Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2025

Ξεφυλλίζοντας το '24

Ήταν μια καλή χρονιά το 2024. Υπάρχει μια στιγμή στο τέλος κάθε χρονιάς, είτε είναι Αύγουστος, είτε είναι Δεκέμβρης, όταν στο πλαίσιο της προσωπικής ανασκόπησης ρίχνω μια ματιά στο αναγνωστικό ημερολόγιο, άλλωστε, αυτό κύρια αφορά το ιστολόγιο αυτό. Το φρεσκάρισμα της μνήμης είναι μια πλευρά του ξεφυλλίσματος, το εμβαδό μέσα μου που εκ των υστέρων καταλαμβάνουν ή όχι τα βιβλία που διάβασα, μια ακόμη, ο τεμαχισμός του χρόνου που στο πέρασμά του μοιάζει με συμπυκνωμένο χυλό, μια τρίτη, το ποιος ήμουν σε κάθε ανάγνωση, μια ακόμα πιο προσωπική πλευρά, ο υποκειμενικός χαρακτήρας της ανάγνωσης ως μια άκρως ενεργητική πράξη, αλλά και η ποσότητα, μην την υποτιμάμε.

Η επαγγελματική επιστροφή μου στη λιανική πλευρά της αγοράς βιβλίου, η πρωινή δουλειά στο Literature House, η καθημερινή τριβή με το βιβλίο ως τιμολόγιο και κούτες, δεν επέφερε απομάγευση, το αντίθετο ίσως συνέβη· επαναπροσδιόρισε, για ακόμα μια φορά, τη σχέση μου με την ανάγνωση, μεγάλωσε την πείνα μου, προσέθεσε αρκετή ακόμα συζήτηση περί βιβλίου και ανάγνωσης σ' ένα περιβάλλον αναλογικό, με σάρκα, οστά και βλέμμα, κυρίως βλέμμα. Από χρόνια έχω αντιληφθεί πως όταν δεν διαβάζω δεν είμαι καλά, αλλά και πως όταν δεν είμαι καλά δεν διαβάζω, ένας φαύλος κύκλος που άμα εμφανιστεί δύσκολα σπάει. Και φέτος διάβασα αρκετά. Η συμπλήρωση της ανάγνωσης με την καταγραφή της εμπειρίας αποτελεί, εδώ και δεκαπέντε τουλάχιστον χρόνια, αναπόσπαστο μέρος της. Και φέτος έγραψα αρκετά, για το μπλογκ, για τα Χανιώτικα Νέα, για την Εφημερίδα των Συντακτών, για αρκετά αφιερώματα δεξιά και αριστερά.

Αρκετά με τα λόγια, ας κάνουμε λίστες!

Η πλέον συγκλονιστική εμπειρία της αναγνωστικής μου χρονιάς, η ανάγνωση των δύο βιβλίων του Ντ. Χάντερ, Chav και Αθλητικά ρούχα ψυχικά τραύματα προδότες της τάξης μας, ανάγνωση την οποία οφείλω στη Μ. Συγκλονιστική όχι για το περιεχόμενο του ζόφου της ενηλικίωσης του συγγραφέα στο κοντινό, αλλά τόσο άγνωστο τελικά, Νότινχαμ, αλλά για την σποραδική επανάληψη της αναφοράς από πλευράς Χάντερ στο προνόμιο του να είσαι λευκός άντρας, όπως εκείνος, προνόμιο που ακόμα και σε εκείνα τα βάθη της αβύσσου πάντοτε μετράει και διακρίνει τους προτελευταίους από τους πραγματικά τελευταίους. Περισσότερα για τα δύο αυτά βιβλία μπορείτε να βρείτε εδώ.

Το καλύτερο βιβλίο ξενόγλωσσης λογοτεχνίας που διάβασα ήταν ο Καιρός της Τζέννυ Έρπενμπεκ. Το έβδομο βιβλίο της Ανατολικογερμανίδας συγγραφέως που διαβάζω, όλα σε μετάφραση Αλέξανδρου Κυπριώτη, η συνέχεια της λογοτεχνικής παράδοσης της μη λήθης, αναχώματα απέναντι στη λεηλασία της ιστορίας από ισχυρούς και νικητές, μέσα από την αφήγηση μιας κακοποιητικής σχέσης τη στιγμή που το Τείχος ξέφτιζε μέχρι που τελικά έπεσε. Ένας από τους λόγους που μου άρεσε το βιβλίο αυτό ήταν ακριβώς αυτή η σχέση της ιδιωτικής και της δημόσιας ιστορίας, η απλή, μπορεί και χαζή, αν και κρίνοντας από την πρόσληψη του βιβλίου αναγκαίας, υπενθύμιση πως παράλληλα με τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας η ιδιωτική ζωή είναι παρούσα, επηρεάζεται μεν, δεν καθορίζεται εντελώς δε, από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, οι άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν, η ζωή δεν μπαίνει σε παύση, δεν αναστέλλεται. Περισσότερα για το βιβλίο αυτό μπορείτε να βρείτε εδώ.

Το καλύτερο βιβλίο ελληνικής λογοτεχνίας που διάβασα ήταν Η μοίρα των ζώων του Στέφανου Ρέγκα. Μετά την ανάγνωση έγραφα: Ανοίγεις ένα βιβλίο και δεν ξέρεις τι σε περιμένει και ας μίλησαν γι' αυτό και ας προειδοποίησαν για τον αέρα που ξάφνου σηκώνεται δίπλα στο κύμα παίρνει το βιβλίο από τα χέρια ζορίζει τις σελίδες ταλαιπωρεί αλλά γράφτηκε εκεί διαβάστηκε εκεί έφτασε εδώ μια Κυριακή πρωί στον ήσυχο κατηφορικό δρόμο βρήκε εμένα να μην ξέρω τι να περιμένω να μην ξέρω τι ελπίζω να περιμένω τι προσδοκώ, καλή λογοτεχνία, τι κλισέ και αυτό ε;, αυτό είναι το αίτημα, άψυχο και άχρηστο, παπαγάλος να το φώναζε πάλι χαζό θα ακουγόταν, άνοιξα το βιβλίο και δεν ήξερα τι με περίμενε, ούτε τώρα ξέρω περισσότερα ίσως το μούδιασμα το δάκρυ το κενό που η σκέψη αφήνει πίσω της ίσως μόνο την ευχή προτροπή παράκληση: πάμ' επιτέλους πάμε κάπου πιο πέρα απ' την εμπιστοσύνη. Περισσότερα για το βιβλίο αυτό μπορείτε να βρείτε εδώ.

Συμμετείχα και φέτος στο αφιέρωμα της Εφημερίδας των Συντακτών για τα καλύτερα βιβλία που εκδόθηκαν το 2024. Πίστεψα πως θα μπορούσα να περιοριστώ σε δέκα, ύστερα σε δεκαπέντε, τελικώς η λίστα μου περιελάμβανε είκοσι ένα:

Η λογοτεχνία των πνευματικών παιδιών του σπουδαίου Μπολάνιο δεν θα μπορούσε να μη χαρακτηρίζεται πρώτα και κύρια από φιλοδοξία και το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Κοσταρικανού Κάρλος Φονσέκα (μτφρ.Αγγελική Βασιλάκου, Καστανιώτης) είναι γεμάτο από αυτή. Ένα λογοτεχνικό επίτευγμα. Περισσότερα εδώ.

Το Στραβό αλέτρι του Βραζιλιάνου Ιταμάρ Βιέιρα Ζούνιορ (μτφρ. Μαρία Παπαδήμα, Αίολος), καλογραμμένο χωρίς να παραμορφώνει, ρεαλιστικό χωρίς να απολύει τη λογοτεχνική του αξία, ισόποσα σκληρό και ποιητικό, όπως το φυσικό περιβάλλον που το περιβάλλει, είναι ένα ωραίο βιβλίο που έχει την άκρη των ριζών του στον μαγικό ρεαλισμό. Περισσότερα εδώ.

Το Δεν είναι ποτάμι της Αργεντινής Σέλβα Αλμάδα (μτφρ. Αγγελική Βασιλάκου, Κλειδάριθμος) θα μπορούσε να έχει γραφτεί από πάντοτε, αυτό είναι που το καθιστά κιόλας σύγχρονο κλασικό, αυτό είναι επίσης που καθησυχάζει και ταυτόχρονα ανησυχεί τον αναγνώστη, που νιώθει πως γνωρίζει καλά αυτή την ιστορία και τους ανθρώπους της. Περισσότερα εδώ.

Συμπυκνωμένο και άμεσης καύσης, το Σαράκι της Ισπανίδας Λάιλα Μαρτίνεθ (μτφρ. Ασπασία Καμπύλη, Carnívora) είναι ένα ακόμα δείγμα καλής φεμινιστικής, αλλά και ταξικής, γραφής, με δεδομένες λογοτεχνικές αρετές, που απευθύνεται σε ένα κοινό που γυρεύει λογοτεχνικές αντανακλάσεις του ζοφερού αυτού κόσμου, όπου το να είσαι γυναίκα και φτωχή μόνο σπάνιο και συνθήκη εξαίρεσης δεν αποτελεί. Περισσότερα εδώ.

Από τις εξωτικές Κανάριες Νήσους κατέφτασε φέτος η τρίτη περιπέτεια του γοητευτικού αντιήρωα Ελάδιο Μονρόι [Οι σκληροί δεν διαβάζουν ποίηση - Αλέξις Ραβάλιο (μτφρ. Κρίτων Ηλιόπουλος, Τόπος)]». Ένα υπέροχο νουάρ μυθιστόρημα που διαφεύγει των όποιων ειδολογικών περιορισμών. Περισσότερα εδώ.

Η σύγχρονη ιταλική λογοτεχνία δεν θα μπορούσε να λείπει από μια λίστα με τα καλύτερα της χρονιάς. Το Ιδιωτικές άβυσσοι του Τζανφράνκο Καλίγκαριτς (μτφρ. Δήμητρα Δότση, Ίκαρος) είναι ένα μυθιστόρημα στυλιζαρισμένο μα όχι βαρυφορτωμένο, εγκεφαλικό μα όχι αποστειρωμένο, γοητευτικό μα όχι λιγωτικό, ισορροπημένα συναισθηματικό και διόλου διδακτικό. Περισσότερα εδώ.

Η σεξουαλική ζωή του Γουλιέλμου Σπουτακιέρα του Αλμπέρτο Ραβάσιο (μτφρ. Κωνσταντίνα Ευαγγέλου, Οκτάνα) με τη βιτριολική και διόλου στρογγυλεμένη πρόζα ήταν ίσως το πιο απολαυστικά προκλητικό μυθιστόρημα που κυκλοφόρησε φέτος. Περισσότερα εδώ.

Η ξένη της Κλαούντια Ντουραστάντι (μτφρ. Ζωή Μπέλλα-Αρμάου, Gutenberg) αποτελεί ένα πολύ καλό δείγμα αυτομυθοπλαστικής λογοτεχνίας, υποείδος γραφής που ανθίζει στις μέρες μας, καταφέρνοντας να μη λιμνάσει στα βαλτώδη ύδατα της ιδιωτείας. Βιβλίο που κυκλοφόρησε στα τέλη της χρονιάς και θα διαβαστεί αρκετά. Περισσότερα εδώ.

Μιλώντας για σύγχρονη λογοτεχνία, από τη λίστα αυτή δεν θα μπορούσαν να λείπουν τα Στον γιατρό ή το Εβραϊκό πουλί (μτφρ. Δημήτρης Καρακίτσος, Ποταμός) και Wonderfuck (μτφρ. Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη, Στερέωμα) της Γερμανίδας Καταρίνα Φόλκμερ, μια ρεαλιστική, ανησυχαστική λογοτεχνία, μια συγγραφέας που αξίζει κανείς να προσμένει τα επόμενα βιβλία της. Περισσότερα εδώ.

 
Το Κορίτσι της Καμίγ Λωράνς (μτφρ. Στέλα Ζουμπουλάκη, Μεταίχμιο), μια αυτομυθοπλαστική αφήγηση που ξεκινά με τα λόγια της μαίας: είναι κορίτσι· την ώρα που ο πατέρας περίμενε την έλευση ενός αρσενικού διαδόχου. Περισσότερα εδώ.

Το Γουέιντζερ του Αμερικανού Ντέιβιντ Γκραν (μτφρ. Δέσποινα Κανελλοπούλου, Δώμα) μια ασύλληπτη θαλασσινή περιπέτεια που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, υπενθυμίζει πως η καλή μη μυθοπλαστική λογοτεχνία μπορεί να καθηλώσει τον αναγνώστη. Περισσότερα εδώ.

Κυκλοφόρησε φέτος ξανά στα ελληνικά ένα βιβλίο του σπουδαίου μάστορα της μεγάλης φόρμας Ρίτσαρντ Πάουερς (Αμηχανία, μτφρ. Γιώργος Κυριαζής, Gutenberg). Ένας αστροβιολόγος και ο εννιάχρονος γιος του διασχίζουν έναν κόσμο που καταρρέει, τον κόσμο μας στο εδώ και το τώρα. Περισσότερα εδώ.

Η τετραλογία του Λαγού, το εμβληματικό έργο του Τζον Άπνταϊκ, οδεύει προς την ολοκλήρωση του. Φέτος κυκλοφόρησε το τρίτο μέρος, Ο λαγός έχει λεφτά (μτφρ. Πάνος Τομαράς, Οξύ). Στο κατώφλι της δεκαετίας του '80, ο συγγραφέας διέκρινε όσα η μέθη της ανάπτυξης δεν άφησε μεγάλο μέρος του πληθυσμού να υποψιαστεί, δεν θέλησε να είναι προφήτης δεινών και όμως, δυστυχώς για όλους μας, υπήρξε. Περισσότερα εδώ.

Κάπου στις επικράτειες της αστυνομικής λογοτεχνίας, ο σημαντικός Πέρσιβαλ Έβερετ (Τα δέντρα, μτφρ. Πάνος Τομαράς, Gutenberg) στήνει, μαεστρικά όπως συνηθίζει, ένα κοινωνικοπολιτικό μυθιστόρημα γύρω από τη μη δικαιοσύνη που κυριαρχεί στην καθημερινότητα (και) της αφροαμερικανικής κοινότητας. Περισσότερα εδώ.

Παραμένοντας στην αφροαμερικανική λογοτεχνία δεν θα μπορούσαν να λείπουν τα βιβλία της Νέλλα Λάρσεν (Πέρασμα, μτφρ. Νίκος Κατσιαούνης, Έρμα), μια ανάσυρση από τη γεμάτη πλούτο Αναγέννηση του Χάρλεμ, αλλά και του Τζέημς Μπόλντουιν (Ανέβα στο βουνό να το φωνάξεις, μτφρ. Χρήστος Οικονόμου, Πόλις), μυθιστόρημα με το οποίο εμφανίστηκε στη σκηνή ο σπουδαίος αυτός πρόγονος σημαντικού μέρους της σύγχρονης λογοτεχνίας, όταν το κόστος της διαφορετικότητας ήταν τεράστιο. Περισσότερα εδώ και εδώ.

Η επανακυκλοφορία από τις εκδόσεις Κυψέλη, σε νέα μετάφραση της Ισμήνης Ραντούλοβιτς, της νουβέλας Στόμα γεμάτο χώμα του Μπράνιμιρ Στσεπάνοβιτς έδωσε την ευκαιρία σε ένα ευρύ κοινό να γνωρίσει αυτό το γεμάτο υπαρξιακή αγωνία έργο και να το καταστήσει, όχι άδικα, ένα από τα πλέον ευπώλητα βιβλία του '24. Περισσότερα εδώ.

Η Ασήμαντη λεπτομέρεια της Παλαιστίνιας Αντάνια Σίμπλι (μτφρ. Ελένη Καπετανάκη, Πλήθος) και η συλλογή διηγημάτων του Μεζίν Μααρούφ Ανέκδοτα για τους ενόπλους (μτφρ. Πέρσα Κουμούτση, Χαραμάδα) είναι δύο βιβλία που μας υπενθυμίζουν πως σε ταραγμένους καιρούς η λογοτεχνία δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική, η καλή λογοτεχνία, ωστόσο, διαφεύγει της στείρας στράτευσης και του άχρηστου δίπολου άσπρο-μαύρο. Περισσότερα εδώ και εδώ.

Στα χασομέρια της χρονιάς, ένας καινούργιος εκδοτικός οίκος εμφανίστηκε, ο λόγος για τις εκδόσεις Ωκυτόκια με το μυθιστόρημα Ο άνθρωπος που έζησε υπογείως (μτφρ. Γιάννης Πεδιώτης). Περισσότερα εδώ.

 
Και για κλείσιμο, ένα μπιζουδάκι, Ο άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τη λογοτεχνία του Γκούραμ Ντοτσανασβίλι (μτφρ. Δημήτρης Τσεκούρας, Loggia), γιατί δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτό τον ενδιάμεσο χώρο, ανάμεσα στη ζωή και τη λογοτεχνία, εκεί που η συζήτηση για τη λογοτεχνία λειτουργεί ως γέφυρα όταν το μονοπάτι πλημμυρίζει. Σ' ένα ράφι έχω τα βιβλία αυτά, τις πρώτες βοήθειες για την ανασύσταση του πάθους, για τη σωτηρία της ευάλωτης μνήμης, κάποτε τα κατάφερα, τώρα γιατί φοβάμαι; Περισσότερα εδώ.

Διάβασα και αρκετή ελληνική λογοτεχνία φέτος, να μια πεντάδα ενδεικτική:


Η Νικήτρια σκόνη του Κώστα Καλτσά (μτφρ. Γιώργος Μαραγκός, Ψυχογιός) θα έμπαινε και στη λίστα με τη μεταφρασμένη λογοτεχνία, ωστόσο για διάφορους λόγους, μάλλον υποκειμενικούς και όχι αυστηρά φιλολογικούς, για μένα ανήκει στο σώμα της ελληνικής λογοτεχνίας. Ένα από τα πλέον φιλόδοξα εγχειρήματα της χρονιάς. Περισσότερα εδώ.

Μιλώντας για φιλοδοξία δεν θα μπορούσε να λείπει το μυθιστόρημα του Βλαχογιάννη, Επικράτειες (Περικείμενο). Δεν είναι λίγες οι φορές που σε αυτή τη γωνιά έχω εκφράσει την έλξη που μου γεννά η, έστω και, υποψία συγγραφικής φιλοδοξίας. Με άλλα λόγια θέλω να πω πως προτιμώ έναν συγγραφέα που θέτει ψηλά τον πήχη ακόμα και αν τελικά δεν καταφέρει εν τέλει να τον υπερπηδήσει χωρίς να τον ρίξει, από μία μέτριας ή χαμηλής φιλοδοξίας επιτυχημένη απόπειρα. Η έλξη εντείνεται περαιτέρω όταν έχω μπροστά μου ένα βιβλίο γραμμένο στην ελληνική, εκεί που η πεπατημένη είναι ακόμα πιο οικεία και με τα χρόνια ενοχλητική, εντούτοις, και παρά την περιρρέουσα γκρίνια, ολοένα και πιο φιλόδοξες συγγραφικές απόπειρες επιχειρούνται. Περισσότερα εδώ.


Με τον τρόπο της φιλόδοξη και επιτυχημένη ήταν η απόπειρα της Βασιλικής Πέτσα να παράξει λογοτεχνία αντλώντας από τη δεξαμενή ενός μη ελληνικού συλλογικού τραύματος, την τραγωδία του Χίλσμπορο. Το Δεν θ' αργήσω (Πόλις) είναι ένα ωραίο μυθιστόρημα, παρότι διαπραγματεύεται ένα δύσκολο στη συναισθηματική του διαχείριση θέμα. Άλλωστε, μία από τις εκφάνσεις της καλής λογοτεχνίας είναι αυτή η αντίθεση, η αντίστιξη αν προτιμάτε. Περισσότερα εδώ.

Το Χωλ (Κείμενα), ιδιότυπο θρίλερ δωματίου, συνεχίζει να πραγματεύεται το θέμα του οίκου που άνοιξε με το αφήγημα, Κόρκυρα. Η Χανδρινού, πάντοτε με την οξυδέρκεια και το ποιητικό ένστικτο παρά πόδας, "επιστρέφει" στο σπίτι που ζει, μοιάζει με αντίφαση αυτό, αλλά αυτό συμβαίνει, κάπου στην Καλλιθέα, με τις υποσχέσεις του εργολάβου πως τίποτα δεν θα κρύψει την πρόσβαση σε μια φλούδα θάλασσας από καιρό παραβιασμένες, επιστρέφει στην αδιέξοδη εκείνη πάροδο, κοιτάζει τα κουδούνια, ελπίζει να αποφύγει το βλέμμα του διαχειριστή, παρίσταται υποχρεωτικά στις συνελεύσεις για όσα πρέπει να γίνουν και για εκείνους που παρκάρουν όπως θέλουν, στέκεται στο χωλ, εκεί που κάποτε, σε ελάχιστο χώρο, τόσα πράγματα συνέβαιναν και χωρούσαν, ενώ από τον φωταγωγό φτάνουν φωνές και μουσικές, ρουτίνες επαναλαμβανόμενες και κραυγές που χαράσσουν ξάφνου τη νύχτα. Περισσότερα εδώ.

 

Ο Αρκτικός της Ιωάννας Ντούμπρου (Πατάκης) ήταν για μένα η μεγάλη έκπληξη της χρονιάς γιατί δεν περίμενα να μου αρέσει τόσο ένα βιβλίο στο οποίο προσήλθα χωρίς προσδοκίες, πράγμα σπάνιο στην ψηφιακή εποχή που η ψευδαίσθηση της δυνατότητας για εποπτεία και άποψη περί των πάντων κυριαρχεί. Περισσότερα εδώ.

Και κάπου εδώ αυτή η ανασκόπηση φτάνει στο τέλος της. Όμως, τι αρχή χρονιάς θα ήταν, αν δεν έβαζε κανείς στόχους; Φέτος σκοπεύω/ελπίζω/επιθυμώ να διαβάσω για πρώτη φορά δύο κυρίες που θεωρούνται σημαντικές και εγώ είμαι ακόμα αδιάβαστος, Λουσία Μπερλίν και Τόνι Μόρισον, λοιπόν! 

Και του χρόνου!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου