Πέμπτη 14 Μαρτίου 2013
Όποιος αγαπά μισεί - Silvina Ocampo/ Adolfo Bioy Casares
Ο Ουμπέρτο Ούμπερμαν, ομοιοπαθητικός ιατρός αλλά και ερασιτέχνης διασκευαστής κλασικών έργων για τον κινηματογράφο, αποφασίζει να πάει διακοπές κάπου ήσυχα, σκοπεύοντας να συνδυάσει την ξεκούραση με τις κατάλληλες εκείνες συνθήκες που θα του επιτρέψουν να αφιερωθεί στο Σατυρικό του Γάιου Πετρώνιου. Το Μπόσκε ντελ Μαρ, απομονωμένο θέρετρο γνωστό για τα λουτρά του, φαντάζει ιδανικό. Λίγες μέρες μετά την άφιξή του, μια αμμοθύελλα θα αποκόψει το ξενοδοχείο από τον έξω κόσμο. Το επόμενο πρωί, μια νεαρή ένοικος του ξενοδοχείου θα βρεθεί δηλητηριασμένη. Όλοι είναι πιθανοί ένοχοι.
Η Οκάμπο και ο Κασάρες υπογράφουν από κοινού αυτή την αστυνομική νουβέλα, που μοιάζει αρκετά με άσκηση ύφους. Στηρίζονται στις βάσεις της κλασικής αστυνομικής λογοτεχνίας αλλά δεν παραλείπουν να αφήσουν το προσωπικό τους στίγμα, φλερτάροντας διαρκώς με την παρωδία αυτής. Η ανάγνωση αφήνει μια διαρκή αίσθηση αλλαγής κατεύθυνσης της ιστορίας, κάτι που μάλλον οφείλεται στην τακτική που ακολούθησαν οι δύο δημιουργοί κατά τη συγγραφή. Μοιάζει πιθανό η νουβέλα να αποτελεί προϊόν σκυταλοδρομίας μεταξύ των δύο, δηλαδή ο καθένας να έγραφε μέχρι ένα σημείο και από εκεί να συνέχιζε ο άλλος πριν παραδώσει ξανά τη γραφομηχανή, αλλά κάτι τέτοιο δεν παύει να παραμένει απλώς μία υπόθεση. Διατρέχοντας τις σελίδες, ακολουθώντας την εξιχνίαση του εγκλήματος, πέρασα και εγώ στο ρόλο του ερευνητή προσπαθώντας να διακρίνω πιθανά στοιχεία που θα μαρτυρούσαν την ύπαρξη δύο συγγραφέων πίσω από το κείμενο· έρευνα μέσα στην έρευνα.
Η νουβέλα δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο, έχει κάποια σημεία αξιόλογα και τεχνικά είναι άρτια αλλά μάλλον ως εκεί. Η ιστορία δεν είναι ικανή να παρασύρει τον αναγνώστη παρά τις συνεχείς ανατροπές και τους καλοδουλεμένους χαρακτήρες. Η διάθεση για παρωδία δεν επιτρέπει τη δημιουργία της, απαραίτητης στην αστυνομική λογοτεχνία, υποβλητικής ατμόσφαιρας. Ενδιαφέρον έχουν πάντως οι βιβλιοφιλικές αναφορές, κυρίως από τη μεριά του αστυνομικού επιθεωρητή που είναι μέγας λάτρης της λογοτεχνίας. Γενικώς το ενδιαφέρον περιορίζεται μάλλον στο φιλολογικό σκέλος παρά στο λογοτεχνικό.
Η Οκάμπο και ο Κασάρες (Η εφεύρεση του Μορέλ) υπήρξαν ζευγάρι και μαζί με τον κουμπάρο τους, Μπόρχες, συνέθεσαν μια δραστήρια λογοτεχνική ομάδα, υπεύθυνη για τη διαμόρφωση της σύγχρονης αργεντίνικης λογοτεχνίας. Ο Κασάρες με τον Μπόρχες συνυπέγραψαν αρκετά έργα, ενώ οι τρεις τους συνεργάστηκαν στην "Ανθολογία φανταστικής λογοτεχνίας" που κυκλοφόρησε το 1940.
Μετάφραση Πέγκυ Πάντου
Εκδόσεις Αλεξάνδρεια
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Μου θύμισες το Μυθιστόρημα των Τεσσάρων (των παλιών τεσσάρων). Ωραίο τόσο ως πείραμα όσο και ως αποτέλεσμα, με τον Καραγάτση να παραμένει ο προσφιλέστερος στα αναγνώσματά μου και ο πιο ανατρεπτικός κατά τη γνώμη μου. Νομίζω πως πλησιάζει η στιγμή που θα το ξαναπιάσω στα χέρια μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήhomo-inhabilis