Ονειρεύομαι συχνά την Κάρμελ. Στα όνειρα μου περπατά πάντα ανάποδα.Η Μπεθ, χωρισμένη μητέρα, ζει με την οκτάχρονη κόρη της, την Κάρμελ, και προσπαθεί να καλύψει το κενό του σχεδόν εξαφανισμένου πρώην άντρα της. Μια μέρα, σε ένα φεστιβάλ αφήγησης, η Κάρμελ θα εξαφανιστεί. Ένας από τους μεγαλύτερους φόβους κάθε γονιού παίρνει σάρκα και οστά, η Μπεθ, αλαφιασμένη, ψάχνει παντού, ανακοινώσεις από τα μεγάφωνα, η άφιξη της αστυνομίας, ανακρίσεις και ύποπτοι, φυλλάδια με τη φωτογραφία της μικρής, εκκλήσεις για οποιαδήποτε πληροφορία. Μάταια όμως. Η Κάρμελ δεν βρίσκεται πουθενά.
Τη μέρα που γεννήθηκε είχε χιονίσει. Την κρατούσα στην αγκαλιά μου ενώ ένα ασημένιο φως διέγραφε τόξο μέσα από το παράθυρο.
Καθώς μεγάλωνε της έβγαλα το παρατσούκλι "το μικρό μου σκαντζοχοιράκι". Δεν μπορούσα να τη φανταστώ να ζει κάπου αλλού εκτός από την εξοχή. Τα πυκνά σγουρά μαλλιά της πετούσαν κι έμοιαζαν με θραύσματα γυαλιού και το κεφάλι της ήταν ίδιο με κεφαλάκι πικραλίδας.
Η Χάμερ, στο πρώτο της μυθιστόρημα, αποφεύγει να αφηγηθεί μια περίπλοκη, αιματηρή και βίαιη ιστορία, επενδύει συγγραφικά σε μια ιστορία εξαφάνισης, απλή αλλά τρομακτική, αληθινά τρομακτική. Για να την υποστηρίξει όμως πρέπει να είναι προσεχτική και εφευρετική, να σκιαγραφήσει με ακρίβεια τους ήρωες και τα συναισθήματά τους, να μην πιαστεί στην παγίδα του συναισθηματικού εκβιασμού, να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, όχι μόνο ως προς την κατάληξη της ιστορίας, αλλά και ως προς το άπλωμά της. Η Χάμερ τα καταφέρνει άκρως ικανοποιητικά σε ένα λογοτεχνικό είδος -όχι άδικα- παρεξηγημένο και καταφρονημένο από πολλούς. Η ροή της ανάγνωσης δεν ανακόπτεται χωρίς αυτό όμως να είναι χαρακτηριστικό χαμηλής λογοτεχνικής αξίας, ως είθισται.
Και είναι, μάλλον, πρωτευόντως το θέμα, και ακολούθως η διαχείρισή του, που εμπλέκει συναισθηματικά τον αναγνώστη, η υψηλή πιθανότητα κάτι τέτοιο να συμβεί στην πραγματική ζωή, αντίθετα με τις ιστορίες κατά συρροή δολοφόνων και ευγενών προθέσεων αστυνόμων. Η συγγραφική επιλογή της παράλληλης πρωτοπρόσωπης αφήγησης ανάμεσα σε μάνα και κόρη, με την εναλλαγή σύντομων σχετικά κεφαλαίων, προσδίδει ταχύτητα και σφαιρικότητα στην αφήγηση, επιτρέποντας στον αναγνώστη να γίνει μάρτυρας και των δύο οπτικών γωνιών. Στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση της μικρής η συγγραφέας καταφέρνει να μην πέσει σε μια συνηθισμένη παγίδα, τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ένα οχτάχρονο παιδί, γλώσσα που στην προκειμένη είναι αρκετά πειστική.
Μυθιστόρημα όχι εύκολο λόγω θέματος, ένα αυθεντικό θρίλερ, το οποίο ο αναγνώστης δυσκολεύεται να θεωρήσει προϊόν οργιώδους συγγραφικής φαντασίας. Ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα, αρκετά ξεχωριστό στο είδος του, μια ευχάριστη έκπληξη εκτός των προσωπικών μου αναγνωστικών προτιμήσεων.
(πρωτοδημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)
Μετάφραση Βάσια Τζανακάρη
Εκδόσεις Μεταίχμιο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου