Αθήνα, 1940. Η γερμανική κατοχή είναι προ των πυλών. Ο Κηπουρός Αντώνης Αστεριάδης, υψηλόβαθμο στέλεχος του Υπουργείου Γεωργίας, μαζεύει επιμελώς στοιχεία σχετικά με τους κήπους και τις καλλιέργειες στην περιοχή της Αττικής, με σκοπό τη συγκέντρωση των παρατηρήσεων του σε ένα βιβλίο, που θα αποτελέσει πολύτιμη βοήθεια για τους καλλιεργητές. Με την επισιτιστική κρίση να αποκτά τεράστιες διαστάσεις, αναγκάζεται, οδηγούμενος πάντα από την αίσθηση του προσωπικού χρέους, να ασχολείται ολοένα και περισσότερο με την έρευνα και τη συλλογή δεδομένων. Ο Καιροσκόπος Χάρης Χωματάς, με σπουδές μετεωρολογίας στη Γερμανία, επιστρέφει στην Αθήνα, επιθυμώντας να εξασκήσει στην πράξη τις θεωρητικές γνώσεις που απέκτησε όλα αυτά τα χρόνια στην πόλη του. Με επιμονή, και σε πείσμα των καθημερινών δυσκολιών -απαγορεύσεις κυκλοφορίας, χαρακτηρισμός μετεωρολογικών σταθμών ως στρατιωτικών ζωνών- γυρίζει απ' άκρη σ' άκρη το λεκανοπέδιο, συλλέγοντας μετρήσεις και καταγράφοντας τις παρατηρήσεις που προκύπτουν. Επιθυμεί και αυτός να εκδώσει ένα βιβλίο, σχετικό με τη μετεωρολογία της Αττικής, τα μικροκλίματα και τις δυνατότητες αξιοποίησης των δεδομένων αυτών στην πολεοδομία της πόλης.
Εδώ ο κόσμος καίγεται, θα έλεγε κάποιος -αν όχι η πλειοψηφία δηλαδή-, και οι δυο τους, αντί για υψηλούς στόχους όπως η θεωρητική αντίσταση και οι συζητήσεις για το μέλλον, ασχολούνται με την κηπουρική και τη μετεωρολογία. Κάτι παρόμοιο ίσως έλεγε κάποιος και για τον συγγραφέα, που κάνει ήρωες του μυθιστορήματός του δύο απλούς ανθρώπους αντί να αναζητήσει ήρωες κανονικούς, άλλωστε όλοι οι άλλοι, πλην του Χάρη και του Αντώνη, αποτέλεσαν ενεργά μέλη της αντίστασης, δεν συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, δεν πλούτισαν στη μαύρη αγορά, δεν σιώπησαν. Ναι, καλά.
Πυρήνα του βιβλίου αποτελούν τα λόγια του Καιροσκόπου, λόγια που δεν τόλμησε να αρθρώσει σε μια από τις ελάχιστες συγκεντρώσεις που παρευρέθηκε, νιώθοντας μάλλον άβολα ανάμεσα σε μεγαλοστομίες και ενθουσιώδη σχέδια:
Με τα λόγια δεν πρόκειται ποτέ να γίνει τίποτα. Όχι πολιτικολογίες και θεωρίες. Είσαι ζωγράφος; Από σένα περιμένω να ζωγραφίσεις τους καλλίτερους πίνακες. Είσαι αρχιτέκτονας; Να σχεδιάσεις τα ωραιότερα σπίτια. Είσαι βιομήχανος; Να παράγεις όσο αρτιότερα προϊόντα μπορείς. Κοιτάω τη δουλειά μου και την επιστήμη μου όχι επειδή δεν νοιάζομαι για το τι γίνεται γύρω μου, αλλά επειδή έτσι μπορώ να προσφέρω και στον εαυτό μου και στους άλλους. Μόνο αν η πολεοδομία υιοθετήσει τα μετεωρολογικά πορίσματα, θα έχει νόημα μια τέτοια προσπάθεια. Κι αυτό δεν έχει να κάνει με Κατοχή, με αντίσταση ή όχι, με βασιλεία, με κομμουνισμό ή με οποιαδήποτε καθεστώτα ή ιδεολογίες.
Το μυθιστόρημα, χωρισμένο σε πέντε ετήσια κεφάλαια, από το 1940 μέχρι και το 1944, αποτελεί μια συρραφή αποσπασμάτων, προερχομένων κυρίως από τις σημειώσεις των δύο πρωταγωνιστών, ένα ιδιότυπο ημερολόγιο με φόντο την κατοχή και την αθηναϊκή καθημερινότητα, μα με άξονα περιστροφής την πίστη τόσο του Κηπουρού, όσο και του Καιροσκόπου, στην πρόοδο μέσα από την επιστήμη, τη συνειδητή θέση μάχης που παίρνουν, την εκπλήρωση του χρέους απέναντι στον εαυτό και το σύνολο. Μια μέθοδος συγγραφής που αρχικώς πιθανόν να ξενίσει τον αναγνώστη, μα γρήγορα αποδεικνύεται ιδανική για να υπηρετήσει το στόχο του συγγραφέα και δίνει ένα βιβλίο ολοζώντανο, γειωμένο, βαθιά πολιτικό, δίχως συνθήματα και φωνές, επίκαιρο. Ο Φύσσας δεν πέφτει στην παγίδα μήτε του διδακτισμού, μήτε της επαναστατικότητας, επιμένει στην προσωπική έρευνα ως βάση για να συλλέξει τα απαραίτητα στοιχεία, μαρτυρίες και πίνακες, που συνθέτουν το αναγκαίο ιστορικό πλαίσιο, κατασκευάζοντας ένα παράλληλο ημερολόγιο κατοχής. Εμπιστεύεται την έμπνευση τόσο κατά τη συγγραφή της ιστορίας των δύο μυθιστορηματικών χαρακτήρων, όσο και κατά το τελικό στήσιμο αυτής, μη διστάζοντας να επέμβει εν μέσω αγκυλών και παρενθέσεων, για να σχολιάσει, να αντιπαραβάλει το παρόν ή να σπάσει τον χρονικό άξονα αυτού του ακριβώς χρονικά τοποθετημένου Αθηνογραφήματος. Ένα σπουδαίο βιβλίο.
(Πρωτοδημοσιεύτηκε στα Χανιώτικα Νέα)
Εκδόσεις βιβλιοπωλείον της Εστίας
Φαίνεται πολύ ενδιαφέρον...
ΑπάντησηΔιαγραφή