Στη ζωή των περισσότερων ανθρώπων υπάρχει ένα σημείο χωρίς επιστροφή το οποίο περνάει απαρατήρητο. Ούτε ο Τζόουνς ούτε εγώ το αναγνωρίσαμε, παρόλο που, σαν τους πιλότους των παλιών αεροπλάνων, της προ αεριωθούμενων εποχής, θα 'πρεπε οι καριέρες μας να μας είχαν κάνει πιο παρατηρητικούς. Εγώ σίγουρα δεν πήρα χαμπάρι τη συγκεκριμένη στιγμή, όταν ξεμάκρυνε ένα μελαγχολικό πρωινό του Αυγούστου στον Ατλαντικό μαζί με τα απόνερα του Μήδεια, ενός φορτηγού πλοίου της Royal Netherlands Streamship Company με προορισμό την Αϊτή και το Πορτ-ω-Πρενς, έχοντας ξεκινήσει από τη Φιλαδέλφεια και τη Νέα Υόρκη. Σ' εκείνη τη φάση της ζωής μου εξακολουθούσα να αντιμετωπίζω σοβαρά το μέλλον μου -ακόμα και το μέλλον του έρημου ξενοδοχείου μου και ενός ερωτικού δεσμού εξίσου έρημου.
Ο Μπράουν, γεννημένος στο Μονακό, θεωρούσε εαυτόν απάτριδα, έως τη στιγμή που βρέθηκε στην Αϊτή, για να επισκεφτεί την μητέρα του, και ένιωσε το αποκαλυπτικό συναίσθημα πως ανήκει κάπου. Ο θάνατός της τον άφησε μοναδικό κληρονόμο ενός ξενοδοχείου σε μια χρυσή εποχή για τον τουρισμό. Τότε γνώρισε τη Μάρτα. Ύστερα ήρθε στην εξουσία ο Πάπα Ντοκ και τη θέση των τουριστών πήρε η παραστρατιωτική οργάνωση των Τοντόν Μακούτ. Ο Μπράουν έφυγε, μαζί με τόσους άλλους, για την Αμερική. Συχνά ένα μέλλον δίχως προσδοκίες είναι χειρότερο ακόμα και από τον φόβο.
Αφήγηση εκ των υστέρων, τη στιγμή που ο πρωταγωνιστής και ο αφηγητής δύνανται να συνυπάρξουν στο ίδιο πρόσωπο, έστω και άνισα. Η επιβίβαση του Μπράουν στο Μήδεια οριστικοποιεί την απόφασή του για επιστροφή στο Πορτ-ω-Πρενς. Ο πεπερασμένος πλωτός κόσμος του φορτηγού πλοίου, με τους ελάχιστους επιβάτες, αποτελεί το ιδανικό σκηνικό γνωριμίας με τα πρόσωπα της ιστορίας· ο Τζόουνς, με το νεφελώδες παρελθόν και τις αμέτρητες, συνήθως αντικρουόμενες, ιστορίες· ο κύριος και η κυρία Σμιθ, εκείνος πρώην υποψήφιος πρόεδρος στις αμερικανικές εκλογές, εκείνη η γυναίκα που κρύβεται πίσω από έναν σπουδαίο άντρα. Αντίθετα με τον αφηγητή που αρνείται να προσδώσει έστω και το ελάχιστο ιδεολογικό υπόβαθρο στην απόφασή του να επιστρέψει, χρόνια μετά σε μια Αϊτή ερημωμένη και επικίνδυνη, υπό την δικτατορία του Πάπα Ντοκ, εκείνοι διαθέτουν κάτι το δονκιχωτικά αφελές, μια έντονη διάθεση να αλλάξουν τον κόσμο, είτε ηγούμενοι της επανάστασης, είτε θεμελιώνοντας ένα κέντρο χορτοφαγίας, έτοιμοι πάντως να τείνουν χείρα βοηθείας προς τον αδύναμο, ή εκείνον που τέλος πάντων θεωρούν αδύναμο.
Η πραγματικότητα που αντικρίζει ο Μπράουν μετά την αποβίβαση είναι μελανότερη απ' ό,τι περίμενε, η πρότερη παρουσία του εκεί δεν τον βοήθησε ούτε ελάχιστα στην ακρίβεια των υποθέσεών του. Άλλωστε, όλα είναι χειρότερα εκ του σύνεγγυς· πάντα. Η κατάσταση δεν είναι δυνατόν να αφήσει ανεπηρέαστο ακόμα και κάποιον όπως ο Μπράουν -που, στιγμές στιγμές, θυμίζει έντονα τον Μερσώ- και να μην τον τραβήξει στο κέντρο της δίνης, εκεί που όλα έρχονται περήφανα στην επιφάνεια για μια τελευταία υπόκλιση πριν χαθούν.
Στέκομαι σε μια λεπτομέρεια, εκεί που ο Μπράουν αναρωτιέται: πώς μπορώ να εμπιστευτώ μια Γερμανίδα, αναφερόμενος στην Μάρτα. Είναι τρομακτικό στα μάτια μου, πώς η Ιστορία, οι γενικεύσεις, τα στερεότυπα ή το αλλότριο μπορούν να μολύνουν τόσο τα συναισθήματα, την εμπιστοσύνη στο προσωπικό.
Οι Θεατρίνοι, χαρακτηριστικό, αν και ίσως παραγνωρισμένο, έργο του Γκράχαμ Γκρίν, είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να ενταχθούν ορθά και αποκλειστικά σε κάποια κατηγορία, γιατί, αν και η πολιτική κατάσταση -της Αϊτής εν προκειμένω- βρίσκεται στο επίκεντρο του μυθιστορήματος, ο Γκριν δεν αδιαφορεί ούτε για το προσωπικό, ούτε για τον μύθο· το αντίθετο μάλιστα, φροντίζει να αποβάλλει τη στείρα και ψυχρή δημοσιογραφική ματιά, κρατώντας μόνο ό,τι -ορθώς- θεωρεί απαραίτητο, επιτυγχάνοντας να σκεπάσει την πραγματικότητα με τον λεπτό πέπλο του μύθου, να μαγέψει τον αναγνώστη, δίχως να τον αποκοιμίσει στη χώρα της φαντασίας.
(πρωτοδημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)
Μετάφραση Κλαίρη Παπαμιχαήλ
Εκδόσεις Πόλις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου