Μια αστρολόγος μου έστειλε ένα email, είχε, λέει, σημαντικά νέα να μου ανακοινώσει σχετικά με το άμεσο μέλλον μου. Έβλεπε πράγματα που εγώ δεν μπορούσα να δω: τα προσωπικά μου στοιχεία είχαν περιέλθει στην κατοχή της, δίνοντάς της τη δυνατότητα να μελετήσει τους πλανήτες για λογαριασμό μου. Ήθελε να μ' ενημερώσει ότι στο γενέθλιο χάρτη μου αναμενόταν σύντομα μια σημαντική μετάβαση.
Διαβάζοντας το Περίγραμμα, το πρώτο βιβλίο της τριλογίας της Κασκ, σκεφτόμουνα πως η Φαίη λειτουργεί κυρίως ως παρατηρήτρια, αφήνοντας να αποκαλυφθεί για εκείνη αυτό στο οποίο ο τίτλος εύστοχα αναφέρεται, και που για κάποιο λόγο, παρότι άσχετο εντελώς με την υπόθεση, συνειρμικά εξακολουθεί να μου φέρνει στον νου το ανθρώπινο περίγραμμα στην άσφαλτο ή στο πεζοδρόμιο μετά από το έγκλημα. Στη Μετάβαση, όχι ακριβώς αντίθετα, αλλά μάλλον συνεκδοχικά, η Φαίη, έστω και έμμεσα, αναφέρει περισσότερα στοιχεία για εκείνη, επιτρέποντας στον αναγνώστη να σχηματίσει μια, φαινομενικά τουλάχιστον, πιο ακριβή εικόνα για τον χαρακτήρα της, για τον τρόπο με τον οποίο σχετίζεται με τους άξονες της καθημερινότητάς της, τα παιδιά της και τη δουλειά της για παράδειγμα, το πώς βλέπει η ίδια καταστάσεις όπως η φιλία ή το φλερτ, πώς διαχειρίζεται κοινωνικές σχέσεις όπως οι ενοχλητικοί γείτονες ή το συνεργείο που έχει αναλάβει την ανακαίνιση του σπιτιού της.
Η Φαίη που στο Περίγραμμα έμενε σ' ένα Airbnb κατά τη μηνιαία παραμονή της στην Αθήνα, επιστρέφοντας στο Λονδίνο αποφασίζει να αγοράσει ένα σπίτι, απόφαση που κατέχει οργανική θέση στη Μετάβαση, και όχι απλώς και μόνο σημειολογικά. Πράξη αυτονομίας και περαιτέρω ενηλικίωσης, πράξη με όρους όχι μόνο αισθητικούς και πρακτικούς αλλά και χρηματοοικονομικούς, μια κατάσταση που εμπεριέχει την έννοια της μονιμότητας. Προφανώς για όλα αυτά ο μέλλοντας χρόνος μάλλον θα γελάει με την αφέλεια κάποιου που σήμερα σκέφτεται με όρους μονιμότητας και σταθερότητας, αλλά η αίσθηση είναι παρούσα στο τώρα, ασχέτως του πώς θα εξελιχθούν τελικά τα πράγματα. Αυτή η αίσθηση, αυτή η μετάβαση της Φαίη προς κάτι καινούριο, προς κάτι διαφορετικό, τα πράγματα που πρέπει να κανονίσει, οι λεπτομέρειες και οι ανατροπές των χρονοδιαγραμμάτων, ενώ παράλληλα η καθημερινότητα κινείται με τους ίδιους γνωστούς, καθόλου υπομονετικούς, ρυθμούς, με τα δικά της απρόοπτα, είναι ο πυρήνας αυτού του βιβλίου, αυτής της περιόδου της ζωής της Φαίη.
Μια αμφιθυμία με διακατέχει, αμφιθυμία που σε αυτό το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας οξύνθηκε. Κι ενώ μου είναι εύκολο να απαριθμήσω τα όσα μου αρέσουν και με έλκουν στη γραφή της Κασκ, ο τρόπος με τον οποίο παρατηρεί τα πράγματα, η λογοτεχνικότητα με την οποία καταγράφει την καθημερινότητα της Φαίη, η αίσθηση πως όλο αυτό αφορά το τώρα, για να απαριθμήσω κάποια από αυτά, δεν ισχύει το ίδιο όταν επιχειρώ να διακρίνω τι είναι εκείνο που με ενοχλεί, εκείνο το χαλικάκι που εμποδίζει το αναγνωστικό βάδισμα. Πρώτη στη λίστα των πιθανών οχλήσεων βρίσκεται η απόσταση ανάμεσα στην αφηγήτρια και στη ζωή της, αυτό το κενό μεταξύ γραφής και ζωής, αυτή η συναισθηματική αποστασιοποίηση, το παγωμένο βλέμμα της παρατηρήτριας, που μοιάζει να παρακολουθεί από κάπου ψηλά τη ζωή της και να αναμεταδίδει, σχολιάζοντας παράλληλα, τα συμβάντα. Όμως αυτό είναι που προσδίδει την απαραίτητη λογοτεχνικότητα στο κείμενο, εκείνο που το απομακρύνει από ένα απλό ημερολόγιο χωρίς αναγνωστικό ενδιαφέρον. Ίσως λοιπόν με ενοχλεί η ίδια η αφηγήτρια, ο τρόπος της, ίσως αυτή η απόσταση να αποτρέπει τόσο την ταύτιση μαζί της όσο και την ενσυναίσθηση, και όμως δεν μπόρεσα να αφήσω το βιβλίο από τα χέρια μου, δεν μπορώ να περιμένω να διαβάσω τη συνέχεια. Δεύτερη στη λίστα έρχεται η αληθοφάνεια, η αυτοβιογραφική χροιά, η επινοημένη περσόνα πίσω από την οποία θα κρυφτεί η συγγραφέας. Η αίσθηση πως αυτό που διακυβεύεται έχει συμβεί στην πραγματικότητα, αίσθηση γνώριμη στους αναγνώστες λογοτεχνίας, εδώ είναι πιο έντονη, αποτελώντας σχεδόν βεβαιότητα. Η τρίτη εξήγηση είναι μια πιθανή υποσυνείδητη -ανεξήγητη έστω- αμφιβολία σχετικά με τη λογοτεχνική αξία του βιβλίου, με το ίχνος που αυτή η ανάγνωση είναι ικανή να αφήσει πίσω της αφού γυρίσει η τελευταία σελίδα και το βιβλίο πάρει τη θέση του στη βιβλιοθήκη.
Δεν ξέρω αν έχει νόημα η περισυλλογή αυτή, δεν ξέρω αν μπορεί κανείς με λογικομαθηματικά βήματα να καταλήξει σε ένα ναι ή σε ένα όχι, στέρεο και απόλυτο χωρίς ναι μεν, αλλά. Εκείνο για το οποίο είμαι σίγουρος όμως είναι πως δεν υπάρχει χειρότερος χαρακτηρισμός για ένα μυθιστόρημα -στην προκειμένη περίπτωση- από το αδιάφορο. Αντίθετα, ένα μυθιστόρημα το οποίο προκαλεί τόσο έντονα συναισθήματα, ιδιαίτερα όταν αυτά διακρίνονται από τη δυναμική της ευθείας αντίθεσης, τότε σίγουρα κάτι καλό έχει κάνει η συγγραφέας.
Μετάφραση Αθηνά Δημητριάδου
Εκδόσεις Gutenberg
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου