Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2020

Η τρύπα - José Revueltas


Εκεί ήταν φυλακισμένοι οι πίθηκοι, ναι, οι πίθηκοι, για την ακρίβεια μια πιθηκίνα κι ένας πίθηκος· ήταν πάντως πίθηκοι, δύο πίθηκοι μέσα στο κλουβί τους, χωρίς απελπισία προς το παρόν, χωρίς να απελπίζονται εντελώς, βηματίζουν από τη μια άκρη στην άλλη, κρατούμενοι σε κίνηση, αιχμάλωτοι σε ζωολογική κλίμακα λες και κάποιος, οι υπόλοιποι, η ανθρωπότητα, ανελέητοι, όλοι αδιαφορούσαν για το ζήτημα, το ζήτημα ότι είναι πίθηκοι, ενώ από την άλλη ούτε οι ίδιοι ήθελαν να ξέρουν, ούτε ήξεραν ούτε ήθελαν να ξέρουν, αλλά τελικά πίθηκοι ήταν, φυλακισμένοι απ' όποια άποψη κι αν το έβλεπες, παγιδευμένοι μέσα στο κουτί με τα ψηλά κάγκελα που έφταναν τα δυο πατώματα, μέσα στη μπλε στολή τους και τη φανταχτερή κορδέλα στο κεφάλι τους, μέσα στο αδιάκοπο πηγαινέλα τους που γινόταν δίχως συγχρονισμό, με φυσικότητα και σταθερότητα, αλλά που ποτέ δεν κατάφερνε να φτάσει στο βήμα το οποίο θα μπορούσε να τους οδηγήσει έξω από την κατάσταση εκείνου του ενδιάμεσου βιολογικού είδους στην οποία κινούνταν, βάδιζαν, ζευγάρωναν, σκληροί και δίχως μνήμη, πιθηκίνα και πίθηκος μέσα στον Παράδεισο, ολόιδιοι αρσενικό και θηλυκό, με ίδιο τρίχωμα και ίδιο φύλο, αλλά πάντως θηλυκό και αρσενικό, φυλακισμένοι, δυο χαντακωμένοι πίθηκοι.
Με το κεφάλι γερμένο, ακουμπισμένο στη λαμαρίνα από την οποία περνάει ο δίσκος με το φαγητό, ο Πολόνιο παρατηρεί τους δύο φύλακες -πίθηκοι στην αργκό της φυλακής- να περπατούν πέρα δώθε επιτηρώντας τον χώρο. Για ακόμα μια φορά βρίσκεται στην απομόνωση. Μοιράζεται το κλουβί με ακόμα δύο ποινικούς, όλοι τους βρέθηκαν εκεί για υποθέσεις ναρκωτικών, χρήστες και οι ίδιοι, πέραν των άλλων έχουν να παλέψουν και με την εξάρτησή τους, όμως η μέρα σήμερα είναι γεμάτη προσμονή, καθώς στο επισκεπτήριο η μάνα του Αρχίδα θα τους φέρει κάποια γραμμάρια πρέζα, κρυμμένα καλά μέσα της, οι πιθηκίνες δεν θα τολμήσουν να την ψάξουν με το δάκτυλο, όπως θα κάνουν δηλαδή στην Μέτσε και την Τσάτα, τις νεαρές ερωμένες του Πολόνιο και του Αλμπίνου, καθώς η οδηγία είναι ξεκάθαρη: έλεγχος με όλα τα μέσα σε όσους επισκέπτες σχετίζονται με κρατουμένους που έχουν καταδίκες περί ναρκωτικών και συμμετέχουν στη διακίνηση και εντός της φυλακής. Αν δεν είχε μάνα ο Αρχίδας, ο Πολόνιο και ο Αλμπίνος δεν θα τον έβαζαν ποτέ στο κόλπο, μόλις το πράμα φτάσει στα χέρια τους θα τον καθαρίσουν, θα τον ξεφορτωθούν με την πρώτη ευκαιρία, πρώτα όμως πρέπει η μάνα του να φέρει το πράμα κάτω από τη μύτη των πιθήκων.

Η τρύπα διαδραματίζεται στη μεξικανική φυλακή Λεκουμπέρι στο τέλος της δεκαετίας του εξήντα. Αν και ποτέ δεν βρέθηκε στην απομόνωση, ο Ρεβουέλτας τη γνωρίζει καλά, καθώς βρέθηκε εκεί ως πολιτικός κρατούμενος, τοποθετημένος όμως στην πτέρυγα των ποινικών ώστε να μην συγχρωτίζεται με τους άλλους πολιτικούς κρατούμενους, στην πλειοψηφία τους φοιτητές, ανάμεσα στους οποίους διέθετε μια κάποια φήμη, γεγονός που φόβιζε τις αρχές, αλλά και γιατί συμβαίνει συχνά στους κύκλους των ποινικών κρατουμένων οι πολιτικοί να μην έχουν καλή φήμη με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον μικρόκοσμο της φυλακής. Είναι η ιστορία τριών κρατουμένων και του σχεδίου τους να φέρουν ναρκωτικά μέσω του επισκεπτηρίου. Η ολιγοσέλιδη αφήγηση, που περιορίζεται σε μία και μόνη παράγραφο, ιδιαιτέρως πυκνή και με ποιητικές εξάρσεις, αποτυπώνει το αίσθημα του εγκλεισμού, επιβραδύνοντας τον χρόνο της δράσης, δίνοντας καθαρό το αίσθημα της αγωνίας των τριών, μέσα από ένα μακροπερίοδο λόγο που αν και επικεντρώνεται στον Πολόνιο, αποτυπώνει τις σκέψεις και των έξι εμπλεκομένων, των τριών αρσενικών φυλακισμένων και των τριών θηλυκών επισκεπτριών, μέσω ενός παντογνώστη αφηγητή ευφυώς δοσμένου.

Είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Ρεβουέλτας επιλέγει να διηγηθεί την ιστορία του που κάνει τη νουβέλα αυτή ξεχωριστή, μια ιστορία φυλακής, με όλα τα χαρακτηριστικά του είδους παρόντα, που ξεφεύγει όμως από τα στενά όρια του αυστηρού ρεαλισμού, και τους γλωσσικούς περιορισμούς που απορρέουν, χωρίς να απολύει όμως τη δυναμική της συνθήκης. Τα κάτοπτρα, οι φύλακες που παρακολουθούν τους έγκλειστους, αλλά που ταυτόχρονα παρακολουθούνται από αυτούς. Οι φύλακες που περνάνε το μεγαλύτερο μέρος της μέρας τους στη φυλακή, γυρίζοντας σπίτι τους μονάχα για να κοιμηθούν, που όσο και αν πλυθούν δεν μπορούν να απολέσουν τη μυρωδιά του εγκλεισμού, που μόνο η ντόπα της εξουσίας απαλύνει. Ο χωρικός καταμερισμός της φυλακής όπως υπέροχα αποδίδεται από τη γεωμετρική γραφή του Ρεβουέλτας. Ο χώρος του επισκεπτηρίου, ένας μη χώρος εντός της φυλακής, ένα σημείο τομής στο οποίο οι φυλακισμένοι είναι πιο ελεύθεροι από οπουδήποτε αλλού, ενώ οι επισκέπτες νιώθουν το δέος του εγκλεισμού. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς φιλόλογος για να διατυπώσει την άποψη πως ο Ρεβουέλτας αποτέλεσε ξεκάθαρη επιρροή για τον Μπολάνιο, γι' αυτή την τόσο αναγνωρίσιμη ποιητικότητα στην περιγραφή του ζόφου, αλλά και για την πολιτική ματιά.     

Ο εγκλεισμός βρίσκεται στον πυρήνα της νουβέλας αυτής. Η εκδικητική τιμωρία που επικρατεί του σωφρονισμού, τάση που καλλιεργείται ευρέως εντός του κοινωνικού συνόλου, και οι φυλακές που ανακυκλώνουν την παραβατικότητα λειτουργώντας ως προέκταση του κοινωνικοπολιτικού συστήματος. Ο σωφρονισμός, άλλωστε, ως έννοια αποτελεί λέξη άγνωστη για την πλειοψηφία των ατόμων που αυτοπροσδιορίζονται ως φιλελεύθεροι. Ένα ολιγοσέλιδο κομψοτέχνημα, το οποίο σχετικά πρόσφατα μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε στην Αμερική, από όπου και η κατατοπιστική εισαγωγή του Álvaro Enrigue, Η τρύπα απαιτεί την αυξημένη προσοχή του αναγνώστη, εγκλωβίζοντας το βλέμμα στη θέα της φρίκης, επιβάλλει με τον τρόπο της μια δεύτερη -ή και τρίτη ακόμα- ανάγνωση, προσφέροντας μια βαθιά αναγνωστική απόλαυση μέσω της αντίστιξης ομορφιάς και ζόφου. Ένα βιβλίο κατ' εξοχήν πολιτικό.

Μετάφραση Κρίτων Ηλιόπουλος
Εκδόσεις Ακυβέρνητες Πολιτείες 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου