Ποιος φονεύει αυτόν που αυτοκτονεί; Αυτή η φράση στο οπισθόφυλλο, φράση που εντός του βιβλίου θα επαναλαμβανόταν πολλές φορές ως ο κύριος άξονας περιστροφής για τον αφηγητή, ήταν που σήμανε μέσα μου τον αναγνωστικό συναγερμό. Αυτό το βιβλίο, διαλαλούσε, πρέπει να το διαβάσεις.
Πότε σε πρώτο και πότε σε τρίτο πρόσωπο, ο Θησέας, αφηγητής της ιστορίας και ιδιότυπο άλτερ έγκο του συγγραφέα, αφηγείται την ιστορία που ξεκίνησε με την αυτοκτονία του αδερφού του πριν από κάποια χρόνια για να την ακολουθήσει ο θάνατος των γονιών του. Ο αφηγητής είναι ο μόνος που έχει απομείνει πια. Ανατρέχει στο παρελθόν της οικογένειάς του, βρίσκει κοινά μοτίβα στις προηγούμενες γενιές, επιχειρεί να συνθέσει το οδυνηρό και δυσβάσταχτο παζλ, που αποτελείται από μνήμες, συζητήσεις, αλληλογραφία και ημερολόγια, σε μια απόπειρα να κατανοήσει, να επιζήσει, να προχωρήσει. Άφησε πίσω του το Παρίσι για να βρεθεί στη Γερμανία. Ωστόσο, καμία νέα αρχή βασισμένη στη λογική δεν δύναται να υποτάξει το συναισθηματικό τραύμα, ούτε ο χρόνος από μόνος του αρκεί.
μας είπαν ψέματα, Θησέα, ούρλιαζε ο αδερφός μου τις τελευταίες μέρες της ζωής του· η μητέρα που έπαιζε τη γαμάτη ιδανική οικογένεια· κι εγώ που την είχα πιστέψει σαν μαλάκας· φερόταν όπως ο Ναθαναήλ, ο οποίος επίσης πλάνεψε όλο του τον περίγυρο· η Εστέρ η οποία το καταλόγιζε αυτό στον πατέρα της, ενώ έκανε τα ίδια με τον τραπεζίτη της· κι όλο αυτό από πότε; μήπως ξέρεις εσύ, Θησέα; τι μπορούμε να το κάνουμε όλο αυτό, αδερφέ μου; την κατασκευή ενός όμορφου μικρού αφηγήματος για να μην πληγωθούν τα παιδιά· εμένα μου λες ότι ο πατέρας έφυγε και πήγε να δουλέψει στον «κινηματογράφο»· απλώς είναι αυτό που ξέρουν να κάνουν καλύτερα, όλοι τους, να μας πουλάνε τις ιστορίες τους ώστε να μοιάζει αληθινό, ενώ χάνει· από παντού χάνει, Θησέα! θυμάσαι τον πατέρα με τις αγαπητικές του, τις οποίες έπαιρνε μαζί του στην όπερα; και η μητέρα με τον πολύ καθωσπρέπει εραστή της που έρχεται μαζί μας διακοπές· σκατά, από τι μπορείς άραγε να κρατηθείς όταν η παιδική σου ηλικία χτίστηκε πάνω σε κινούμενη άμμο;
Κατασκευή εν μέρει εγκεφαλική και εν μέρει συναισθηματική, με μεταμοντέρνα στοιχεία και λειτουργικά ευρήματα, εγείρει υποψίες αυτομυθοπλασίας, με λογοτεχνικές ωστόσο αρετές που σπάνια συναντώνται σε αυτή τη νεοσύστατη αφηγηματική παραφυάδα. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό του μυθιστορήματος του Καμίλε ντε Τολέδο είναι η κειμενική ενσωμάτωση της αγωνίας του αφηγητή, γεγονός που από τη μια λειτουργεί επιταχυντικά, ενώ από την άλλη απαλλάσσει το κείμενο από τον συναισθηματικό εξαναγκασμό, τη διδαχή και την ηθικά κενή οπτική. Η αντίθεση ανάμεσα στη δυσκολία του θέματος και στην ευκολία της ανάγνωσης δημιουργεί ένα εξόχως ενδιαφέρον κράμα. Η χωρίς ανάσα ανάγνωση ενισχύει το αίσθημα ασφυξίας που ο αφηγητής βιώνει, σαν μια βουτιά κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Ο Θησέας άλλη επιλογή δεν έχει παρά να αποπειραθεί να κατανοήσει και να κλείσει την πληγή με τον τρόπο που ξέρει, μέσω της γραφής δηλαδή. Ο συγγραφέας παίρνει μια φαινομενικά μικρή, πλην όμως καθοριστική, απόφαση διαχωρίζοντας τον χρόνο της ιδιότυπης έρευνας από εκείνον της συγγραφής. Τα κομμάτια του παζλ πρώτα πήραν τη θέση τους στο μυαλό τού αφηγητή και ύστερα στο χαρτί. Είναι μια απόφαση που όπως προείπα προσδίδει μια εγκεφαλικότητα στην κατασκευή, χωρίς να της στερεί το συναίσθημα, επιτρέποντας επιπλέον έναν εσωτερικό διάλογο του αφηγητή με τον παλιότερο εαυτό του και την αποτύπωση των βημάτων προόδου, μια διαδικασία απαραίτητη για την έξοδο. Επίσης, αποτελεί μια απόφαση η οποία χαλιναγωγεί το χάος, προσθέτοντας την απαραίτητη αληθοφάνεια, αφού μια εν βρασμώ απόπειρα συγγραφής δεν θα λειτουργούσε ως λογοτεχνικό κείμενο.
Το Θησέας, μια δεύτερη ζωή είναι ένα μυθιστόρημα που συνομιλεί λογοτεχνικά με αρκετά βιβλία, μυθοπλαστικά ή δοκιμιακά, χωρίς αυτό, σε καμία περίπτωση, να αίρει τη μοναδικότητά του, τη δική του συνεισφορά στη λογοτεχνία της αυτοχειρίας. Παράδειγμα πρώτο: η αφήγηση εκείνου που μένει πίσω και αποπειράται να βρει τη δύναμη, σε λογική και συναίσθημα, για να προσχωρήσει, έρχεται να συναντηθεί με το τρέκλισμα εκείνου που βρίσκει καταφύγιο και ανακούφιση στην προοπτική του θανάτου του, ως πράξη που τον καθιστά επιτέλους κύριο της ζωής και της ύπαρξής του και αναφέρομαι εδώ στην καθηλωτική αυτοχειρία του Édouard Levé. Παράδειγμα δεύτερο: ο Θησέας φέρνει στον νου το Περί φυσικής της μελαγχολίας εκεί όπου ο Μινώταυρος, θύμα θεών και ανθρώπων, λαμβάνει επιτέλους τη θέση του φοβισμένου πλάσματος σε αντίθεση με τη διαχρονική πρόσληψή του ως ένα αιμοσταγές κτήνος, με τα δύο βιβλία να μοιράζονται κοινές αφηγηματικές αποφάσεις και διαδρομές.
Το μυθιστόρημα του Καμίλο ντε Τολέδο, το πρώτο του που μεταφράζεται στα ελληνικά, είναι ένα καλό βιβλίο.
υγ. Για την αυτοχειρία του Εντουάρ Λεβέ περισσότερα θα βρείτε εδώ, ενώ για το Περί φυσικής της μελαγχολίας του Γκεόργκι Γκοσποντίνοφ εδώ. Ενδιαφέρον βιβλίο σχετικά με την αυτοκτονία είναι και οι Σημειώσεις περί αυτοκτονίας του Σιμόν Κρίτσλεϋ για το οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου