Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2023

Αφέντρα και κυρά μου - Francois Henri Désérable

Ήταν μια μέρα που θα μπορούσα να αφιερώσω εξ ολοκλήρου στην ανάγνωση, αναζητούσα ένα βιβλίο γύρω στις διακόσιες σελίδες, βατό μα όχι απλοϊκό και σίγουρα καλό, όταν τράβηξα το Αφέντρα και κυρά μου από την ετοιμόρροπη στοίβα με τα προσεχώς. Η μετάφραση δια χειρός Αχιλλέα Κυριακίδη, αλλά και οι εκδόσεις Opera, αποτέλεσαν μια σημαντική συνισταμένη ώστε το μυθιστόρημα αυτό, αρχικώς, να μην παραμεληθεί στον καταιγισμό των νέων εκδόσεων και, ακολούθως, να αντέξει στην καχυποψία μιας ακόμα ερωτικής ιστορίας με έμφαση στη σεξουαλική πρόκληση. Έτσι έγιναν τα πράγματα και βρέθηκα να διαβάζω το μυθιστόρημα του Φρανσουά-Ανρί Ντεζεράμπλ.

Κατάλαβα ότι η ιστορία αυτή δεν θα 'χε καλό τέλος, όταν μπήκα σ' ένα οπλοπωλείο. Αυτό θα μου εκμυστηρευόταν αργότερα, πολύ αργότερα, ο Βασκό, μια μέρα που ήμασταν καθισμένοι σ' ένα café. Εκείνη τη μέρα, λοιπόν, εννοώ τη μέρα που μπήκε σ' ένα οπλοπωλείο, ο Βασκό είχε δεχτεί απειλές που ήταν τόσο σοβαρές, ώστε ένιωσε την ανάγκη να προμηθευτεί ένα όπλο.
Η Τίνα, ηθοποιός του θεάτρου, και ο Εντγκάρ, υπάλληλος στο Υπουργείο Οικονομικών, ετοιμάζονται να παντρευτούν, όντας ήδη γονείς δύο δίδυμων αγοριών. Τότε, παρόντος του συγγραφέα-αφηγητή, ο Βασκό, ένας βιβλιοθηκάριος, θα εισβάλλει στη ζωή της Τίνα. Καμία πρωτοτυπία στο περιεχόμενο, καμία έκπληξη και στην αποκάλυψη της παράλληλης σχέσης από τον απατημένο σύζυγο. Ο αφηγητής της ιστορίας αυτής, συγγραφέας στο επάγγελμα, που ωστόσο μέσω πραγματολογικών στοιχείων διαχωρίζεται ευκρινώς από τον Ντεζεράμπλ, θα κληθεί να καταθέσει στον εισαγγελέα που ερευνά την υπόθεση αυτή. Θα αποδειχτεί διπλά αναξιόπιστος. Με δική του παραδοχή, στις παρεκβάσεις της μεταφοράς της απολογίας στο χαρτί αποκρύπτει από τον δημόσιο λειτουργό, για διάφορους λόγους, γεγονότα και λεπτομέρειες, ενώ, ταυτόχρονα, η ταυτότητα του συγγραφέα, που η ζωή του πρόσφερε στο πιάτο μια καλή ιστορία και εκείνος αποφασίζει να την κάνει μυθιστόρημα, γεμίζει με δικαιολογημένη καχυποψία τον αναγνώστη.

Το αφηγηματικό αυτό εύρημα θα αποδειχτεί λειτουργικό, επιτρέποντας επιπλέον στον συγγραφέα να αφηγηθεί την ιστορία με τη δική του οπτική, να τη σχολιάσει και να τη μπολιάσει με, πολλές φορές μαύρο, χιούμορ, δίνοντάς της δύο, τουλάχιστον, επίπεδα, εκείνο της απολογίας και το ύστερα μεταποιημένο μυθοπλαστικό, επιτρέποντάς τους να συνυπάρξουν και να αλληλοτροφοδοτηθούν και ως ένα σημείο να δικαιολογηθεί η παρουσία, η μορφή αλλά και το περιεχόμενό τους.  Και όλα αυτά εξυπηρετώντας ταυτόχρονα και την προώθηση της πλοκής. Με διάθεση εμφανώς παιγνιώδη, πώς άλλωστε να σταθεί κανείς απέναντι σε ένα ερωτικό δράμα, ο Ντεζεράμπλ αποδεικνύεται ικανός αφηγητής, με γνώση των ορίων και των δυνατοτήτων του, φροντίζει να μη βαρύνει την ιστορία περισσότερο απ' όσο εκείνη αντέχει, ούτε σε μελόδραμα, ούτε σε πικάντικες λεπτομέρειες, κάνοντας ορθή και λειτουργική χρήση της αναπόφευκτης στερεοτυπίας, σε πρόσωπα και καταστάσεις, σ' ένα αποτέλεσμα αναγνωστικά ικανοποιητικό που διακρίνεται για τη φρεσκάδα του.

Ο Ντεζεράμπλ, χωρίς να το βιάζει, επιτρέπει στην ιστορία των τριών να συνομιλήσει με τη σύγχρονη εποχή, της ερωτικής απελευθέρωσης, φαινομενικά τουλάχιστον, αλλά και της απομάγευσης, σ' έναν κόσμο δεκάδων εφαρμογών και ψηφιακής εγγύτητας, που επηρεάζει και τη συγκαιρινή μας ερωτική λογοτεχνία, έξω από τα ύδατα του άρλεκιν τουλάχιστον, και που εξηγεί ταυτόχρονα τη διαχρονική εμπορική επιτυχία του υποείδους αυτού. Η μονογαμία, κατάλοιπο αιώνων, η συντηρητική ακολουθία του έρωτα, βλ. γάμος με δεξίωση και γονεϊκότητα, η προοπτική της σταθερότητας και η βεβαιότητα που κάποιους τους βαραίνει και δεν τους καθησυχάζει, η ανάγκη η λογική να βγει νικήτρια στη μάχη με τις κραυγές του σώματος, η απαραίτητη πειστικότητα πως αυτό είναι που επιθυμεί κανείς, πως όλα είναι καλώς καμωμένα, πως όλα τα επεισόδια προσεχώς έχουν σκηνοθέτη τον ίδιο και δεν μαγνητοσκοπούνται εν τη απουσία του. Μια εποχή που στην επιφάνεια φέρνει άλλες προτεραιότητες, άλλες καθημερινές μάχες, τη σίγαση και την αποδοχή, αυτό τον μέρα με τη μέρα αγώνα για επιβίωση απέναντι και στην αφόρητη ρουτίνα μεταξύ άλλων και μια τυχαία γνωριμία, κάποιο βράδυ, δύναται να τα τινάξει όλα στον αέρα, μ' ένα απλό φου.

Εδώ, η παιγνιώδης διάθεση και το χιούμορ δεν λειτουργούν τόσο χλευαστικά όσο ως αφηγηματικό καταφύγιο. Ο αφηγητής μοιάζει να μην μπορεί να απελευθερωθεί από τα φορεμένα συντηρητικά αντανακλαστικά, από τον κοινωνικό του ρόλο, γαργαλιέται και σοκάρεται, όσο και αν παλεύει να το μακιγιάρει. Αδυνατεί, από επιλογή υποστηρίζει, να συναισθανθεί ικανοποιητικά, να δικαιολογήσει πλήρως τις, συχνά σπασμωδικές, αντιδράσεις των τριών, το συναίσθημα που παραπλανά τη λογική, το μονοπάτι της τρέλας που ανοίγεται μπροστά τους. Το Αφέντρα και κυρά μου είναι ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα, μια ιστορία, παρότι γνώριμη, ικανή να οδηγήσει τον αναγνώστη μέχρι το τέλος, αλλά χωρίς τον συγκεκριμένο αφηγητή δεν θα προσέφερε κάτι παραπάνω από μια ακόμα καλή ερωτική ιστορία προδοσίας και πάθους, όχι πως κάτι τέτοιο θα ήταν λίγο, κάθε άλλο.

Ο Ντεζεράμπλ, με οξυδέρκεια, επιλέγει τον αφηγητή του, τον πλέον ρεαλιστικό και γνώριμο χαρακτήρα σε μια τετράδα ρεαλιστικών και γνώριμων προσώπων. Δεν του δίνει την ιδιότητα του συγγραφέα τόσο για να δικαιολογήσει την αφηγηματική και κατασκευαστική του ιδιότητα, όσο για να δημιουργήσει την αντίστιξη κάποιου που ζει στον χώρο της φαντασίας, τρέφεται και αλληλεπιδρά με αυτή, μα δεν μπορεί να αντέξει το βάρος και την πολυπλοκότητα μιας πραγματικής ιστορίας. Αυτό είναι που κάνει το μυθιστόρημα αυτό ξεχωριστό, και ως ένα βαθμό σημαντικό, η υπονόμευση του ίδιου του αφηγητή, η κατάρριψη της πολυφορεμένης μάσκας του κουλ, σ' έναν κόσμο που έχει ανάγκη να φωνάζει πως είναι προοδευτικός, αλλά να μη μπορεί να κρυφτεί. Και αυτό ο συγγραφέας το κάνει με τρόπο διακριτικό, τόσο όσο, επιτρέποντας στον αφηγητή του να θεωρεί μέχρι τέλους πως τα καταφέρνει περίφημα, πως επιβεβαιώνει διαρκώς την αυτοεικόνα του, πως ήταν όχι μόνο ο τυχερός αλλά και ο κατάλληλος να μεταποιήσει την ιστορία αυτή σε λογοτεχνία.

Και κάπως έτσι, ενώ αρχικά οι διακειμενικές επισυνάψεις του εγκεφάλου μου, σε μια διαδικασία αναπόφευκτη κατά τη διάρκεια κάθε ανάγνωσης, σχημάτισαν την εικόνα του Λε Τελιέ, αυτού περισσότερο παρά του Μπρικνέρ, κυρίως για τη σοβαρότητα στην αντιμετώπιση της λογοτεχνίας ως παιχνίδι, ήταν εντούτοις η ανελέητη οξυδέρκεια του Ουελμπέκ εκείνη που τελικά κυριάρχησε, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται προκλητικά ρεαλιστικός ή και εξοργιστικά ερειστικός αν προτιμάτε. Ο Ντεζεράμπλ, βέβαια, σε καμία περίπτωση δεν επιδιώκει την πρόκληση για την πρόκληση, κατηγορία που ακόμα και οι ίδιοι οι οπαδοί του Ουελμπέκ συχνά του προσάπτουν. Άλλωστε, ο Ντεζεράμπλ μια εκ των προτέρων γνώριμη ιστορία ενός ερωτικού τριγώνου θέλησε απλώς να αφηγηθεί, όχι;

Όλες οι ιστορίες μοιάζει πια να έχουν ειπωθεί και όλες οι αφηγηματικές οδοί να έχουν ακολουθηθεί, και όμως. Ακόμα υπάρχει χώρος για ιστορίες, για ιστορίες αγάπης και δη για ερωτικά τρίγωνα made in France. Αυτό, ανάμεσα σε άλλα, αποδεικνύει ο, γεννημένος το 1987, συγγραφέας στο Αφέντρα και κυρά μου. Το αν θα καταφέρουν τελικά να ξεχωρίσουν ή να αφεθούν στη λήθη του σωρού, αυτό είναι μια άλλη κουβέντα για την οποία ο Ντεζεράμπλ δεν πρέπει να ανησυχεί. Προσδοκίες και με το παραπάνω καλυμμένες, μια αναγνωστική έκπληξη, ένας συγγραφέας που θα είναι στα υπόψη από εδώ και στο εξής.

Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις Opera

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου