Η εκ των υστέρων αναψηλάφηση των όσων προηγήθηκαν ενός χωρισμού είναι από τη φύση της αδιέξοδη. Ακόμα και αν σφάλματα και παραλείψεις εντοπιστούν, το τέλος θα συνεχίσει να στέκει αγέρωχο και οριστικό, ίδιο με τέρας, που γνωρίζει πως ακόμα και αν γίνει απόπειρα για συγκόλληση, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, όση λεπτοδουλειά και αν έχει γίνει, εκείνο θα παραμείνει άθικτο στα ρήγματα, σε ετοιμότητα, διαρκώς παρόν για να θυμίζει την αναπόφευκτη κατάληξη των πραγμάτων, με την υπομονή που η βεβαιότητα το οπλίζει. Το τέλος άλλωστε είναι αυτό που δημιουργεί την ανάγκη να ειπωθεί η ιστορία, όταν οι ρόλοι θύτη και θύματος έχουν μονομερώς αποδοθεί, όταν η διήγηση κρατάει μακριά το τέλος καθώς όλα τα σενάρια μοιάζουν ανοιχτά. Ο φόβος του αύριο είναι αυτός που δημιουργεί την ανάγκη να ειπωθεί η ιστορία ξανά και ξανά, να παγιωθεί στο παρόν.
Το θύμα, το αυτοαποκαλούμενο θύμα, αν και μοιάζει
διατεθειμένο να
αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί, χρησιμοποιώντας συχνά πυκνά εκείνο το ύπουλο
πρώτο πληθυντικό στην αφήγηση, τελικά εκείνο που επιζητά, κάπως πλάγια, η αλήθεια είναι, πλάγια και ίσως και ύπουλα, είναι η αγιοποίηση, η χορήγηση βεβαίωσης αδυναμίας να επέμβει στα πράγματα, η ανάδειξη της υπεράνθρωπης δύναμης του πεπρωμένου, η άγνοια που είχε για όσα ο θύτης στα κρυφά έκανε, η καλή
πίστη, η ειλικρινής διάθεση, το χτύπημα στην πλάτη, το σοκ στο βλέμμα του θεατή μέσα στο οποίο το δράμα του θα αποκτήσει νέες διαστάσεις. Το μίσος το κρύβει καλά, ξέρει τι κάνει, την κακία ο θεατής δεν τη θέλει, την απεχθάνεται μάλιστα, θέλει να νιώθει πως η αφήγηση είναι αντικειμενική -λες και είναι ποτέ δυνατό κάτι τέτοιο-, το θύμα το ξέρει αυτό καλά, ας πάρει θέση
το
κοινό επ' αυτού, σκέφτεται, εγώ έδωσα την καλύτερη δυνατή παράσταση.
Έτρεχε για να αντέξει, για να κρατήσει μακριά τη γνώριμη μελαγχολία και την απελπισία της. Γδυνόμασταν μαζί, αγγιζόμασταν, ρουφιόμασταν και γλειφόμασταν, κάναμε τρυφερό ή άγριο έρωτα για να αντέξουμε, για να ξεπεράσουμε την ανία, το χάος και την εξάντληση της ημέρας. Κάναμε παιδιά μαζί για να αντέξουμε, για να κάνουμε τον δικό μας κόσμο πιο πλούσιο και πιο απρόβλεπτο. Πηγαίναμε διακοπές, γιορτάζαμε γενέθλια και Χριστούγεννα, τα βράδια ξαπλώναμε δίπλα δίπλα και το πρωί βοηθούσαμε ο ένας τον άλλον να κάνουμε τη ζωή κάτι παραπάνω από ανεκτή. Αγγιζόμασταν ανάλαφρα ή αχόρταγα, είχαμε φαντασιώσεις μαζί για όσες ερωτικές απολαύσεις μπορούσαν να υπάρξουν -διατηρούσαμε ένα αδιάκοπο φλερτ ο ένας με τον άλλο, για να ομορφύνουμε τη ζωή μας όσο το δυνατόν περισσότερο. Τι άλλο να κάναμε δηλαδή;
Δεν υπάρχει καλύτερη σχολή παραγωγής οικογενειακών δραμάτων από τη σκανδιναβική, αν και τα καλύτερα δείγματά τους τα έχουν δώσει στο θέατρο και τον κινηματογράφο, βλέπετε, στη λογοτεχνία επικράτησε το αστυνομικό μυθιστόρημα ως εξαγώγιμο προϊόν. Είναι αυτή η μοναδική ικανότητά τους στον συνδυασμό του εγκεφαλικού με τον συναισθηματικό τρόπο γραφής, ένα ενεργό ηφαίστειο καλυμμένο από τόνους χιόνι, που μετατρέπει σε λογοτεχνία ιστορίες τετριμμένες και ήδη γνωστές. Η διατήρηση των ήπιων τόνων, η ψευδαίσθηση της ηρεμίας πριν από την αναπόφευκτη έκρηξη. Και είναι ακριβώς αυτή η επικείμενη έκρηξη που προσδίδει ένταση, ένα αίσθημα σχεδόν φόβου, μια παράλογη ελπίδα για το μικρότερο κακό, μια έκρηξη που όταν έρχεται δεν λυτρώνει πραγματικά, δεν λειτουργεί καθαρτικά, απλώς αποσυμπιέζει στιγμιαία τα πράγματα, τα τραύματα δεν κλείνουν, θα ήταν άλλωστε παράλογο κάποιος να πιστεύει πως τα τραύματα κλείνουν έτσι απλά και άμεσα.
Οι αναγνωστικές προσδοκίες υπερκαλύφθηκαν, ο τρόπος μάλιστα με τον οποίο ο Γκούλικσεν επέλεξε να αφηγηθεί την ιστορία του, η απόπειρα του αφηγητή να διηγηθεί την ιστορία με τη φωνή της γυναίκας του, έδωσε πολλούς πόντους στο τελικό αποτέλεσμα, στην αίσθηση που μου άφησε το μυθιστόρημα αυτό, για το οποίο δεν μπορώ να πω πως μου άρεσε, πώς γίνεται να σου αρέσει μια τέτοια ιστορία, μια ανάγνωση που σου δημιουργεί ένα κόμπο στο στομάχι, κυρίως για την απομάγευση, για την αποτυχία κάποιων στην ευτυχία, για την αποτυχία ακόμα κάποιων στην ευτυχία, για το πόσο κοντά πίστεψαν πως έφτασαν σε αυτό το για πάντα. Δεν μου άρεσε και όμως δεν μπόρεσα να το αφήσω από τα χέρια μου, καθώς το δεδομένο τέλος ολοένα και πλησίαζε, ένιωθα σαν εμπειρογνώμονας που ελέγχει το βίντεο της σύγκρουσης για να διαπιστώσει το μοιραίο λάθος, εκείνο που το επόμενο μοντέλο θα πρέπει να μπορεί να αποφύγει, αρνούμενος να δεχτεί το προφανές.
Μετάφραση Σωτήρης Σουλιώτης
Εκδόσεις Ποταμός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου