Το μυθιστόρημα αυτό, Η πιο μυστική μνήμη των ανθρώπων, με ένα βραβείο Γκονκούρ και μεταφράσεις σε αρκετές γλώσσες στις αποσκευές του, για κάποιο λόγο δεν μου γέμιζε το μάτι για καιρό. Υποθέτω, γιατί μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε για τις αυθαίρετες κρίσεις μας, πως αυτό σε κάποιο βαθμό οφειλόταν στην αφρικανική καταγωγή του συγγραφέα –ο Σαρ γεννήθηκε στη Σενεγάλη το 1990 και πλέον ζει στη Γαλλία–, αφού η λογοτεχνία της Μαύρης Ηπείρου δεν είναι του γούστου μου εξαιτίας του κινδύνου για εξωτισμό, στον οποίο έχω δυσανεξία. Ακόμα λιγότερα γνωρίζω για το γιατί ξαφνικά ένιωσα την επιθυμία να το διαβάσω, ο παραλληλισμός με τον τρισμέγιστο Μπολάνιο θα μπορούσε να έχει διπλή, αντιθετική, επίδραση.
Εκκρεμεί, εδώ και καιρό, ένα κείμενο που θέλω να γράψω για την ενεργητική φύση της ανάγνωσης, για τον υποκειμενικό χαρακτήρα της, για τη συχνά απροσδιόριστης προέλευσης γεύση που αφήνει στον ουρανίσκο, για το πόσα πράγματα μπορούμε να μάθουμε για εμάς τους ίδιους, για τις βεβαιότητές μας που συγκρούονται μετωπικά με καλοχτισμένους τοίχους, τις προσδοκίες που για κάποιο λόγο επιβεβαιώνονται ή όχι, για τα πεπερασμένα εργαλεία που η φιλολογία προσφέρει, για τη δυσδιάκριτη διαφορά ανάμεσα σε ένα καλό βιβλίο και σε ένα βιβλίο που μας άρεσε πολύ και σε ένα άλλο που παρότι καλογραμμένο και τεχνικά άρτιο δεν λειτούργησε για εμάς. Άλλο κείμενο όμως είναι αυτό.
Από τις πρώτες κιόλας σελίδες αυτής της ανάγνωσης, ήμουν σχεδόν βέβαιος πως είχα να κάνω με ένα σπουδαίο βιβλίο, η πολυσέλιδη μορφή του υποσχόταν μια παράλληλη πραγματικότητα, που συχνά αποτελεί για μένα αναγνωστικό ζητούμενο, και μάλιστα διάχυτη από λογοτεχνία, γεμάτη από επινοημένους συγγραφείς, έργα και κριτικές· μια αχόρταγη ανάγνωση διαγραφόταν στον ορίζοντα των προσδοκιών.
Ο νεαρός Σενεγαλέζος συγγραφέας Ντιεγκάν Λατύρ Φέιγ, πιθανό, ως ένα βαθμό, άλτερ έγκο τού Σαρ, ανακαλύπτει στο Παρίσι το 2018, ένα βιβλίο θρύλο, Ο λαβύρινθος του απάνθρωπου, που εκδόθηκε το 1938 από έναν μικρό οίκο. Σύντομα τα ίχνη τού συγγραφέα Τ.Σ. Ελιμάν χάθηκαν, το βιβλίο κατηγορήθηκε για εκτεταμένη λογοκλοπή ολόκληρων αποσπασμάτων και οι εκδότες σύρθηκαν σε δίκες από συγγραφείς και κληρονόμους, που απαίτησαν και έλαβαν χρηματικές αποζημιώσεις, γεγονός που οδήγησε σε χρεοκοπία τον εκδοτικό οίκο. Ο Φέιγ, αφού διαβάσει το βιβλίο, θα αναζητήσει με εμμονή και επιμονή τα ίχνη του συγγραφέα.
Κάποτε η βιβλιοφιλική λογοτεχνία ήταν για μένα μια κατηγορία ασφαλούς ψυχαγωγίας, κυρίως για την αγάπη που τη χαρακτήριζε, αυτό το κοινό πάθος που ένιωθα να με συνδέει με τον συγγραφέα. Κορυφαίος εκπρόσωπος της κατηγορίας αυτής είναι ο Ενρίκε Βίλα Μάτας, σταθερά πιστός στην αναγνωστική εμμονή. Τώρα πια, εδώ και χρόνια, η κατηγορία αυτή έχει αλωθεί από δεκάδες μέτρια και εύπεπτα βιβλία, καθώς συγγραφείς και εκδοτικοί οίκοι εντόπισαν ένα μερίδιο στην αγορά του βιβλίου και έσπευσαν να το καλύψουν. Έτσι, η αγάπη για τη λογοτεχνία, βασικό συστατικό τής κατηγορίας αυτής, μετατράπηκε σε περιθώριο κέρδους, πρόσφορο έδαφος για το μάρκετινγκ, μια κερκόπορτα που τα βιβλία αυτοβοήθειας βρήκαν ώστε να φορέσουν έναν λογοτεχνικό μανδύα, ένα πρόσχημα ώστε να επαναλάβουν για πολλοστή φορά κλισέ γεμάτα στερεοτυπία.
Το λέω αυτό γιατί Η πιο μυστική μνήμη των ανθρώπων είναι ένα βιβλιοφιλικό βιβλίο, με τον τρόπο που αρκετά σπουδαία βιβλία είναι, με τη λογοτεχνία, όπως στα έργα του Μπολάνιο για παράδειγμα, να αποτελεί ζήτημα ζωής ή θανάτου, σε μια εποχή που η απομάγευση κυριαρχεί ολοκληρωτικά, ακόμα και εντός του λογοτεχνικού σώματος. Αν το γνώριζα εκ των προτέρων, τότε θα είχα ακόμα μια ισχυρή επιφύλαξη, απέναντι στο μυθιστόρημα του Σαρ, ο κίνδυνος για εξωτισμό θα συναντούσε εκείνον μιας πιθανής επίφασης λογοτεχνικού πάθους. Ο συγγραφέας δεν χρειάζεται παρά ελάχιστες σελίδες, ή ίσως γραμμές, για να καταστήσει σαφή την εμμονή που το μυθιστόρημα του Έλιμαν γέννησε στον Φέιγ.
Άλλο τόσο λίγο απαιτήθηκε ώστε να φανερωθεί η συγγραφική φιλοδοξία του Σαρ να γράψει ένα σπουδαίο βιβλίο που όχι μόνο δεν κρύβει τις επιρροές του αλλά τις καθιστά οργανικό στοιχείο της κατασκευής. Η επιρροή είναι μια ακόμα λέξη που η χρήση της διαστρεβλώνεται ολοένα και πιο πολύ, σε σημείο τέτοιο που να φέρει αρνητικό φορτίο, επιπλέον νερό πέφτει στον μύλο της παρθενογένεσης, μύλος που ακόμα και για τον ήρωα του Θερβάντες θα έμοιαζε γελοίος, ένας εχθρός που δεν γεννά πρόκληση μάχης. Ξεχνάμε ή τείνουμε να ξεχνάμε πως οι συγγραφείς είναι ή αναμένεται να είναι λογοτεχνικά πρεζάκια, και πως αυτό αποτελεί έναν κοινόχρηστο κήπο.
Ο Σαρ, λοιπόν, εξυψώνει εξ αρχής την αναζήτηση του Φέιγ σε δυσθεώρητα ύψη, χωρίς να προσπαθεί να πείσει τον αναγνώστη για τη σημασία που λαμβάνει για τον συγγραφέα η αναζήτηση του νήματος που η ανάγνωση ενός εξαντλημένου, αν και θρυλικού, βιβλίου γεννά από τη μια στιγμή στην άλλη. Η επιθυμία του Φέιγ να γίνει συγγραφέας, η κοινή καταγωγή με τον Ελιμάν, το μυστήριο σχετικά με τη γέννηση του έργου και την εξαφάνιση του συγγραφέα του, είναι αρκετά για να οδηγήσουν τον αφηγητή στον λαβύρινθο αυτόν. Η αγωνία του να φτάσει ως τον Μινώταυρο χτίζεται αργά και σταθερά, όσο περισσότερο περιδιαβαίνει τα αδιέξοδα στενά και διέρχεται ξανά και ξανά από τα ίδια σημεία, τόσο η εμμονή του θρέφεται.
Ο Σαρ δεν μένει ικανοποιημένος από το εύρημά του, δεν του είναι λογοτεχνικά αρκετό, εδώ ξεμακραίνει από το παραπάνω περιγραφέν επιφανειακό μονοπάτι της βιβλιοφιλίας. Δημιουργεί συνεχείς αντανακλάσεις, μέσα από τις οποίες καθρεφτίζεται η συγγένεια των συγγραφέων που εμφανίζονται, ακόμα και ως αναζητούμενοι, τα ερωτήματα και τα εμπόδια της γραφής, η συνέχεια της ανθρώπινης δημιουργίας εντός ενός ευρύτερου κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού περιβάλλοντος. Το κεντρικό εύρημα, η αναζήτηση του Ελιμάν, δεν βαραίνει το μυθιστόρημα, το αντίθετο συμβαίνει, αφού αποτελεί μια διαρκή πηγή ενέργειας για την προώθηση ή την καταβύθιση, αν προτιμάτε. Η στερεοτυπική υποδοχή της αφρικανικής λογοτεχνίας στο εξωτερικό, το ζητούμενο του εξωτισμού δηλαδή, ο ρατσισμός που αλλάζει ρούχα για να πείσει για την προοδευτικότητά του, η σχέση των κυρίαρχων χωρών απέναντι στις αποικίες που πια είναι αναπτυσσόμενες χώρες, η επέκταση του πολιτισμικού προνομίου, η ελεημοσύνη απέναντι στους φτωχούς μαύρους, η αποδοχή ανά διαστήματα κάποιων εξ αυτών, η βράβευση και τα όρια εντός των οποίων αναμένεται να κινηθούν, αλλά και εξωλογοτεχνικά στοιχεία, όπως το κακό, η σχέση με το παρελθόν, με την οικογένεια, η προαιώνια ανάγκη που ωθεί ανθρώπους να διασχίζουν με πιρόγες τη μεγάλη θάλασσα αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο, οι επαναστάσεις που δύσκολα οργανώνονται και εύκολα συντρίβονται, η σεξουαλικότητα, η ανάγκη για αγάπη και αποδοχή, η φήμη, η άσκηση ισορροπίας ανάμεσα στη φιλοδοξία και την αναγκαιότητα της γραφής, το μεταφυσικό ενάντια στο σκιάχτρο του ορθολογισμού, η εκ γενετής δίψα μας για ιστορίες, η ακόρεστη πείνα για μεγάλες αφηγήσεις στην εποχή της ταχύτατης παραγωγής και κατανάλωσης.
Ο τίτλος του μυθιστορήματος αποτελεί, όπως η προμετωπίδα δείχνει, μπολανικό δάνειο από τους Άγριους Ντετέκτιβ, αν και η ακριβής μετάφραση του Κώστα Αθανασίου στην ελληνική έκδοση είναι: «η πιο μύχια ανάμνηση των ανθρώπων». Η επιρροή του Μπολάνιο, παρότι το όνομά του δεν αναφέρεται, αντίθετα με άλλον σπουδαίων γραφιάδων, εντός του μυθιστορήματος, είναι εμφανής. Ολοένα και περισσότερα δείγματα της επιρροής αυτής εμφανίζονται τα τελευταία χρόνια, επιβεβαιώνοντας και δια αυτής της οδού τη σημασία του Χιλιανού συγγραφέα για το λογοτεχνικό ποτάμι. Και η επιρροή αυτή, εκτός της συγγραφικής φιλοδοξίας, διαφαίνεται και από την παρουσία της λογοτεχνίας στον πυρήνα του μυθιστορήματος που περιστρέφεται γύρω της, ένα γαϊτανάκι ψεύδους και αλήθειας, μυθοπλασίας και ντοκουμέντου, ένας συνδυασμός ποιητικής και βρώμικης γλώσσας. Ωστόσο, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία να συγκρίνουμε τους δύο συγγραφείς, ο συναγωνισμός λίγη λογοτεχνία επισημαίνει, καθώς την απομακρύνει στην απέναντι όχθη της πρόσληψης του κόσμου με αριθμούς και διαγράμματα.
Το ευχαριστήθηκα το βιβλίο αυτό και νομίζω, μπορεί να κάνω και λάθος βέβαια, πως αυτό, πέρα από τις προφανείς συγγραφικές αρετές, έχει σε μεγάλο βαθμό να κάνει με την έκδηλη και ανόθευτη αγάπη του Σαρ για τη λογοτεχνία, το πάθος για την ανάγνωση, το προαπαιτούμενο της γραφής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου