Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

LogOut & Your Hand In Mine @ Six Dogs (30-10-2011)

Λίγο έλειψε να μην πάω καθώς υπέφερα από κυριακίλα, έδειξα όμως χαρακτήρα ευτυχώς.

Πρώτος στη σκηνή εμφανίστηκε ο LogOut για να παρουσιάσει το νέο και πρώτο του δίσκο με τίτλο, Paper plane flight recorder. Τον είχα δει λάιβ ξανά στη θεατρική παράσταση των Abovo, Ίδρυμα και είχα ακούσει τα περισσότερα από τα τραγούδια του δίσκου.
Μια φωνή, μια κιθάρα και κουμπάκια επί σκηνής. One man show, με το ζωντανό αποτέλεσμα να είναι κάτι παραπάνω από εντυπωσιακό. Η τεχνολογία έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα που είναι λογικό κάποιος να είναι επιφυλακτικός μέχρι αποδείξεως του εναντίου, και το ενάντιο αποδείχθηκε απόψε.
Φαντάζομαι πως θα απαιτείται τρομερή αυτοπειθαρχία για έναν μουσικό που δουλεύει μόνος του ώστε να καταφέρει να δώσει μια τελική μορφή στα τραγούδια, ειδικά όταν η τεχνολογία του δίνει τόσες πολλές δυνατότητες, ελοχεύει ο κίνδυνος του αέναου τζαμαρίσματος πιστεύω. Ο LogOut παρουσίασε έναν δομημένο και πλήρη δίσκο, προσωπικού στυλ και μας ταξίδεψε σε μέρη όμορφα. Ίσως ήταν η πρώτη φορα που η εναλλαγή ελληνικού και αγγλικού στίχου δεν με ενόχλησε, ο Λόλεκ και ο The Boy τα καταφέρνουν επίσης υπέροχα, αντίθετα με άλλους υπερτιμημένους (κατά την προσωπική μου γνώμη) τραγουδοποιούς.

Στη συνέχεια θέση στη σκηνή πήραν οι Your hand in mine για να παρουσιάσουν με τη σειρά τους τον καινούργιο τους δίσκο με τίτλο The garden novels. Πριν κάποια χρόνια έχασα μια συναυλία τους που δεν έπρεπε να έχω χάσει, στην οποία παρουσίαζαν την πρωτότυπη μουσική για την ταινία Every Night Dreams (1933) του Ιάπωνα σκηνοθέτη Mikio Naruse. Ήταν λοιπόν ένα απωθημένο για μένα να τους δω επί σκηνής. Η μουσική τους θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως post chamber, λόγω της έντονης παρουσίας των πλήκτρων αλλά δε νομίζω πως ο χαρακτηρισμός χωρά το σύνολο του έργου τους. Κάποια στιγμή προσπάθησα να μετρήσω τα όργανα που χρησιμοποίησε το δίδυμο από τη Θεσσαλονική αλλά αποδείχθηκε άδικος κόπος, μπερδεύτηκα και τα παράτησα, δεν είχε και τόσο νόημα, άσε που αρκετά δεν είχα ιδέα πως λέγονται. Και δεν τους αρκούν τα ήδη υπάρχοντα όργανα, κατασκευάζουν και δικά τους, ένα όμορφο φετίχ. Φαντάζομαι πως κάποιος κακοπροαίρετος θα μπορούσε να τους κατηγορήσει για επιδειξιομανία, το αποτέλεσμα όμως θα τον αποστόμωνε θαρρώ.

Έπαιξαν τραγούδια και από τους δύο προηγούμενους δίσκους, περισσότερο συναυλία παρά παρουσίαση αλλά μάλλον πως δεν ενόχλησε κανέναν. Τα αποσπάσματα από την ταινία που προβάλλονταν στα κομμάτια από το soundtrack με έκαναν να επιθυμώ την επανάληψη εκείνης της προβολής που δεν πήγα τότε...
Και μια απορία, πώς άραγε δίνεις όνομα σε ένα ορχηστρικό κομμάτι;
Και μια επιθυμία, βραδυνή βόλτα υπό βροχή με αμάξι και υπόκρουση το αποψινό λάιβ...






Και οι δύο δίσκοι κυκλοφορούν από την δραστήρια Inner Ear Records .
Οι φωτογραφίες είναι του Γ.

Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2011

Αρκετά μιλήσαμε γι' αγάπη - Ερβέ Λε Τελιέ

Είναι αυτή η σύνδεση με τη χώρα προέλευσης του βιβλίου που κατοικεί στο μυαλό μου, το άρωμα, τα χρώματα, η θερμοκρασία και άλλα τόσα που δυσκολεύομαι να τα κάνω λέξεις και που όταν τα νοσταλγώ με καθοδηγούν με ασφάλεια στο επόμενο βιβλίο.

Ένιωθα, λοιπόν, την ανάγκη να διαβάσω κάτι γαλλικό, απουσία ιδέας αφέθηκα να τριγυρνώ στο βιβλιοπωλείο σε αναζήτηση του βιβλίου εκείνου που δεν γνώριζα μα αναζητούσα. Αν και ο τίτλος μου φάνηκε κάπως γλυκανάλατος, εντούτοις η υπογραφή του Αχιλλέα Κυριακίδη στη μετάφραση αποτέλεσε το στοιχείο εκείνο το ικανό να με οδηγήσει κατευθείαν στο ταμείο χωρίς καν να ξεφυλλίσω ή να ανατρέξω στο οπισθόφυλλο. Είναι ωραίο το συναίσθημα της άγνοιας στο γύρισμα της πρώτης σελίδας.

Θαρρώ πως ήταν όντως αυτό που αναζητούσα, το βιβλίο που είχα την επιθυμία να διαβάσω.

Ο Ερβέ Λε Ταλιέ είναι μέλος του OULIPO (Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας), μιας ομάδας που ιδρύθηκε το 1960 από τον Raymond Queneau και τον Francois Le Lionnais, και συγκεντρώνει μαθηματικούς και συγγραφείς. Γνωστότερα έργα που ανήκουν σε αυτό το κίνημα είναι το "Ασκήσεις ύφους" του Κενώ και το "Void" του Πέρεκ, στο πρώτο ο συγγραφέας εξιστορεί 99 φορές την ίδια ιστορία κάθε φορά με διαφορετικό στυλ ενώ στο 300 σελίδων βιβλίο του Πέρεκ απουσιάζει το γράμμα "e".


" Ο Ιβ θέλει να γράψει ένα μυθιστόρημα με έξι πρόσωπα. Θα δώσει στο καθένα τους από μία αξία μιας πλάκας του ντόμινο, με το μηδέν να αντιστοιχεί σ' ένα πρόσωπο δευτερεύον, ποτέ το ίδιο. Το μυθιστόρημα θα ακολουθεί την εξέλιξη μιας παρτίδας αμπχάζιο ντόμινο: οι διπλές πλάκες θα γεννούν κεφάλαια με ένα μόνο πρόσωπο, οι απλές με δύο πρόσωπα και κατ' εξαίρεσιν τρία, αρκεί το ένα από τα τρία πρόσωπα να μην κάνει και να μην λέει τίποτα."



Πόσα βιβλία θα γραφτούν ακόμα με θέμα τον έρωτα; Άπειρα φαντάζομαι και το βιβλίο του Ερβέ Λε Τελιέ, παρά τις τεχνικές του ιδιαιτερότητες, είναι ακόμα ένα στο μακρύ κατάλογο. Δεν ξέρω αν είναι ευθέως ανάλογη η αναγνωστική ανάγκη για βιβλία γύρω από τον έρωτα, είναι όμως σίγουρα μεγάλη, και για αυτό το "ακόμα ένα" της παραπάνω πρότασης δεν είναι μειωτικό αλλά ελπιδοφόρο. Και ας μην είναι μονοπώλιο των Γάλλων ο μυθιστορηματικός (και κινηματογραφικός) έρωτας.

Καιρό είχα να ξενυχτίσω για να τελειώσω κάποιο βιβλίο, ωραίο το συναίσθημα, βάρβαρο το ξύπνημα.


Εκδόσεις opera.
Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης.

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2011

Ιστορία του γερασμένου παιδιού - Τζέννυ Έρπενμπεκ

Η Τζέννυ Έρπενμπεκ γεννήθηκε το 1967 στο Βερολίνο της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας. Γιαγιά της ήταν η μυθιστοριογράφος Hedda Zinner και παππούς της ο συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων Fritz Erpenbeck, ενώ ο πατέρας της, John Erpenbeck, είναι γνωστός φιλόσοφος, φυσικός, ψυχολόγος και μυθιστοριογράφος και η μητέρα της, Doris Kilias, είναι μεταφράστρια αραβικής λογοτεχνίας.
Αρχικά σπούδασε βιβλιοδεσία και στη συνέχεια θεατρικές επιστήμες και σκηνοθεσία μουσικού θεάτρου. Το 1995 άρχισε να εργάζεται ως βοηθός σκηνοθέτη αλλά σύντομα άρχισε να σκηνοθετεί η ίδια παραστάσεις όπερας και μουσικού θεάτρου.

Η νουβέλα "Ιστορία του γερασμένου παιδιού" αποτελεί το συγγραφικό της ντεμπούτο το 1999.

Βασισμένο σε μια ιστορία που άκουγε μικρή από την γιαγιά της, η συγγραφέας ζήτησε και πήρε ειδική άδεια για να περάσει κάποιους μήνες στα πλαίσια της έρευνάς της σε ένα σχολείο ανάμεσα σε 17χρονους μαθητές.
Το έργο όμως ξεπέρασε την ιστορία και έγινε Ιστορία. Και αν σε ένα πρώτο επίπεδο ο τίτλος περιγράφει ακριβώς την υπόθεση, εντούτοις η αλληγορία είναι αδύνατο να κρυφτεί. Γραμμένο 10 χρόνια μετά την πτώση του τείχους και την ένωση της Γερμανίας, η συγγραφέας φέρει ακόμα την ταυτότητά της.

Ο τρόπος γραφής μου θύμισε την Ρουμάνα Χέρτα Μύλερ , η οποία γράφει επίσης στα γερμανικά, ίσως ο τρόπος που χρησιμοποιούν την γλώσσα να έχει να κάνει με το παρελθόν, τα βιώματα, τον φόβο της λογοκρισίας, γιατί και η Έρπενμπεκ, αν και όχι σε τόσο μεγάλο βαθμό όσο η Μύλερ, χρησιμοποιεί την γλώσσα ως πέπλο πίσω από το οποίο εκτυλίσσεται η Ιστορία.

Εκδόσεις Ίνδικτος.
Μετάφραση και επίμετρο Αλέξανδρος Κυπριώτης.

υγ το βιβλίο εμφανίζεται ως εξαντλημένο από τον εκδοτικό οίκο...

Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Το δέρμα που κατοικώ (2011)



Αγαπητέ Πέδρο,

πριν λίγο γύρισα σπίτι από το σινεμά. Είδα την τελευταία σου ταινία με τίτλο : Το δέρμα που κατοικώ. Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σου κάποιες σκέψεις μου με αφορμή το νέο σου δημιούργημα.

Πριν από οτιδήποτε άλλο θα ήθελα να δηλώσω θαυμαστής σου, αν δεν κάνω λάθος πρέπει να έχω δει όλες τις ταινίες τις οποίες έχεις σκηνοθετήσει. Σου έβγαλα το καπέλο όταν άφησες πίσω σου τις πρώτες ταινίες και προχώρησες σε πιο σκοτεινά μονοπάτια. Στο "μίλα της" έκλαιγα σχεδόν καθ' όλη τη διάρκεια, τότε ντράπηκα μόλις άναψαν τα φώτα, ήταν όμως η τελευταία φορα που έκλαψα σε ταινία και τώρα το μετανιώνω που δεν το "απόλαυσα". Χρειάστηκε αρκετές φορές να σε υπερασπιστώ, ειδικά απέναντι σε ομοεθνείς σου, σε κατηγορούσαν ότι προκαλούσες για την πρόκληση, ισχυριζόμουν πως είσαι ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής...

Με λαχτάρα πήγα στο σινεμά απόψε, όχι τόσο για τις διθυραμβικές κριτικές όσο για σένα, για το σινεμά των δημιουργών. Δεν με έπεισες Πέδρο. Δεν θα αναφερθώ στα (αναμενόμενα) τέλεια τεχνικά χαρακτηριστικά, αναγνωρίζω την ικανότητα τόσο την δική σου όσο και των συνεργατών σου. Ιδιαίτερη μνεία στην σκηνογραφία, μη αναμενόμενα (για μένα) καλός ο Μπαντέρας, δεν του το είχα ομολογώ. Έλειπε η ψυχή όμως Πέδρο. Δεν ήταν ότι μου φάνηκε ακραίο το σενάριο, η "πεζή" καθημερινότητα απουσιάζει από όλα τα τελευταία σενάρια που έχεις γράψει άλλωστε. Βλέποντας την ταινία ένιωσα την έλλειψη έμπνευσης, δεν συμμερίζομαι την απορία της κοπέλας που αναρωτήθηκε βγαίνοντας από την αίθουσα " μα καλά πως τα σκέφτηκε όλα αυτά;", σε θεωρώ ικανό να σκεφτείς πολλά περισσότερα. Έμεινα με την αίσθηση πως θέλησες να κάνεις μια ταινία κολάζ με όσες ιδέες περίσσεψαν από τις προηγούμενες ταινίες σου. Τώρα, φορτισμένος συναισθηματικά, το παραπάνω είναι απλώς μια αίσθηση, δεν μπορώ να στοιχειοθετήσω κατηγορία, δεν έχω τέτοια πρόθεση άλλωστε.

Δεν ξέρω αν θα έπρεπε να νιώσω ενοχή για το γεγονός πως κρίνω την ταινία τόσο αυστηρά, καλώς ή κακώς όμως δεν μπορώ να την αντιμετωπίσω σαν μια μεμονομένη ταινία, για μένα είναι μια ταινία ενός πολύ αγαπημένου μου σκηνοθέτη. Ίσως αν την είχε σκηνοθετήσει κάποιος άλλος να την τοποθετούσα απλώς κάτω από την ταμπέλα αδιάφορη, αλλά με σένα δεν μου βγαίνει.

Θέλω να πιστεύω πως δεν θα παρεξηγήσεις τα λόγια μου, δεν αποτελούν τίποτα παραπάνω από την γνώμη ενός θεατή, απλά έχεις θέσει τον πήχη ψηλά εδώ και πολλά χρόνια. Ελπίζω όταν θα βγω από την αίθουσα στην επόμενη ταινία σου (γιατί θα πάω) να πω πως επρόκειτο για μια παρένθεση.


Un abrazo desde Grecia,
Yannis

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011

Μη μ' αφήσεις ποτέ - Καζούο Ισιγκούρο

"Λέγομαι Κάθυ Χ. είμαι τριάντα ενός ετών και είμαι συνοδός πάνω από 11 χρόνια."

Η Κάθυ, η Ρουθ και ο Τόμυ ήταν μαθητές στο Χέιλσαμ, ένα οικοτροφείο χαμένο κάπου στην αγγλική ύπαιθρο. Μετά από χρόνια η Κάθυ αποφασίζει να ξετυλίξει το κουβάρι της μνήμης.

Είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Ισιγκούρο που διαβάζω αλλά τολμώ να πω πως πρόκειται για έναν αξιολογότατο σύγχρονο συγγραφέα. Είναι αρκετά γνωστός και συνεχώς έπεφτα πάνω του αλλά όσο και αν φαίνεται παράξενο ή χαζό το όνομά του αποτελούσε (μάλλον) την αιτία που τον απέφευγα. Μη με ρωτήσετε γιατί, δεν έχω εξήγηση. Όμως τους τελευταίους μήνες πολλοί μου μίλησαν για τον γεννημένο στην Ιαπωνία συγγραφέα.

Ο συγγραφέας επιλέγει να μην δείξει από την αρχή τα χαρτιά του, μαεστρικά με το πέρασμα των σελίδων αποκαλύπτει όσα πιστεύει πως πρέπει να αποκαλυφθούν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υποβάλει τον αναγνώστη σε ένα πλήθος ερωτημάτων και υποθέσεων. Για ένα αρκετά μεγάλο μέρος της ιστορίας αυτά τα ερωτήματα ήταν που μου κρατούσαν κυριώς το ενδιαφέρον, ήθελα απαντήσεις και δικαίωση των υποθέσεων στις οποίες είχα προβεί, όταν όμως δεν υπήρχε πια μυστήριο συνειδητοποίησα πόσο όμορφα και αβίαστα ο συγγραφέας με είχε ενεπλέξει στο πραγματικό πυρήνα του μυθιστορήματος, στην ιστορία της Κάθυ, της Ρουθ και του Τόμυ. Η τεχνική στην υπηρεσία της πλοκής. Ο συγγραφέας αποφεύγει να πέσει στην παγίδα των ευρημάτων του και αυτό ίσως είναι το μυστικό που μετατρέπει μια καλή αρχική ιδέα σε ένα σπουδαίο μυθιστόρημα.

Αρχική πρόθεση μου ήταν, αφού διαβάσω το βιβλίο, να δω και την ταινία η οποία προβλήθηκε πέρυσι στους κινηματογράφους, τώρα διστάζω, φοβάμαι μήπως χαλάσει η αίσθηση που μου άφησε η ανάγνωση του πανέμορφου αυτού μυθιστορήματος, κάποια άλλη στιγμή ίσως.

Ο Καζούο Ισιγκούρο γεννήθηκε το 1954 στο Ναγκασάκι της Ιαπωνίας, αλλά πέντε ετών μετακόμισε με την οικογένειά του στη Βρετανία.

Πολύ καλή η μετάφραση από την Τόνια Κοβαλένκο.

Εκδόσεις Καστανιώτη.





Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2011

Κατανόηση Vs Απόλαυση

Αδυνατώ να διαβάσω λογοτεχνία σε άλλη γλώσσα πλην της ελληνικής. Αν και το επίπεδό μου τόσο στα αγγλικά όσο και στα ισπανικά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως υψηλό εντούτοις δεν τα καταφέρνω. Δεν είναι θέμα κατανόησης αλλά απόλαυσης. Σα να στέκει ξένο το κείμενο απέναντί μου, χωρίς να καταφέρνει να με αγγίξει, οι λέξεις αρνούνται πεισματικά να ενεργοποιήσουν τις αισθήσεις εντός μου. Τι νόημα έχει άραγε να μπορείς να ακολουθήσεις την πλοκή της ιστορίας αν δεν μπορείς να την αισθανθείς;

Είναι κάτι το οποίο έχω συζητήσει με αρκετούς ανθρώπους. Λίγοι είναι αυτοί που μοιράζονται το ίδιο "πρόβλημα". Οι περισσότεροι, χωρίς να είναι κάτι που τους απασχολεί ιδιαιτέρως, ισχυρίζονται πως πρόκεται απλώς για θέμα τριβής και εξοικείωσης. Πιστεύουν δηλαδή πως είναι κάτι πάνω στο οποίο θα μπορούσα σιγά σιγά να δουλέψω. Δεν ξέρω. Δεν αμφισβητώ αυτό το οποίο μου λένε. Ίσως να είναι έτσι ακριβώς. Ποιά όμως θα είναι τα βιβλία που θα πρέπει να θυσιάσω στο βωμό ετούτο;

Κάποτε σκέφτηκα να διαβάσω στο πρωτότυπο βιβλία που ήδη έχω διαβάσει σε μετάφραση. Δύο ενστάσεις. Η πρώτη είναι ότι δεν θέλω σε καμία περίπτωση να διαβάσω ξανά ένα βιβλίο από "υποχρέωση", με κάποιο στόχο μεταγενέστερο έξω και πέρα από το ίδιο το βιβλίο, μακριά από την καθαρή ανάγκη να επιστρέψω σε εκείνο. Επίσης πιστεύω - και αυτό αποτελεί την δεύτερη ένσταση- πως η τριβή με την ανάγνωση σε άλλη γλώσσα θα έπρεπε να γίνει με κείμενα παρθένα, αφού με τα ήδη γνωστά το συναίσθημα έχει κιόλας διαμορφωθεί εντός μου.

Δε θα είχε νόημα να συντάξω μια λίστα με τα βιβλία που θα ήθελα να διαβάσω στη μητρική τους γλώσσα γιατί θα έπρεπε να τα συμπεριλάβω όλα. Ποιός δεν θα επιθυμούσε να διαβάζει διαρκώς από το πρωτότυπο; Ένα απωθημένο όμως έχω : κάποια στιγμή το επίπεδό μου στα ισπανικά να φτάσει σε τέτοιο επίπεδο ώστε να μπορέσω να διαβάσω και να απολαύσω το "κουτσό" του Χούλιο Κορτάσαρ.

Ευτυχώς το επίπεδο των ελληνικών μεταφράσεων είναι αρκετά υψηλό. Ελπίζω απλώς η "κρίση" να μην επηρεάσει (πολύ) ούτε την ποιότητα ούτε την ποσότητα των τίτλων που μεταφράζονται στα ελληνικά.


Και δεν είναι προφανώς μόνο η λογοτεχνία. Είναι και η ξένη ποίηση, την οποία σχεδόν αποφεύγω. Εκεί είναι που πασχίζω με το πρωτότυπο αλλά το επίπεδο είναι τελείως διαφορετικό. Είναι και η μουσική, η οποία είναι κυρίως αγγλόφωνη. Ψάχνω και βρίσκω τους στίχους, έτσι ξέρω τι λένε αλλά δεν μου αρκεί. Αυτό εξηγεί και την ιδιαίτερη σχέση μου με τον ελληνικό στίχο.

Αφορμή για τη συγκεκριμένη ανάρτηση η πρόθεση μιας Γερμανίδας φίλης μου να διαβάσει το "μαγικό βουνό" του Τόμας Μαν. Φθόνος.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Μαύρες σημαίες - Αύγουστος Στρίντμπεργκ

Δεν γνώριζα πως υπήρχαν μυθιστορήματα ανάμεσα στην εργογραφία του Στρίντμπεργκ. Οι "μαύρες σημαίες" αποτέλεσαν τυχαία ανακάλυψη σε μεσημεριανή βόλτα σε κεντρικό βιβλιοπωλείο.

Το μυθιστόρημα αποτελεί το όχημα για την κριτική που επιθυμεί να ασκήσει ο συγγραφέας ενάντια σε πρόσωπα και γεγονότα τα οποία θεωρεί υπεύθυνα για την ηθική και πολιτισμική κατάπτωση της χώρας. Κύριο εκπρόσωπο της παρακμής θεωρεί τον συγγραφέα Γκούσταβ αβ Γιέγερσταμ, ο οποίος στο μυθιστόρημα εμφανίζεται με το όνομα Ζάχρης.

Οι "μαύρες σημαίες" θα μπορούσαν να κυματίζουν σε οποιοδήποτε μέρος οποιαδήποτε χρονική στιγμή, τίποτα από αυτά που κατονομάζει ο Στρίντμπεργκ δεν αποτελούν αμιγώς σουηδικά προβλήματα των αρχών του περασμένου αιώνα, τα πρόσωπα μπορεί να αλλάζουν αλλά οι καταστάσεις μένουν ίδιες, με αποτέλεσμα η παρακμή να βασιλεύει.

Το κείμενο έμεινε για αρκετό καιρό χωρίς έκδοση αφού κανένας οίκος δεν έπαιρνε την πρωτοβουλία, φοβούμενοι τον ντόρο, αφού πίσω από τα ψεύτικα ονόματα ήταν αρκετά εύκολο να αναγνωρίσει κάποιος σημαίνοντα πρόσωπα της κοινωνίας. Όταν τελικά κυκλοφόρησε το 1907 από τον εκδοτικό οίκο "Μπιέρκ και Μπέργιεσον", με την σημείωση: "Το βιβλίο αυτό τυπώθηκε σε περιορισμένα αντίτυπα και δεν θα υπάρξει άλλη έκδοση", γνώρισε μεγάλη επιτυχία με αποτέλεσμα αντίτυπα του έργου να πωλούνται σε εξωφρενικές τιμές στην μαύρη αγορά και να δημιουργηθεί μια παραφιλολογία σχετικά με τα πραγματικά πρόσωπα του μυθιστορήματος.

Για μένα, ως μη γνώστη της τότε σουηδικής πραγματικότητας, το έργο είχε απλώς μια συμβολικότητα και μια αναλογία σε σύγχρονα πρόσωπα και καταστάσεις. Αρκετά στοιχεία γαλλικής λογοτεχνίας και διάλογοι θεατρικοί, πλήρης σκιαγράφηση των χαρακτήρων. Εντυπωσιάστηκα από το ευρύ φάσμα γνώσεων του συγγραφέα ο οποίος με ευκολία αναφέρεται σε ζητήματα φιλοσοφίας, θεολογίας, φυσικής και χημείας. Ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι βρισκόμαστε ακόμα σε μια εποχή που δεν υπάρχει αυτή η καταραμένη εξειδίκευση.

Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας.
Μετάφραση Μαργαρίτα Μέλμπεργκ.

υγ Εδώ και δύο μέρες έχει κολλήσει στο repeat το κομμάτι girlfriend των Δανών Freed από την δεκαετία του εβδομήντα. Εδώ το λινκ!

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

Η κλοπή - Σάουλ Μπέλοου

Διαβάζοντας τον "αθλητικογράφο" μου ήρθε στο νου ο Μπέλοου. Μου δημιουργήθηκε τότε η επιθυμία να παραμείνω λογοτεχνικά στην Αμερική. Πριν καιρό, ακολουθώντας τη συλλογή "βραβεία νόμπελ", διάβασα δύο μυθιστορήματα του βραβευμένου με νόμπελ Αμερικανού συγγραφέα, "Μοναδική" και " Άδραξε τη μέρα". Με είχε εντυπωσιάσει το στυλ του, όχι τόσο η ιστορίες όσο η τεχνική, το κλίμα που δημιουργούσε ανάμεσα στις σελίδες. Και όμως τον ξέχασα, παρά την πρόθεσή μου να επιστρέψω άμεσα.

Και το νήμα βρέθηκε, κρυμμένο καλά στις σελίδες του Φορντ. Έτσι είναι αυτά, βρίσκεις το νήμα και το δένεις κόμπο, παρακαλάς να 'ναι γερός, να αντέξει για να συνεχίσει να σε οδηγεί σε μονοπάτια άγνωστα μα τόσο όμορφα.

Η Κλάρα είναι μια δυναμική γυναίκα, έχει στο ενεργητικό της κάποιους αποτυχημένους γάμους και είναι μητέρα τριών κοριτσιών. Πετυχημένη στο χώρο της μόδας. Ο Ίθιελ αναγκάστηκε κάποτε να της κάνει δώρο ένα πανάκριβο δαχτυλίδι, αλλά δεν τόλμησε το επόμενο βήμα. Όταν η Κλάρα θα προσλάβει τη νεαρή Τζίνα για γκουβερνάντα των παιδιών της το δακτυλίδι θα μετατραπεί σε πέτρα του κακού.

Δεν μπορώ να πω ότι με ενθουσίασε, περίμενα περισσότερα. Ίσως να έπρεπε να επιλέξω κάποιον άλλο τίτλο από την πλούσια εργογραφία του συγγραφέα. Με κράτησε όμως σε αμερικανικό έδαφος, σημαντικό αυτό. Νιώθω - από διαίσθηση περισσότερο - πως πρέπει στο μέλλον να επιστρέψω στον Μπέλοου, κάτι με περιμένει εκεί.

Εκδόσεις Καστανιώτη.
Μετάφραση Πέγκυ Βουδούρη.

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

Ο Αθλητικογράφος - Ρίτσαρντ Φορντ

Η σχέση μου με το συγκεκριμένο βιβλίο ξεκίνησε τον περασμένο Μάιο, όταν σε μία ανάρτηση του Librofilo έγινε αναφορά στο τελευταίο χρονικά μεταφρασμένο στα ελληνικά βιβλίο του Ρίτσαρντ Φορντ με τίτλο "Η χώρα όπως είναι". "Ο αθλητικογράφος" αποτελεί το πρώτο μέρος της τριλογίας του Αμερικανού συγγραφέα, το δεύτερο μέρος με τίτλο "Independence day" δεν έχει μεταφραστεί ακόμα στα ελληνικά (δυστυχώς).

Αφού επρόκειτο για τριλογία, θέλησα να ξεκινήσω από το πρώτο. Όμως εμφανιζόταν ως εξαντλημένο από τον εκδοτικό οίκο. Σιχτίρισα. Κάπως έτσι πέρασε το καλοκαίρι και έφτασε ο Σεπτέμβρης. Ένα απόγευμα ενώ στεκόμουν στην Σόλωνος και περίμενα το λεωφορείο, σίγουρος ότι θα αργούσε αρκετά απομακρύνθηκα ελάχιστα βήματα με σκοπό να χαζέψω τα βιβλία στο πάγκο ενός παλαιοβιβλιοπωλείου. Και εγένετο θαύμα! Ανάμεσα στα τόσα άλλα ο "Αθλητικογράφος"! Τα νήματα που ενώνονται μέσω της σύμπτωσης μου αρέσουν πολύ.

Συμμερίζομαι τον προβληματισμό σχετικά με τον τίτλο του βιβλίου, αλλά πρέπει να σας πω πως είναι μάλλον ο ιδανικός. Εξηγούμαι: Ο Φρανκ Μπάσκομπ μετά από μια σχετικά επιτυχημένη και αρκετά υποσχόμενη συλλογή διηγημάτων, εγκαταλείπει στα μισά το μυθιστόρημα το οποίο έγραφε και αποδέχεται την πρόταση ενός εκδότη για αρθρογραφία σε μεγάλο αθλητικό περιοδικό.



" Παραιτήθηκα από πολλά, σταμάτησα να ανησυχώ για το αν θα έμπαινα ολοκληρωτικά μέσα σε κάποιον άλλον, μιας και αυτό είναι αδύνατο - και το αποτέλεσμα ήταν ένα ευχάριστο μυστήριο χωρίς ερωτήματα. Κι ακόμα, έγινα λιγότερο σοβαροφανής, έχασα τη "συγγραφική" σοβαρότητα, έπαψα να ανησυχώ για το περίπλοκο των πραγμάτων και άρχισα να βλέπω την ζωή με πιο απλό και πεζό τρόπο. Κι έπαψα να ψάχνω πίσω από αυτό που ένιωθα, για να βρω τι άλλο θα μπορούσα να νιώσω."




Ο θάνατος του γιου του επέσπευσε τον χωρισμό του ζευγαριού. Ο Φρανκ μένει απαθής και στην προσωπική του ζωή πλέον, ο συγγραφέας που μεταμορφώθηκε σε αθλητικογράφο. Ζει μόνος του, διατηρεί κάποιους δεσμούς, συμμετέχει σε μια ομάδα χωρισμένων ανδρών, δίνει υποσχέσεις στα παιδιά του, ξοδεύει χρόνο σε επαγγελματικά ταξίδια. Ένας αόρατος άνθρωπος, όμως "ο Θεός δε βοηθάει αυτούς που είναι επίσης αόρατοι."

Μου έφερε στο νου την ταινία "a single man" (την οποία αν δεν έχετε δει σας την προτείνω), αν και πιστεύω πως ιδανικός για να υποδυθεί τον ρόλο θα ήταν ο Bill Murray των "Broken flowers" και "Lost in translation".


Είναι κρίμα ένα τόσο καλό βιβλίο να είναι εξαντλημένο ρε γαμώτο.

Εκδόσεις Ωκεανίδα.
Μετάφραση Έφη Καλλιφατίδη.















Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Χορείες χώρων - Ζορζ Πέρεκ

" Για έναν άχρηστο χώρο.

Έχω αποπειραθεί πολλές φορές να φανταστώ ένα διαμέρισμα στο οποίο θα υπήρχε ένα άχρηστο δωμάτιο - εντελώς και σκοπίμως άχρηστο: όχι αποθήκη, ούτε οφίς, ούτε περισσευούμενο δωμάτιο, ούτε διάδρομος, ούτε σοφίτα, αλλά ένας χώρος χωρίς την παραμικρή λειτουργία, που δε θα χρησίμευε σε τίποτα, δε θα παρέπεμπε σε τίποτα.

Στάθηκε αδύνατον, παρά τις προσπάθειες μου, να εξαντλήσω αυτή τη σκέψη, αυτή την εικόνα. Μου φαίνεται πως και η ίδια η γλώσσα αποδείχθηκε ανίκανη να διατυπώσει αυτό το τίποτα, αυτό το κενό, θαρρείς και δεν μπορούμε να μιλήσουμε παρά μόνο για ότι είναι πλήρες, χρήσιμο και λειτουργικό. "



Τι μπορείς να πεις άραγε σχετικά με το έργο του Ζορζ Πέρεκ;
Σε ποια κατηγορία θα μπορούσε να ενταχθεί;
Είναι σωστή η επιλογή των βιβλιοπωλείων να τοποθετούν τα βιβλία του στα ράφια με την ένδειξη : μυθιστόρημα;

Ας πω πρώτα τι ξέρω, ύστερα τι νιώθω.

Ο Ζορζ Πέρεκ γεννήθηκε στην Γαλλία από Πολωνούς γονείς το 1936. Έγραψε μυθιστορήματα και δοκίμια, γύρισε ταινίες και ντοκυμαντέρ. Πέθανε το 1982. Προς τιμήν του ο μικρός πλανήτης υπ' αριθμόν 2817, φέρει, από το 1984 το όνομα Georges Perec.

H "ιδιωτική πινακοθήκη" με δυσκόλεψε και έφερε στην επιφάνεια την άγνοιά μου σε σχέση με την ζωγραφική και την ιστορία της. Και ο Β. το ίδιο σχολίασε. Και όμως θυμάμαι την ανάγνωση ως μια αποκαλυπτική εμπειρία και ας έχουν περάσει 6 χρόνια από τότε.
Αργότερα ένας άλλος φίλος ο Α. ξεκίνησε να διαβάζει το έργο του με τίτλο : "Ζωή, οδηγίες χρήσεως". Δεν το έχει τελειώσει ακόμα, ισχυρίζεται όμως πως πρόκειται για αριστούργημα που πρέπει να διαβάσω, δεν ξέρω γιατί αλλά τον περιμένω να τελειώσει.

Στις "χορείες χώρων", κάτι ανάμεσα σε ημερολόγιο και δοκίμιο, ο Πέρεκ μας καλεί να περιδιαβούμε μαζί του τον χώρο. Πολύ αναφορά, ισχυρίζεται, έχει γίνει και γίνεται σχετικά με τον χρόνο, όχι όμως και γύρω από τον χώρο. Μας προτρέπει να παρατηρήσουμε το μέρος που ζούμε, τις συνήθειες τόσο τις δικές μας όσο και των άλλων ανθρώπων, τις προσόψεις των κτιρίων, την εξοχή και τα προάστια.

Χωρισμένο με τίτλους όπως διαμέρισμα, πολυκατοικία, πόλη, γειτονιά, εξοχή, κόσμος, το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελεί μια καλή συντροφιά στην καθημερινότητά μας, ξεκινώντας την ανάγνωση του στο κρεβάτι, συνεχίζοντας στο υπόλοιπο σπίτι, κατεβαίνοντας τις σκάλες της πολυκατοικίας, περπατώντας στην γειτονιά, στην πόλη, ταξιδεύοντας λίγο πιο πέρα στην εξοχή και συνεχίζοντας ανά τον κόσμο.

Κανένας δογματισμός, απλές παρατηρήσεις, πολλές από τις οποίες σίγουρα έχεις κάνει είτε συνειδητά είτε όχι. Ένα διαφορετικό ανάγνωσμα.



" Πώς μπορώ να γίνω πιο σαφής; Δεν πρόκειται για το ανοίγω ή δεν ανοίγω την πόρτα μου, δεν πρόκειται για το "αφήνω το κλειδί μου πάνω στην πόρτα". Το πρόβλημα δεν είναι αν πρέπει να υπάρχουν κλειδιά ή όχι : αν δεν υπήρχαν πόρτες δεν θα υπήρχαν κλειδιά."


Εκδόσεις Ύψιλον.
Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης.

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Ένας χωρισμός (2011)




Ένα ζευγάρι χωρίζει. Εκείνη πιστεύει πως το μέλλον τους είναι μακριά από το Ιράν, εκείνος όχι. Στην μέση ένα εντεκάχρονο παιδί. Ο παππούς πάσχει από αλτσχάιμερ και χρειάζεται κάποιον να τον φροντίζει, το ρόλο αυτό θα αναλάβει μία έγκυος γυναίκα.

Οικογενειακό δράμα με κοινωνικές προεκτάσεις. Ο Farhadi καταφέρνει να υπερβεί το Ιράν και κάνει μια ταινία χωρίς να τοποθετεί την πατρίδα σε πρώτο πλάνο. Δεν μας μιλά για το Ιράν, μας μιλά για τον χωρισμό ενός ζευγαριού στο Ιράν. Είναι τεράστια η διαφορά. Είναι αυτό που με φοβίζει στα βραβεία των φεστιβάλ, ο "εξωτισμός".

Σε πρώτο πλάνο είναι οι άνθρωποι οι οποίοι τυχαίνει να ζούνε σε εκείνη την μεριά του πλανήτη με αποτέλεσμα να φέρουν στην ταυτότητά τους στοιχεία της παράδοσης, της θρησκείας και της κοινωνικής δομής. Απλώς τα φέρουν, δεν τα επιδεικνύουν.

Βρισκόμαστε στην τρίτη γενιά του ιρανικού σινεμά. Ο μεγάλος Αμπάς Κιαροστάμι ήταν αυτός που σύστησε στην δύση το Ιράν, κυρίως στα φεστιβάλ. Ακολούθησε ο Παναχί που κατάφερε να φέρει περισσότερο κοινό στις αίθουσες των κινηματογράφων. Η συνεργασία των δύο είχε ως αποτέλεσμα το "crimson gold", προσωπική μου αδυναμία.

Μου έφερε στο νου το σκανδιναβικό σινεμά, πίστευα πως μόνο από τον βορρά μπορούσε να έρθει ένα τόσο δυνατό οικογενειακό δράμα. Σενάριο, σκηνοθεσία, ερμηνείες είναι το τρίπτυχο της επιτυχίας. Μουσική δεν υπάρχει κάτι που ανεβάζει τον βαθμό δυσκολίας για τον δημιουργό και εκείνος ανταποκρίνεται.

Η ομορφιά της Σιμίν δεν κρύβεται από την μαντίλα.

Δεν είμαι κριτικός για να βάλω αστεράκια, αλλά μου άρεσε πολύ και σας προτρέπω να μην την χάσετε.









Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011

Mini Passeport - Τυμπόρ Τάρντος

Στο ετήσιο παζάρι βιβλίου στην πλατεία Κλαυθμώνος μπορεί κάποιος να βρει πολλά διαμαντάκια που δεν είχαν την τύχη ( ή ίσως το μάρκετινγκ) με το μέρος τους κατά την παραμονή τους στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Νόμιζα ότι στην ανακάλυψή τους παίζουν ρόλο η γνώση και η τύχη αυτού που αναζητά, αλλά τελικά μπορεί κάποιος να ανακαλύψει θησαυρό και κατά λάθος. Τώρα αν το λάθος είναι μέρος της τύχης είναι μια άλλη συζήτηση, κάπως μεταφυσική.
Ενώ, λοιπόν, περιμένω κατάκοπος μετά της πολύωρη βόλτα μου ανάμεσα σε όλους αυτούς τους τίτλους, μέσα στην τεράστια σκηνή, νιώθοντας κάπως αμήχανα με το καλάθι του σούπερ μάρκετ στο χέρι και το ταμείο να είναι ακόμα μακριά, συνεχίζω να χαζεύω τα βιβλία που βρίσκονται αριστερά και δεξιά της τεράστιας ανθρώπινης ουράς. Έξω βρέχει. Η ματιά μου τότε πέφτει στο συγκεκριμένο βιβλίο, ζαλισμένος διαβάζω Τοπόρ αντί για Τυμπόρ και ενθουσιασμένος προσθέτω το Mini-Passeport στο ξέχειλο καλάθι μου.
Ο Τοπόρ, πολυπράγμων Γάλλος καλλιτέχνης, μαζί με τον Jodorowsky και τον Arrabal δημιούργησαν το 1962 το Κίνημα του Πανικού.

Δεν άργησα να συνειδητοποιήσω το λάθος μου. Το βιβλίο απέμεινε στην βιβλιοθήκη εκτός στοίβας, σαν να ήταν δικό του το σφάλμα. Όμως οι μήνες πέρασαν και τα συναισθήματα καταλάγιασαν εντός μου, ευτυχώς.

Ουγγαρία δεκαετία 70.
Το mini passeport ήταν ένα έγγραφο με το οποίο κάποιος μπορούσε να ταξιδέψει στις ακόλουθες χώρες : Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, Βουλγαρία, Ανατολική Γερμανία, Ουγγαρία και Ρουμανία. Με την καταβολή ενός φόρου η ισχύς του εγγράφου μπορούσε να συμπεριλάβει και την Γιουγκοσλαβία αλλά ποτέ και σε καμιά περίπτωση την Σοβιετική Ένωση.
Ο Λάζλο νιώθει την ανάγκη να γνωρίσει τον κόσμο, έστω αυτόν που του επιτρέπεται να γνωρίσει. Αποκτά το μικρό διαβατήριο και παίρνει τους δρόμους. Θεωρείται αλήτης, ταξιδεύει με ότο στοπ, κοιμάται όπου βρει, με μικρές κομπίνες βασισμένες στην διαφορά του συναλλάγματος πότε χάνει και πότε κερδίζει. Γνωρίζει κόσμο, ερωτεύεται, μπλέκει με την αστυνομία και την γραφειοκρατία.
Υπήρχαν μπίτνικς στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ; Δεν ξέρω.
Είναι πολύ ενδιαφέρον πάντως να διαβάζεις το ουγγαρέζικο "Στο δρόμο", δεν θεωρώ πως αξίζει να μπω σε μια συζήτηση περί αυθεντικότητας του έργου.
Οι πληροφορίες για τον συγγραφέα είναι ελάχιστες, να φανταστείτε το βικιπαιδεία έχει μόνο μια σελίδα και αυτή στα ουγγαρέζικα..

Ακόμα ένα νήμα προστέθηκε στα ήδη υπάρχοντα, έστω και από λάθος!

Εκδόσεις Στοχαστής.
Μετάφραση Χριστίνα Σταματοπούλου.

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Το επόμενο βιβλίο

Το επόμενο βιβλίο στέκει ανυπόμονο στην κορυφή της στοίβας με τα προσεχώς. Δεν το ενοχλεί ο ήλιος, δεν το βαραίνει η σκόνη που κατακάθεται στο εξώφυλλό του. Τώρα πια μπορεί να αναπνέει. Ξέροντας πως θα είναι το επόμενο νιώθει τον χρόνο να παγώνει, δεν περνούν οι μέρες γρήγορα όπως πριν, όταν ανέμενε στο σκοτάδι.

Σε κοιτάζει επίμονα, προσπαθεί να κάνει αισθητή την παρουσία του στον χώρο. Κάποιο - άγνωστο σε αυτό - νήμα το οδήγησε ως εδώ. Θυμάται πως το πρωτοκοίταξες στο ράφι του βιβλιοπωλείου, πως έσκυψες και το τράβηξες έξω, τη ζήλια των γειτόνων του, πως το κράτησες στα χέρια σου και με πόση προσοχή γύρισες την πρώτη σελίδα, την απόπειρα να φέρεις την μύτη σου κοντά για να το μυρίσεις στα κρυφά. Φοβήθηκε για λίγο την απόρριψη όταν σε ένιωσε να διστάζεις, "φταίω εγώ ή η τιμή που μου κόλλησαν στην πλάτη;" σκέφτηκε. Με πόση χαρά ένιωσε την δέσμη του ερυθρού φωτός και άκουσε τον ήχο της ταμειακής μηχανής. Ύστερα στην τσάντα, στο μετρό, στο ασανσέρ για να καταλήξει στην στοίβα...

Γνωρίζει την διαδικασία. Ένα βράδυ θα τραβήξεις με προσοχή το αυτοκόλλητο με την τιμή και θα το αφήσεις στο κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι...

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Το φεγγάρι των λύκων - Χούλιο Λιαμαθάρες (Julio Llamazares)

Πριν τρία χρόνια στην Καστίλη διάβασα το έργο του Έρνεστ Χεμινγουέι, "Για ποιον χτυπά η καμπάνα", το οποίο αποτελεί ένα στιγμιότυπο του ισπανικού εμφυλίου στα βουνά βόρεια της Μαδρίτης. Τόσο ο ήρωας όσο και ο συγγραφέας δεν είναι Ισπανοί, είναι γνωστό άλλωστε πως εκείνος ο πόλεμος αποτέλεσε πηγή έλξης για πλείστους ξένους που έθεσαν τον εαυτό τους στη διάθεση είτε της μιας είτε της άλλης πλευράς.

Ο Χούλιο Λιαμαθάρες κατάγεται από ένα χωριό, το Βεγκαμιάν της επαρχίας Λεόν, το οποίο δεν κατοικείται πια. Οι ήρωες του βιβλίου του είναι επίσης από εκείνα τα ορεινά μέρη και με την έναρξη του πολέμου κατετάγησαν στο δημοκρατικό στρατό. Το φθινόπωρο του 1937, όταν έσπασε το δημοκρατικό μέτωπο της Αστούριας κατέφυγαν αναγκαστικά για να γλιτώσουν στις βραχώδεις ερημιές της Κορδιλιέρας της Κανταβριγίας.

Αυτή είναι η ιστορία που μας διηγείται ο συγγραφέας σε αυτό το βιβλίο, που είναι το πρώτο του. Χωρισμένο σε τέσσερα μέρη από το 1937 μέχρι το 1946 ακολουθεί την προσπάθεια των τριών ηρώων να επιζήσουν και να καταφέρουν να βρουν μια δίοδο διαφυγής προς τη "δημοκρατική" Γαλλία.



"Κουβαλάνε μαζί τους τον θρύλο που έφτιαξαν γι'αυτόν τόσες και τόσες νύχτες μέσα στη ζεστασιά των στάβλων τους ή την κουζίνα τους. Το θρύλο για τον άντρα που τον φαντάζονταν αθάνατο σαν την ίδια την σκιά του, μακρινό σαν τον άνεμο, γενναίο, πολυμήχανο, πανέξυπνο, ανίκητο.
Αυτόν τον άνθρωπο που, ωστόσο, μέσα στον καθρέφτη της βροχής και του βουνού βλέπει το είδωλό του όπως πραγματικά είναι: ένας άνθρωπος κυνηγημένος και έρημος. Ένας άντρας που τον ταλανίζουν ο φόβος και η δίψα για εκδίκηση, η πείνα και το κρύο. Ένας άντρας που του αρνούνται ακόμα και το δικαίωμα να ενταφιάσει τους δικούς του."



Αναπόφευκτη η σύγκριση των δύο έργων. Ο Αμερικανός είναι πιο φλύαρος στις περιγραφές του, χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα αρνητικό, αραιώνει με λέξεις μια συμπυκνωμένη στιγμή του πολέμου. Αντίθετα ο Ισπανός σε μόλις 180 σελίδες χωράει εννιά χρόνια, είναι τα ίδια τα χρόνια που βαραίνουν τον αγώνα των φυγάδων ενάντια στον εχθρό, στη μοναξιά, στην πείνα και στο κρύο. Στο έργο του Λιαμαθάρες απουσιάζει το οποιοδήποτε γκλάμουρ, δε γίνεται καμιά αναφορά στα κέντρα αποφάσεων, στις δεξιώσεις. Ακόμα και ο έρωτας είναι γειωμένος. Με δύο λόγια πιστεύω πως οι παραπάνω διαφορές εξηγούνται από την εθνικότητα των συγγραφέων, ο "ρομαντικός" Αμερικανός δημοσιογράφος που έζησε τον εμφύλιο ως επισκέπτης και ο Ισπανός που ήταν δεκαοχτώ χρονών όταν έσπασε το δημοκρατικό μέτωπο και έζησε από κοντά (άμεσα ή έμμεσα μικρή σημασία νομίζω πως έχει) τη σκληρότητα της εμφύλιας σύρραξης.


Ο Χούλιο Λιαμαθάρες είναι η συγγραφική μου αδυναμία από την Ισπανία. Τον ανακάλυψα τυχαία και τον αγάπησα, ίσως γιατί μιλά για εκείνα τα μέρη στα οποία έζησα και εγώ κάποτε, ίσως γιατί οι λέξεις μετατρέπονται σε εικόνες στο μυαλό μου, αναμνήσεις, επιλεκτικές φωτογραφίες. Η τουριστική Ισπανία δεν βρίσκεται σίγουρα σε εκείνες τις αραιοκατοικημένες ορεινές περιοχές, που τα καλοκαίρια είναι κοντά και ότι περισεύει το οικιοποιείται ο χειμώνας και είναι αυτός που χρόνια τώρα χτίζει τον χαρακτήρα των ανθρώπων σε εκείνα τα μέρη.
Βιώνω μια μικρή χαρά όταν μιλώ για αυτόν σε φίλους από την Ισπανία και εκείνοι ,ενώ τον γνωρίζουν ως αρθρογράφο, παραδέχονται πως δεν έχουν διαβάσει κάτι δικό του. Η "Κίτρινη βροχή" είναι ένα βιβλίο πανέμορφο, το προτείνω ανεπιφύλαχτα. Αν και τα διηγήματα δεν είναι το αγαπημένο μου είδος εντούτοις τη συλλογή "Στην μέση του πουθενά" την απόλαυσα. Σε εκείνη την ανάρτηση, προφανώς λόγω άγνοιας, είχα ισχυριστεί πως δεν κυκλοφορούσε άλλο έργο του στα ελληνικά, με αυτήν εδώ με διαψεύδω....

Και κάτι γλωσσολογικό για το τέλος. Στα ισπανικά το επίθετο του συγγραφέα είναι Llamazares, η μεταφορά του στα ελληνικά θα έπρεπε να είναι Λιαμαθάρες, όμως στα ισπανικά πια το "λια" σαν ήχος έχει χαθεί και την θέση του έχει πάρει το "για", οπότε ένας Ισπανός θα πρόφερε Γιαμαθάρες.

Μετάφραση Χατζηγιάννη Μαρία.
Εκδόσεις Σ.Ι. Ζααχαρόπουλος.