"Θα βγαίναμε έξω για φαγητό. Δεν θα πω σε ποιο εστιατόριο, γιατί τότε την επόμενη φορά θα 'ναι μάλλον φίσκα στον κόσμο που θα 'χει έρθει για να δει μήπως είμαστε κι εμείς εκεί. Τραπέζι είχε κλείσει ο Σερζ. Αυτός το κανονίζει πάντα, αυτός κλείνει τραπέζι. Το εστιατόριο είναι απ' αυτά που πρέπει να τηλεφωνήσεις τρεις μήνες νωρίτερα - ή έξι, ή οχτώ, έχω χάσει τον λογαριασμό πια."
Αποφεύγω επίμονα να γράφω για βιβλία που μου φάνηκαν μέτρια, αρνούμαι να ξοδέψω περαιτέρω χρόνο από εκείνον της ανάγνωσης. Δε μετανιώνω όμως ποτέ και παρατάω εξαιρετικά σπάνια γιατί πιστεύω βαθιά πως για την ανάπτυξη και θωράκιση του αισθητικού κριτηρίου απαιτείται η μέγιστη δυνατή ποικιλία ερεθισμάτων. Το Δείπνο, του Ολλανδού Χέρμαν Κοζ, αποτελεί όμως ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα κατάρρευσης του ορίζοντα προσδοκιών που ως αναγνώστης είχα δημιουργήσει, κρατώντας στα χέρια μου το βιβλίο και διαβάζοντας την οπισθόφυλλη περίληψη.
Κάποτε, διατηρούσα μια εβδομαδιαία στήλη σε ένα ηλεκτρονικό περιοδικό, είχε τον τίτλο: Ανάγνωση σε δύο χρόνους. Η ιδέα ήταν η εξής: χώριζα την ανάγνωση στα δύο, στο πριν και το μετά. Την πρώτη εβδομάδα το Πριν: σκέψεις, συναισθήματα, οι λόγοι που με οδήγησαν στο επόμενο βιβλίο· ανάμεσα σε όλα τ' άλλα, όχι πάντα φανερά, τρύπωναν στα κείμενα εκείνα και οι αναγνωστικές προσδοκίες, αναπόφευκτα. Έμοιαζε - ίσως και να ήταν κιόλας - με ένα παιχνίδι προβλέψεων, μία επιβράδυνση του χρόνου πριν από το γύρισμα της πρώτης σελίδας. Μια βδομάδα ύστερα ακολουθούσε το Μετά.
Το περιοδικό ανέστειλε μέχρι νεωτέρας τη λειτουργία του, η στήλη μπήκε σε προσωρινή(;) αργία, όμως από εκείνη τη σύντομη εμπειρία κάτι απέμεινε· το Πριν, έστω και σε μορφή προφορική, κατέχει θέση ξέχωρη πια στην αναγνωστική διαδικασία, επεκτεινόμενο αρκετά πέρα από την απλή πίστη σχετικά με την προσδοκόμενη απόλαυση.
Πριν διαβάσω το Δείπνο λοιπόν, σκεφτόμουν/φαντασιωνόμουν τα εξής: Ένα οικογενειακό δράμα βορειοευρωπαϊκού στυλ, στα πρότυπα των σκανδιναβικών, με την αρχική ευγένεια και εσωστρέφεια να υποχωρούν σταδιακά και να προετοιμάζουν το έδαφος για την εκτόνωση, την κορύφωση του δράματος, την αποδόμηση των συμβάσεων της οικογενειακής/κοινωνικής συνοχής και ισορροπίας, την απελευθέρωση συναισθημάτων αληθινών, την ανάδυση των μυστικών στην επιφάνεια και, τελικώς, την κάθαρση. Συνοδευτικά: την ψυχρότητα στο βλέμμα, την αυτοκυριαρχία, το ελεγχόμενο - μέχρι την έκρηξη - πάθος. Μια Οικογενειακή Γιορτή δηλαδή, στον αντίποδα του νότιου ταπεραμέντου που μας περικλείει.
Ελάχιστα από τα παραπάνω βρήκα.
Και τώρα το μετά: Βρήκα το κείμενο αρκετά άνευρο, δίχως ουσιαστική κορύφωση, παρά μόνο μια τεχνητή, αποσχισθείσα θαρρείς από κάποιο εγχειρίδιο δημιουργικής γραφής. Ασφαλή flashback, δίχως αφηγηματικό ρίσκο, στερεοτυπικά εν πολλοίς και φλύαρα στην πορεία του βιβλίου, με ελάχιστη προσφορά στην τελική έκβαση παρά την απόπειρα για ένα τέλος ανοιχτό σε εξηγήσεις και ερμηνείες, μια επιδίωξη αποτυχημένη. Τα κοινωνικά θέματα θίγονται με έναν τρόπο αρκετά απλοϊκό και επιφανειακό, συμπληρωματικό ή μάλλον διακοσμητικό στο κυρίως μενού. Ένας κεντρικός αφηγητής που επιμένει να μην αποκαλύπτει λεπτομέρειες σχετικά με ονόματα και τοποθεσίες, δίχως προφανή αιτία από τη στιγμή που η ταυτότητα του αδερφού του - υποψήφιου πρωθυπουργού - είναι γνωστή από την πρώτη στιγμή. Οι σελίδες πάντως γυρίζουν εύκολα.
Θυμήθηκα μια άλλη ταινία όμως, όχι σκανδιναβική, αλλά προερχόμενη από τη Ρουμανία -απ' όπου έρχονται καλές ταινίες αρκετά συχνά. Πρωτότυπος τίτλος: Pozitia Copilului (Εδώ το τρέιλερ.), ενώ στη χώρα μας βγήκε στις αίθουσες ως Οικογενειακή Υπόθεση. Ένα οικογενειακό δράμα, συγγενούς θεματικής με το Δείπνο, με ένα σενάριο σφιχτοδεμένο και τη Luminita Gheorghiu σε μια συγκλονιστική ερμηνεία. Βραβευμένη με Χρυσή Άρκτο. Δύο εκτελέσεις μιας αντίστοιχης ιδέας, τόσο διαφορετικές μεταξύ τους, απόδειξη πως μια ιδέα δεν είναι ποτέ αρκετή από μόνη της.
Οι προσδοκίες είναι συχνά υπερβολικές και ανεδαφικές, όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση δε νομίζω πως ισχύει κάτι τέτοιο, το οπισθόφυλλο και οι πρώτες γραμμές σκιαγραφούσαν ένα συγκεκριμένο πλαίσιο που διαμόρφωσε εν πολλοίς τον προσωπικό ορίζοντα προσδοκιών. Ύστερα αυτός κατέρρευσε.
Μετάφραση Μαρία Αγγελίδου.
Εκδόσεις Μεταίχμιο.
Κι εμένα, η λέξη "δείπνο" μου φέρνει στο νου κινηματογραφικές εικόνες, κυρίως, με πρώτη τη (συγκλονιστική) Οικογενειακή γιορτή, που μνημονεύετε κι εσείς, επίσης Το Μεγάλο Φαγοπότι, τον αριστουργηματικό Εξολοθρευτή Αγγελο του Μπουνιουέλ (με κάποιον τρόπο) μεταξύ άλλων, όπως επίσης το πολύ καλό βιβλίο Dolce Agonia της Nancy Huston.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας καταλαβαίνω απόλυτα, γιατί κι εγώ θα είχα τις ίδιες απαιτήσεις με σας. Τύχαινε να σας διαβάζω στο Bookstand και βρίσκω να έχει μεγάλο ενδιαφέρον το Πριν και το Μετά ενός βιβλίου που είχατε θεσπίσει.
Συμβαίνει συχνά γαρ να απομυθοποιούνται και να καταρρέουν οι (μεγάλες) προσδοκίες μας από ένα ανάγνωσμα ή ακόμα κι από ένα κινηματογραφικό έργο.
κ.κ.
Το διάβασα κι εγώ και συμφωνώ απολύτως με την άποψή σου. Μας χρειάζεται να διαβάζουμε και μπακατέλες για να έχουμε μέτρο σύγκρισης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρ' όλες τις αδυναμίες, πιστεύω ότι το βιβλίο έχει αρκετά θετικά, όπως φαίνεται και στη δική μου ανάρτηση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ανάρτησή μου εδώ
ΑπάντησηΔιαγραφήΧμ, δεν ξέρω. Αρκετά επιφανειακή αναφορά σε πλήθος κοινωνικών ζητημάτων, δίχως ουσία. Σεβαστή η γνώμη σας όμως. Ευχαριστώ πολύ για το σχόλιο.
Διαγραφή