Ο Πολ έκανε μια γκριμάτσα κούρασης και σήκωσε το χέρι του σαν να ήθελε να διώξει ακόμα και την ιδέα να επεκταθούν στο θέμα που άθελά του ο ίδιος είχε προκαλέσει. Γύρισε, όμως, και την κοίταξε τρυφερά. Κοιτάχτηκαν. Αντάλλαξαν για χιλιοστή φορά εκείνη τη συνωμοτική ματιά που τους είχε κρατήσει όρθιους όλα αυτά τα χρόνια. Κι ένιωσαν, πάλι, για μερικά δευτερόλεπτα στα γερασμένα σώματά τους αυτή την κρυφή, καταδική τους ηδονή, αυτή τη σχεδόν ερωτική απόλαυση που εκλυόταν αβίαστη, ακάλεστη, κάθε φορά που έκριναν μαζί τον κόσμο και τα πράγματα, χωρίς να πολυνοιάζονται ποιου απ' τους δύο η γνώμη θα επικρατήσει· και το κυριότερο χωρίς καθόλου να ανησυχούν μήπως ο σύντροφός τους εκείνη την ώρα "έχει κάτι διαφορετικό στο μυαλό του". (Η Λόρα πάντα θυμόταν κάτι άλλο, ο Πολ πάντα συζητούσε κάτι ακόμα. Η Λόρα πάλευε, ο Πολ ξέφευγε.)Λόρα Μαρξ και Πολ Λαφάργκ, ένα από τα πλέον γνωστά ζευγάρια της (πολιτικής) ιστορίας, η κόρη ενός από τους σημαντικότερους και επιδραστικότερους πολιτικούς φιλοσόφους, εκείνος, μεταξύ άλλων, συγγραφέας του Δικαιώματος στην Τεμπελιά, δοκίμιο που μπόλιασε -και συνεχίζει να μπολιάζει- τη σκέψη τόσων και τόσων αναγνωστών ενάντια στην εξουθενωτική εργασία στο βωμό της κατ' όνομα προόδου, που δεν περιλαμβάνει τον παράγοντα άνθρωπο στην εξίσωσή της. Μια ιστορία ερωτική και ταυτόχρονα πολιτική, μια ιστορία γεμάτη από θεωρία, δράση, ουτοπία, ελπίδα, πίστη, δυσκολίες και απογοητεύσεις. Κυρίως απογοητεύσεις. Το βάρος, ασήκωτο και διαρκώς παρόν, πως εκείνοι οι δύο, παρά τις ιδέες τους, παρά την αλληλεγγύη τους στους κολασμένους αυτής της γης, ποτέ δεν υποχρεώθηκαν να υποστούν όσα αυτοί, ζώντας μια ζωή, θαρρείς, παράλληλα με τον πόνο και τη δυστυχία της ανέχειας και της εξαθλίωσης. Γνώρισαν την απώλεια τριών παιδιών, για την οποία κατηγόρησαν τον εαυτό τους, ψυχράνθηκαν, απορροφήθηκαν από τη δράση παραμελώντας ο ένας τον άλλον, όμως έμειναν μαζί μέχρι το τέλος, το κοινά σχεδιασμένο τέλος.
Ο Άρης Μαραγκόπουλος δεν επιθυμεί να υποδυθεί τον ιστορικό, καταφεύγει στη μυθιστορία για να κατευνάσει τους δαίμονες και να ικανοποιήσει την έλξη που νιώθει για την ιστορία του Πολ και της Λόρα, εδώ και πολλά χρόνια, όταν είκοσι έξι ετών πρωτοδιάβασε το Δικαίωμα στην τεμπελιά, και από τότε, σε κάθε βιβλίο του, σε κάθε ιστορία που διηγήθηκε, πάντοτε υπήρχε η αναφορά σε εκείνους τους δύο. Ένα σχέδιο φιλόδοξο, επιτυχώς υλοποιημένο, εξαιτίας του πάθους του για τη συγκεκριμένη ιστορία και όχι μόνο λόγω της δεδομένης ικανότητας του συγγραφέα. Η ερωτική ιστορία και η Ιστορία κάνουν κύκλους, επαναλαμβάνονται, οι άνθρωποι υποπίπτουν στα ίδια λάθη, παθιάζονται το ίδιο έντονα, επιμένουν και απογοητεύονται. Η μυθιστορία του Μαραγκόπουλου, με άλλα ονόματα και μεταγενέστερους χρόνους εξέλιξης, θα μπορούσε να είναι μια σύγχρονη ιστορία αγάπης και πολιτικής, και ίσως να είναι και αυτή μία από τις κινητήριες δυνάμεις που ώθησαν τον Μαραγκόπουλο να απομακρυνθεί από το σήμερα, το ιστορικό σήμερα του κοντινού παρελθόντος, για να ερμηνεύσει, να κατανοήσει, να δείξει όσα συνέβησαν και συνεχίζουν να συμβαίνουν, με κέντρο τον άνθρωπο, τη μονάδα, τον έρωτα, και σε δεύτερο κάδρο, μέσα στον ίδιο καμβά, το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, να προσεγγίσει το ένα και μοναδικό ζητούμενο: μπορεί να αλλάξει αυτός ο κόσμος, να εξαλειφθεί η αδικία, να αποδοθεί η δικαιοσύνη;
Έρευνα και γνώση, αφηγηματική ικανότητα και πάθος, αυτοί είναι οι τέσσερις πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίζεται το τελευταίο αυτό βιβλίο του Μαραγκόπουλου. Αφήγηση γενναιόδωρη, φόρμα κλασική, που ωστόσο μοντερνίζει. Άρνηση του συγγραφέα να γράψει στρατευμένα, να πάρει ξεκάθαρη θέση, να τείνει το δάκτυλο και να υποδείξει. Αποτέλεσμα γοητευτικό που παρασύρει τον αναγνώστη. Το πολυσέλιδο επίμετρο, χωρισμένο σε δύο μέρη, εξηγεί τις προθέσεις του συγγραφέα και περιλαμβάνει ένα πλήθος υποσημειώσεων, που εμπλουτίζουν με το απαραίτητο πολιτικό πλαίσιο το μυθιστόρημα.
Εκδόσεις Τόπος
Αγαπητή / Αγαπητέ blogger NO14ME ευχαριστώ για τη θερμή δεξίωση του βιβλίου στη σελίδα σας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είστε καλά, ά.μ.