Σκόπιμη μετάθεση, μελλοντική, στηριζόμενη σε κολλήματα λογοτεχνικά, φύσεως προσωπικής, εκεί που τα διηγήματα λειτουργούν επικουρικά περισσότερο ως προς το σύνολο του έργου, αν και οι διαψεύσεις πυκνώνουν μαζί με τις παραινέσεις, τις γόνιμες και ουχί τις γεμιστές με δηθενιά και διδακτισμό υψωμένου δαχτύλου.
Τελικώς η στιγμή έφτασε, για λόγους μάλλον απροσδόκητους, ατάκτως παραχωμένους κάπου στο βάθος, με την ελπίδα να επαφίεται στη σκόνη που θα άφηνε πίσω του ο χρόνος, άρνηση και ηθελημένη τυφλότητα, επιλεκτική, μα ο αέρας φρόντιζε να απομακρύνει τους κόκκους, πριν εκείνοι συσσωρευτούν επαρκώς. Η στιγμή έφτασε, ο λογαριασμός να κλείσει.
Γνώρισα τη Μάγια ύστερα από μερικές βδομάδες συστηματικής παρακολούθησης, αλλά την έκανα να πιστέψει (με τρομακτική ευκολία) ότι γνωριστήκαμε τυχαία. Σχημάτισα την εντύπωση ότι ήταν εξαιρετικά αφηρημένη αφού δε μ' έβλεπε να την ακολουθώ κατά τη διαδρομή από το σπίτι της στο πανεπιστήμιο, στην κάβα, στη βιβλιοθήκη και στο αγαπημένο της κλαμπ, κάθε Πέμπτη βράδυ στις 11:00. Το εξέλαβα ως κάτι θετικό. Άμα ζεις σ' ένα μέρος σαν αυτό και σπούδαζε ό,τι κι εγώ , πιστεύεις ότι η αφηρημάδα είναι ενδεικτικό στοιχείο μιας απόλυτα ρομαντικής φύσης ή μιας ασυνήθιστης διάνοιας ή και των δύο σε συνδυασμό.
Και ήταν αυτή η λέξη: αφηρημένη, που περισσότερο από κάθε άλλη με έκανε να διαβάσω ξανά την πρώτη αυτή παράγραφο, παρά η συστηματική παρακολούθηση, που φευγαλέα με κυρίευσε σαν σκέψη ένα βράδυ, πρόσφατο της ανάγνωσης, σε μια σκοτεινή στάση λεωφορείου και η ύστερη αφήγησή της στάθηκε αφορμή για παράθεση όρων αγγλικών, συνδεδεμένων στο νου μου με τον κινηματογράφο και όχι με την ψυχιατρική ή ακόμα περισσότερο με την εγκληματολογία, και της οποίας η μη υλοποίηση, με την προσθήκη μιας δόσης χιούμορ, αποδείχτηκε σωτήρια για την έξωθεν σχετικά καλή μαρτυρία μου.
Η αφηρημάδα όμως, έδωσε γρήγορα τη θέση της στην αλήθεια του καθενός, διαφορετική και ξένη από του άλλου, ακόμα και από εκείνη του μοναδικού Άλλου, της οποίας η αποκάλυψη έπεται πολλών και προηγείται ίσως μόνο της τελικής και οριστικής αποκαθήλωσης, αναπόφευκτης ίσως, σύμφωνα με τους απαισιόδοξους ή τους ρεαλιστές, χαρακτηρισμός ανάλογος της θέσης και της στάσης απέναντι στα πράγματα της ζωής και όχι μόνο, μικρής τελικώς σημασίας εμπρός στην έκρηξη, απόρροια της αποκάλυψης της αλήθειας, αδύναμη θεωρία στη σκιά του οριστικού γεγονότος.
Έτσι κάπως ξεκίνησα να διαβάζω τα διηγήματα της συλλογής, με μια επανάληψη να επιτείνει τη δεδομένη αποφορά του τέλους, ήταν Σάββατο πρωί και έβρεχε. Στη συνέχεια η προσοχή αποσπάστηκε, ο κόσμος της Δημητρακάκη, όχι πάντοτε φιλόξενος και σε καμία περίπτωση αρμονικά βαρετός, γνώριμος όμως αν και ίσως κάπως άγουρος και πρώιμος σε ορισμένα σημεία, εντούτοις ικανός να έλξει και έτσι να με απομακρύνει σωτήρια. Μετά το κλείσιμο του βιβλίου η πραγματικότητα επανέρχεται δριμύτερη και αναζωογονημένη.
Το τέλος επανέφερε, πιο επίκαιρο από ποτέ, το ζήτημα της επιστροφής, με μια σειρά από πιθανές εκδοχές να ακολουθούν τα απόλυτα και μονολεκτικά, μαθηματικώς αποδεκτά, μα διόλου εφαρμόσιμα, ναι και όχι.
Εκδόσεις Οξύ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου