Έπρεπε εξαρχής να υποψιαστώ τη σημαντικότητα του βιβλίου αυτού, όταν εκείνη μου μίλησε με κόρες διεσταλμένες, δεν θυμάμαι καν που βάσισα την αναβλητικότητά μου, ίσως να ψέλλισα κάτι σχετικά με στοίβες από αδιάβαστα, δεν πτοήθηκε, λίγες εβδομάδες αργότερα μου το δάνεισε, σχεδόν με το ζόρι, θα αργήσω να σου το επιστρέψω, αμύνθηκα, δεν με πειράζει καθόλου, είπε. Τα δίκτυα ανάγνωσης που σχηματίζουμε είναι μια έκφανση των λοιπών δικτύων, των πολύ πιο απαραίτητων για τη διάπλευση της καθημερινότητας, εκείνα που επιφέρουν καθοριστικά, ελπίζουμε, πλήγματα στην ατομικότητα και τη μοναξιά.
Μέχρι να αποφασίσω να διαβάσω το Chav - Αλληλεγγύη από τα υπόγεια, είχε κιόλας κυκλοφορήσει το δεύτερο βιβλίο του Ντ. Χάντερ, Αθλητικά ρούχα ψυχικά τραύματα προδότες της τάξης μας. Από τις πρώτες σελίδες διαπίστωσα πως δεν ήμουν έτοιμος για τη μαρτυρία αυτή, παρότι ο συγχρονισμός έμοιαζε κατάλληλος. Βρίσκομαι σε μια περίοδο που η έννοια του προνομίου με απασχολεί ιδιαίτερα, κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με την κριτική αξιολόγηση βιβλίων που, το καθένα με τον τρόπο του, ανήκει σε μη προνομιούχα υποκείμενα γραφής, και αν αυτό το πέπλο αλλοιώνει το αναγνωστικό μου κριτήριο, αν βυθίζεται και χάνεται εντός του δοχείου της σημασίας τα βιβλία αυτά να γράφονται και να κυκλοφορούν εκεί έξω, παραφωνίες σε έναν κόσμο που με το ζόρι θέλει να μοιάζει κανονικός.
Όπως επισημαίνει σε κάθε ευκαιρία η Λ.: η μόνη πληθυσμιακή ομάδα της οποίας την αναπαράσταση καταπίνουμε αμάσητη είναι οι φτωχοί. Θέτω αυτή την αφετηρία σκέψης ακριβώς γιατί στο Chav (=κατακάθι, ρεμάλι, φτωχομπινές, απόβρασμα), αν, για χάρη ευκολίας, διέπεται από μία και μόνη ιδέα, τότε εκείνη θα συνοψιζόταν από ένα ηχηρό: Πάψτε να ενεργείτε στο όνομά μας. Στο όνομά τους για την ακρίβεια, όπως θα διευκρινίσω ακολούθως.
Ο τρόπος με τον οποίο το σύστημα προσεταιρίζεται οποιαδήποτε υπόγεια και ακραία τάση, αν διακρίνει σε αυτή τη δυνατότητα κέρδους, είναι ήδη γνωστός και τη θεωρώ μια ελάχιστη μα απαραίτητη βάση συμφωνίας και εκκίνησης. Η μαρτυρία του Χάντερ έχει κάτι το οριακό, καθώς ενώ για την ισχυρή κοινωνική πλειοψηφία ανήκει στην πλέον χαμηλή και μη προνομιούχο κοινωνική ομάδα, όπως τουλάχιστον από την ασφάλεια και την άνεση της θέσης μας την παρατηρούμε ως ένα ενιαίο και ομοιογενές σύνολο, εκείνος θέτει εξαρχής ως καθοριστικό συστατικό ταυτότητας πως για πολλά χρόνια κινήθηκε σε εκείνα τα βάθη αλλά εξαιτίας της λευκότητας και του φύλου του πάντοτε κατάφερνε να τη σκαπουλάρει και τώρα να μπορεί να ζει έστω και με την ελάχιστη ασφάλεια που μια κακοπληρωμένη δουλειά του επιτρέπει.
Παραζαλισμένος ολοκλήρωσα την άβολη αυτή ανάγνωση, άβολη γιατί ξέφευγε από μια κριτική προς ένα απρόσωπο οικονομικό σύστημα ως υπεύθυνο για όλα τα δεινά, η ανατροπή του οποίου θα ήταν η οριστική λύση, ενώ έθετε στο στόχαστρο και τον προοδευτικό, αριστερό, αναρχικό χώρο, χωρίς να αφήνει και τον ίδιο του τον εαυτό απέξω, επιδιώκοντας να αναδείξει την αλλοτρίωση εντός του μοντέλου, την ακαμψία στην προσαρμογή, την αρτηριοσκλήρωση της ξύλινης ιδεολογίας. Αποφάσισα να διαβάσω καπάκι και το δεύτερο βιβλίο.
Πάλι η Λ. επισήμανε τη συγγένεια των δύο αυτών βιβλίων με τα αντίστοιχα του Εριμπόν (Επιστροφή στη Ρενς, Η ζωή, τα γηρατειά και ο θάνατος μιας γυναίκας του λαού) και ανέδειξε την ακαδημαϊκή στεγνότητα του Γάλλου κοινωνικού επιστήμονα και συγγραφέα, παρότι και στις δύο περιπτώσεις το προσωπικό βίωμα παίζει καθοριστικό ρόλο ευρισκόμενο διαρκώς στο επίκεντρο της περιστροφής και της παρατήρησης.
Ο Χάντερ, ωστόσο, διακατέχεται από μια αρετή, που στα μάτια μου, λόγω των διαφόρων προνομίων μου, μου φαίνεται οριακά αφελής, όπως είναι η πίστη στον άνθρωπο και στην ανατροπή με προορισμό ένα καλύτερο αύριο για το σύνολο του πληθυσμού, κινούμενος σε εδάφη μακριά από τον στείρο μισανθρωπισμό στον οποίο ολοένα και περισσότερο είμαι επιρρεπής. Δεν καταφεύγει σε ένα δριμύ και στείρο κατηγορώ, ενώ εύκολα θα μπορούσε να το κάνει. Επιμένει στην απόπειρα κατανόησης, γυρεύει να ανιχνεύσει τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο κακοποιητικό, σίγουρα, ισχυρίζεται, ο σωφρονισμός, με τον τρόπο που είναι δομημένος, δεν αποτελεί λύση. Λύση αποτελεί το ξερίζωμα των αιτιών, εκτός και αν κάποιος πιστεύει στο στίγμα, πως κάποιος γεννιέται κακοποιητής για παράδειγμα, λύση αποτελεί η αυτορύθμιση της κοινότητας.
Και ξέρετε, δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμο κάποιος να βγαίνει από το δίπολο καλό κακό, φιλικό εχθρικό, εμείς αυτοί, αλλά να επιμένει στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης, στη διαβρωτική ικανότητα του εκάστοτε κοινωνικοπολιτικοοικονομικού μοντέλου. Σχεδόν τον μισείς όταν αναδεικνύει ρωγμές στη γαματοσύνη σου που την περιφέρεις γεμάτος ικανοποίηση, ισχυριζόμενος πως εσύ δεν είσαι σαν εκείνους, αλλά διαφορετικός, ξεχνώντας ωστόσο να ελέγξεις τα προνόμιά σου, μέρος των οποίων εφαρμόζονται εις βάρος άλλων. Αυτή η αποκαθήλωση της γαματοσύνης είναι οδυνηρή, γεννά άρνηση και θυμό.
Στο Chav, ο Χάντερ έχει λιγότερα θεωρητικά εργαλεία, πιο μετρημένες αναφορές και παραπομπές, το βίωμα και το συναίσθημα κυριαρχούν, η αυτομόρφωση μέσα από τις εμπειρίες και τα διαβάσματα διαφαίνεται, ένα autotheory εν βρασμώ, μια διαρκής διερεύνηση του ίδιου του του εαυτού. Τα Αθλητικά ρούχα ψυχικά τραύματα προδότες της τάξης μας είναι πιο κοντά στο δοκίμιο, σίγουρα όχι τυπικό και στεγνό, αλλά πιο μελετημένο και με πιο ξεκάθαρη στοχοθεσία. Ωστόσο, το δεύτερο βιβλίο, ακριβώς λόγω αυτής της αντίφασης θεωρίας και βιώματος, αποδεικνύεται πιο σκληρό, πιο διαβρωτικό στα υποστυλώματα του βωμού της γαματοσύνης.
Τα βιβλία αυτά αποτελούν ένα πολύ καλό παράδειγμα σε κάτι που σκέφτομαι τον τελευταίο καιρό και ίσως κάποια στιγμή το αναλύσω περισσότερο. Δεν είναι μια σκέψη καινοτόμα, περισσότερο είναι μια παρατήρηση με αφορμή τον τρόπο με τον οποίο επιλέγουν οι αναγνώστες γύρω μου τα διαβάσματά τους. Διακρίνω δύο κατηγορίες, επίμονα εγκλωβισμένος στα δίπολα, εκείνους που έτσι τα βρήκανε και έτσι θέλουν να τα αφήσουν, με σύμμαχο τη θεωρία και την απόσταση επιμένουν πως τίποτα το αξιόλογο πια δεν γεννιέται, βολεμένοι στην ασφάλεια της συντήρησης που σε κάθε ευκαιρία τους υπενθυμίζει πόσο σπουδαίοι είναι, και εκείνους που στην ανάγνωση ζητούν να δοκιμάσουν νέες γεύσεις, ακόμα και αν αυτές, όπως στην περίπτωση του Χάντερ αποδεικνύονται πικρές και δυσκολοχώνευτες. Προφανώς η παρατήρηση αυτή έχει αξιολογικό πρόσημο.
Ο Χάντερ δεν πουλάει μια αλήθεια, μόνη και πλήρη, αλλά αντίθετα επενδύει στη διαρκή αμφιβολία, στη δυσανεξία της βολής σε μια αναπαυτική θέση. Ακριβώς επειδή νιώθει συγγένεια και πίστη για τους ανθρώπους που μάχονται, τους επιτίθεται με τον τρόπο του, τους καλεί να τσεκάρουν ξανά τη θέση τους, να αναρωτηθούν αν πραγματικά στέκονται απέναντι, αν όντως δεν είναι όλα αυτά που καταλογίζουν στους απέναντι, αν δεν έχουν χαθεί στη ρητορική που ισχυρίζεται πως ο καθένας λαμβάνει αυτό που του αξίζει, αν είναι διατεθειμένοι να θέσουν εν αμφιβόλω τη γαματοσύνη τους, αν διαθέτουν την επίγνωση πως η πραγματική αλλαγή, η κοινωνική δικαιοσύνη, είναι κάτι που απαιτεί διαρκή αναστοχασμό και όχι παγιωμένες θέσεις, αν είναι ικανοί να σταματήσουν λίγο να μιλάνε εξ ονόματος των άλλων για να τους ακούσουν, αν διαπραγματεύονται το ενδεχόμενο να κάνουν ή να πιστεύουν κάτι λάθος. Και δεν αφήνει τον εαυτό του στο απυρόβλητο.
Ναι, στα δύο αυτά βιβλία υπάρχουν πράγματα που ποτέ δεν είχα σκεφτεί, που ποτέ δεν είχα την ανάγκη να σκεφτώ, δεν μιλώ με όρους σωστού και λάθους, ωστόσο, όχι τουλάχιστον με όρους μονιμότητας και αλάθητου, αλλά για μια δυναμική και διαρκώς μεταβαλλόμενη συνθήκη, κάτι που σε μια εποχή μου αρέσει/δεν μου αρέσει, που πολλοί πιστεύουμε πως ξέρουμε τα πάντα, πως στεκόμαστε στη σωστή πλευρά της κοινωνίας και της ιστορίας, είναι κάτι το επαναστατικό να νιώσεις ένα ράπισμα, να ταρακουνηθείς, να πεις: ίσως και να μην ξέρω τελικά, ίσως να πρέπει να ακούσω, ίσως να πρέπει να αναθεωρήσω· να πεις: έχω μερίδιο ευθύνης· να πεις: έχω επίγνωση των προνομίων μου, και προνόμιο σημαίνει μη προνόμιο για κάποιον άλλον.
Δεν ξέρω αν το κείμενο αυτό μου βγήκε πιο χαοτικό ή προσωπικό από όσο ίσως θα είχα την πρόθεση όταν κάθισα μπροστά στην οθόνη. Είμαι ωστόσο σίγουρος πως αυτά τα δύο βιβλία με πήραν και με σήκωσαν, δεν μιλώ για απόλαυση εδώ, κάθε άλλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου