Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012
Ο Δρόμος προς τη μεγάλη οθόνη
Ο Δρόμος του Τζακ Κέρουακ είναι ένα από τα μυθιστορήματα εκείνα που σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά, ώντας οδηγός για τους Μπίτνικς. Βέβαια, όπως συνήθως συμβαίνει, δεν είχε μόνο φανατικούς υποστηρικτές αλλά και πολέμιους, προερχόμενους είτε από συντηρητικότερα μέρη της κοινωνίας, είτε από ελιτιστές βιβλιόφιλους οι οποίοι καυτηρίασαν το ύφος και τη γλώσσα του συγγραφέα, ισχυριζόμενοι πως πρόκειται για ένα έργο μικρής λογοτεχνικής αξίας.
Η προσπάθεια για τη μεταφορά του στη μεγάλη οθόνη κρατάει από το 1957, λίγες μόλις εβδομάδες μετά την κυκλοφορία του, όταν η Warner Brothers πρόσφερε 110.000 δολάρια για την απόκτηση των δικαιωμάτων. Οι φήμες πως η Paramount με τον Μάρλον Μπράντο ενδιαφέρονταν επίσης έκανε τον μάνατζερ του Κέρουακ να πιστέψει πως θα μπορούσε να βγει κερδισμένος από τον πλειστηριασμό. Ο Κέρουακ μάλιστα έστειλε γράμμα στον ηθοποιό εκφράζοντάς του την επιθυμία του να παίξει στο πλευρό του. Τελικά ο Μπράντο δεν πείστηκε για την επιτυχία του εγχειρήματος και καμία από τις εταιρίες δε συμφώνησε με τα χρήματα που ζητούσε ο συγγραφέας.
Ένα χρόνο μετά, η Twentieth-Century Fox και ο παραγωγός Jerry Wald θέλησαν να εκμεταλευτούν το θάνατο του Τζέιμς Ντιν εμπλέκοντάς τον στη μεταφορά του βιβλίου στη μεγάλη οθόνη κάτι το οποίο βρήκε αντίθετο τον συγγραφέα. Αργότερα το 1958 ο Κέρουακ θα πουλήσει για μόλις 25.000 δολάρια τα δικαιώματα σε μια μικρή ανεξάρτητη εταιρία η οποία όμως θα πτωχεύσει.
Στα τέλη του ’60 το CBS θα προβάλει μια τηλεοπτική σειρά με την ονομασία Route 66, μια ελεύθερη μεταφορά του Δρόμου στη μικρή οθόνη που περιέγραφε τις περιπέτειες δύο νεαρών. Η χρήση μιας ατάκας του βιβλίου έκανε τον Κέρουακ να σκεφτεί να κινηθεί δικαστικά, όμως οι δικηγόροι του τον απέτρεψαν αφού οι πιθανότητες δικαίωσης ήταν μηδαμινές. Την ίδια περίοδο τα δικαιώματα του βιβλίου περνούν στα χέρια του Pennebaker (γνωστού από το Don´t look back σχετικά με τον Μπομπ Ντύλαν) που όμως δεν κατάφερε να υλοποιήσει το πρότζεκτ, μην καταφέρνοντας να προχωρήσει παραπάνω από την εισαγωγική σκηνή.
Το 1969, μετά από μια περίοδο απομόνωσης και προβλημάτων με το αλκοόλ, ο Κέρουακ πεθαίνει και το ενδιαφέρον για τη κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου ατονεί. Δέκα χρόνια αργότερα τα δικαιώματα περιέρχονται στα χέρια του Φράνσις Φορντ Κόπολα. Για τριάντα χρόνια θα προσπαθεί, χωρίς αποτέλεσμα, να γράψει το σενάριο. Θα συνεργαστεί με αρκετούς σεναριογράφους και θα φλερτάρει με την ιδέα του ασπρόμαυρου φιλμ, όμως το 2007 θα παραδεχτεί την αδυναμία του να μετατρέψει σε σενάριο το βιβλίο του Κέρουακ. Τελικώς θα δώσει το χρίσμα στον Βάλτερ Σάλες δηλώνοντας εντυπωσιασμένος από τα Ημερολόγια Μοτοσυκλέτας. Ο Σάλες θα συνεργαστεί ξανά με τον Χοσέ Ριβέρα στο σενάριο και κάπως έτσι, μετά από 55 χρόνια, θα έχουμε τη δυνατότητα να δούμε αν η τόση αναμονή άξιζε τελικώς τον κόπο!
Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012
Γιάκομπ Φον Γκούντεν - Robert Walser
"Αυτό το όνειρο που ονομάζουμε ανθρώπινη ζωή"
Την έκδοση του δίγλωσσου Περιπάτου, το 2011 από τις Εκδόσεις Γαβριηλίδης, διαδέχεται η σχετικά πρόσφατη κυκλοφορία ενός ακόμα έργου του, μάλλον, παραγνωρισμένου από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό, γερμανόφωνου Ελβετού συγγραφέα Ρόμπερτ Βάλζερ. Το μακρινό πια 1992, με τον Παραγιό, οι Εκδόσεις Ηριδανός είχαν φροντίσει να συστήσουν τον σημαντικό αυτό λογοτέχνη που, αν και δεν έτυχε μεγάλης αποδοχής κατά τη διάρκεια της ζωής του, για το έργο του είχαν εκφραστεί με κολακευτικά λόγια αρκετοί ομότεχνοί του, ανάμεσα στους οποίους ο Κάφκα, ο Μουζίλ, ο Τσβάιχ και ο Κανέτι. Τον Παραγιό τον βρήκα στο περσινό παζάρι εκποίησης βιβλίου στην πλατεία Κλαυθμώνος...
Ο νεαρός Γιάκομπ εγκαταλείπει το σπίτι του με σκοπό να φοιτήσει στο Ινστιτούτο Μπενζαμέντα που εξειδικεύεται στην εκπαίδευση υπηρετών που αργότερα επανδρώνουν σπίτια μεγαλοαστών. Πρόκειται για μια ημερολογιακή εξιστόρηση της παραμονής του εκεί η οποία φέρει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία καθώς ο ίδιος ο Βάλζερ φοίτησε για μικρό διάστημα σε μια αντίστοιχη σχολή. Ο κ. Μπενζαμέντα είναι ο ιδιοκτήτης και διεθυντής της σχολής ενώ η αδερφή του είναι η εκπαυδεύτρια των νεαρών. Κατά την παραμονή του εκεί ο Γιάκομπ θα αναπτύξει σχέσεις τόσο με τα αδέρφια Μπενζαμέντα, όσο και με τους υπόλοιπους τρόφιμους της σχολής.
Μπορεί η βάση του βιβλίου να είναι ρεαλιστική όμως ο Βάλζερ ενσωματώνει ονειρικές περιγραφές στην εξιστόρηση, στοιχείο που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του συγκεκριμένου μυθιστορήματος (ή μεγάλης νουβέλας) και πιθανότατα την αιτία για την οποία το έργο έγινε δεκτό με αμηχανία από τη σύγχρονη σε αυτό κριτική. Πλήθος αντιθέσεων υπάρχουν στο κείμενο με πρωτεύουσα αυτών την προαναφερθείσα ανάμεσα στην ρεαλιστική και την ονειρική περιγραφή. Ο συγγραφέας, μέσα από την εξιστόρηση του Γιάκομπ, θα παρουσιάσει μέσω της σύγκρισης, μεταξύ άλλων, τη ζωή στην επαρχία, όπου μεγάλωσε ο Γιάκομπ, και την πόλη, την άνετη οικογενιακή ζωή και τη γεμάτη στερήσεις καθημερινότητα του ινστιτούτου, το παρελθόν του ίδιου και των συμφοιτητών του, τα κίνητρα των σπουδαστών, τη ζωή του καλλιτέχνη αδερφού του (ακόμα ένα αυτοβιογραφικό στοιχείο), τις μαθητικές αναμνήσεις, το χτες και το σήμερα.
Βιβλίο που συγγενεύει με αρκετά μυθιστορήματα, της ίδιας περιόδου, έχοντας στο επίκεντρό του τον άσωτο υιό που εγκαταλείπει το σπίτι του και απαρνιέται τα αγαθά και την κοινωνική του θέση, αποφασισμένος να τραβήξει το δικό του δρόμο. Ο Γιάκομπ όμως, αντίθετα με άλλους ήρωες, δεν έχει κίνητρα θρησκευτικά ή σοσιαλιστικά, δεν επιλέγει τη φυγή νιώθοντας περιφρόνηση για την τάξη του. Πρόθεσή του είναι να ακολουθήσει την οικογενειακή παράδοση και να φανεί χρήσιμος. Αυτός είναι ο λόγος που ο Βάλζερ προσδίδει έντονα στοιχεία αριστοκράτη στον ήρωα του.
Ένα συνεχές ταξίδι από το ρεαλισμό στη φαντασία αποτελεί η εξιστόρηση του Γιάκομπ. Την περιγραφή της καθημερινότητας διαδέχονται όνειρα και φαντασιώσεις του νεαρού που, παρά το γεγονός πως η καθημερινότητά του δεν προσφέρεται, καταφέρνει να ξεφεύγει από τη μιζέρια αυτή και να δραπετεύσει σε κόσμους μαγικούς,σε μέρη που όλα είναι πιθανά και διαφορετικά. Υπέροχες οι σελίδες με το νεαρό να περιδιαβαίνει τους δρόμους της μεγάλης πόλης, καθυστερώντας εσκεμμένα την επιστροφή του στο ινστιτούτο, ξεδιπλώνοντας τις σκέψεις του για το σύγχρονο τρόπο ζωής.
Μία ακόμα αντίθεση, που συναντά ο σημερινός αναγνώστης, έχει να κάνει με τη διαφορά ανάμεσα στο γλωσσολογικό ύφος, που ανήκει στην εποχή της συγγραφής (και που αποδίδεται υπέροχα από τον Έλληνα μεταφραστή), και τη μοντέρνα δομή του κειμένου. Μία αντίθεση που ναι μεν είναι έντονη αλλά σε καμία περίπτωση δεν ξενίζει. Ίσως γι'αυτό το έργο του Βάλζερ να αναγνωρίστηκε σταδιακά μετά το τέλος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, γιατί ήταν πολύ διαφορετικό σε σύγκριση με τη λοιπή γραμματεία της εποχής. Η συνεχής αυτή εναλλαγή ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα, σε συνδυασμό με την υπέροχη γλώσσα του Βάλζερ, καταφέρνουν να συνεπάρουν τον αναγνώστη μέχρι την τελευταία σκηνή και την ευθεία αναφορά στο Δον Κιχώτη.
* Στον Παραγιό του Βάλζερ ήταν αφιερωμένα δύο κείμενά μου που φιλοξενήθηκαν στο Bibliotheque.gr και μπορείτε να τα βρείτε εδώ.
** Ο Ναυτίλος, στο πανέμορφο ιστολόγιο του, γράφει σχετικά με τον Βάλζερ και διατυπώνει μία ευχή σχετικά με την κυκλοφορία και άλλων έργων του στα ελληνικά. Την ανάρτηση μπορείτε να τη βρείτε εδώ.
Μετάφραση Βασίλης Πατέρας.
Εκδόσεις Ροές.
Δευτέρα 24 Σεπτεμβρίου 2012
Μία νυξ δι' εν έτος - Γιάννης Πάσχος
Αρκετά παρεξηγημένο λογοτεχνικό είδος το διήγημα. Η μικρή ποσότητα των απαιτούμενων λέξεων συχνά λειτουργεί ως κάποιου είδους ευκολία για τον επίδοξο διηγηματογράφο. Πλάνη. Η μικρή φόρμα θέλει μαστοριά και πειθαρχία, σοφή χρήση της κάθε λέξης. Δεν υπάρχει το περιθώριο χώρου που βρίσκεται στο μυθιστόρημα (που ενίοτε επίσης καταπατείται αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση). "Ένα καλό διήγημα," έλεγε ο Χέμινγουέη, "πρέπει να είναι σαν το παγόβουνο: το τμήμα του που φαίνεται να είναι πάντα μικρότερο απ'αυτό που μένει αόρατο κάτω από το νερό και προσδίδει ένταση, μυστήριο, δύναμη και νόημα σ'αυτό που πλέει στην επιφάνεια."
Επιπρόσθετα, η επιλογή των διηγημάτων που θα συμπεριληφθούν σε μία συλλογή δεν έχει να κάνει με τη μπακαλίστικη λογική "τόσα έχω, τόσα βάζω", απουσιάζει με λίγα λόγια ο λογιστικός κανόνας της προσφοράς και της ζήτησης. Τα διηγήματα μίας συλλογής πρέπει να διέπονται από ένα νήμα, όχι απαραίτητα νοηματικό ή γλωσσικό. Η επιλογή εκτός από το δημιουργό βαραίνει και τον εκδότη.
Οι δύο παραπάνω λόγοι είναι υπεύθυνοι για τη μετρημένη μου στάση απέναντι στο διήγημα ως λογοτεχνικό είδος. Πολλές συλλογές διηγημάτων κυκλοφορούν στην αγορά αλλά οι περισσότερες απλώς υπακούουν σε ποσοτικά κριτήρια και όχι σε λογοτεχνικά. Διήγημα έγραφε ο Μπόρχες διήγημα λένε πως γράφουν και άλλοι...
Τον Γιάννη Πάσχο δεν τον γνώριζα. Όταν μου δάνεισαν το Μία νυξ δι' εν έτος δεν ήμουν βέβαιος πως θα το διαβάσω σύντομα, αν και η έκδοση ήταν όμορφη και προσεγμένη, στοιχείο που πάντα παίζει το δικό του ιδιαίτερο ρόλο. Η συγκυρία όμως τα έφερε έτσι ώστε να μην κρατώ μαζί μου το επόμενο της λίστας και κάπως έτσι, δίχως προσδοκίες, γύρισα την πρώτη σελίδα αφήνοντας για το τέλος, όπως συνηθίζω, το προλογικό σημείωμα.
Αυτό που περισσότερο αγαπώ σε μια καλή συλλογή διηγημάτων είναι η στιγμή, μετά το πέρας της ανάγνωσης του κάθε διηγήματος, που απομένω, με τον τόμο ανά χείρας ενώ κάποιο δάχτυλο αναλαμβάνει το ρόλο του προσωρινού σελιδοδείκτη, να κοιτάζω ευθεία μπροστά. Είναι τότε που, μετά την προσαρμογή του βλέμματος στο νέο εστιακό βάθος, η ματιά καθαρίζει πριν βυθιστεί ξανά στις αράδες του επόμενου. Ο συγγραφέας είναι εκείνος που δίνει τον αναγνωστικό ρυθμό.
Εκτός του πρώτου, τα διηγήματα που συνθέτουν ετούτη τη συλλογή είναι ολιγοσέλιδα αλλά όχι στενάχωρα. Αναπνέουν δίνοντας συνάμα την αίσθηση της πληρότητας. Αρετή που ίσως να οφείλεται στο ποιητικό παρελθόν του δημιουργού. Ο Πάσχος αποφεύγει το στείρο ποιητικό λόγο και δε διστάζει να χρησιμοποιήσει ακόμα και αργκό όταν το κρίνει αναγκαίο χωρίς να αποστερεί από τα κείμενα τη λογοτεχνική αρετή. Η παρουσία χελιών, αυτών των παράξενων και γλιστερών υδρόβιων φιδιών, σε δύο από τα διηγήματα, αναδεικνύει την ικανότητα του συγγραφέα, τόσο στη δημιουργία δυνατών εικόνων, όσο και στο πάντρεμα επιστήμης ( ο Γιάννης Πάσχος είναι καθηγητής Ιχθυολογίας) και λογοτεχνίας. Προτέρημα της συλλογής η αδυναμία κάποιου διηγήματος να ξεχωρίσει.
Ο Γιάννης Πάσχος γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1954. Έργα του : Lila Teman, ποίηση, Εκδόσεις Οδός Πάνος, 2005 και Ζωή εκτός ωραρίου, ποιήση, Εκδόσεις Μελάνι, 2007.
Εκδόσεις Μελάνι.
Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2012
Περί μεγέθους ο λόγος
Η θεώρηση ορισμένων πραγμάτων ως αυτονόητων είναι υπεύθυνη για πολλά δεινά σε διάφορα επίπεδα της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι πολλά εκείνα που αποφεύγουμε να συζητάμε και που εμφανίζονται, ξαφνικά θαρρείς, γιγάντια θεριά. Εδώ και καιρό στροβιλίζει στο μυαλό μου η δημιουργία μιας ανάρτησης σχετικής με τη μεγεθολαγνεία που συναντάται στον εκδοτικό χώρο αλλά όλο την ανέβαλα σκεφτόμενος πως ίσως πρόκειται για κάτι το αυτονόητο. Ας αφιερώσουμε λίγο χρόνο όμως στα δεδομένα και αυτονόητα...
Προφανώς και οι εκδότες δεν είναι (πάντα) ανόητοι για να σπαταλούν τόνους επιπλέον χάρτου σε πλήθος εκδόσεων. Είναι μια ύπουλη πεποίθηση του αγοραστικού κοινού σχετικά με τη σχέση τιμής απόδοσης, μια έννοια οικονομολογική που δύναται να εφαρμοστεί σε μεγάλο μέρος της καταναλωτικής συμπεριφοράς μας, αλλά που μάλλον δεν αποτελεί εργαλείο χρήσιμο την ώρα της επιλογής κάποιου λογοτεχνικού τίτλου. Πιο χαρακτηριστικό νομίζω παράδειγμα είναι όταν το βιβλίο προορίζεται για δώρο. Είναι τότε, που το μέγεθος (αλλά και η τιμή) παίζει, δυστυχώς συχνά, σημαντικό ρόλο κατά την επιλογή. Μία ματιά στη λίστα με τα ευπώλητα θα επιβεβαίωνε επίσης την παραπάνω άποψη.
Αποτέλεσμα αυτού είναι το τράβηγμα του κειμένου με σκοπό την προσθήκη επιπλέον σελίδων. Γίνεται χρήση διαφόρων τεχνικών όπως η μεγάλη γραμματοσειρά, τα κενά δεξιά και αριστερά του κειμένου, η επιλογή της έναρξης των κεφαλαίων πάντα στη δεξιά σελίδα, τίτλοι, υπότιτλοι, εισαγωγικά κείμενα, επίμετρα και τα λοιπά και τα λοιπά. Πέραν των οικολογικών και αισθητικών ενστάσεων που προκαλεί η τακτική αυτή, δε θα έπρεπε κάποιος να παραβλέψει και την αύξηση του κόστους και τη μετακύλιση αυτού στην τιμή που καλείται να πληρώσει ο αναγνώστης-πελάτης. Και τώρα με την κρίση πως να γυρίσει πίσω το ποτάμι;
Μία προσέγγιση κατανοητή θα μπορούσε να είναι η επιλογή ενός βιβλίου με κριτήριο το μέγεθος και την πυκνότητα του κειμένου. Όσο και αν μια τέτοια πρακτική στερείται ρομαντισμού, εντούτοις διέπεται από έναν ειλικρινή ορθολογισμό. Είναι πολλά τα παραδείγματα γνωστών και φίλων οι οποίοι αναζητούν βιβλία που θα τους απασχολήσουν αναγνωστικά για μεγάλο χρονικό διάστημα, κάτι το οποίο σε όρους οικονομικούς ονομάζεται απόσβεση. Σε μια περίοδο που το κάθε ευρώ είναι σημαντικό θα ήταν παράλογο να μην το σεβαστεί κάποιος. Βέβαια, μπορεί η παραπάνω προσέγγιση να είναι κατανοητή μα αυτό δε σημαίνει πως δεν κρύβει πολλές παγίδες, ιδιαίτερα την περίοδο αυτή που όλο και περισσότεροι αναζητούν καταφύγιο στις σελίδες ενός βιβλίου. Μια ολιγοσέλιδη ποιητική συλλογή συχνά απαιτεί περισσότερο χρόνο από ένα ροζ μυθιστόρημα άπειρων σελίδων (αυτονόητο θα σκεφτεί κάποιος αλλά δεν πειράζει να ειπωθεί).
Οι εκδοτικές τερατογενέσεις είναι ευθύνη όλων μας και όχι αποκλειστικώς των εκδοτικών οίκων.
Διαβάζοντας ξανά την ως τώρα ανάρτηση συλλογίζομαι πως προσέγγισα το ζήτημα του μεγέθους μονοδιάστατα. Θα ήταν παράλειψη, σε μια ανάρτηση γεμάτη αυτονόητα, να μην αναφερθώ και στο φόβο (ή άγχος) που συχνά κατακλύζει κάποιον στη θέα ενός πολυσέλιδου βιβλίου. Το αφήνω όμως για κάποια επόμενη ανάρτηση στο μέλλον.
Και κάτι τελευταίο, πόση αηδία προκαλούν οι τηλεπωλητές βιβλίων όταν αναφωνούν γεμάτη έκσταση προσποιητή " και με το κιλό να πούλαγα πιο ακριβά θα ήταν...";
(Επειδή η συζήτηση περί του κόστους των βιβλίων εξακολουθεί να είναι επίκαιρη και σε λάθος βάση σας παραπέμπω σε μια παλιότερη ανάρτησή μου με τίτλο Περί διαβάσματος ή ο χρόνος που έγινε χρήμα)
Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012
Το μανιφέστο της ήττας - Άντζελα Δημητρακάκη
Πέρασαν αρκετές μέρες από τότε που τελείωσα το βιβλίο αυτό. Από τη μία η έλλειψη λέξεων και από την άλλη η ανάγκη να κατακάτσει εντός μου δημιούργησαν αυτό το χρονικό κενό ανάμεσα στην ανάγνωση και στην ανάρτηση. Ογκώδες, πυκνογραμμένο και χαοτικό μα υπέροχο το τρίτο μυθιστόρημα της Δημητρηκάκη η οποία αποτελεί την πλέον ευχάριστη ελληνόφωνη λογοτεχνική ανακάλυψη του 2012. Παρά το μέγεθός του τρεις μέρες ήταν αρκετές, η ανάγνωση έδινε το ρυθμό, με δυσφορία εγκατέλειπα τις σελίδες του για να επιστρέψω αργότερα με λαχτάρα.
Είναι από εκείνα τα βιβλία που σε αφήνουν με την εντύπωση της ανάγλυφης εκτύπωσης. Όσα και να πεις θα φαντάζουν λίγα, πάντα θα λείπει το σημαντικότερο, η ανάγνωση.
Τέλη της δεκαετίας του '90, μια παρέα νεαρών καλλιτεχνών αποφασίζει να περάσει το τριήμερο της αποκριάς στο σπίτι του πατέρα του Αλέξη, γνωστού εικαστικού, σε ένα νησί του Αιγαίου. Η παραμονή τους εκεί θα έχει σοκαριστικό φινάλε καθώς οι εννιά από τους έντεκα θα χάσουν τη ζωή τους κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες. Η Μαρίλη, μία από τους επιζώντες, χρόνια μετά, θα επιχειρήσει να μεταφέρει στο χαρτί την εμπειρία της, σε μια προσπάθεια να απαλλαγεί από τα ψυχολογικά τραύματα που τη βασανίζουν.
Θα μπορούσα να γράψω πολλά περισσότερα σχετικά με την υπόθεση χωρίς να επηρεάσω τον επίδοξο αναγνώστη αλλά μια τέτοια απόφαση θα μετατόπιζε μονομερώς τη σημασία αυτού του μυθιστορήματος για το οποίο η συγγραφέας άντλησε στοιχεία από το Μάγο του Φώουλς και εμπνεύστηκε από Το πράσινο σύννεφο: Μια ιστορία για παιδιά από εφτά μέχρι εβδομηντα χρονών του Α.Σ.Νηλ.
Για τους αναγνώστες, με πρότερη επαφή με το συγγραφικό σύμπαν της Δημητρακάκη, το παρόν μυθιστόρημα αποτελεί την απόδειξη της συγγραφικής εξέλιξης της δημιουργού. Ισχύουν όλα όσα είχα γράψει στις προηγούμενες αναρτήσεις τις σχετικές με την Ανταρκτική και την Αντιθάλασσα. Στο Μανιφέστο τη ήττας η Δημητρακάκη ανεβάζει τον προσωπικό της πήχη ακόμα ψηλότερα κάτι που μου δημιουργεί προσδοκίες για το τέταρτο μυθιστόρημα της με τίτλο Μέσα σ' ένα κορίτσι σαν κι εσένα το οποίο και σκοπεύω να διαβάσω σύντομα.
Στον πυρήνα του μυθιστορήματος βρίσκεται ο φασισμός. Πλανάται όποιος ταυτοποιεί το φασισμό μονάχα με τα τάγματα εφόδου και αρνείται να διακρίνει την πολυπρόσωπη παρουσία του στην καθημερινότητα.
"Ο στρατηγικός αντίπαλος είναι ο φασισμός...
ο φασισμός σε όλους μας, στο μυαλό μας και στην καθημερινή μας συμπεριφορά,
ο φασισμός που μας κάνει να αγαπάμε την εξουσία,
να επιθυμούμε ακριβώς ό,τι μας καταδυναστεύει και μας εκμεταλεύεται"
(Μισέλ Φουκώ)
Ενδιαφέρουσα επίσης η προσέγγιση της σύγχρονης τέχνης. Η μαζική κουλτούρα και η αναζήτηση των ορίων και της πρόκλησης. Η ανάγκη για έκφραση, οι επαγγελματίες καλλιτέχνες και ειδικοί περί τέχνης. Αντικείμενο το οποίο ανήκει στο πεδίο των γνώσεων και της έρευνας της Δημητρακάκη που διδάσκει θεωρία της σύγχρονης τέχνης στην Αγγλία.
Θα κλείσω κάπου εδώ την ανάρτηση λέγοντας πως πρόκειται για ένα εμπνευσμένο μυθιστόρημα, πολυεπίπεδο και πολυδιάστατο, δουλεμένο στη λεπτομέρεια. Η Δημητρακάκη είναι σαφέστατα μία συγγραφέας που αξίζει κάποιος να γνωρίσει μέσα από το έργο της.
Εκδόσεις βιβλιοπωλείον της Εστίας.
Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2012
Χίλια κομμάτια - Τζέιμς Φράι
Στα είκοσι τρία του ο Τζέιμς Φράι μεταφέρεται σε άσχημη κατάσταση σε μία κλινική απεξάρτησης, είναι αλκοολικός και ναρκομανής στο τελευταίο στάδιο. Με την, αρχικά οικονομική, συμπαράσταση της οικογένειάς του θα επιχειρήσει να ξεφύγει από τον εφιάλτη της εξάρτησης. Λίγα χρόνια μετά θα γράψει αυτό το βιβλίο, ένα αυτοβιογραφικό χρονικό του αγώνα που έδωσε στην κλινική διανθισμένο πάντως με στοιχεία μυθιστορίας.
Η επιτυχία που γνώρισε το βιβλίο στην Αμερική είχε ως αποτέλεσμα μια διαμάχη σχετικά με την αυθεντικότητα των όσων ισχυρίζεται ο συγγραφέας. Δύο δημοσιογράφοι μπήκαν στον κόπο να ερευνήσουν την ακρίβεια των γραφομένων, αναγκάζοντας τον Φράι να παραδεχτεί δημόσια πως "εξαπάτησε" τους αναγνώστες των πρώτων εκδόσεων αφήνοντάς τους να πιστεύουν πως πρόκειται για ένα αμιγώς αυτοβιογραφικό κείμενο. Τρεις είναι οι άξονες που χρησιμοποίησε στην απολογία του προς το αναγνωστικό κοινό. Πρώτον, παρουσίασε τον εαυτό του πιο σκληρό και τολμηρό από όσο είναι γιατί πιστεύει πως ο καθένας μας, για να αντιμετωπίσει μια κατάσταση υψηλής δυσκολίας, έχει ανάγκη να δημιουργήσει μια στρεβλή αντίληψη του εαυτού του ικανή όμως να τον οδηγήσει στην υπέρβαση. Δεύτερον, αναγκάστηκε να αλλάξει διάφορα προσωπικά στοιχεία σχετικά με τα πρόσωπα τα οποία γνώρισε στην κλινική με σκοπό να τα προστατέψει. Τρίτον, πιστεύοντας στον ιερό σκοπό της καταγραφής της προσωπικής του εμπειρίας διάνθισε το κείμενο με διάφορα περιστατικά με σκοπό να εντείνει τη δραματικότητα. Στόχος του βιβλίου, κατά τον ίδιον, είναι να βοηθήσει τους εξαρτημένους και τις οικογένειές τους να κατανοήσουν το πρόβλημα και να διατηρήσουν την πίστη τους.
Καλώς ή κακώς η αυθεντικότητα είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά των βιβλίων αυτής της κατηγορίας. Ο τρόπος που επιλέγει ο Φράι για να διηγηθεί την ιστορία του μετατρέπει το τελικό αποτέλεσμα σε έναν αυτοβιογραφικό οδηγό βοήθειας για εξαρτημένους διανθσιμένο από στοιχεία μυθιστορίας.
Αδιαμφησβήτητο χαρακτηριστικό του βιβλίου η ευκολία με την οποία γυρίζουν οι σελίδες, με αποτέλεσμα, παρά τον όγκο του, να διαβάζεται σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Οι κοφτές προτάσεις προσδίδουν ένταση και νεύρο στο κείμενο. Δε λείπουν και κάποιες λογοτεχνικές αρετές, όπως για παράδειγμα μερικές περιγραφές με χαρακτηριστικότερη όλων τη σκηνή κατά την οποία ο συγγραφέας επισκέπτεται τον οδοντίατρο για μια σύνθετη επέμβαση στην οποία υποβάλλεται χωρίς νάρκωση. Επίσης τα καταφέρνει αρκετά καλά στους χαρακτήρες και στους διαλόγους.
Ένα ενδιαφέρον σημείο της εμπειρίας του είναι η άρνησή του να αποδεχθεί τη μέθοδο των Δώδεκα Βημάτων, βασικές αρχές της οποίας είναι η πίστη σε μια ανώτερη δύναμη και οι συνεδρίες των ανώνυμων εξαρτημένων. Χλευάζει τις συνεδρίες με το επαναλαμβανόμενο μοτίβο αποτυχίας και επιτυχίας πρώην εξαρτημένων τους οποίους έσωσε η πίστη τους στο Θεό. Επιλέγει να υποστηρίξει μια διέξοδο πιο προσωπική και αρνείται να συμβιβαστεί με δικαιολογίες όπως η γενετική προδιάθεση και τα ψυχολογικά τραύματα της παιδικής ηλικίας. Με τον καιρό αποδέχεται τη βοήθεια φίλων και συγγενών. Σε ένα βιβλίο Ταοϊσμού θα βρει καταφύγιο.
Η ερωτική ιστορία, με μια επίσης εξαρτημένη κοπέλα, θα γεμίσει με κλισέ τις σελίδες. Η αγαπη σώζει, η αγάπη δίνει φτερά, απαντήσεις και αλλά παρόμοια κοινότυπα σχόλια.
Το πρόβλημα των εξαρτήσεων είναι τεράστιο και δυστυχώς δεν αντιμετωπίζεται με την δέουσα προσοχή με τους εξαρτημένους συχνά να αντιμετωπίζονται περισσότερο ως εγκληματίες παρά ως ασθενείς. Άξιος σεβασμού όποιος καταφέρνει να νικήσει και να επιβληθεί στους προσωπικούς του δαίμονες. Ελάχιστοι τα καταφέρνουν τελικά.
Στη χώρα μας το βιβλίο δεν είχε την αναμενόμενη εμπορική επιτυχία με αποτέλεσμα να βρεθεί στο παζάρι της Κλαυθμώνος. Εντύπωση μου προκάλεσε το γεγονός πως δεν έχει μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη παρά την τεράστια εμπορική επιτυχία και το πιασάρικο θέμα.
Μετάφραση Αλέξης Εμμανουήλ
Εκδόσεις Ωκεανίδα
Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012
Ου μοιχεύσεις
Διαβάζω ένα βιβλίο τη φορά αδυνατώντας να διασπάσω τον αναγνωστικό μου χρόνο. Συνήθεια παλιά στα όρια της εμμονής. Αναφέρομαι, προφανώς, στην ψυχαγωγική ανάγνωση.
Ακόμα και αν πρόκειται για πολυσέλιδο ανάγνωσμα ή για συλλογή διηγημάτων δε διαχωρίζω τα διαβάσματα σε πρωινά ή βραδινά, εσωτερικού ή εξωτερικού χώρου. Νιώθω πως έτσι σέβομαι τον κόπο του συγγραφέα, δίνω τον απαραίτητο χρόνο και χώρο στο κάθε βιβλίο που κατάφερε να αποτελέσει αναγνωστική μου επιθυμία. Δε νιώθω την υποχρέωση να διαβάσω κάποιο βιβλίο, μόνο τη θέληση.
Δεν κατηγορώ όσους απιστούν, απλώς δεν αντιλαμβάνομαι την τακτική τους. Είναι κάτι το οποίο αδυνατώ να κάνω, αν και το δοκίμασα μια ή δυο φορές κατά το παρελθόν, δε μου φάνηκε γλυκός ο καρπός της αμαρτίας, δεν είναι το στυλ μου.
Το τέλος ενός βιβλίου συχνά δεν ταυτίζεται με την ύστερη τελεία του συγγραφέα. Συχνά επιμένει να στριφογυρνά στη σκέψη καιρό μετά. Ρίχνει έτσι βαριά τη σκιά του στα επόμενα, το μυαλό αρνείται να εγκαταλείψει τη θύμηση. Στην περιγραφή της αίσθησης αυτής ταιριάζει το ρήμα στοιχειώνω. Είναι αλήθεια πως πρόκειται για ένα αρκετά σπάνιο φαινόμενο, μια εμπειρία μοναδική. Τότε είναι που χρειάζεται πειθαρχία. Αυτός είναι ο λόγος που αποφεύγω να ξεκινήσω κάτι καινούργιο την ίδια μέρα που τέλευσε το προηγούμενο ανάγνωσμα, θέλοντας να κοιμηθώ μαζί του μια ακόμα βραδιά πριν ξεκολλήσω την τιμή από τη ράχη του επόμενου και τσαλαβουτήσω στις πρώτες του φράσεις.
Χαρακτηριστικό φετινό παράδειγμα το μυθιστόρημα του Ρούλφο, Πέδρο Πάραμο. Η τελευταία του σελίδα είχε και επόμενη, την πρώτη, δεύτερη ανάγνωση με πάθος και όρεξη μεγαλύτερες της πρώτης φοράς. Μετά τη δεύτερη ανάγνωση ολιγοήμερο κενό να καθαρίσει η ματιά, να κατακάτσει η σκόνη.
Η καταφυγή σε κάποιο απόσπασμα παλαιότερης ανάγνωσης είναι μία άλλη ιστορία, εδώ αναφέρομαι στην ανάγνωση που για μένα είναι αυστηρώς μια σχέση με δύο μέρη, τον αναγνώστη και το βιβλίο. Σχέση που συχνά χρειάζεται χρόνο για να καρπίσει, επιμονή και υπομονή, όπως όλες οι σχέσεις. Ποτέ δε θα μετανιώσω για το τετράμηνο εκείνο που πέρασα αναζητώντας παρέα με τον Προυστ το χαμένο χρόνο, μια περίοδο κατά την οποία ζούσα δύο ζωές, μία εντός και μία εκτός των σελίδων και νευρίαζα κάθε που η Αλπμερτίν εμφανιζόταν ξανά στο προσκήνιο της αφήγησης...
Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012
Rewind - Μαρία Ξυλούρη
Η Μαρία Ξυλούρη, στο συγγραφικό της ντεμπούτο, καταπιάνεται με ένα θέμα ταμπού, την αγία ελληνική οικογένεια. Ο Πέτρος είναι 26 χρονών, δυσκολεύεται συναισθηματικά και εδώ και τρία χρόνια έχει μετακομίσει μακριά από την πατρική εστία. Έχασε τη μητέρα του μικρός, όταν το αυτοκίνητο, το οποίο οδηγούσε ο πατέρας του, έπεσε στα νερά του λιμανιού του Πειραιά. Εκείνος βγήκε στην επιφάνεια, εκείνη όχι. Οι συγγενείς της κατηγορούν τον πατέρα του για το θάνατό της, ο Πέτρος στη μέση. Θα παντρευτεί ξανά πυροδοτώντας εκ νέου το μένος. Ο Πέτρος στη μέση, ακόμα προσπαθεί να αρθρώσει τις καίριες ερωτήσεις. Το παρελθόν σκιάζει το παρόν και βάζει τρικλοποδιά στο μέλλον. Η μητριά του θα πέσει σε έναν άγρυπνο ύπνο, ζωντανή νεκρή, ο πατέρας του θα τη φροντίσει για χρόνια πιστεύοντας σε ένα θαύμα.
Σε πρώτο πλάνο η απόφαση ενός γονιού να αναζητήσει εκ νέου τη συντροφικότητα. Δύσκολη, αν όχι μάταιη, η προσπάθεια να εξηγήσει τους λόγους, τα επιχειρήματα βρίσκουν στον τοίχο που λέγεται παιδί. Λίγοι θα είναι εκείνοι που με θάρρος θα εκφράσουν ανοιχτά τις αντιρρήσεις τους, οι ψίθυροι θα επικρατήσουν. Το παιδί είναι εκείνο στο οποίο οφείλονται οι όποιες εξηγήσεις, όσο πιο ντόμπρες τόσο το καλύτερο, εκεί βρίσκεται η ευθύνη του γονιού, όλα τα άλλα είναι υποθέσεις της τάξεως "εγώ στη θέση του...". Το παιδί ανάλογα και με την ηλικία του ίσως δυσκολευτεί να κατανοήσει, μεγάλο ρόλο παίζει και η σχέση μεταξύ γονιού και παιδιού, η ειλικρίνεια, η ποιότητα των επιλογών, η διάκριση των συναισθημάτων. Η συγγραφέας προσεγγίζει το θέμα ψύχραιμα, χωρίς περιττές συναισθηματικές εξάρσεις, δίνει το λόγο σε όλα τα μέρη επιχειρώντας να κατανοήσει πρωτίστως η ίδια.
Σε δεύτερο πλάνο η ευθανασία, ακόμα ένα θέμα υψηλής πολεμικής. Τα όρια ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο είναι μερικές φορές λεπτά, δυσδιάκριτα. Υπέρμαχοι και πολέμιοι οι οποίοι σπάνια καλούνται να πάρουν την κρίσιμη απόφαση, η θεωρία απέχει από την πράξη, τα λόγια είναι εύκολα και συχνά μεγάλα.
Διαρκώς παρούσα στο μυθιστόρημα η οικογένεια. Γονείς, θείοι, ξαδέρφια, ανίψια, από όλα έχει ο μπαξές. Τους συγγενείς μας δεν τους επιλέγουμε αλλά είμαστε υποχρεωμένοι να ανεχόμαστε τη γνώμη τους και τις απαιτήσεις τους. Έχουν άποψη για το τι είναι σωστό και τι λάθος, χώνουν παντού τη μύτη τους, ευτυχώς υπάρχουν και εξαιρέσεις στις οποίες όμως δεν υπάγονται η ξαδέρφη και η θεία του Πέτρου.
Και ανάμεσα σε όλα τα παραπάνω ο Πέτρος.
Η Ξυλούρη χωρίζει τους ήρωες της σε ζεύγη. Δίδυμο βασικό ο Πέτρος με τον πατέρα του, αποτελούν τον πυρήνα της πλοκής. Οι λοιποί ρόλοι ανήκουν σε γυναίκες, οι άντρες που αναφέρονται (κυρίως φίλοι και συνάδελφοι του Πέτρου) κάνουν περισσότερο περάσματα από την κεντρική σκηνή. Έτσι έχουμε τη νεκρή μητέρα και τη νεκροζώντανη μητριά, τη θεία και την ξαδέρφη του Πέτρου και τέλος τη Φανή και τη βουβή συγκάτοικο του ήρωα. Η συγκάτοικος, αν και η παρουσία της αρχικά ξενίζει, εν τέλει αποτελεί ένα από τα αρκετά κερδισμένα στοιχήματα για τη συγγραφέα. Χαρακτήρες, στο σύνολό τους, ολοκληρωμένοι και ζωντανοί, παράσημο στο πέτο της δημιουργού.
Μελανό σημείο του μυθιστορήματος το άτονο ξεκίνημα που φέρει αρκετές παθογένειες της ελληνικής πεζογραφίας. Όμως η Ξυλούρη γρήγορα ξεπερνά τη νευρικότητα των πρώτων σελίδων και παίρνει υπό τον πλήρη έλεγχό της την κατάσταση παρουσιάζοντας ένα σύγχρονο οικογενειακό δράμα με σφιχτοδεμένη πλοκή το οποίο καταφέρνει να συγκινήσει χωρίς να φωνάζει άσκοπα.
Ελπιδοφόρο ντεμπούτο από τη, γεννημένη στην Κρήτη το 1983, Ξυλούρη. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο της βιβλίο, Πως τελειώνει ο κόσμος. Η Μαρία Ξυλούρη διατηρεί ένα πολύ ενδιαφέρον ιστολόγιο, το οποίο μπορείτε να βρείτε εδώ, μέρος του οποίου είναι αφιερωμένο στον Πολ Όστερ.
Εκδόσεις Καλέντη
Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2012
Τα μυστήρια της Μαδρίτης - Αντόνιο Μουνιόθ Μολίνα
Ο Λορένθο Κεσάδα παρά την ηλικία του είναι γνωστός ως Λορενθίτο και μένει ακόμα με την κουφή μητέρα του μα συνεχίζει να ονειρεύεται πως θα μπορούσε να γίνει επιτυχημένος δημοσιογράφος και να ξεφύγει για πάντα από τη μίζερη και ανιαρή ζωή του εμποροϋπαλλήλου. Λίγο πριν τη Μεγάλη Βδομάδα, άγνωστοι ιερόσυλοι κλέβουν το άγαλμα του Ιησού Χριστού και ο αρχηγός της μεγαλύτερης καθολικής αδερφότητας του χωριού θα του αναθέσει να διελευκάνει το μυστήριο και να εντοπίσει το άγαλμα πριν να είναι αργά. Οι υποψίες στρέφονται προς την αντίζηλο αδερφότητα ενώ η περούκα που βρέθηκε στο ναό ενοχοποιεί ένα διάσημο τοπικό τραγουδιστή. Έτσι ο Λορενθίτο θα βρεθεί στη Μαδρίτη, μόνος και αβοήθητος, ένας επαρχιώτης στο σκοτεινό υπόκοσμο της ισπανικής πρωτεύουσας.
Παρωδία αστυνομικού νουάρ και διάθεση σάτιρας απέναντι στην ισπανική πραγματικότητα από το συγγραφέα του Χειμώνας στη Λισσαβώνα. Ο συμπαθής Λορενθίτο, ο τελευταίος πιθανότατα που θα σκεφτόταν κάποιος για να αναθέσει μια υπόθεση τόσο σημαντική όσο η κλοπή ενός ιερού κειμηλίου, θα επιλέξει να μείνει στο ξενοδοχείο που παραδοσιακά μένουν οι χωριανοί του όταν επισκέπτονται την πρωτεύουσα και με ενέργειες παρακινδυνευμένες λόγω άγνοιας θα ριχτεί στη μάχη της αναζήτησης.
Στο στόχαστρο του Μολίνα βρίσκεται κυρίως η καθολική εκκλησία και οι διάφορες αδερφότητες με τις αναμεταξύ τους κόντρες για την πρωτοκαθεδρία σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Επιλέγει τη σάτιρα για να δείξει το πραγματικό πρόσωπο μίας εκ των σημαντικότερων οικονομικών επιχειρήσεων στον κόσμο. Το φαίνεσθαι σε αντιδιαστολή με το είναι.
Η άφιξη του επαρχιώτη ήρωα στην πρωτεύουσα θα δώσει έδαφος στο συγγραφέα να σατιρίσει στερεότυπα χρόνων. Ο διάσημος τοπικός τραγουδιστής εμφανίζεται σε ένα κακόφημο καμπαρέ παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα περί λαμπρής καριέρας, ο ήρωας θα πέσει θύμα απάτης παρά το γεγονός πως φοβάται τη σκιά του την ίδια, η πρωτεύουσα είναι γεμάτη από σειρήνες σεξουαλικής αμαρτίας, οι Κινέζοι, εκτός από την παράνομη πώληση αλκοόλ, δουλεύουν για τη μαφία...
Τη σάτιρα δε θα γλιτώσει και η ίδια η λογοτεχνία και ιδιαίτερα η αστυνομική. Συμπτώσεις, δράση, έρωτες, χάπι εντ, ενοχοποιητικά στοιχεία. Οι τεράστιοι κακοί τα βρίσκουν σκούρα με το νωχελικό Λορενθίτο και η τέλεια απάτη θα βρεθεί σε κίνδυνο.
Δεν είναι όμως όλα ειδωμένα από την κωμική τους πλευρά, χαρακτηριστικό παράδειγμα η παραγκούπολη στα προάστια της Μαδρίτης που καθόλου δε διαφέρει από τις εικόνες που έχουμε για τον τρίτο κόσμο για τον οποίο η εκκλησία μαζεύει χρήματα και στέλνει αποστολές βοήθειας ενώ τρεις δρόμους πιο πέρα η κατάσταση είναι επίσης δραματική.
Βιβλίο που διαβάζεται με μια ανάσα και που δημιουργεί στον αναγνώστη την επιθυμία να μάθει τι θα συμβεί παρακάτω αλλά μάλλον ως εκεί. Δε θυμίζει καθόλου το Χειμώνα στη Λισσαβώνα που διάβασα τον περασμένο Φλεβάρη (εδώ μπορείτε να βρείτε την τότε ανάρτηση) και με στοίχειωσε, αλλά μου επιβεβαίωσε την, τότε ανομολόγητη, υποψία σχετικά με την εμφανή επιρροή του Μπορίς Βιάν στο έργο του αξιόλογου αυτού Ισπανού λογοτέχνη.
Μετάφραση Έφη Γιαννοπούλου.
Εκδόσεις Σέλας.
Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012
Τίτλοι Τέλους - Τομ Ράχμαν
Το 1953 ο Σάιρους Οτ, Αμερικανός πολυεκατομμυριούχος, αποφασίζει να εγκαταλείψει τις Ηνωμένες Πολιτείες και να εγκατασταθεί στη Ρώμη. Εκεί θα ιδρύσει μία αγγλόφωνη εφημερίδα με παγκόσμια διανομή, απόφαση η οποία θα γίνει δεκτή περισσότερο ως καπρίτσιο παρά ως επενδυτική πράξη. Καθώς τα χρόνια περνούν, οι εφημερίδες θα δουν την απήχησή τους να χάνεται αφού πρώτα η τηλεόραση και ύστερα το ίντερνετ θα αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η ενημέρωση.
Μυθιστόρημα σπονδυλωτό με τον πρωταγωνιστή της κάθε ιστορίας να σχετίζεται επαγγελματικά με την εφημερίδα. Ιστορίες που θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν άνετα και ως αυτόνομα διηγήματα. Στο τέλος καθενός από τα έντεκα μέρη, των οποίων ο τίτλος δίνεται από μία είδηση, ο συγγραφέας παραθέτει, αρκετά συνοπτικά, την ιστορία της εφημερίδας από την ίδρυσή της έως τώρα. Η επιλογή του Ράχμαν να δώσει μεγαλύτερη έκταση στις, όχι και τόσο πρωτότυπες, προσωπικές ιστορίες δημιουργεί ένα αποτέλεσμα μάλλον άνισο. Η ιστορία της εφημερίδας και του ιδρυτή της έχει μια δυναμική, την οποία ο συγγραφέας δε θέλησε ή δεν τόλμησε να αναδείξει. Χαμένο στοίχημα
Ο Τομ Ράχμαν είναι δημοσιαγράφος, αρκετά επιτυχημένος αν λάβουμε υπόψη μας το βιογραφικό σημείωμα που συνοδεύει την έκδοση, και αυτό είναι κάτι το οποίο φαίνεται στον τρόπο γραφής του. Στόχος του μοιάζει να είναι να δέσει τις ιστορίες μεταξύ τους κατί το οποία τελικά καταφέρνει αλλά μάλλον μόνο τεχνικά. Δυστυχώς το βιβλίο αποτυχάνει σε δύο επίπεδα, τόσο σχετικά με τον επίκαιρο προβληματισμό σχετικά με το τέλος των εντύπων, όσο και ως προς τη μυθοπλασία. Λίγες είναι οι στιγμές εκείνες κατά τις οποίες ο συγγραφέας αφήνει στην άκρη τη δημοσιογραφική του ταυτότητα. Τα πρώτα μέρη της ιστορίας της εφημερίδας και κάποια από τα πρώτα «διηγήματα» είναι κάπως ενθαρρυντικά αλλά καθώς οι σελίδες περνούν το ενδιαφέρον χάνεται σταδιακά. Υπάρχει και ένα άλλο στοιχείο που καταδεικνύει την προαναφερθείσα αδυναμία του ως συγγραφέα και αυτό είναι η αδυναμία του να προκαλέσει το γέλιο, παρά το γεγονός πως υπάρχουν κάποια κωμικά μέρη, ενώ ως προς τη συγκίνηση ακολουθεί την εύκολη λύση του συναισθηματικού εξαναγκασμού.
Ένα αρκετά μέτριο βιβλίο, ακόμα ένα παράδειγμα πως ούτε οι κριτικές ούτε οι πωλήσεις αποτελούν σίγουρο οδηγό επιλογής. Ο Μπραντ Πιτ μετά από πλειστηριασμό κατάφερε να αποκτήσει τα δικαιώματα για την κινηματογραφική μεταφορά η οποία έχει προγραμματιστεί για το 2013.
(πρωτοδημοσιεύτηκε στο mixtape.gr)
Μετάφραση Εριφύλη Μαρωνίτη
Εκδόσεις Κέδρος
Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2012
Ας με λένε Γκάντενμπαϊν - Μαξ Φρις
'Ενας ξένος βγαίνει από ένα μπαρ, λίγο αργότερα, θα βρεθεί νεκρός στο αυτοκίνητό του. Η φαντασία του συγγραφέα πυροδοτείται, βασιζόμενος στα ελάχιστα αυτά στοιχεία θα συνθέσει την ιστορία του άγνωστου άντρα, ιστορία με ποικίλες εκδοχές. Η είδηση απασχολεί το συγγραφέα, μέσα από την καταγραφή των διαφόρων εκδοχών αναζητά εκείνη η οποία συμπληρώνει αρμονικότερα το παζλ. Μια σειρά υποθέσεων, μια συνεχής εναλλαγή υποκειμένων. Ας είμαι ο Γκάντενμπαϊν, ας είμαι ο Έντερλιν. Δύο πρόσωπα, ο Γκάντενμπαϊν και ο Έντερλιν, ενσαρκώνουν το νεκρό ξένο στο μυαλό του δημιουργού ο οποίος μεταβάλλει συνεχώς τα στοιχεία της ταυτότητας και των δύο. Δύο γυναίκες, η ηθοποιός Λίλα και η πόρνη Καμίλ, κρατούν τους απαραίτητους, στον αντρικό κόσμο του Φρις, δεύτερους γυναικείους ρόλους.
Ο συγγραφέας επιχειρεί να χτίσει πρωτίστως τον κεντρικό χαρακτήρα της ιστορίας που επιθυμεί να διηγηθεί, συνδυασμοί επί συνδυασμών, από κάθε κόμπο ξεπηδούν κλαδιά, στη βάση ο ξένος του μπαρ, στην πρώτη διακλάδωση ο Γκάντενμπαϊν και ο Έντερλιν, καθώς το διάγραμμα προχωρά σε λεπτομέρειες, ο συγγραφέας προσθέτει και άλλα στοιχεία ταυτότητας, σχέσεις με γυναίκες, κοινωνική θέση και επάγγελμα, ψυχολογική κατάσταση. Παράλληλα με το σώμα ο Φρις δεν παραλείπει να ποτίζει με ψυχή τους χαρακτήρες του οι οποίοι καλούνται να αποφασίσουν, να εκφράσουν τη γνώμη τους, να πάρουν θέση, να ζήσουν. Ο Φρις ακολουθεί την κάθε εκδοχή μέχρι το σημείο που το ενδιαφέρον του θα ατονίσει, τότε θα μεταβάλλει κάποιο χαρακτηριστικό, πρωτεύον ή δευτερεύον, και θα συνεχίσει μέχρι το γνωστό τέλος της ιστορίας.
Μπορεί να πρόκειται πρωτίστως για μυθιστόρημα, έστω και αν είναι αρκετά ιδιαίτερο και καινοτόμο, πράγμα το οποίο οφείλεται στη συγγραφική ιδιοφυία του Ελβετού λογοτέχνη, αλλά κανείς δε μπορεί να αρνηθεί πως πρόκειται και για ένα εγχειρίδιο συγγραφής. Ο συγγραφέας παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο δουλεύει για να μετατρέψει την αρχική ιδέα σε ολοκληρωμένο μυθιστόρημα. Θα μπορούσαν να είναι οι σημειώσεις του ή ακόμα και μια συγγραφική άσκηση. Δίνει βάση κυρίως στους χαρακτήρες, κάτι το οποίο αποτελεί γνώρισμα στο σύνολο του έργου του, ενώ παράλληλα προσθέτει διάφορα στοιχεία πλοκής. Καταφεύγει στην πράξη και αποφεύγει τη στείρα και άνευρη θεωρία των μαθημάτων δημιουργικής γραφής. Το τελικό αποτέλεσμα, εγκεφαλικό και απαιτητικό, αποζημειώνει τον αναγνώστη ο οποίος ακολούθησε τα κοφτά βήματα του συλλογισμού του συγγραφέα και πρόσθεσε και άλλα δικά του κατά τον ίδιο τρόπο.
Θα ήθελα να σταθώ λίγο στην επιλογή του Γκάντενμπαϊν να παραστήσει τον τυφλό με σκοπό να μπορέσει να πλησιάσει περισσότερο τους ανθρώπους οι οποίοι δε νιώθουν την ανάγκη να "μακιγιαριστούν" μπροστά σε έναν τυφλό. Η τυφλότητα συναντάται ως θέμα και σε άλλα έργα, όπως για παράδειγμα στην τριλογία του Ερνέστο Σάμπατο (Τούνελ, Περί Ηρώων και Τάφων, Αβαδδών ο Εξολοθρευτής), στην Τύφλωση του Ελίας Κανέττι και στο Περί Τυφλότητος του Ζοζέ Σαραμάγκου, αποτελώντας μία λογοτεχνική εμμονή, που φανερώνει ίσως μία φοβία, δημιουργών τους οποίους έχει απασχολήσει ενδελεχώς η απώλεια της όρασης.
Ο Μαξ Φρις, ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της γερμανόφωνης ελβετικής λογοτεχνίας, γεννήθηκε το 1911 στη Ζυρίχη και πέθανε το 1991. Ανάμεσα στα έργα του ξεχωρίζουν τα μυθιστορήματα Στίλερ, Homo Faber, Μακρύ Σαββατοκύριακο στο Λονγκ Άιλαντ. Υπήρξε και θεατρικός συγγραφέας.
Μετάφραση Μαρία Τοπάλη.
Εκδόσεις Μελάνι.
Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012
Ένα μήνα μετά...
Διακοπή από την καθημερινότητα, κάπως έτσι είχα φανταστεί τον Αύγουστο. Και το ιστολόγιο είναι για μένα μέρος της καθημερινότητας. Είχα την ανάγκη να αποσυνδεθώ για λίγο, να φορτίσω τις μπαταρίες, να βρω ξανά χαμένα κίνητρα. Η αλήθεια είναι πως η καθημερινή ενασχόληση με το μπλογκ μου έλειψε, υπήρξαν φορές που μπήκα στον πειρασμό αλλά δεν υπέκυψα.
Με χαρά διαπίστωσα πως η επισκεψιμότητα παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα παρά την αυγουστιάτικη ραστώνη! Καινούργιοι αναγνώστες και σχόλια. Αρκετά μέιλ στα οποία ακόμα δεν έχω προλάβει να απαντήσω αλλά υπόσχομαι να το κάνω σύντομα. Προσκλήσεις, ερωτήσεις, προτάσεις, από όλα είχε ο μπαξές του ταχυδρομείου.
Είδα πολλούς ανθρώπους να διαβάζουν υπέροχα και ενδιαφέροντα βιβλία. Επιβεβαιώθηκε η υποψία που είχα πως ο αριθμός των αναγνωστών αυξάνεται συνεχώς. Διάβασα και εγώ αρκετά, εν καιρώ θα σας μιλήσω γι'αυτά.
Βρέθηκα για καιρό μακριά από την πρωτεύουσα, σε μέρη όμορφα. Πέρασα χρόνο με πρόσωπα αγαπημένα. Γνώρισα ανθρώπους. Έκανα ίσως τα περισσότερα μπάνια από ποτέ. Ήταν ένας υπέροχος μήνας ακόμα και για τον ανικανοποίητο εαυτό μου.
Ο Σεπτέμβρης φέρει μεν κάποια μελαγχολία αλλά ταυτόχρονα είναι ο κατεξοχήν μήνας της νέας αρχής. Αρκετές είναι οι ιδέες για την εξέλιξη του ιστολογίου, ο χρόνος θα δείξει ποιες θα υλοποιηθούν. Καλό φθινόπωρο να έχουμε. Προσωπικά θα συνεχίσω να επενδύω στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ομορφιά, δε βλέπω άλλη πιθανή διέξοδο.
Καλώς σας βρήκα και πάλι!
Με χαρά διαπίστωσα πως η επισκεψιμότητα παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα παρά την αυγουστιάτικη ραστώνη! Καινούργιοι αναγνώστες και σχόλια. Αρκετά μέιλ στα οποία ακόμα δεν έχω προλάβει να απαντήσω αλλά υπόσχομαι να το κάνω σύντομα. Προσκλήσεις, ερωτήσεις, προτάσεις, από όλα είχε ο μπαξές του ταχυδρομείου.
Είδα πολλούς ανθρώπους να διαβάζουν υπέροχα και ενδιαφέροντα βιβλία. Επιβεβαιώθηκε η υποψία που είχα πως ο αριθμός των αναγνωστών αυξάνεται συνεχώς. Διάβασα και εγώ αρκετά, εν καιρώ θα σας μιλήσω γι'αυτά.
Βρέθηκα για καιρό μακριά από την πρωτεύουσα, σε μέρη όμορφα. Πέρασα χρόνο με πρόσωπα αγαπημένα. Γνώρισα ανθρώπους. Έκανα ίσως τα περισσότερα μπάνια από ποτέ. Ήταν ένας υπέροχος μήνας ακόμα και για τον ανικανοποίητο εαυτό μου.
Ο Σεπτέμβρης φέρει μεν κάποια μελαγχολία αλλά ταυτόχρονα είναι ο κατεξοχήν μήνας της νέας αρχής. Αρκετές είναι οι ιδέες για την εξέλιξη του ιστολογίου, ο χρόνος θα δείξει ποιες θα υλοποιηθούν. Καλό φθινόπωρο να έχουμε. Προσωπικά θα συνεχίσω να επενδύω στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ομορφιά, δε βλέπω άλλη πιθανή διέξοδο.
Καλώς σας βρήκα και πάλι!
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)