Τον Κόνραντ Χάουσμαν δεν τον έχουν απλώς σκοτώσει. Τον έχουν ξεσκίσει -αυτή είναι η σωστή λέξη. Η τομή αρχίζει απ' το κάτω μέρος της κοιλιάς και συνεχίζει προς τα πάνω, για να φτάσει ως την αρχή του στήθους του. Θα πρέπει να χρησιμοποιήθηκε κάποιο εξαιρετικά αιχμηρό αντικείμενο, με ακρίβεια και σταθερότητα χειρουργικού εργαλείου. Μια απόλυτα ευθεία γραμμή. Τα χέρια που την εκτέλεσαν σίγουρα δεν έτρεμαν.
Ο Κόνραντ Χάουσμαν ζούσε μόνος του έξω από το μικρό χωριό Φρίντριχσταντ, στα περίχωρα του Αμβούργου. Χωριό ολλανδικής αρχιτεκτονικής, κληροδότημα των πρώτων κατοίκων, διωχθέντων από τον τόπο τους για λόγους θρησκευτικής πίστης, σε μια πραγματικότητα ευρωπαϊκή, λίγους μόνο αιώνες νωρίτερα. Το θύμα ζούσε μια ζωή αδιάφορη, δίχως ιδιαίτερες κοινωνικές επαφές και προστριβές, απομονωμένος σε μια απόλυτα προσωπική καθημερινότητα, με μόνιμη συντροφιά τον Σιντ, ένα γουρούνι, που ανήκει στην υπό εξαφάνιση ράτσα "Διαμαρτυρόμενο Γουρούνι του Χούζουμ". Η Αγγέλικα, με την οποία διατηρούσαν μια σχέση συναισθηματικά σεξουαλική, αντίκρισε πρώτη το κατακρεουργημένο πτώμα του Κόνραντ, δεμένο στο κρεβάτι σε στάση εσταυρωμένου, με ένα μήλο καλά σφηνωμένο στο στόμα. Τότε ήταν που κάλεσε τις πληροφορίες τηλεφωνικού καταλόγου, ζητώντας το τηλέφωνο ενός ιδιωτικού αστυνομικού, και μιας και δεν είχε κάποια ιδιαίτερη προτίμηση ή απαίτηση, κατέληξε να σημειώνει το όνομα του φτηνότερου όλων, του Κρις Πάπας.
Λίγες μέρες μετά, ένα δεύτερο πτώμα θα βρεθεί στο Αμβούργο, τα σημάδια δείχνουν πως υπάρχει άμεση σύνδεση ανάμεσα στα δύο εγκλήματα, η συνεπωνυμία των θυμάτων, δίχως την ύπαρξη κάποιας συγγένειας, θα περιπλέξει αρκετά την έρευνα.
Ο Χρήστος Παπαδημητρακόπουλος, καταγωγής ελληνικής κατά το ήμισυ εκείνο που παρέχει το επώνυμο και καθορίζει άπαξ και δια παντός την εξωτική εθνικότητα, αποφάσισε να ανοίξει γραφείο ντετέκτιβ στο Αμβούργο. Λίγο αργότερα, στα πρόθυρα της οικονομικής καταστροφής, περιέκοψε τις συλλαβές και τύπωσε νέες κάρτες, ως Κρις Πάπας, με την ελπίδα πως οι υποψήφιοι πελάτες θα εμπιστεύονταν πιο εύκολα κάποιον που έμοιαζε με Αμερικάνο, όπως ο κάθε σωστός ιδιωτικός αστυνομικός άλλωστε. Αναφορά, όχι φωναχτή, σε εκείνους που αναζητούν κάπου αλλού την τύχη τους, αναγκαζόμενοι να συμβιβαστούν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, από επιλογή ή ανάγκη, σε μια νέα πραγματικότητα.
Με προεξέχοντα τον ήρωα, οι χαρακτήρες του Ευσταθιάδη είναι στέρεοι και καλοσχηματισμένοι, διαθέτουν ζωή και πέρα από την κεντρική ιστορία, συνεισφέροντας με τη σειρά τους σε μια διακλάδωση απαραίτητη με επιπλέον διαστάσεις και προεκτάσεις, που απασχολούν γόνιμα τον αναγνώστη, επιτρέποντας στον συγγραφέα να επιτρέψει στον ήρωά του να οδηγήσει το μυστήριο στη λύση του, με ηρεμία και προσήλωση στις κατ' εκείνον λεπτομέρειες, δίχως να αμελεί την διάκριση των ρόλων μεταξύ συγγραφέα και ιδιωτικού αστυνομικού. Άλλωστε, ποτέ μια καλή κεντρική ιδέα δεν αρκεί από μόνη της, ακόμα και αν πρόκειται για ένα μυθιστόρημα νουάρ.
Η τοποθέτηση της ιστορίας στη Γερμανία όχι μόνο εξυπηρετεί αλλά και προσθέτει αρκετούς πόντους στο τελικό αποτέλεσμα. Δεν είναι μόνο η ατμόσφαιρα, η μεγάλη σε έκταση νύχτα, το κρύο, η πρωινή καταχνιά και η ανησυχητικά ήσυχη γερμανική επαρχία που αποτελούν σκηνικό κατάλληλο για την διαλεύκανση μιας στυγερής δολοφονίας· ούτε μόνο το γεγονός πως τα ξενικά ονόματα δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στα γεγονότα, αποστασιοποιημένα της οικείας πραγματικότητας καθώς στέκουν· είναι και το περιθώριο που δίνεται στον συγγραφέα να μας ξεναγήσει σε ένα φαινομενικά αδιάφορο χωριό, όπως το Φρήντριχσταντ, αντιπροσωπευτικό της γερμανικής επαρχίας και γεννημένο σε μια -πιο- σκοτεινή περίοδο για την Ευρώπη, την ίδια στιγμή που από τις ανοιχτές τηλεοράσεις προβάλλονται εικόνες με αναταραχές και διαδηλώσεις στις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Ένα καλοστημένο νουάρ, με ωραία μουσική υπόκρουση και αρκετό Jameson.
(πρωτοδημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)
Εκδόσεις Ωκεανίδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου