυπνη που επιτρέπει στο μυθιστόρημα να λειτουργήσει· επίσης, να αντέξει και να εξυπηρετήσει τις συγγραφικές ιδέες και προθέσεις. Τα τέσσερα πρόσωπα είναι η Μανταλένα, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος του Χριστόφορου και της Μαρίας, ο Ιλ Κωστίνο και ο Αχούρα Μάζντα. Η Μανταλένα, που δουλεύει ως φρι λάνσερ μεταφράστρια, περνά πολλές ώρες στο σπίτι. Έχει να δει τη μάνα της χρόνια, από τότε που εκείνη τους εγκατέλειψε, και νιώθει υπεύθυνη για τον αδερφό της που στο πρόσφατο παρελθόν έχει να επιδείξει βίαιες συμπεριφορές απέναντι στις εκάστοτε κοπέλες του. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος του Χριστόφορου και της Μαρίας, είναι ένα φιλόδοξο στέλεχος, ένας απλός υποδιευθυντής πωλήσεων προς το παρόν. Πηγαίνοντας στο πάρτι της εταιρείας θα παρασύρει με το αυτοκίνητό του μια κοπέλα την οποία θα ερωτευτεί. Ο Ιλ Κωστίνο, γιος ενός επιτυχημένου, αυτοδημιούργητου, πλούσιου πατέρα, κινείται στον αντίποδα όλης αυτής της λάμψης, σ' ένα κόσμο παραισθήσεων. Θα μπλεχτεί σε μια διαμάχη μεταξύ του φίλου του και του ναρκέμπορα. Ο Αχούρα Μάζντα, απροσδιορίστου ηλικίας, ένας ανάπηρος επαίτης φαινομενικά, είναι το θύμα μιας προαιώνιας θεϊκής διαμάχης. Αναζητά την ευκαιρία να ανακάμψει στη συνείδηση των ανθρώπων. Οι ιστορίες θα μπλεχτούν μεταξύ τους, οι πορείες των τεσσάρων θα διασταυρωθούν καθώς η εξέλιξη των πραγμάτων θα επιταχύνεται διαρκώς με κατεύθυνση το χάος και την παράνοια, την ευθεία σύγκρουση των δυνάμεων που θα διεκδικήσουν τον έλεγχο της επόμενης μέρας.
Ο τίτλος του μυθιστορήματος είναι εξόχως αντιπροσωπευτικός του περιεχομένου. Ο τρόπος με τον οποίο συναντώνται η τέχνη, η πολιτική, η φιλοσοφία, η θεολογία και η γνώριμη τρέχουσα ζωή εντός του μυθιστορήματος αυτού δημιουργεί μια δίνη που συνομιλεί, χωρίς να εγκλωβίζεται ωστόσο, με τη δεκαετία του '50, και ειδικά τα τέλη της, όχι με χαρακτήρα αραχνιασμένης νοσταλγίας αλλά συνέχειας ενός νήματος που ποτέ δεν κόπηκε εντελώς. Ο Ραγιάδης κινείται με τρόπο έξυπνο και λειτουργικό στο όριο ρεαλισμού και υπερρεαλισμού, διατηρώντας διαρκώς τον έλεγχο της δίνης αυτής, χωρίς να την αφήνει να εκτοξεύσει τους αναγνώστες στο χάος και το άπειρο. Έχει μια συγκεκριμένη ιστορία, αρκετά τρελή η αλήθεια, να πει και το κάνει υποδειγματικά. Ο Ραγιάδης στήνει ένα πολυπρισματικό κατασκεύασμα και δίνει τον λόγο στα τέσσερα πρόσωπα. Φωνές μεταξύ τους ευδιάκριτες που αποτελούν ιδανική προέκταση και συμπλήρωμα στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων, που παρά την προσχηματικότητα που τους διακρίνει δεν στέκουν στεγνοί και επίπεδοι. Το μεγαλύτερο ατού του μυθιστορήματος είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Ραγιάδης αποτυπώνει τον κόσμο εντός του οποίου λαμβάνει χώρα η πλοκή, που, παρότι είναι τόσο γνώριμος, γεννά και αναπτύσσει στον αναγνώστη το ανοίκειο, κάτι που τονίζει το ενδεχόμενο ύπαρξής του, μετατοπίζοντας το βάρος από τον υπερρεαλισμό στον ρεαλισμό. Με τον τρόπο αυτό πετυχαίνει όχι μόνο να εγκλωβίσει το αναγνωστικό ενδιαφέρον αλλά και να επιτρέψει στον τρόμο να παρεισφρήσει ανάμεσα στις γραμμές, να δημιουργήσει την ισχυρή αμφιβολία πως όλα αυτά δεν είναι γέννημα ενός άρρωστου μυαλού αλλά η περιρρέουσα πραγματικότητα, σε πείσμα της λογικής φωνής.
Ο Ραγιάδης αναμειγνύει πλείστα είδη και συνομιλεί με διάφορες παραδόσεις, προβάλλοντας ωστόσο την αγάπη του για το παλπ και τη λογοτεχνία του Μπάλλαρντ. Αυτή η μίξη, συχνά ετερόκλητων μεταξύ τους συστατικών, αποτελεί και μια κειμενική αποτύπωση της συγχρονίας του μυθιστορήματος με την εποχή του. Το αποτέλεσμα θεωρώ πως δικαιώνει σε μεγάλο βαθμό τις συγγραφικές προθέσεις αποφεύγοντας, θαυμαστό πώς, την υπερβολή. Ο συγγραφέας δεν υποχωρεί από το βάρος της ίδιας του της φαντασίας. Πιστός στους προγόνους του, δεν διστάζει να υπονομεύσει το ίδιο του το κατασκεύασμα και να απολύσει την όποια σοβαροφάνεια προκύπτει στην πορεία. Η Καταστασιακή Δίνη, πίσω από όλο το γλέντι εικόνων και συμβάντων δράσης, αποτέλεσμα πλούσιας φαντασίας και σφιχτής διαχείρισης, είναι ένα κοινωνικοπολιτικό μυθιστόρημα που κρούει διάφορα καμπανάκια χωρίς να στρατεύεται εμφανώς, όχι από διάθεση ίσων αποστάσεων αλλά εξαιτίας ενός διάχυτου σκεπτικισμού. Αποπνέει μια μελαγχολική διάθεση και βρίσκει καταφύγιο στο χιούμορ, το παράλογο και την καταιγιστική δράση, καταφύγιο ανασυγκρότησης ωστόσο και όχι κρυψώνα αναχωρητισμού. Στο μυθιστόρημα κυριαρχεί ένας υπόγειος αναβρασμός, η ανάγκη των μαζών να πιστέψουν σε κάτι, η άνοδος του συντηρητισμού, η τέχνη ως φαινόμενο δυναμικό καίτοι ορισμένες φορές ακατανόητο, αλλά και πιο συνηθισμένα και καθημερινά πράγματα όπως η διαστρέβλωση του έρωτα και της φιλοδοξίας, η διαχρονική ανάγκη για αγάπη, συντροφικότητα και φιλία.
Παρά την υπερπροσφορά εγχώριας λογοτεχνίας, η Καταστασιακή Δίνη καταφέρνει να ξεχωρίσει, τόσο σε επίπεδο συγγραφικών επιδιώξεων όσο και σε εκτέλεση. Αν και η μνήμη συνήθως δεν είναι αξιόπιστος σύμμαχός μου, νομίζω πως από το Ο άντρας με τη μεγάλη ιδέα (Αστεριάδης, εκδόσεις Χαραμάδα) είχα να διαβάσω κάτι αντίστοιχο σε ελληνική λογοτεχνία. Δεν θα ήταν κομπλιμέντο να αναφερθώ σε κάλυψη προσδοκιών, γιατί προσδοκίες δεν είχα, αλλά το μυθιστόρημα του Ραγιάδη το απόλαυσα ιδιαιτέρως.
υγ. Για το βιβλίο του Αστέρη Αστεριάδη, Ο άντρας με τη μεγάλη ιδέα, περισσότερα εδώ.
Εκδόσεις Bibliothéque
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου