Σχετικά πρόσφατα, οι εκδόσεις Δώμα σύστησαν για πρώτη φορά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό έναν σπουδαίο της γερμανικής λογοτεχνίας, τον Βάλτερ Κεμπόφσκι. Η κυκλοφορία του κύκνειου άσματος του γεννημένου το 1929 συγγραφέα υπήρξε ένα από τα πλέον σημαντικά στιγμιότυπα της εγχώριας βιβλιοπαραγωγής της προηγούμενης χρονιάς. Παρότι η μετάφραση της Δέσποινας Κανελλοπούλου έγινε από το γερμανικό πρωτότυπο, για τον τίτλο, επιλέχθηκε εκείνος της αγγλικής έκδοσης (All for nothing) αντί της γερμανικής (Alles umsonst, Όλα μάταια).
Γενάρης, 1945. Το ανατολικό μέτωπο καταρρέει, οι Ρώσοι προελαύνουν. Στο Γκεόργκενχοφ ο αχός της επέλασης ακούγεται καθαρά. Εκεί βρίσκεται το αρχοντικό της οικογένειας φον Γκλόμπιχ. Ο πατέρας, αξιωματικός της Βέρμαχτ, απουσιάζει εδώ και μήνες στην Ιταλία. Η μητέρα, διαρκώς κουρασμένη, μάταια αναζητά την ησυχία. Ο δωδεκάχρονος Πήτερ διάγει έναν βίο μοναχικό, καθώς τα παιδιά του γειτονικού οικισμού δεν είναι του επιπέδου του, ακόμα και τα μαθήματα τα κάνει κατ' οίκον. Γύρω από τον στενό οικογενειακό πυρήνα κινείται μια ομάδα προσώπων, που φροντίζει να μη διαταράσσεται η οικιακή ρουτίνα, να μη λείπει τίποτα παρά την ολοένα και πιο δύσκολη καθημερινότητα. Τα νέα που φτάνουν είναι αντιφατικά, τα καραβάνια των Γερμανών προσφύγων ολοένα και πυκνώνουν, η μητέρα, πατέρα απόντος αρχηγός, καλείται να πάρει μια δύσκολη απόφαση.
Με σημείο αναφοράς το αρχοντικό της οικογένειας φον Γκλόμπιχ, με το πρόθεμα φον να υπονοεί μια, έστω και μακρινή, αριστοκρατική καταγωγή, ο Κεμπόφσκι αργά και σταθερά θα οικοδομήσει τον μικρόκοσμο του Γκεόργκενχοφ, λίγα μόλις χιλιόμετρα από το πεδίο των μαχών. Η προπαγάνδα ρίχνει βαριά τη σκιά της στην πρόσληψη των πραγματικών γεγονότων, η σκέψη και μόνο για εγκατάλειψη και φυγή αποδεικνύει έλλειψη εμπιστοσύνης στην πατρίδα και τον στρατό που μάχεται σκληρά απέναντι στους Κόκκινους. Ο συγγραφέας, ευφυώς, επιλέγει να γνωρίσει καλά στον αναγνώστη τους ενοίκους του αρχοντικού, πριν επιταχυνθεί η εξέλιξη της πλοκής, καθώς επιθυμεί τη δημιουργία ενός έντονου συναισθηματικού δεσμού μεταξύ τους, ώστε να μικρύνει η απόσταση που χωρίζει την πολυθρόνα του αναγνώστη από το Γκεόργκενχοφ λίγο πριν τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Και τα καταφέρνει περίφημα.
Χωρίς να εγκαταλείπει εντελώς την τεχνική του κολάζ, που τον καθιέρωσε στα προηγούμενα έργα του, εκεί που η προσωπική εμπειρία και η επίσημη ιστορία συνυπάρχουν αρμονικά, ο συγγραφέας εδώ καταφεύγει σχεδόν αποκλειστικά στη μυθοπλασία, αφήνοντας στην άκρη, ως υπόνοια και μόνο, την υποκειμενική μαρτυρία. Η τοποθέτηση του αρχοντικού στο επίκεντρο της πλοκής ως ενός βασικού χαρακτήρα της, φέρνει στο μυαλό του αναγνώστη το σπουδαίο μυθιστόρημα της Τζέννυ Έρπενμπεκ, Η δοκιμασία (μτφρ. Αλέξανδρος Κυπριώτης, Καστανιώτης). Εκεί, μέσα από την εναλλαγή των ενοίκων και των ιδιοκτητών ενός σπιτιού, η Γερμανίδα συγγραφέας αναβιώνει με έναν μοναδικό τρόπο όλη τη γερμανική ιστορία του εικοστού αιώνα. Τα δύο βιβλία κυκλοφόρησαν σχεδόν ταυτόχρονα στη Γερμανία.
Στο Όλα για το τίποτα ο Κεμπόφσκι, κινούμενος έκκεντρα του μετώπου της μάχης, καταφέρνει να μεταφέρει τον πολεμικό απόηχο, το κλίμα που επικρατεί σε απόσταση αναπνοής, εκεί που η αγωνία και ο εφησυχασμός ανταγωνίζονται να επικρατήσουν έχοντας συμμάχους τις φήμες, την προπαγάνδα και την έλλειψη γνώσης. Άλλωστε, ποτέ άλλοτε, όσο κατά τη διάρκεια ενός πολέμου, η ανθρώπινη ζωή δεν λογίζεται τόσο φτηνή και αναλώσιμη. Ο συγγραφέας, παρότι παραδίδει ένα βαθιά πολιτικό βιβλίο, αρνείται να πάρει θέση, να διαλέξει πλευρά, να βαφτίσει καλούς και κακούς. Εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι τα βατράχια που την πληρώνουν όταν μαλώνουν τα βουβάλια, η ευκολία με την οποία αλλάζει κατεύθυνση ο άνεμος παρά τις καθησυχαστικές προβλέψεις των πάσης φύσεως μετεωρολόγων.
Το Όλα για το τίποτα είναι ένα σημαντικό μυθιστόρημα. Και είναι σημαντικό γιατί το ιστορικό και πολιτικό του βάρος δεν συνθλίβει τον λογοτεχνικό αυχένα, πετυχαίνοντας να υψώσει μέσα από τα συντρίμμια υψηλή λογοτεχνία, επιπέδου Χάινριχ Μπελ ή Χανς Έριχ Νόσακ. Ο Κεμπόφσκι ήταν ένας ακόμα Γερμανός συγγραφέας στρατευμένος στον αγώνα ενάντια στη λήθη, ένας συγγραφέας που αξίζει να γνωρίσει κανείς.
υγ. Για τη Δοκιμασία περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ, για το έργο του Μπελ εδώ και για εκείνο του Νόσακ εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου