Πέμπτη πρωί και σύνηθες σεργιάνι στους εκδοτικούς για προμήθειες του βιβλιοπωλείου. Για το τέλος αφήνω την Όπερα. Ίσως προλάβω να πιω έναν καφέ εδώ πιο κάτω, σκέφτομαι, και ας μην είναι τίποτα πια παρά ένα παρωχημένο σχήμα λόγου, αλλά εκείνο το καφέ πραγματικά μου αρέσει, ειδικά τα πρωινά. Ο καινούριος Μπουκάι μόλις έχει εμφανιστεί και ο υπάλληλος συσκευάζει και τιμολογεί, μακριά από το καθεστώς χαλαρότητας του συγγραφέα. Από συναδελφική αλληλεγγύη προσπαθώ να δείξω υπομονετικός και έτσι βολτάρω ανάμεσα στα βιβλία. Κατεβάζω τις Υδατώδεις Ιστορίες, το εξώφυλλο μου ασκεί μια εδραιωμένη εδώ και καιρό έλξη μα ποτέ ως τώρα δεν ενέδωσα στον πειρασμό του ξεφυλλίσματος. Διαβάζω την πρώτη ιστορία:
Στον Πλανήτη FH76, το σώμα των εμβίων όντων δεν είναι σύμφυτο με το πνεύμα τους. Συχνά, λοιπόν, το πνεύμα πεθαίνει πολύ πριν από το σώμα. Το σώμα συνεχίζει να τρώει, να τρέχει, να συζητά, ακόμα και να συνουσιάζεται, ώσπου να επέλθει ο θάνατος. Η σωματική αυτή δραστηριότητα μπορεί να συνεχίζεται επί πολλά χρόνια, χωρίς κανείς ν' αντιληφθεί το παραμικρό.
Πρώτα ψιθυρίζω: όπα, για δες! Ύστερα με πιάνει ένα γέλιο νευρικό. Αυτή η καθυστέρηση με προβλημάτισε, αργότερα όμως, με καθυστέρηση. Το γέλιο εντείνεται, ευτυχώς ο υπάλληλος είναι απασχολημένος, σκέψη που επίσης πρέπει να με προβληματίσει.
Άποψη προσωπική: η κωμωδία είναι είδος σαφώς πιο απαιτητικό από το κοινό δράμα του εύκολου συναισθηματικού εξαναγκασμού, τον οποίο ορισμένοι επιμένουν να ονομάζουν ρεαλισμό, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση. Να κάνεις κάποιον να γελάσει είναι αρετή, να κάνεις κάποιον που δε γνωρίζεις προσωπικά να γελάσει είναι χάρισμα. Εγώ έτσι το αξιολογώ. Και η πρώτη κιόλας ιστορία του Μοντεστρέλα με έκανε να γελάσω. Η αναμονή τελικώς ήταν ευλογία. Το πρόσθεσα στη λίστα, για χρήση προσωπική. Μέχρι το σπίτι διάβασα ακόμα μερικές ιστορίες, ναι, στο δρόμο, περπατώντας, όπως τότε παλιά στο μπαλκόνι σου, ικανότητα που ανέπτυξα κατά μήκος αεροδιαδρόμων.
Ο Β., σκέφτηκα, εκείνος πρέπει να διαβάσει αυτές τις ιστορίες.
Οι ερευνητές του Jacobson Research Institute της Ζυρίχης απέδειξαν πως η πρώτη λέξη που επινόησε ο άνθρωπος, ήταν η λέξη "υδροπνευματική", αλλά χρειάστηκε να περιμένει πολύ καιρό ώσπου να της βρει μια χρήση.
Οι ιστορίες του Μοντεστρέλα διακρίνονται για την οξύνοια της παρατήρησης. Η προφανής -εκ των υστέρων- λεπτομέρεια εξάγεται από το κυρίως σώμα της πραγματικότητας για να αποτελέσει τον πυρήνα της κάθε ιστορίας, σχόλιο συνήθως πικρό, μα εύστοχο και αδιέξοδο, και, ακριβώς γι' αυτό, αστείο. Παραμερίζει την πλατιάζουσα κριτική, αδιαφορεί να κάνει επίδειξη ευφυΐας, το "συμβάν" αρκεί.
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός πως ο συγγραφέας στο Παρίσι, όπου και έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του, συναναστράφηκε τύπους όπως ο Κενώ, ο Περέκ και ο Τοπόρ, ούτε και το γεγονός πως τη μετάφραση στα γαλλικά ανέλαβε ένα μέλος της Oulipo, ο Ερβέ Λε Τελιέ. Μεταφράζοντας εκείνον, γνώρισε ο Κυριακίδης τον Μοντεστρέλα, συγκυρία ευτυχής.
Στο Αρχιπέλαγος Γκαγιόκ των Φιλιππίνων, οι ιθαγενείς ξέρουν να μετράνε μόνο μέχρι το 457. Για το μετά το 457, λένε: "πολλά". Το στοιχείο αυτό μπορεί να ξαφνιάζει, πόσο μάλλον που, όπως και να το κάνουμε, το 456 δεν είναι και λίγο.
(πρωτοδημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)
Μετάφραση Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις Opera