Ένα από τα βιβλία, που διάβασα σχετικά πρόσφατα και εκτίμησα πολύ, ήταν το Στον γιατρό ή Το εβραϊκό πουλί (κυρίως αυτό αλλά και το Wonderfuck επίσης) της Καταρίνα Φόλκμερ. Εκτίμησα και απόλαυσα ιδιαιτέρως την πρόζα, την ικανότητα να διατηρεί σε υψηλά επίπεδα την αφηγηματικότητα, ένας μονόλογος με απεύθυνση στον σιωπηλό γιατρό κατά τη διάρκεια μιας εξέτασης, μια καλοκουρδισμένη αν και προκατασκευασμένη ροή συνείδησης, γάργαρη, αιχμηρή, παιγνιώδης, ιερόσυλη και σημερινή, μεταξύ άλλων. Διαβάζοντας το Η ιστορία της σεξουαλικότητάς μου του Τόμπι Λακμάκερ, σε μετάφραση από τα ολλανδικά της Μαργαρίτας Μπονάτσου, το συναίσθημα που άφηνε πίσω της η πρωτοπρόσωπη αυτή αφήγηση διέθετε εμφανείς αντιστοιχίες.
Ο τίτλος παραπέμπει ευθέως στην Ιστορία της σεξουαλικότητας του Φουκό, έργο διάσημο και προπομπός αναφοράς, αυτό το μου ιδιωτικοποιεί κάτι το συλλογικό, διευκρινίζει εξ αρχής πως το εγώ θα είναι στο επίκεντρο της αφήγησης, το εγώ και ο,τι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σχετίζεται έμμεσα ή άμεσα με το υποκείμενο. Μια ιστορία ενηλικίωσης, ένα μονοπάτι αυτογνωσίας και αυτοπροσδιορισμού, μια μάχη σκληρή με τα στερεότυπα, τον οικογενειακό και ευρύτερα κοινωνικό ιστό, ένα διαρκές σπάσιμο έτοιμων καλουπιών, στα οποία κάτι περίσσευε και δεν χωρούσε ακριβώς, τα μέτρα δεν ήταν τα σωστά, το ρούχο δεν ήταν στο κατάλληλο μέγεθος, για να μην αναφερθούμε στην ποιότητα του υφάσματος, στο χρώμα ή στην υφή.
«Από τα δεκαοχτώ έως τα είκοσι δύο προσπάθησα να αφομοιώσω όλα τα είδη των Σίγκμουντ Φρόιντ, και στην πραγματικότητα, είχα μόνο μια διακριτή αίσθηση: ότι εγώ δεν ήμουν ο Σίγκμουντ Φρόιντ. Για να το διατυπώσω πιο συγκεκριμένα: Εγώ δεν ήμουν άντρας, αλλά γυναίκα. Δυσκολεύτηκα πολύ να είμαι γυναίκα. Ήθελαν να μακρύνω τα μαλλιά μου. Φυσικά, κανείς δεν το είπε ποτέ δυνατά, αλλά όταν οι άλλοι θέλουν να σε στουμπώσουν με κάτι, αποφεύγουν να το πουν. Το αφήνουν να εννοηθεί. Τώρα πια έχω πολύ κοντά μαλλιά και είμαι σε μια ομάδα υποστήριξης για τρανς άτομα. Θα ήθελες να μάθεις περισσότερα; Τηλεφώνησέ μου. Εγω δεν είμαι καθόλου τρανς, είμαι απλώς κάποια που της αρέσει πολύ να διεισδύει στις γυναίκες και εξαιτίας αυτού του γεγονότος έχει βαρεθεί να αγοράζει βοηθήματα όλη την ώρα».
Νιώθω πως όλο και περισσότερο παραπλανητικά ερωτήματα τίθενται γύρω από τη σύγχρονη λογοτεχνία, ερωτήματα διάφορα που καταλήγουν όλα στον ίδιο ταμιευτήρα του Και τι με νοιάζει εμένα. Είναι ενδιαφέρον πως η κύρια απάντηση στην κατηγορία για ιδιωτικοποίηση της λογοτεχνίας είναι η ιδιωτικοποίηση της ανάγνωσης, η μάστιγα της μονοσημίας, της μιας και μόνης αφηγηματικής διαδρομής, του μηδέν ένα, του μου αρέσει δεν μου αρέσει που μετατρέπεται σε είναι ή δεν είναι λογοτεχνία. Άσπρο και μαύρο. Και όπως κάθε θεωρία συνωμοσίας που σέβεται τον εαυτό της καταγγέλλει την ύπαρξη ενός οργανωμένου σχεδίου επιβολής. Ναι, σιγά. Είναι σαν το κοντό μαλλί που ενοχλεί γιατί δεν είναι γυναικείο, η προσωπική άποψη για το μήκος του μαλλιού φτιασιδωμένη με ένα δήθεν ενδιαφέρον για το άτομο μια στρώση μακιγιάζ που σκεπάζει το αυτό δεν είναι γυναικείο μαλλί, που αφήνει να εννοηθεί ένα: μας θέλουν όλα κοντοκουρεμένα.
Ο Λακμάκερ αφηγείται την ιστορία της σεξουαλικότητάς του, το πώς πλοηγήθηκε συχνά στο σκοτάδι με μόνο αστρολάβο το ένστικτο και το συναίσθημα, τον εσωτερικό δίαυλο επικοινωνίας, τη δυσανεξία στα διάφορα κοστούμια του βεστιαρίου, και έχει ενδιαφέρον, αν και μάλλον δεν προκαλεί εντύπωση, πως πρώτος ένοχος στη λίστα είναι ο ίδιος, εκείνος ήταν που προσπάθησε να υποτάξει, να ξεγελάσει, να παρακάμψει τα σημάδια και τις επιθυμίες, εκείνος ήταν που παρερμήνευσε, που επέμεινε στο κανονικό, στο αποδεκτό, που δικαιολόγησε ακόμα ακόμα τους άλλους όταν τον κοίταξαν με μισό μάτι, και αυτό το ένοχο εγώ δείχνει την ασφυξία του κανονικού που μας περιβάλλει, τη μονοσημία, αγόρι κορίτσι, για παράδειγμα, ή, και πιο προοδευτικά ακόμα, τρανς αγόρι ή τρανς κορίτσι, ο ετεροπροσδιορισμός, ο θυμός του εγώ αυτά δεν τα καταλαβαίνω.
Προφανώς και το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό και η αφήγηση του ταξιδιού αυτού δεν καθιστά το παράγωγο λογοτεχνία. Προφανώς, αλλά το λέω γιατί ακόμα πρέπει να συμφωνούμε στα βασικά. Όπως προφανώς και το παράγωγο δεν έχει ως σκοπό ή στόχο να πείσει ή να εξηγήσει ή να διδάξει. Δεν είναι μια απολογία, αν και αρκετοί ως τέτοια θα το αντιμετωπίσουν. Ακόμα χειρότερα, κάποιοι θα πουν πως πουλάει τον εαυτό του από ματαιοδοξία, πως αυτοεργαλειοποιείται, γέμισε ο κόσμος από μέντορες και σωτήρες, που ξέρουν τα πάντα, ακόμα και αυτά που οι άλλοι αναζητούν.
Η πρόζα του Λακμάκερ είναι υψηλού επιπέδου, οξυδερκής, ανησυχαστική, βιτριολική, έξυπνη, φρέσκια, σύγχρονη, σατιρική και αυτοϋπονομευτική, μεταξύ άλλων. Φαινομενικά έμπλεη ενός τεράστιου εγώ, ενός εγώ, ωστόσο, που κινείται εντός του κοινού κόσμου που μας περιβάλλει, η ανθρώπινη εμπειρία, αυτό είναι που διαλύει τα στενά, μάλλον ασφυκτικά, όρια του ατομικού, αρκεί, είπαμε, να μην έχεις ασπαστεί τη μονοσημία και φορέσει τη μπέρτα του ξέρω εγώ. Πιο ατομική είναι η μονοσήμαντη αποτύπωση ενός κόσμου με στερεότυπα έπιπλα, στερεότυπα άτομα, στερεότυπες συμπεριφορές και ερμηνείες, ένας κόσμος σε συντήρηση, σταθερός και αναλλοίωτος. Οι βεβαιότητες και οι σταθερές ανήκουν ή αναζητούνται στις θετικές επιστήμες, ακόμα και εκεί, ωστόσο, έχουν όρια, με τα οποία η ανθρώπινη σκέψη παλεύει.
Επιστρέφοντας στα παραπλανητικά ερωτήματα γύρω από τη σύγχρονη λογοτεχνία, περίοπτη θέση διατηρεί το Θα θυμάται κανείς αυτό το βιβλίο σε χ χρόνια; Σοφιστεία, ερώτημα που μόνο υποθετικά μπορεί να απαντηθεί, προλαβαίνει ωστόσο να αποτελέσει εργαλείο αξιολόγησης, ερώτημα το οποίο επίσης προϋποθέτει έναν κόσμο σταθερό και αναλλοίωτο στον οποίο η λογοτεχνία λειτουργεί με τρόπο επίσης σταθερό και αναλλοίωτο, και όχι ένα δυναμικό περιβάλλον συνεχώς μεταβαλλόμενο, μάλλον χαωτικά. Η συγχρονία εντέχνως απαξιώνεται, ίσως γιατί γεμίζει με εκνευρισμό και ανησυχία τον άνθρωπο, γιατί μοιάζει να του τραβάει διαρκώς το χαλί κάτω από τα πόδια. Η λογοτεχνία, η τέχνη εν γένει, το κάνει αυτό, οι συγγραφείς νιώθουν αυτές τις μικροδονήσεις, ευαίσθητοι σεισμογράφοι, πριν το δείγμα περάσει στην επικράτεια των ιστορικών και των λοιπών κοινωνικών επιστημών.
Η ιστορία της σεξουαλικότητάς μου είναι ένα προκλητικό βιβλίο, η πρόζα του Λακμάκερ σε συνδυασμό με την υπεραιχμή της συγχρονίας το καθιστούν αγρίμι ατίθασο, το γεγονός πως δεν αφήνει τον εαυτό του έξω από τον κατάλογο των ενόχων του επιτρέπει να αναπνεύσει μακριά από ένα γλυκανάλατο δράμα, ο αφηγητής δεν είναι λιγότερο ή περισσότερο θύμα της εποχής, της κοινωνίας, του κόσμου, του καπιταλισμού, της συντήρησης, της φαλλοκρατίας, από ο,τι όλοι μας, και ίσως αυτό καθιστά τη λογοτεχνία αυτή προκλητική, το γεγονός πως έμμεσα μας κάνει να αναρωτιόμαστε για το δικό μας μονοπάτι, για τα καλούπια στα οποία ολοένα και (λέμε πως) βολευόμαστε.
υγ. Για το Στον γιατρό ή Το εβραϊκό πουλί περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ, για το Wonderfuck εδώ. Κάποιες επιλογές από ολλανδική λογοτεχνία θα βρείτε εδώ.
υ.υγ. Αν θέλετε να «με κεράσετε έναν καφέ», μπορείτε εδώ!











