Είμαι ένας συγγραφέας σε απόγνωση.
Και αυτή η αντικειμενική κατάσταση έχει καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τις δύσκολες σχέσεις μου με τον έξω κόσμο. Αν είχα μπορέσει να ικανοποιήσω το πάθος μου γύρω από τη συγγραφική τέχνη, δε θα βρισκόμουν στη θέση που βρίσκομαι τώρα.
Για να χειροτερέψω τα πράγματα, είμαι καθηγητής Λογοτεχνίας στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο, όπως και ένας εξαίρετος κριτικός. Δεν υπάρχει τίποτε τόσο απογοητευτικό όσο αυτό: να πρέπει να έρχεσαι, καθημερινά, αντιμέτωπος με έξοχες περιπτώσεις ανθρώπων που είναι ό,τι θα ήθελε κάποιος να είναι και που έχουν καταφέρει αυτό που κάποιος, ποτέ, δε θα καταφέρει. Είναι θλιβερό να διαπιστώνω πως τις χίλιες και μία φορές που προσπάθησα να ξεκινήσω ένα μυθιστόρημα, ποτέ δεν πέρασα στη δεύτερη σελίδα χωρίς να έχω την ακλόνητη πεποίθηση πως αυτό που έγραφα ήταν για πέταμα. Και το ξέρω, γιατί είμαι καλός κριτικός.
Διάβασα αυτές τις πρώτες γραμμές στο παζάρι της πλατείας Κοτζιά, αρκούσαν, το βιβλίο θα με ακολουθούσε μαζί με κάποια ακόμα στο σπίτι, εκεί, το βράδυ αργά, τις διάβασα ξανά. Διάβαζα κάτι άλλο τότε, όμως η αρχή του μονολόγου αυτού εγκαταστάθηκε στη σκέψη μου για τα καλά.
Δεν είναι καν συγγραφέας, γιατί δεν έχει γράψει τίποτε ακόμα, είναι απλώς κάποιος που επιθυμεί να γίνει συγγραφέας και έχει την ατυχία να έχει ανεπτυγμένο το λογοτεχνικό ένστικτο, εκείνο που του επισημαίνει, δίχως καλλωπισμό κανέναν, πως τα προσχέδια του είναι για πέταμα, κριτής που στρέφει τα βέλη της κριτικής στον ίδιο του τον εαυτό, αυτογνωσία. Είναι μαρτύριο, να θέλεις και να ξέρεις πως δε μπορείς, σου στερεί την ελπίδα, την πίστη στο θαύμα, και όμως δε μπορείς να εγκαταλείψεις το όνειρό σου, τη φιλοδοξία να δεις τον εαυτό σου να υπογράφει ένα σπουδαίο μυθιστόρημα, και προσπαθείς να σκαρώσεις ακόμα μια ιστορία, ακόμα ένα προσχέδιο, αποτυχία με ηχητικό χαλί τον πάταγο. Όποια και αν είναι η σύσταση του χαρακτήρα, με τον καιρό η δημιουργία συμπλεγμάτων είναι μάλλον αναπόφευκτη, η μελαγχολία και η τρέλα καραδοκούν, μια αυτοάμυνα συνήθης είναι η επίρριψη των ευθυνών στους άλλους, στις συνθήκες, στη μοίρα. Πρώτος δέκτης πυρών εκείνος/εκείνη που βρίσκεται στο πλευρό του "θύματος", ο χώρος που δημιουργεί η αγάπη αρκετός και πρόσφορος για να ανθίσει το μίσος και η κατηγόρια, μετάθεση ευθυνών.
Θυμάμαι μια φίλη να μου περιγράφει ένα παρόμοιο σκηνικό: γνώρισε κάποτε ένα συγγραφέα/μεταφραστή/κριτικό, τον "αποθέωσε" για μια μετάφρασή του, εκείνος ξίνισε τα μούτρα, συγγραφέα θα ήθελε να τον θεωρούν, όχι μεταφραστή. Είναι λεπτές οι ισορροπίες και η ανάγκη μας για αποδοχή μεγάλη.
Διαβάζοντας τις πρώτες γραμμές, ήξερα και κάτι ακόμα: παρά τη δυνατή εισαγωγή, ως μυθιστόρημα τελικώς δε θα ήταν κάτι το ιδιαίτερο, είναι κάτι που συμβαίνει συχνά. Είχα δίκιο. Αρκετά σκοτεινό, στα όρια του αστυνομικού, με ένα χιούμορ ύπουλο και μαύρο, συγγενικό του γούστου μου, ιδιαιτέρως εγκεφαλικό και παραληρηματικό, με μια ιδέα επιρροής Μαρίας διακριτή, με τη Μαδρίτη παρούσα να φλερτάρει με το παρελθόν του αναγνώστη, ως σύνολο όχι κακό αλλά όχι κάτι το ιδιαίτερο, όμως και μόνο για το κεντρικό σημείο περιστροφής της ιστορίας ξεχωριστό, διαβατήριο ικανό να το διατηρήσει στη μνήμη για καιρό.
Μετάφραση Μαρία Καλφούντζου
Εκδόσεις Οξύ
Μα πού τα ξετρυπώνεις!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαρίνα